Όταν βλέπω μια ταινία δεν ξέρω εκ των προτέρων αν θα γράψω γι αυτήν. Αυτή εδώ είναι μια εξαίρεση. Μου τη σύστησε ο facebook φίλος, σκηνοθέτης κινηματογράφου που κρύβεται πίσω από το ψευδώνυμο «Ορίζοντας γεγονότων», για να του πω τη γνώμη μου.
Ξεκινάω με τη θεωρία της πρόσληψης: Εγώ, σαν συγκεκριμένος θεατής, πώς προσέλαβα την συγκεκριμένη ταινία;
Μου αρέσουν τα αινίγματα και γι αυτό το λόγο ψοφάω για σασπένς. Και αυτά τρέφονται με γεγονότα-πυρήνες κατά την ορολογία του Ρολάν Μπαρτ, γεγονότα δηλαδή που πυροδοτούν άλλα γεγονότα, τροφοδοτώντας τα σασπένς σε μια αφήγηση.
Νυστάζω που να πάρει, είναι κοντά δυο, αύριο πρέπει να ξυπνήσω πρωί να πάω στον οφθαλμίατρο με το γιο μου, αλλά αν δεν γράψω για το έργο τώρα θα δυσκολευτώ να γράψω αργότερα. Έδωσα υπόσχεση στον εαυτό μου – την πάτησα με μια άλλη ταινία – να γράφω αμέσως μόλις βλέπω την ταινία.
Πάμε λοιπόν. Πολλά σασπένς, κι εγώ να προσπαθώ να μαντεύσω τι θα γίνει στο τέλος.
Αλλά δυο λόγια πρώτα για την υπόθεση. Ο πατέρας εμφανίζεται μετά από 12 χρόνια και παίρνει τους δυο μικρούς γιους του για ένα τριήμερο, που όμως παρατείνεται σε μια βδομάδα. Πάνε πρώτα στην εξοχή, και στη συνέχεια σε ένα νησί. Και έτσι έχουμε κάτι σαν Ροβινσώνα Κρούσο με δυο παιδιά να αντιμετωπίζει την άγρια φύση. Αβανταδόρικο σενάριο, μια και απολαμβάνουμε καταπράσινα τοπία και θάλασσα. Σε γαλήνη και σε καταιγίδα. Μόνο το βουνό λείπει. Ο μικρός γιος, ένα δειλό και φοβισμένο παιδί, κοντράρεται συνεχώς με τον πατέρα του. Λέει στον μεγαλύτερο αδελφό του ότι ο πατέρας τους θα τους σκοτώσει. Να το πρώτο σασπένς. Λειτουργεί αυτό σαν prolepse (Gerard Genette), anticipation, πρόβλεψη ή καλύτερα πρόλεξη, για το τι θα συμβεί; Αργότερα έχομε το αντίστροφο: ο μικρός κλέβει το μαχαίρι του πατέρα του και λέει στον αδελφό του ότι μ’ αυτό θα τον σκοτώσει. Διπλό σασπένς εδώ: Ποιος θα σκοτώσει ποιον;
Ειδολογικά, περιμένουμε την ένταση στις σχέσεις ανάμεσα σε πατέρα και γιο να διαδεχθεί η συμφιλίωση, ή καλύτερα ο μικρός να αποδεχθεί τον πατέρα του. Έτσι ξεφεύγω γρήγορα από το ερώτημα ποιος θα σκοτώσει ποιον και περιμένω πως θα επέλθει η συμφιλίωση.
Κάνω παρέκβαση: η στοιχειώδης δομή της αφήγησης είναι το παρακάτω σχήμα: αρχική τάξη - διασάλευση της αρχικής τάξης - αποκατάστασης της αρχικής τάξης. Ψάχνω στο διδακτορικό μου, δεν γράφω από πού το πήρα, πάντως δεν νομίζω να το επινόησα εγώ, νομίζω είναι από τον Τσβετάν Τοντόροφ. Στο συγκεκριμένο έργο η αρχική τάξη βρίσκεται εκτός πλαισίου της ιστορίας, με φωτογραφίες μιας ευτυχισμένης οικογένειας, πριν ο πατέρας φύγει. Δεν μας λέγεται γιατί, αλλά μπορούμε να εικάσουμε. Δεν μπορεί να πήγε ταξίδι που κράτησε 12 χρόνια. Το πιο πιθανό είναι να το έσκασε με τη γκόμενα, αλλά μπορεί και να ήταν φυλακή. Ο σεναριογράφος δεν θεώρησε σκόπιμο να μας το πει, γιατί φαντάστηκε ότι ο μέσος θεατής δεν θα αναρωτιόταν. Δεν είχε υπόψη του ότι υπάρχουν θεατές σαν κι εμένα.
Η διασάλευση της αρχικής τάξης επέρχεται με το που έφυγε, ενώ η επιστροφή του δημιουργεί επίσης μια μίνι διασάλευση της ισορροπίας που έχει επέλθει στο μεταξύ στην οικογένεια, που προοιωνίζει όμως την αποκατάσταση της αρχικής τάξης, όλη η οικογένεια πάλι μαζί. Και βασικό στοιχείο αυτής της αποκατάστασης είναι η αποκατάσταση των σχέσεων πατέρα και γιου.
Στην «Αντιγόνη» πώς επέρχεται αυτή η αποκατάσταση; Όχι με την αποφυλάκισή της από τον υγρό τάφο που την έκλεισε ο Κρέοντας, αφού στο μεταξύ έχει αυτοκτονήσει. Η αποκατάσταση γίνεται στο ιδεατό επίπεδο, με τις αξίες της να καταυγάζουν και τον Κρέοντα να υποφέρει μετανιωμένος για το κακό που σκόρπισε γύρω του. Με τον ίδιο ιδεατό τρόπο έρχεται και εδώ η αποκατάσταση.
Τα παιδιά ζητούν από τον πατέρα την άδεια να πάρουν τη βάρκα για ψάρεμα. Η εντολή είναι να γυρίσουν σε μια ώρα. Γυρνούν το σούρουπο. Ο πατέρας χαστουκίζει τον μεγάλο για ανυπακοή, και ο μικρός βγάζει το μαχαίρι. Είναι πολύ μικρός όμως για να τον σκοτώσει, και το βάζει στα πόδια. Ο πατέρας του τον κυνηγάει, όχι για να τον τιμωρήσει αλλά για να μη χαθεί. Ο μικρός ανεβαίνει σε ένα παρατηρητήριο και απειλεί να πέσει κάτω. Ο πατέρας του, στην προσπάθειά του να τον προλάβει, πέφτει κάτω και σκοτώνεται. Τα παιδιά τον μεταφέρουν στην βάρκα, και γυρνάνε πίσω. Πηγαίνουν στο αμάξι τα πράγματα, αλλά γυρνώντας βλέπουν να έχει παρασύρει το κύμα τη βάρκα με τον νεκρό πατέρα τους, να έχει μπάσει νερά στο μεταξύ (πώς έτσι ξαφνικά; Αλλά τώρα μόλις αναρωτιέμαι, όχι όταν είδα την ταινία) και να βουλιάζει. Ο μικρός τρέχει προς τη βάρκα φωνάζοντας σπαρακτικά: πάπα, πάπα. Η διαταραγμένη συναισθηματική σχέση αποκαθίσταται όταν το σώμα του νεκρού πατέρα βουλιάζει στο νερό. Πιο πριν είχαν βρει μια φωτογραφία στο αμάξι του πατέρα τους στην οποία ήσαν αυτοί με τη μητέρα τους, δηλωτικό για τα αισθήματά του. Αυστηρός πατέρας αλλά που τους αγαπούσε, όπως διαπιστώνουμε σε κάποια επεισόδια της ταινίας.
Υπάρχει και ένα άλυτο σασπένς (έχω εντοπίσει τέτοια άλυτα σασπένς και σε μυθιστορήματα). Ο πατέρας ξεθάβει από κάπου ένα κουτί. Δεν μαθαίνουμε τι έχει μέσα. Ένα κρυμμένο θησαυρό μήπως; Τα μυστηριώδη τηλεφωνήματα που παρέτειναν την εκδρομή είχαν σχέση μ’ αυτό το κουτί; Τα ερωτήματα αυτά βρίσκονται έξω από την οικονομία της ταινίας, και γι αυτό μόνο σε ένα περίεργο θεατή σαν κι εμένα θα μπορούσαν να δημιουργηθούν.
Το πρόβλημα της σχέσης πατέρα-γιου χάνεται πίσω από την περιπέτεια, όμως χωρίς αυτό το πρόβλημα η ταινία θα ήταν καθαρά χολιγουντιανή, καλογυρισμένη βέβαια. Δεν θα την έβαζα όμως ποτέ πάνω από την θαυμάσια ταινία του Σοκούροφ «Πατέρας και γιος». Ούτε φυσικά πάνω από το «Χρώμα του παραδείσου» του Ματζίντ Ματζίντι (Αχ, αυτός ο υπέροχος ιρανικός κινηματογράφος!), όπου βλέπουμε τον πατέρα που θέλει να ξεφορτωθεί με κάθε τρόπο το τυφλό παιδί του, αλλά όταν το παρασύρουν τα κύματα του ποταμού ορμάει απελπισμένος να το σώσει – και το σώζει. Τις παραπάνω ταινίες τις θεωρώ καλύτερες, όμως και αυτή εδώ ήταν μια πολύ καλή ταινία. Κλείνοντας θα ήθελα να ευχαριστήσω τον «Ορίζοντα γεγονότων» που μου τη συνέστησε. Δεν ξέρω αν θέλει να γράψει εδώ τα σχόλιά του ή στο facebook, κατ'ιδίαν.
Καλά ξυπνητούρια αύριο, δηλαδή σήμερα, είναι 3.13.
Η ταινία με είχε συγκλονίσει όταν την είχα δει στο σινεμά. Η υποβλητικότητά της, η μουσική της, η λιτότητα της αφήγησης... όλα θα έλεγα με μάγεψαν σ' αυτή τη σύγχρονη τραγωδία. (Μέχρι και το CD πήρα).
ReplyDeleteΠληροφοριακά, ο 16χρονος νεαρός που έκανε τον μεγάλο αδελφό πνίγηκε λίγες μέρες μετά τα γυρίσματα σε μια απ΄ αυτές τις λίμνες που γυρίστηκε η ταινία.
Ναι, είναι πολύ καλή ταινία, στο σινεμά θα δείχνει πολύ καλύτερα από ότι στην οθόνη του pc, και με χαμηλωμένο τον ήχο λόγω της ώρας. Τι μου λες με τον νεαρό, έπαθε τέτοιο πράγμα; Είναι η δεύτερη φορά που μαθαίνω κάτι τέτοιο. Η πρώτη ήταν με τον Postino, που πέθανε λίγες μέρες μετά το γύρισμα της ταινίας.
ReplyDeleteΣυνεχίζω το διάλογο από το facebook:
ReplyDeleteBabis Dermitzakis
Την είδα την ταινία, έγραψα στο blog μου, νομίζω έπειτα από λίγο εμφανίζεται και στο προφίλ μου. Πάντως μου θυμίζει το πασχαλινό αυγό, αλλά αντίστροφα. Αυτός που κτυπάει δεύτερος κερδίζει. Μπορείς να με κτυπήσεις σε πράγματα που δεν κατάλαβα. Πάντως σ' ευχαριστώ που μου τη συνέστησες, ήταν ωραία ταινία, αν θέλεις μου συστήνεις κι άλλες κι ας μου σπάζεις το αυγό.
Εγώ
Διάβασα την ανάλυσή σου. Αυτό με το πασχαλινό αυγό δεν είμαι σίγουρος ότι το κατάλαβα. Εγώ θα έλεγα ότι η Επιστροφή είναι μια συμβολική ταινία που καμουφλάρεται πίσω από μια συμβατική αφήγηση. Θα επανέλθω εκτενέστερα.
Babis Dermitzakis
Εννοούσα ότι μια και γράφω πρώτος έχεις όλη την άνεση να κριτικάρεις αυτά που γράφω. Στο πασχαλινό αυγό, αυτός που κτυπάει πρώτος σπάζει το αυγό του άλλου. Όσο για το συμβολικό, ναι, μου πέρασε από το μυαλό αλλά νυσταγμένος καθώς ήμουν ξέχασα να το γράψω. Κάτι σαν mini bildungsfilm, κατά το bildungsroman, μια και συντελείται στο διάστημα μόνο μιας βδομάδας, ταυτόχρονα με τον φροϋδικό μύθο της δολοφονίας του πατέρα ως καταπιεστή. Τα παιδιά τα κατάφεραν μια χαρά να επιστρέψουν χωρίς τον πατέρα.
Εγώ
Καλά δεν κάνουμε και κόντρα. Ίσα ίσα, ακριβώς επειδή θεωρώ ότι η ταινία έχει κάποια ενδιαφέροντα επίπεδα κάτω από την επιφάνεια, θα με ενδιέφερε να τη συζητήσω και με άλλους και ειδικά με κάποιον ειδικό στην αφήγηση.
Πρώτα πρώτα να πω ότι θα ήταν καλό σε οποιαδήποτε κινηματογραφική ανάλυση να βάζουμε με μεγάλα γράμματα και πολλές φορές τον καθιερωμένο όρο SPOILER(κοινώς "χαλάστρα") όταν πρόκειται να αποκαλύψουμε κομμάτια της πλοκής που δεν θα έπρεπε (ώστε να ξέρει ο αναγνώστης και να μην διαβάσει παρακάτω).
Αυτό λοιπόν που μου άρεσε στην Επιστροφή είναι ακριβώς αυτά που λέει και ο φίλος ναυτίλος. Όμως αυτά παραδόξως (μαζί με τους συμβολισμούς τους) συνιστούν τελικά το πρώτο (επιφανειακό) επίπεδο της αφήγησης. Ο Σβιάγκιντσεβ θα μπορούσε να έχει σταματήσει εκεί και να μας έχει δώσει μια πραγματικά αξιόλογη "σύγχρονη τραγωδία". Όμως αντ'αυτού προτιμάει να παίξει μαζί μας και μάλιστα έξω από τα συμβατικά πλαίσια της αφήγησης. Έχοντας ολοκληρώσει πλήρως την αφήγησή του, κάνοντας τον κύκλο δέση-λύση, με χρήση του κινηματογραφικού μέσου, στη συνέχεια και χωρίς κανένα προφανή λόγο ή προειδοποίηση, υπερβαίνει το μέσο και με τη χρήση πλέον στατικών εικόνων, (ουσιαστικά ενός slide show. - Θα μπορούσε να ήταν άλλο μέσο όπως π.χ. κείμενο), ανατρέπει πλήρως ό,τι μας έχει πει ως τώρα. [Ανάλογη υπέρβαση του μέσου γίνεται συχνά στο τέλος ταινιών, κυρίως χρησιμοποιείται κείμενο, το οποίο όμως δεν ανατρέπει αλλά συνήθως συμπληρώνει την ιστορία. Ένα ενδιαφέρον παιχνίδι γίνεται στην ταινία Adaptation όπου ανάμεσα στους τίτλους τέλους πληροφορούμαστε ότι ο νεκρός δίδυμος αδελφός του σεναριογράδου-ήρωα είναι πραγματικό πρόσωπο ("στη μνήμη του αδελφού μου Ντόναλντ") ενώ δεν είναι!]
Πού αποσκοπεί αυτό το παιχνίδι; Του φάνηκε λίγη η ταινία και έβαλε συμπλήρωμα; Δεν μπορούσε να το πει με κινηματογραφικό τρόπο και το είπε με λόγια; (όπως πχ. ο Αγγελόπουλος στο τέλος της "Αιωνιότητας";)
Αλλά βασικά δεν το λέει με λόγια, το λέει με εικόνες. Ενώ ο λόγος είναι η εύκολη λύση, οι στατικές εικόνες από την άλλη είναι το αντίθετο. Ο λόγος ορίζει, οι εικόνες ανοίγουν νέες προοπτικές. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ένα slide show είναι ένα είδος minimal κινηματογράφου όπου κάθε πλάνο διαρκεί ένα καρέ. Κι όπως με κάθε τι μινιμαλιστικό, έτσι κι αυτό, απαιτεί συμπλήρωμα των κενών από την πλευρά του θεατή/ακροατή/αναγνώστη.
Οπότε ξαναρχόμαστε στο γιατί ενώ έχει ολοκληρώσει την αφήγηση, επιλέγει να δημιουργήσει κενά στο τέλος; Γιατί εκεί που ο θεατής θα έφευγε με την αίσθηση της αποκαθεστημένης τάξης, τώρα θα φύγει με μια ανοιχτή ερώτηση; Και μάλιστα μια ύπουλη ερώτηση; Μια ερώτηση που τίθεται (σχετικά) έξω από τους όρους του (κινηματογραφικού) παιχνιδιού;
Πριν αποπειραθώ να δώσω τις δικές μου απαντήσεις θα με ενδιέφερε η γνώμη σας.
Πριν ξεκινήσω για την ταινία, θα σχολιάσω κάποια πράγματα που γράφεις και αφορούν άλλες ταινίες. Άλλαξα γνώμη, κατεβάζω το adaptation, θα το δω και τα λέμε μετά, να μην πω κάτι βιασμένο.
ReplyDeleteΤο πρώτο που έχω να πω είναι ότι όλοι οι "επαρκείς δέκτες", για να διευρύνουμε το "επαρκείς αναγνώστες" (το είπε ο Σεφέρης αλλά το πρωτοείπε κάποιος γάλλος, Le lecteur suffisant, αν θυμάσαι μου λες, έχω ξεχάσει-Κοίτα τι βλακεία ρωτάω, αφού υπάρχει το google, το είπε ο Μονταίν) έχουμε την τάση της υπερερμηνείας. Αυτά που γράφω στη συζήτησή μας για φρόιντ και bildungsfilm νομίζω εκεί εντάσσονται. Αυτό από μόνο του δεν είναι κακό, εφόσον φωτίζει την κύρια γραμμή ερμηνείας.
Ξαναείδα το τέλος της ταινίας. Όπως το εισέπραξα και την πρώτη φορά, εντάσσεται μέσα στα πλαίσια της "αποκατάστασης της ισορροπίας" για την οποία μιλάω. Η φωτογραφική αναδρομή, το αντίστροφο της ευθύγραμμης κινηματογραφικής αφήγησης που χρησιμοποιεί ο σκηνοθέτης, δείχνει την ευτυχισμένη οικογένεια, όχι μόνο συνειρμικά (στις φωτογραφίες απεικονίζουμε ευτυχισμένες μας στιγμές, εκδρομές κ.λπ) αλλά και κυριολεκτικά, με την κορυφαία κατάληξη, την τελευταία φωτογραφία: ο πατέρας κρατάει στην αγκαλιά του το γιο του που είναι μωρό, και που χρόνια αργότερα θα γίνει η αιτία του θανάτου του.
Θέλω να ξεμπερδεύω με τον Αγγελόπουλο, μια και μου άναψες τα αίματα, και ξεκίνησα χθες να δω το "Αιωνιότητα και μια μέρα" (μου μένει μετά μόνο η "επιστροφή του Οδυσσέα), αλλά είδα μόνο 7 λεπτά, είδα μετά με το γιο μου μια κωμωδία, αρκετά καλή (home cinema, blue ray, ο γιος μου έχει γίνει πιο technofriek από ότι εγώ), δεν θυμάμαι τίτλο. Είχε και εκεί σκηνές μετά το τέλος, αλλά αυτές δεν ήταν παρά "παραλειπόμενες", που κόπηκαν από το μοντάζ, για να μην πέφτουν άδεια τα γράμματα-τουλάχιστον έτσι πιστεύω.
Αναμένω.
Ο Μπρεσσόν στις σημειώσεις για τον κινηματογράφο έγραφε "Να τα κρύβω, αλλά όχι τόσο βαθιά που να μην τα βρίσκουν".
ReplyDeleteΦαίνεται όμως ότι από τότε μέχρι τώρα έχουν αλλάξει οι όροι. Ή ίσως ο κινηματογράφος έχει γίνει τόσο οικεία γλώσσα που κάποιοι παρακρύβουν τελικά.
Μη μου πεις ότι δεν παρατήρησες ότι από τις φωτογραφίες λείπει ο πατέρας..
Φοβερό αυτό που είπε ο Μπρεσόν. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στο θέατρο και στον κινηματογράφο περισσότερο από ότι στη λογοτεχνία, όπου εκεί μπορείς να επανέλθεις, να ξαναδιαβάσεις κάτι που δεν κατάλαβες, να σταθείς να συλλογιστείς, κ.λπ.
ReplyDeleteΜέχρι πρόσφατα δηλαδή. Γιατί τώρα μπορείς να δεις την ταινία σε βίντεο ή να την κατεβάσεις από το ίντερνετ, όπως έκανα εγώ, και να κάνεις ακριβώς αυτό που μπορείς να κάνεις σε ένα βιβλίο:να ξαναγυρίσεις και να ξαναδείς πράγματα. Φαντάζομαι ότι εσύ την είδες την ταινία στον κινηματογράφο. Λοιπόν, τις φωτογραφίες μπορούμε να υποθέσουμε ότι τις τράβηξε ο πατέρας. Εκτός από τις δύο τελευταίες, και οπωσδήποτε όχι την τελευταία. Στην προτελευταία βλέπουμε το χέρι ενός άνδρα να κρατά από το χέρι το παιδάκι. Πιθανόν είναι ο πατέρας. Στην τελευταία βλέπουμε τον πατέρα να κρατάει στην αγκαλιά του το μωρό. Αν την έχεις σε βίντεο, δες τη, θα το διαπιστώσεις.
Τις φωτογραφίες τις τράβαγε αποκλειστικά ο μεγάλος αδελφός. Αυτό αποτελεί θέση της ταινίας. Μηχανή=μεγάλος αδελφός.
ReplyDeleteΊσως έχω δει πολλές ταινίες, πάντως εμένα, η σκηνή με τις φωτογραφίες μου ήρθε σαν σφαλιάρα. Πιθανόν γιατί σε κάποιες συγκεκριμένες περίμενα να δω τον πατέρα. Όπως στη σκηνή στο λιμάνι που ο μεγάλος τραβάει από μακριά τον πατέρα. Κι όμως αντ'αυτού βλέπουμε τη φωτογραφία ενός γλάρου.
Δεν νομίζω ότι τίθεται θέμα συζήτησης. Είναι ξεκάθαρο. Και στην εύλογη απορία που ακολουθεί αυτή τη συνειδητοποίηση ("και τότε ποιος οδηγούσε;") ο σκηνοθέτης σπεύδει να απαντήσει βάζοντας αμέσως μετά 2-3 φωτογραφίες με τα παιδιά στο τιμόνι. Και φυσικά στις τελευταίες που όμως αναφέρονται σε άλλη εποχή, όταν τα παιδιά είναι νήπια, εκεί όντως υπάρχει πατέρας. Η εκεί παρουσία του ουσιαστικά υπογραμμίζει την τωρινή του απουσία. Και μας φανερώνει και το ρόλο που παίζει η φωτογραφία.
Η χρήση των φωτογραφίων δεν είναι απλά ένα άλλο μορφικό σχήμα, έχει και μια βαθύτερη ουσία. Μας λέει ότι o πατέρας υπάρχει σαν φωτογραφία. Ότι δεν είναι (για τα παιδιά) πραγματικό πρόσωπο αλλά μια εικόνα σε ένα χαρτί (καθώς ήταν πολύ μικρά όταν έφυγε). Αυτό δεν είναι υπερανάλυση. Ο σκηνοθέτης το λέει ρητά στην αρχή της ταινίας, όταν εμφανίζεται ο πατέρας. Ο πιτσιρικάς δεν τον θυμάται και ανατρέχει σε μια φωτογραφία κρυμμένη στις σελίδες ενός βιβλίου με βιβλικές γκραβούρες που βρίσκεται σε ένα μπαούλο που βρίσκεται σε μια σοφίτα! (Κι αν αυτό δεν είναι ο ορισμός του απωθημένου να σκίσω τα άπαντα του Φρόυντ).
Αλλά ο σκοπός είναι να μιλήσουμε για αυτά που είναι πίσω από τις εικόνες. Άμα είναι να εξηγούμε και τις ίδιες τις εικόνες γίνεται λίγο βαρετό νομίζω..
Δεν ξέρω, εμένα δεν με προβλημάτισε ποιος μπορεί να τραβούσε τις φωτογραφίες, εγώ απλά τις είδα σαν φωτογραφίες μιας ευτυχισμένης οικογενειακής ζωής, τόσο τις τωρινές, που ξανασμίγει ο πατέρας με τα παιδιά, όσο και τις παλιότερες, πριν τα εγκαταλείψει. Δεν τις είδα να συμβολίζουν την απουσία του πατέρα. Όσο για την απώθηση, νομίζω ότι είναι υπερερμηνεία. Όταν υπάρχει η απλή εξήγηση, δεν υπάρχει λόγος να καταφεύγουμε στην πιο σύνθετη. Απωθούμε τραυματικές εμπειρίες, αλλά παρόλο που η φυγή του πατέρα ήταν σίγουρα μια τραυματική εμπειρία, ο μικρός γιος κατέφυγε στη φωτογραφία γιατί ήταν πολύ μικρός όταν έφυγε ο πατέρας του για να τον θυμάται. Για μένα η κορυφαία σκηνή στην ταινία που προσφέρει και το κλειδί για την κατανόησή της είναι η κραυγή του μικρού παιδιού "πάπα, πάπα" όταν βλέπει τη βάρκα να βουλιάζει με το νεκρό σώμα του πατέρα του, που συμβολίζει την "επιστροφή" του ως πατέρα με τη συνειδητοποίηση της απώλειάς του. Και βέβαια μια ρεαλιστική ερμηνεία για την κραυγή αυτή, που θα ξέφευγε όμως νομίζω από τις σκηνοθετικές προθέσεις, είναι τα αισθήματα ενοχής που μπορεί να ένιωθε ο μικρός, καθώς κατά κάποιο τρόπο υπήρξε ο αίτιος του θανάτου του. Δεν ξέρω αν κατάλαβα καλά τη διαφωνία μας, εσύ επιμένεις στην απουσία του ενώ εγώ στην επανεμφάνισή του, όχι σαν φυσική παρουσία - ο γιος σε κάποιο σημείο του λέει γιατί ξαναγύρισες να μας αναστατώσεις - αλλά σαν αρχετυπική με το θάνατό του. Τελειώνοντας θα ήθελα να πω ότι ενώ δυσπιστώ με τις υπερερμηνείες δεν θεωρώ ότι και η ερμηνεία είναι το παν. Το ίδιο σενάριο, με κακό σκηνοθέτη, κακή φωτογραφία, κακό μοντάζ, θα έκανε μια κακή ταινία. Ήταν μια καλή περιπέτεια που την απόλαυσαν όλοι, χωρίς οι περισσότεροι να μπουν στο κόπο να αναρωτηθούν "τι ήθελε να πει ο ποιητής".
ReplyDeleteΒρε Μπάμπη, οι φωτογραφίες δεν συμβολίζουν την απουσία του πατέρα. Οι φωτογραφίες δείχνουν την απουσία του πατέρα.
ReplyDeleteΞαναδες αν θες την ταινία. Υπάρχουν συγκεκριμένες φάσεις που ο μικρός τραβάει φωτογραφίες και μετά μας δείχνει αυτές τις φωτογραφίες.
Με λίγα λόγια ο σκηνοθέτης μας λέει:
"Είδες την ταινία; Σου άρεσε; Έβγαλες τα συμπεράσματά σου; Τώρα σου αλλάζω λίγο τα δεδομένα. Δεν υπήρξε ποτέ πατέρας. Τα πιτσιρίκια πήραν το αμάξι και πήγαν να ζήσουν μόνα τους μια περιπέτεια. Βγάλε τώρα νέα συμπεράσματα."
Είναι δηλαδή σαν να έκανε δύο ταινίες. Μία χειροπιαστή και μια υποθετική από πίσω. Για την πρώτη ό,τι λες έχεις δίκιο.
Όσο για το "ξυράφι του Όκαμ" (δεχόμαστε αυτό που απαιτεί τι λιγότερες παραδοχές) νομίζω ότι εσύ κάνεις παραπανίσιες υποθέσεις. Βλέπεις κάτι και κάνεις την παραδοχή ότι δεν είδες καλά. Και αυτό οφείλεται ακριβώς στο γεγονός ότι είναι μια πολύ ωραία ταινία. Η λογική σου λέει ότι δεν είναι δυνατόν κάποιος να στήσει ένα τόσο ωραίο οικοδόμημα, με τόσο βάθος, και μετά να το γκρεμίσει. Κι όμως ο σκηνοθέτης κάνει ακριβώς αυτό. Φτιάχνει έναν υπέροχο πίνακα, αισθητικά και τεχνικά άρτιο, και μετά παίρνει μια μαύρη μπογιά και τραβάει ένα τεράστιο Χ. Κι εσύ το βλέπεις και λες "αποκλείεται αυτός ο τόσο καλός ζωγράφος να έκανε κάτι τέτοιο. Μάλλον κάποιος βάνδαλος το έκανε". Κι όμως ο βάνδαλος είναι ο ίδιος.
Λες επί λέξει: "εμένα δεν με προβλημάτισε ποιος μπορεί να τραβούσε τις φωτογραφίες, εγώ απλά τις είδα σαν φωτογραφίες μιας ευτυχισμένης οικογενειακής ζωής".
Αναρωτιέμαι αν βλέπεις έτσι όλες τις ταινίες. Δηλαδή να μη σε νοιάζει τι λέει ο δημιουργός και να βλέπεις αυτό που θες εσύ.
Κι αυτό μου δημιουργεί μια γενικότερη αμφιβολία για την τέχνη. Και ξανέρχομαι σε αυτά που λέγαμε παλιότερα. Όταν λεει κάποιος "μου αρέσει ο Πικάσο" τι εννοεί; Ότι έχει ωραία χρώματα, ή ότι μπόρεσε να αντιληφθεί κάποιο μέρος της μεγάλης πληροφορίας που κρύβουν οι πίνακες του; Είναι σαν να διαβάζει κάποιος τη θεωρία της σχετικότητας και να λέει "μου αρέσει γιατί έχει ωραία γράμματα, είναι καλλιγραφικά, έχει ωραία σχεδιάκια κλπ." Ναι, αλλά καταλαβαίνεις το μαθηματικό υπόβαθρο; Κάτι λέει η θεωρία της σχετικότητας. Και δεν είναι κάτι απλό. Είναι κάτι που θέλει να εντρυφήσεις πολύ βαθιά στη φυσική και τα μαθηματικά για να το καταλάβεις.
Νομίζεις ότι η τέχνη είναι κάτι διαφορετικό; Νομίζεις ότι δεν λέει συγκεκριμένα πράγματα;
Σε πληροφορώ ότι όπως υπάρχει συντακτικό στο γραπτό λόγο, έτσι υπάρχει και στην εικόνα. Και είναι πολύ πιο αυστηρό. Γιατί ο λόγος στην τελική δεν είναι παρά σύμβολα εννοιών. Ενώ η εικόνα είναι αντανάκλαση της πραγματικότητας. Δηλάδή η λέξη "γάτα" απέχει πολύ από μια γάτα ενώ η εικόνας της πλησιάζει πολύ την πραγματική γάτα.
Όταν λέμε ας πούμε ότι ο Φειδίας έβαλε την τάδε κολώνα στη χρυσή τομή της απόστασης εσύ πώς το φαντάζεσαι; Ότι έκανε κάτι ποιητικό; Ότι έκανε μια ωραία συμβολική πράξη; Γιατί υπάρχουν σοβαροί λόγοι που η χρυσή τομή παράγει αρμονία. Λόγοι που έχουν να κάνουν με διανύσματα και κέντρα βάρους και αντικρουόμενες δυνάμεις που ισορροπούν μέσα στο πτικό μας πεδίο. Απτοί, πραγματικοί, μετρήσιμοι λόγοι. Η τέχνη δεν γίνεται στην τύχη, ή τουλάχιστον η πραγματική τέχνη. Κι ούτε ερμηνεύεται επίσης στην τύχη.
Είσαι ένας άνθρωπος που φαντάζομαι ότι έχεις και ένα κοινό. Δεν φοβάσαι μήπως οι επιφανειακές αναλύσεις σου μπορεί να παραπλανούν κάποιους; Δεν νοιώθεις κάποιο συναίσθημα ευθύνης απέναντι σε αυτούς αλλά και απέναντι στα έργα που κρίνεις ώστε να το ψάξεις λίγο περισσότερο; Έστω και το να ξαναδείς πιο προσεκτικά την ταινία θα ήταν κάτι.
Ξεκίνησα αυτή την κουβέντα μήπως εσύ ως ειδικός στην αφήγηση θα μπορούσες να μου λύσεις κάποιες απορίες (γιατί η αφήγηση με απασχολεί αυτή τη στιγμή όσο τίποτε άλλο) αλλά είναι πολύ πιο πέρα από το επίπεδο που συζητάμε. Εν ολίγοις είχα μια απορία πάνω στις διαφορικές εξισώσεις κι εσύ μου μιλάς με όρους αριθμητικής. Δεν έχεις άδικο σε τίποτα απ'όσα λες. Απλά δεν είναι εκεί το θέμα..
Όλα αυτά πολύ φιλικά και χωρίς χωρίς καμιά εμπάθεια..
Σε σχέση με τα θεωρητικά, το συντακτικό της εικόνας σε σχέση με το συντακτικό της γλώσσας, περί Πικάσο κ.λπ. είναι μια μεγάλη ιστορία για να την ξεκινήσουμε εδώ.
ReplyDeleteΕν τάξει για το «συμβολίζουν», γράψε λάθος για τη λέξη, σωστό το «δείχνουν», όμως εσύ λες "δείχνουν την απουσία του πατέρα" ενώ εγώ, επαναλαμβάνω, ο πατέρας φαίνεται στην τελευταία φωτογραφία. Λες: "Με λίγα λόγια ο σκηνοθέτης μας λέει:
"Είδες την ταινία; Σου άρεσε; Έβγαλες τα συμπεράσματά σου; Τώρα σου αλλάζω λίγο τα δεδομένα. Δεν υπήρξε ποτέ πατέρας. Τα πιτσιρίκια πήραν το αμάξι και πήγαν να ζήσουν μόνα τους μια περιπέτεια. Βγάλε τώρα νέα συμπεράσματα."
Θα σου κάνω την ερώτηση: τον ρώτησες; Ή υποθέτεις ότι αυτό μας λέει ο σκηνοθέτης;
Εγώ μιλάω για ερμηνείες και υπερερμηνείες, για ερμηνείες περισσότερο ή λιγότερο έγκυρες. Ο φίλος μου ο Χαραλαμπάκης μιλάει για παρανάγνωση, δηλαδή κάθε ένας κάνει τη δική του ανάγνωση. Θα μπορούσαμε να τσακωνόμαστε επ’ άπειρο για το νόημα της ταινίας, και κάποιοι αναγνώστες να βρίσκουν ενδιαφέροντα αυτό τον τσακωμό. Να υποθέσω ότι διαβάζουν το διάλογό μας και γι αυτό για πρώτη φορά, αυτή το βδομάδα, το blog μου έσπασε το φράγμα των 300 επισκέψεων κατά 20 περίπου επισκέψεις; Δεν έχει νόημα να το τραβήξουμε παραπέρα νομίζω, μπορούμε να το κάνουμε με άλλη ταινία. Όπου να ’ναι θα γράψω για το «Αιωνιότητα και μια μέρα», εφόσον βέβαια θέλεις να συνεχίσουμε ένα διάλογο πάνω σε ταινίες. Ή μπορείς να μου προτείνεις κάποια άλλη εσύ. Δεν έχω θεωρητικές γνώσεις πάνω στον κινηματογράφο, πριν χρόνια διάβασα κάτι, πήρα κάτι βιβλία να διαβάσω τώρα, αλλά οι υποχρεώσεις δεν με αφήνουν, έχω βιβλία φίλων που με περιμένουν, και άλλα βιβλία που τα έχω βάλει σε προτεραιότητα, όπως το «Περί έρωτος» του Σταντάλ. Λοιπόν, οι δυο μας έχουμε δυο ξεχωριστές απόψεις για την ταινία. Κάποιοι άλλοι έχουν διαφορετικές. Κάνω copy and paste, και για χάρη των (τυχόν) αναγνωστών.
Άκης Καπράνος, από το Exodus: http://www.exodos.gr/index.php?ctg=cinema&sub=review_details&id=501
Ο Σβιάγκιντσεφ αρνείται να γεμίσει την ιστορία του με έκδηλους συμβολισμούς. Αφήνει τον θεατή να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα για το παρελθόν του πατέρα. Στήνει όμως έναν εξαιρετικά αναλυτικό χάρτη της εύθραυστης ανθρώπινης φύσης, υφαίνοντας έναν αριαδνικό μίτο προς τη χαμένη αθωότητα και αντίστροφα. Δεν το κάνει όμως γεμίζοντας το έργο του με βαρείς συμβολικούς, ταρκοφσκικούς γρίφους - όλα όσα χρειάζεται ο θεατής για να παρακολουθήσει το φιλμ υπάρχουν στο πρώτης ανάγνωσης επίπεδο, που είναι ταυτόχρονα ένα συγκλονιστικό ψυχολογικό θρίλερ αλλά και μια βιβλικών διαστάσεων αλληγορία πάνω στην ωρίμανση, τη γοητεία της γένεσης αλλά και της καταστροφής. Η Επιστροφή ξεκινά με μια αναζήτηση, εξελίσσεται σε μια άσκηση suspense, μετά σε μια ιστορία επιβίωσης και κλείνει σε μια τραγική νότα - όλα κάτω από το βαρύ πέπλο του αντι-θετικισμού. Και στο κλείσιμο του φιλμ, όπου λαμβάνει χώρα η πραγματική «επιστροφή», με την ιδιοφυή χρήση των στοπ-καρέ του φινάλε συνειδητοποιούμε ότι ο Σβιάγκιντσεφ δεν έχει ολοκληρώσει απλώς την ταινία της χρονιάς• γιατί η Επιστροφή είναι, πολύ απλά, ταινία δεκαετίας.
Συντάκτης: Baran
http://www.inout.gr/showthread.php?t=28130
Η ζωή των δυο νεαρών αδερφών ξαφνικά ανατρέπεται με την εμφάνιση του σχεδόν άγνωστου, καταπιεστικού όπως θ' αποδειχτεί, πατέρα, τον οποίο θυμούνται μόνο από μια παλιά φωτογραφία του. Απαντήσεις στο αν πράγματι αυτός είναι ο πατέρας τους ή γιατί επέστρεψε ύστερα από τόσα χρόνια απουσίας, καθώς και σε άλλα ερωτήματά τους, θα βρουν τα δυο παιδιά στο ταξίδι «γνωριμίας» που κάνουν μαζί του σ' ένα έρημο νησί.
Ενα ταξίδι εφτά ημερών που υποβάλλει τις εφτά μέρες της δημιουργίας της Βίβλου, κι όπου ο πατέρας παίρνει τη μορφή ενός θεού ή κάποιου μυθικού προσώπου -υπάρχουν οιδιπόδιες αναφορές αλλά και αναφορές στο Χάροντα και τον Αχέροντα. Η συνάντηση ανάμεσα σε πατέρα και γιους θα προκαλέσει συγκρούσεις, φέρνοντας στην επιφάνεια ψυχικά τραύματα και μίση και οδηγώντας σ' ένα τραγικό φινάλε.
Αμαρτίες γονέων παιδεύουσι... τέχνη! Με την «Επιστροφή», το σκηνοθετικό του ντεμπούτο, ο 39χρονος Αντρέι Ζβιαγκίντσεφ από τη Ρωσία είδε τον πλανήτη σινεμά να προσκυνά μπροστά του και τις διακρίσεις να πέφτουν βροχή. Είναι προφανές ότι το μέλλον του ανήκει στη Δύση... Το «διαβατήριο», όμως, προσωπικά με ξένισε ως προς τις προθέσεις. Το στόρι είναι απλούστατο. Δύο αγόρια υποδέχονται τον πατέρα τους ύστερα από απουσία 12 χρόνων. Για εκείνα, αυτός ο υπέρ το δέον αυταρχικός άνδρας είναι ένας άγνωστος που εμφανίστηκε ξαφνικά για να τα πάρει - με την άδεια της μητέρας - για μια εκδρομή στην εξοχή. Και φεύγουν. Και προχωράει το αμάξι στα «ταρκοφσκικά» τοπία με τους ανάλογους ρυθμούς. Και τα παιδιά ψαρεύουν. Κι ο πατέρας τους συμπεριφέρεται όσο το δυνατόν πιο σκληρά (για να τα ανδρώσει;). Και πάλι ψαρεύουν. Και κάποτε θα επέλθει η τραγική «ανατροπή». Κι εκεί που κορυφώνεται (έχει ανοίξει το μάτι, δηλαδή, μην πάει το μυαλό σας σε κανένα τρελό σασπένς...) η ανάγκη μας να καταλάβουμε γιατί το βλέπαμε όλο αυτό, ο Ζβιαγκίντσεφ μας πετάει τίτλους τέλους κι εσύ αναπολείς το χαμένο χρόνο εντός της αιθούσης...
Και ένας άλλος blogger:
http://cinemad.blogspot.com/2006/06/15_20.html
Το σκέφτηκα από διάφορες πλευρές. Το κουβέντιασα. Έψαξα να βρω μια αιτία για να μη νοιώσω ότι το αδικώ. Και παντού μου γεννιόντουσαν ερωτήματα. Αυτός ο... άσωτος άνδρας ήταν κακοποιός; Ήταν όντως ο πατέρας των δύο αγοριών; Υπήρξε ποτέ ή τον είδαμε μονάχα μέσα από τη φαντασία τους; Πρόκειται περί σπουδής αντι-ψυχολογικού θρίλερ ή πρέπει να το εκλάβουμε ως πολιτική αλληγορία για την μετα-Περεστρόικα περίοδο; Και το περίφημο «τι έχει το κουτί;» (που ξεθάβει ο πατέρας με ένοχη μυστικότητα) τι προσανατολισμό μας δίνει ως προς το φιλμικό είδος; Εδώ να σας απαντήσω. Σκεφτείτε ότι βλέπετε την «Ωραία της Ημέρας» και ουχί το «Seven»! Με τα υπόλοιπα, όμως, έχω πρόβλημα. Διότι αν όλες αυτές οι υποκειμενικές και διαφορετικές θεωρίες που έχει ο κάθε θεατής-κριτικός ξεχωριστά πιστοποιεί κάτι που είδε στο φιλμ, τότε μιλάμε για ένας Θεός ξέρει πόσα διαφορετικά σενάρια, που όμως δεν είναι ορατά στο πανί. Εκεί, στο σκοτάδι της αίθουσας, η μηχανή προβολής ξετυλίγει μονάχα ένα εξαιρετικά μίνιμαλ δείγμα γραφής, ενός σκηνοθέτη με σαφείς ικανότητες να γυρίσει σχεδόν οτιδήποτε, μέχρι και να «διαφθαρεί» από το Χόλιγουντ! Το γιατί πρέπει να φορτώνουμε αυθαιρέτως την όποια βαρύτητα που εικάζει η κριτική ως περιεχόμενο μιας τόσο μικρής (μακάρι να’ ταν μικρού μήκους) ταινίας είναι μάλλον πιο ουσιαστικό ερώτημα από αυτά που ο Ζβιαγκίντσεφ δεν πρόκειται να μας απαντήσει ποτέ. Και για να γίνω πιο σαφής, ας δανειστώ μια από τις τυπικές δηλώσεις του σκηνοθέτη σχετικά με το περιεχόμενο του φιλμ: «Δεν θα ήθελα να επεκταθώ στο θέμα»...
Συνέντευξη με το σκηνοθέτη
http://www.epohi.gr/kersanidis_interview_culture_2222004.htm
Θα έχεις τις ενστάσεις σου με κάποια από τα παραπάνω, έτσι δεν είναι; Αλλά ας αφήσουμε τους θεατές να συμφωνήσουν, περισσότερο ή λιγότερο, με κάποιους από τους πέντε μας.
"Τα έργα των μεγάλων ποιητών δεν τα έχει διαβάσει ακόμα η ανθρωπότητα, γιατί μόνο μεγάλοι ποιητές μπορούν να τα διαβάσουν. Έχουν διαβαστεί μόνο όπως διαβάζει ο πολύς ο κόσμος τ'άστρα: αστρολογικά, και όχι αστρονομικά. Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν μάθει ανάγνωση για να υπηρετήσουν μια περιφρονητέα χρησιμότητα, όπως έχουν μάθει να μετρούν για να κρατούν λογαριασμούς και να μην τους εξαπατούν στο εμπόριο. Ελάχιστα όμως ή τίποτα δεν γνωρίζουν για την ανάγνωση ως ιδιαίτερη διανοητική άσκηση. Από μια άποψη, η ανάγνωση είναι άσκηση. Δεν είναι πολυτέλεια που μας κοιμίζει και μαζί αποκοιμίζει τις ευγενέστερες ικανότητές μας, αλλά κάτι που, για να το διαβάσουμε, πρέπει να σταθούμε στις μύτες των ποδιών μας και να του αφιερώσουμε τις πιο νηφάλιες και εγρήγορες ώρες μας".
ReplyDelete- Θορώ
Μεγάλος ο Θορώ, είχα μεταφράσει φοιτητής το On civil disobedience για κάποιο περιοδικό.
ReplyDeleteΟ Ρολάν Μπαρτ χωρίζει τα λογοτεχνικά έργα σε lisible και scriptible. Τα πρώτα είναι τα εύπεπτα, τα δεύτερα είναι που πρέπει να τα συλλογιστείς - όσο μπορείς. Το ίδιο ισχύει και για τις ταινίες.
Πώς σου φαίνεται το βιντεάκι που ανάρτησα;