Wednesday, December 31, 2008

Happy New Year! (2009) HD

Αγαπητοί φίλοι και φίλες επισκέπτες του blog μου, εύχομαι σε όλους και όλες σας Καλή Χρονιά.

Friday, December 26, 2008

Λεμονιά, Το κύμα

Σε απαντητικό email σε τέως μαθητή μου και νυν facebook friend, ο οποίος, σχολιάζοντας το προηγούμενο δημοσίευμά μου για «ταινίες που είδα» μου συνέστησε να δω την ταινία «Λεμονιά» (Lemon tree) του Eran Riklis, έγραψα το παρακάτω απόσπασμα.
«…Να σε ευχαριστήσω για την ταινία που μου συνέστησες, την είδα μόλις τώρα.
Είναι πραγματικά υπέροχη. Εγώ όμως συνηθίζω να «διαβάζω» πλάγια, καμιά φορά ολότελα αποδομητικά. Ενώ η ταινία φαίνεται να εστιάζεται στον Παλαιστινιακό αγώνα, στην καταπίεση των παλαιστινίων από τους ισραηλινούς, και μοιάζει σαν έκφραση τύψεων συνείδησης μια και είναι ισραηλινή, εγώ προτίμησα να τη δω σαν μια φεμινιστική ταινία, που εστιάζεται στις ματαιώσεις που υφίσταται μια γυναίκα σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία (το φλερτ με τον μεγαλύτερό της δικηγόρο που είχε άδοξο τέλος, και όχι κυρίως οι λεμονιές που κόπηκαν), αλλά και στη γυναικεία αλληλεγγύη, πέρα από εθνικές διαφορές».
Και το ανθρωπολογικό στοιχείο:
Στους ισπανικούς υπότιτλους διαβάζω: Um Nasser. Θυμάμαι από τις "Ακυβέρνητες Πολιτείες" του Τσίρκα το "Ομ Μεχάλης", δηλαδή μητέρα του Μιχάλη, σε προσφώνηση. Στην ταινία, Um Nasser, "μητέρα του Νάσσερ". Αυτή είναι η γυναίκα στο Ισλάμ, όχι αυτόνομη ύπαρξη, αλλά πάντα σε αναφορά με το αρσενικό.
Και θυμήθηκα τις πέντε επιταγές στη γυναίκα του Κομφούκιου. Η γυναίκα πρέπει να υπακούει τον πατέρα της. Αν πεθάνει, τον αδελφό της. Όταν παντρευτεί, τον άντρα της. Αν πεθάνει ο άντρας της, το γιο της. Δεν θυμάμαι την πέμπτη, μήπως αν πεθάνει ο γιος της τον εγγονό της;
.... «Το κύμα» (Die Welle), του Dennis Gansel. Την είδα χθες βράδυ.
Αποφάσισα να γράψω γι αυτήν, καθώς και να παραθέσω το απόσπασμα από το email στο μαθητή μου, γιατί και αυτή τη διάβασα «πλάγια», αποδομητικά.
Όταν βλέπεις μια ταινία, έχεις αφηγηματικές αναμονές. Eίδα ότι την χαρακτήριζαν θρίλερ, δεν έδωσα όμως σημασία. Την θεώρησα κοινωνική ταινία, ένα σχόλιο πάνω στον ναζισμό και τον κίνδυνο μιας νέας Autokratie, ενός νέου ολοκληρωτισμού. Οι γερμανοί έχουν κάθε λόγο να φοβούνται με το αναδυόμενο «κύμα» των νεοναζί. Τελικά είδα ότι η ταινία εξελίχθηκε σε θρίλερ.
Ένας καθηγητής αναλαμβάνει να διδάξει για μια βδομάδα για την Autokratie. Ήθελε να πάρει σαν θέμα την αναρχία, αλλά τον πρόλαβε κάποιος άλλος, ο οποίος αρνήθηκε την ανταλλαγή. Προσπαθεί να μεταδώσει στους μαθητές του «βιωματικά» τι σημαίνει Autokratie. Τους οργανώνει λοιπόν σαν μια ομάδα, με ενιαίο ντύσιμο (άσπρο πουκάμισο και blue jeen), τους εμφυτεύει το πνεύμα ομάδος κλπ. κλπ. Οι νεαροί τελικά αναπτύσσουν μια τέτοια ψυχολογία, ώστε είναι έτοιμοι να διαπράξουν κάθε είδους βιαιότητα στο όνομα της ομάδας. Ο καθηγητής αυτός είναι χαρισματικός, και προσελκύει κι άλλους μαθητές στο μάθημά του. Παρά τις κάποιες κριτικές που του ασκούνται από συναδέλφους έχει την απεριόριστη αγάπη των μαθητών του και την αμέριστη υποστήριξη της διεύθυνσης.
Στο τέλος της εβδομάδας και τη λήξη του πειράματος τους αποκαλύπτει με δραματικό τρόπο τις αλλαγές που συνέβησαν στο χαρακτήρα τους, θέλοντας έτσι να τους δείξει παραστατικά ότι ο κίνδυνος ενός νέου ολοκληρωτισμού πάντα ελλοχεύει. Με την αποκάλυψη διαλύει φυσικά και την ομάδα. Όμως ένας νεαρός δεν θέλει να το παραδεχθεί. Βγάζει πιστόλι, πυροβολεί ένα συμμαθητή του και απειλεί τον καθηγητή. Αυτός προσπαθεί να τον καλμάρει. Ο μαθητής κατεβάζει το πιστόλι, όμως ξαφνικά το χώνει στο στόμα του και πυροβολεί, προς φρίκη όλων. Το έργο τελειώνει με τον τραυματισμένο μαθητή να τον παίρνει ένα ασθενοφόρο, τον ίδιο να τον συνοδεύουν με χειροπέδες δυο αστυνομικοί, και η γυναίκα του με την οποία τσακώθηκε με αφορμή αυτό το πείραμα να παρακολουθεί από μακριά, χωρίς να τον πλησιάζει. Αντίθετα δυο μαθητές, ένα αγόρι και ένα κορίτσι που τσακώθηκαν πάλι εξαιτίας του πειράματος, φιλιώνουν.
Ποια ήταν η «πλάγια» ανάγνωσή μου;
Είναι καλό να είσαι χαρισματικός καθηγητής. Είναι καλό να ξεφεύγεις από τα ασφυκτικά όρια των αναλυτικών προγραμμάτων. Έχε όμως το νου σου: κάποια στιγμή μπορεί να το πληρώσεις, περισσότερο ή λιγότερο ακριβά. Ένας συνάδελφος, χαρισματικός, βρέθηκε μπροστά σ’ αυτό το πρόβλημα.
Ας μη τρομάζουμε όμως. Δεν είναι υποχρεωτικό ότι θα το πληρώσεις. Ο Ρόμπιν Γουίλιαμς δεν το πλήρωσε στον «Κύκλο των χαμένων ποιητών». Ή το πλήρωσε και δεν το θυμάμαι;

Wednesday, December 24, 2008

Γιώργος Ιωάννου, Πολλαπλά κατάγματα.

Χρόνια Πολλά σε όλους σας φίλες και φίλοι επισκέπτες του blog μου



Υπάρχει η παροιμία που λέει «Ουδέν κακόν αμιγές καλού» και το ανάποδο. Ο Ιωάννου είχε ένα ατύχημα πολύ σοβαρό, τον κτύπησε ένα αμάξι (δεν ήταν φαίνεται πολύ μάγκας για να τον κτυπήσει το τραίνο), έσπασε τα δυο του πόδια και στο βιβλίο του «Πολλαπλά κατάγματα» διεκτραγωδεί τις περιπέτειές του στα νοσοκομεία. Αν δεν είχε σπάσει το πόδι του δεν θα είχε γραφεί αυτό το απολαυστικότατο βιβλίο, που φαίνεται ότι είναι από τα πιο αγαπημένα του συγγραφέα.
Μου έτυχε και μένα κάτι ανάλογο. Το 1986, Δεκέμβρης μήνας, είχα κι εγώ ένα τροχαίο με τη μηχανή, έσπασα το χέρι μου (για την ακρίβεια μου το έσπασε μια άσχετη που έπεσε πάνω μου με το αυτοκίνητό της από ένα στενάκι της Κυψέλης, τολμώντας να κατέβει, όπως την άκουσα να εξομολογείται, για πρώτη φορά στο κέντρο της Αθήνας), και οι αφόρητοι πόνοι ήταν για μένα μια δυσάρεστη έκπληξη. Τα παυσίπονα δεν είχαν και μεγάλο αποτέλεσμα, αλλά είχε φοβερό αποτέλεσμα όταν σκέφτηκα ότι κάπως πρέπει να περάσω την ώρα μου στο κρεβάτι του πόνου (τρόπος του λέγειν, αφού ήταν χέρι και δεν χρειάστηκε να κρεβατωθώ όπως ο Ιωάννου). Σκέφτηκα λοιπόν να γράψω ένα βιβλίο για την οικολογία, εισαγωγικό στα οικολογικά προβλήματα. Με το που το σκέφτηκα μου πέρασε ο μισός πόνος. Με το που άρχισα να κάνω το σχεδιάγραμμά του και να διαβάζω πέρασε, όχι ο άλλος μισός, αλλά αρκετός, ώστε να μην με απασχολεί πια. Καρπός αυτού του ατυχήματος ήταν το «Περιβάλλον, διατροφή και ποιότητα ζωής» (Θυμάρι, 1988, για να κάνουμε και μια διαφήμιση στον εκδότη μας, το Θάνο το Γραμμένο).
Καυστικός στις περιγραφές των συνθηκών που επικρατούν στα νοσοκομεία, ειρωνικός και σαρκαστικός, συναρπάζει τον αναγνώστη αμέσως από τις πρώτες σελίδες. Θα μεταφέρω εδώ μερικά χιουμοριστικά αποσπάσματα.
«Καλά που πήγαινα στη δημόσια δουλειά και ξεκουραζόμουνα» (σελ. 42).
«Έχω τόσο μικρή εκτίμηση στους γιατρούς, ώστε δεν με φοβίζουν τα λόγια τους, τα έργα τους απάνω μου με πανικοβάλλουν» (σελ. 52).
Καημένη Αμαλία, μου έρχεται τώρα στο νου η αδικοχαμένη συναδέλφισσα, άραγε διάβασες αυτό το βιβλίο του Ιωάννου; Αν το είχες διαβάσει και ήσουνα πιο επιφυλακτική απέναντι στους γιατρούς αντί να τους καταγγείλεις εκ των υστέρων μπορεί και να την είχες γλιτώσει.
«Τα φαγητά και οι νοσοκόμες ίδιες: τρίτης κατηγορίας» (σελ. 61).
Το έχω διαβάσει και αλλού, όμορφες νοσοκόμες μόνο σε ταινίες θα δεις. Και μια όμορφη που ξέρω δεν έχει καταφέρει να βρει δουλειά σε νοσοκομείο, δουλεύει με σύμβαση στο κολυμβητήριο.
«Μπήκαμε στο ΚΑΤ κορνάροντας πανηγυρικά – φέρνουν τη νύφη. Φέραν κι εδώ ένα φορείο, με τραβολόγησαν πάλι οι δικοί μου ενώπιον του κόσμου – του κόσμου που προσπαθεί να δει πάντα κάτι το χειρότερο απ’ ότι συμβαίνει στον ίδιο, για να παρηγορηθεί» (σελ. 73).
Έτσι κι εγώ, σκέφτομαι την Τσοτσόλη και παρηγοριέμαι.
Το παρακάτω είναι ολότελα συγκινητικό.
«…κάποιον στρατηγό που επί ένα τουλάχιστο χρόνο πήγαινε κάθε πρωί στην αναίσθητη γυναίκα του λουλούδια και της μιλούσε τρυφερά, σαν αυτή να τον άκουγε. Και ύστερα, μετά το θάνατό της, ζήτησε να κλειστεί – και το πέτυχε – στο ίδιο δωμάτιο όπου αυτή ξεψύχησε, για μια βδομάδα, μόνος, νηστικός, άγρυπνος, χωρίς να δέχεται κανένα μέσα» (σελ. 127).
Το παρακάτω έχει ένα εφέ αντίθεσης εξόχως χιουμοριστικό.
«Κι έτσι μέρα με τη μέρα υψωνόταν το ηθικό μου, αλλά και το ανήθικό μου δεν έπεφτε παρακάτω. Θαύμα!».
Και το παρακάτω ένα εφέ δισημίας.
«Έρχονται μέσα οι νοσοκόμες – τις οποίες, ειρήσθω εν παρόδω, ουδέποτε απεκάλεσα ‘αδελφές’» (σελ. 158).
Ο Ιωάννου αναφέρεται για άλλη μια φορά στις συμπτώσεις. Με ένα εφέ απαρίθμησης αναφέρεται σε αυτές στη σελίδα 162, αλλά και σε άλλα σημεία του βιβλίου. Σε ένα σημείο όμως κάνει λάθος. Το ρόλο της «Αντιπαναγίας» στο «Μωρό της Ρόζμαρι» του Πολάνσκι δεν τον έχει η Σάρον Τέητ που βρέθηκε σε λίγο σφαγμένη από τον σατανά τον Μάνσον, αλλά η Μία Φάροου. Πάντως αν γρουσουζιά του έργου ήταν τέτοια που εξόντωσε τα υπόλοιπα πρόσωπα της ταινίας δεν το γνωρίζω. Ο Πολάνσκι πάντως, από όσο ξέρω, ζει και βασιλεύει. Για τις δικές μου συμπτώσεις έχω γράψει σε ένα αυτοβιογραφικό κείμενο με τίτλο «Οι ρίζες της σύμπτωσης», στο οποίο έχω αναφερθεί και αλλού, δεν χρειάζεται να επανέλθω. Απλώς να τονίσω πόσο με έχουν εντυπωσιάσει και εμένα, όπως και τον Ιωάννου.
Ο Ιωάννου έγραψε αυτό το απολαυστικό βιβλίο χάρη στην παραμονή του στο νοσοκομείο. Ξαναέκανε στο νοσοκομείο, εξαιτίας της αιματουρίας στην οποία αναφέρεται εδώ. Όμως γι αυτή του την παραμονή δεν πρόλαβε να γράψει.
Πού ξέρεις όμως, μπορεί να έχει γράψει, για τους αναγνώστες των ουρανών. Όταν πάω κι εγώ εκεί σίγουρα θα το διαβάσω.

Thursday, December 18, 2008

Walter Salles, Κεντρικός Σταθμός, κ. ά.

Το έχω ξαναγράψει πως ένας λόγος που μου αρέσει ο τριτοκοσμικός κινηματογράφος είναι για τα ανθρωπολογικά στοιχεία που προσφέρει. Η ταινία του βραζιλιάνου Walter Salles «Κεντρικός Σταθμός» (1998) είναι μια τρυφερή ταινία ανατροπών. Μια γυναίκα πουλάει ένα παιδάκι αλλά ύστερα μετανιώνει και το αρπάζει απ’ αυτούς που τους το πούλησε. Τα αγοράζουν δήθεν για υιοθεσία, αλλά στην πραγματικότητα για να τους πουλήσουν τα όργανα. (Ξαναδιαβάζοντας για διόρθωση θυμήθηκα και ένα ανάλογο διήγημα της Isabelle Allende, νομίζω το μόνο βιβλίο με διηγήματα που έγραψε. Για να δούμε, θα το βρω στο google; Το βρήκα, είναι από το Cuentos de Eva Luna). Κατόπιν θα ξεκινήσουν ένα μακρύ ταξίδι για να βρουν το πατέρα του παιδιού. Μετά από πολλά συγκινητικά επεισόδια θα φτάσουν στο σπίτι του. Ο ίδιος λείπει, αλλά βρίσκονται εκεί οι δυο μεγαλύτεροι γιοι του. Η γυναίκα θα φύγει αφήνοντας το παιδί στα ασφαλή χέρια των αδελφών του.
Τα ανθρωπολογικά στοιχεία που βρήκα και με εντυπωσίασαν:
Μεγάλο ποσοστό αγραμματοσύνης: Η γυναίκα είναι συνταξιούχος δασκάλα, και γράφει γράμματα για ανθρώπους που δεν ξέρουν να γράφουν.
Η φοβερή εγκληματικότητα: Ένας άνδρας κλέβει κάτι, τον κυνηγούν, τον πιάνουν, αλλά δεν τον παραδίδουν στην αστυνομία. Τον εκτελούν αμέσως.
Πριν μέρες είδα και την ταινία «Έθνος χωρίς γυναίκες» (2005), ινδική, η πρώτη ταινία του Μάνις Τζα. Μια ακόμη ταινία που αναφέρεται στην καταπίεση των γυναικών, που θεματοποιεί μια πρακτική που ασκείται σε ασιατικά κράτη: τη βρεφοκτονία θηλυκών βρεφών.
Χθες βράδυ είδα και το Caché, Κρυμμένος (2005), του Michael Haneke με τους Daniel Auteuil και Juliette Binoche. Αυτό που με εντυπωσίασε ήταν η πληροφορία ότι το 1961 η γαλλική αστυνομία έπνιξε στον Σηκουάνα 700 αλγερινούς. Και εμείς εδώ κάνουμε ολόκληρο θέμα το φόνο ενός δεκαπεντάχρονου από αστυνομικό.
Παρεμπιπτόντως, το έργο αυτό με έφερε πάλι μπροστά σε ένα πρόβλημα που νομίζω το έχω σχολιάσει και αλλού.
Ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός στην ζντανωφική του εκδοχή έχει δεχθεί πολλές επιθέσεις, ιδιαίτερα για την θέση ότι η λογοτεχνία πρέπει να παρουσιάζει θετικούς ήρωες που να λειτουργούν ως πρότυπα προς μίμηση. Γελοία αντίληψη, αλλά όχι και να φτάνουμε στο άλλο άκρο, να παρουσιάζουμε δηλαδή αρνητικούς ήρωες. Ο λόγος που δεν μου άρεσε το «Άρωμα» του Πάτρικ Ζίσκιντ είναι ακριβώς γι αυτό, το ότι ο ήρωάς του είναι ένας εγκληματίας. Και δημιουργείται εδώ ένα παρανοϊκό φαινόμενο: Ψυχολογικά ο αναγνώστης (ή ο θεατής, αν πρόκειται για ταινία) ταυτίζεται με το πρόσωπο που εμφανίζεται περισσότερο στη σκηνή, δηλαδή με τον ήρωα, αλλά ταυτόχρονα νοιώθει και μια απέχθεια αυτόν. Είναι κάτι ανάλογο με τις διπλόδεσμες καταστάσεις (double bind situations) του Μπαντούρα. Το παιδί δέχεται αντιφατικά μηνύματα από τη μητέρα του, τα λεκτικά που του λένε «έλα παιδί μου, σ’ αγαπώ» και τα μη λεκτικά που δηλώνουν «σε βαρέθηκα πια, χάσου από μπροστά μου», πράγμα που το οδηγεί στην παράνοια. Σε μια ανάλογη παράνοια οδηγείται και ο αναγνώστης/θεατής, υποσυνείδητα να ταυτίζεται με τον ήρωα αλλά συνειδητά να τον απορρίπτει. Στο Caché o Ντανιέλ Οτέιγ είναι ο κακός. Παρεμπιπτόντως και στο «Μικρές απιστίες» (Petites coupures) (2003) του Pascal Bonitzer ήταν πάλι ο κακός.
Αυτά, με αφορμή κάποιες από τις ταινίες που είδα πρόσφατα.

Μια και έκανα πριν λίγο την ανάρτηση, να συμπληρώσω τώρα με την ταινία του Νικήτα Μιχάλκωφ, (Nikita Mikhalkov) «Ο κουρέας της Σιβηρίας» (1998) με την Τζούλια Όρμοντ. Σταμάτησα το dvd player για να γράψω τα παρακάτω.
Ψάχνω στο google, και διαβάζω για την ταινία τους παρακάτω χαρακτηρισμούς: Αισθηματική, Δράμα, Εποχής. Πιο κάτω: μεγαλόπνοη επική υπερπαραγωγή.
Μπούρδες. Εγώ αυτό που βλέπω – δεν την έχω δει ακόμη όλη– είναι μια κωμωδία, η πιο σπαρταριστή κωμωδία που έχω δει τα τελευταία χρόνια. Και τι διαβάζω σε άλλη ιστοσελίδα: «Ο Μιχάλκοφ έφτιαξε μεγάλες ταινίες (Μαύρα μάτια), μεγάλες αποτυχίες (ο Κουρέας της Σιβηρίας)», και σε μια άλλη ότι έκανε μόλις 11.000 εισιτήρια πανελλαδικά. Ένας stathis όμως γράφει σε ένα forum: «Προσωπικά, ο «Ψεύτης ήλιος» δεν με είχε ξετρελάνει, σε αντίθεση με τον «Κουρέα της Σιβηρίας» του ιδίου. Κάτι μου λέει όμως ότι οι περισσότεροι θα διαφωνήσουν...». Εγώ θα είμαι από τους λίγους που θα συμφωνήσουν μαζί του.
Γιατί είχε αυτή τη μοίρα η ταινία;
Νομίζω ότι σε μεγάλο βαθμό φταίει ο αμερικάνικος (υπο)πολιτισμικός ιμπεριαλισμός. Ό,τι έρχεται από αλλού το μεγάλο κοινό το αντιμετωπίζει με δυσπιστία. Καλά κάνω και δεν θέλω να βλέπω αμερικάνικες ταινίες.
Τρέχω να δω και την υπόλοιπη ταινία.

Πέμπτη, 18-12-2008

Thursday, December 11, 2008

Terence Davies, The neon Bible (1995), και Antonin Dvořak

Ποτέ δεν φανταζόμουνα ότι θα έγραφα για αμερικάνικο έργο, αλλά, όπως λέει και ο φύλακας στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, «βροτοίσιν ουδέν εστ' απώμοτον. ψεύδει γαρ η επίνοια την γνώμην» (εγώ πολυτονικό, με copy and paste το έβαλα, αλλά το blog δεν καταλαβαίνει). Όντας στο εξής αποφασισμένος να παρακολουθώ όλα τα έργα της Κινηματογραφικής Λέσχης, έγραψα και το «The neon bible» του Terence Davies που προβλήθηκε την περασμένη Παρασκευή. Έχοντας όμως μια απέχθεια για κάθε τι το αμερικάνικο, το είδα μόλις χθες.
Στην αρχή βρήκα μια μεγάλη ομοιότητα με το «Λεωφορείον ο Πόθος». Υπάρχει μια Blanche Dubois, ξεπεσμένη καλλιτέχνις, που πάει να ζήσει με την αδελφή της. Ο άνδρας της δεν την θέλει, αλλά δεν μπορεί να κάνει και διαφορετικά. Ο άνθρωπος αυτός είναι πολύ βίαιος. Καταπιέζει το γιο του και δέρνει τη γυναίκα του. Αναρωτιόμουνα πως ξέφυγε η ομοιότητα στον Μπακογιαννόπουλο. Στη συνέχεια όμως είδα πως η ταινία εξελίσσεται διαφορετικά.
Ο δεκαπεντάχρονος γιος, που μέσα σε ένα τραίνο, σε flash back, αφηγείται την ιστορία, θα μας πει ότι ο πατέρας του σκοτώθηκε στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και ότι η μητέρα του τρελάθηκε από τη στενοχώρια της. Η θεία θα φύγει από το σπίτι μετά από πρόσκληση του φίλου της, και ο νεαρός David αναγκάζεται να παραιτηθεί από τη δουλειά του για να μπορεί να περιποιείται τη μητέρα του. Την ίδια όμως κιόλας μέρα που φεύγει η θεία του τη βρίσκει αιμόφυρτη, έχοντας πέσει από τις σκάλες. Σε λίγο θα ξεψυχήσει. Θα την θάψει στην αυλή. Αμέσως μετά θα έλθει ο ιερέας για να την πάρει να την βάλει στο άσυλο, χωρίς να ξέρει ότι είναι νεκρή. Ο David που είχε αντισταθεί σθεναρά στην ιδέα του εγκλεισμού της τον πυροβολεί και τον σκοτώνει. Στη συνέχεια παίρνει το τρένο με προορισμό τον πιο μακρινό σταθμό.
Τελικά βρήκα στη Wikipedia ενδιαφέροντα στοιχεία για το έργο. Είναι παρμένο από το ομώνυμο μυθιστόρημα του John Kennedy Toole (1937-1969). Ο συγγραφέας έγραψε το έργο σε ηλικία μόλις 16 χρονών. Αργότερα έγραψε ένα δεύτερο, A confederacy of Dunces. Ο Toole αυτοκτόνησε χωρίς να έχει εκδοθεί κανένα από αυτά. Αργότερα η μητέρα του φρόντισε για την έκδοσή τους, και το δεύτερο έργο τιμήθηκε με το βραβείο Pulitzer. Η περιπέτεια του βιβλίου αυτού είναι συναρπαστική, και μπορείτε να τη διαβάσετε ακολουθώντας τον σύνδεσμο.
Τελικά διαβάζω ότι ο Toole επηρεάσθηκε από τον Tennessee Williams στους διαλόγους των έργων του. Επηρεάστηκε όμως λίγο και στην πλοκή του πρώτου έργου του, για το δεύτερο δεν ξέρω.
Αμερικανικός νότος, επαρχιώτικη μιζέρια, θρησκευτικός φονταμενταλισμός, αυτό είναι το σκηνικό του έργου. Δεν έλλειψε και η Κου Κλουξ Κλαν.
Τα ενδιαφέροντα βιογραφικά τα ανακάλυψα μετά. Ο βασικός λόγος που ήθελα να κάνω αυτή την ανάρτηση είναι γιατί έκανα μια άλλη ανακάλυψη. Στο έργο αυτό βρήκα το τραγούδι που το μουσικό θέμα του χρησιμοποίησε ο Antonin Ντβόρζακ για το largo της πιο αγαπημένης μου συμφωνίας, της συμφωνίας αρ. 9, του Νέου Κόσμου. Το γράφω και το αναρτώ, μαζί με τo largo, για να δείτε την ομοιότητα.
Ας γράψω κι εγώ τις αναμνήσεις μου.
Ήμουν μαθητής τρίτης Λυκείου, πρόσφατος fan της κλασικής μουσικής. Στο χωριό μου, στο Κάτω Χωριό Ιεράπετρας, στην Κρήτη. Από το τρανζίστορ που είχαμε στο σπίτι ακούω ένα βραδάκι κλασική μουσική, μάλλον από το σταθμό του Καΐρου, μια και την εποχή εκείνη τους σταθμούς της Αθήνας δεν τους πιάναμε καθόλου. Ακούω τη μουσική σαν μουσική υπόκρουση, γιατί ταυτόχρονα διαβάζω. Ξαφνικά καθηλώνομαι: Ξεκινάει εντυπωσιακά το τελευταίο μέρος, το allegro con fuoco, με ένα καταπληκτικό μοτίβο που καρφώνεται στη μνήμη για πάντα. Φυσικά σταματάω το διάβασμα και ακούω το υπόλοιπο της συμφωνίας.
Τη μουσική μου παιδεία συμπλήρωσα αργότερα στην Αθήνα, φοιτητής στο Τμήμα Αγγλικών Σπουδών της Φιλοσοφικής. Τρεις φορές την εβδομάδα στην Όπερα, και τη Δευτέρα στην Κρατική Ορχήστρα Αθηνών. Επί πλέον, μια καθημερινή ωριαία εκπομπή για την κλασική μουσική από τον Carl Harris, με άφθονα σχόλια. Από ποιο σταθμό; Από το σταθμό της αμερικανικής βάσης (Έξω, οι βάσεις, του θα-νάτου). Τα αγγλικά μου, ή μάλλον τα αμερικάνικά μου, ήταν σε πολύ καλό επίπεδο. Είχα καθηγητή στο φροντιστήριο στην Ιεράπετρα έναν νεαρό, τον John Carter, που την είχε κοπανήσει από την Αμερική για να γλιτώσει το Βιετνάμ.
Ένα βράδυ το ραδιόφωνο παίζει την συμφωνία του Νέου Κόσμου. Κλίνω τα φώτα και βυθίζομαι στη μαγεία των ήχων. Στο θαυμάσιο largo είμαι ντοπαρισμένος κανονικά. Ταξιδεύω σε γαλαξιακές διαστάσεις, τυλιγμένος με σουρεαλιστικές εικόνες. Την εμπειρία αυτή την κατέγραψα στο ημερολόγιό μου. Ήμουν πρωτοετής φοιτητής, και αυτή ήταν μια από τις πρώτες μου καταχωρήσεις.
Ε, λοιπόν θα τρελαθώ. Μπαίνω στο youtube για να βρω το video clip, και στο πρώτο που μου βγαίνει στην αναζήτηση βλέπω τις ίδιες διαστημικές εικόνες για τις οποίες μίλησα παραπάνω. Οι ρίζες της σύμπτωσης ξανακτυπούν.
Τελικά βλέπω ότι δεν είναι αυθεντικό, αφού υπάρχουν και λόγια. Το αυθεντικό ακολουθεί σε δυο μέρη. Αναρτώ το πρώτο, αναρτώ όμως και το προηγούμενο.
Οι νότες του βασικού θέματος, χωρίς τη χρονική τους διάρκεια: Φα λα λα, φα μι ρε, μι φα λα φα μι, /φα λα λα, φα μι ρε, μι φα μι ρε ρε.
Συμπληρώνω μετά από πέντε ώρες. Ε, λοιπόν, σίγουρα θα τρελαθώ. Βάζω το Τρίτο Πρόγραμμα και σε ποια μουσική πέφτω πάνω; Στη συμφωνία του Νέου Κόσμου. Οι ρίζες των συμπτώσεων σ' αυτά που μου συμβαίνουν είναι φαίνεται πάρα πολύ βαθιές.

Friday, December 5, 2008

Εμείς οι Κρητικοί αγαπούμε περισσότερο από όλους

Ο Μιχάλης Μενιδιάτης τραγουδά "Σ' αγαπώ, σε πονώ, όσο άλλος κανείς..." όσο άλλος κανείς, αλλά λιγότερο από τη μάνα μου.
Ο Καζαντζίδης πάει ένα βήμα παραπάνω: "Όσο αγαπώ τη μάνα μου αγάπησα κι εσένα...". Όμως ο Κρητικός, δια στόματος Ξυλούρη, τους ξεπερνάει όλους. "Τη μάνα μου την αγαπώ γιατί πονεί για μένα, μα όχι αγάπη μου γλυκιά όσο αγαπώ εσένα". Δέστε το επόμενο βίντεο.