Αποφάσισα να μεταφέρω στο blog τις δημοσιεύσεις μου στο Λέξημα, τις οποίες δεν έχω ανεβάσει στην ιστοσελίδα μου και απλά παραπέμπω με link. Ξεκινάω από σήμερα, αρχίζοντας από τις παλιότερες.
Μανόλης Πρατικάκης «Το νερό», Μεταίχμιο 2002
Δημοσιεύτηκε στο www.lexima.gr και στα Κρητικά Επίκαιρα, Ιούνης 2004
Ο Μανόλης Πρατικάκης, τιμημένος φέτος με το κρατικό βραβείο ποίησης για την ποιητική συλλογή που παρουσιάζουμε σήμερα, είναι ο προσωκρατικός της σύγχρονης ελληνικής ποίησης. Ελάχιστα υπαρξιακός, ιδιαίτερα φιλοσοφικός, ιδιότυπα λυρικός, γράφει ποίηση όπως έκανε φιλοσοφία ο Θαλής, «δια το θαυμάζειν». Δεν αρκείται με την επιφάνεια των όντων, όπως κάνει ο λυρισμός, αλλά θέλει να καταδυθεί μέχρι τις ουσίες τους, όπως κάνει η φιλοσοφία. Η «Οντοφάνεια», η συλλογή που δίνει πιο χαρακτηριστικά το στίγμα της ποίησής του, είναι ταυτόχρονα μια φαινομενολογία και μια οντολογία.
Ενώ είχε σαν στόχο να γράψει για τα τέσσερα ριζώματα του Εμπεδοκλή, χώμα, νερό, φωτιά και αέρα, περιορίζει την παρούσα συλλογή του μόνο στο νερό, αφού του «προέκυψε σχεδόν ένας μικρός κατακλυσμός», όπως γράφει στο τέλος στις «Σημειώσεις για το νερό». Γίνεται έτσι ένας Θαλής της ποίησης σ’ αυτή του τη συλλογή. Σαν τον Εμπεδοκλή όμως προβαίνει σε αποφθεγματικές ρήσεις: «Η αληθινή φύση των πραγμάτων φανερώνεται/ σ’ εκείνον που δεν ζει πια μέσα στο Εγώ του» (σελ. 30), ενώ «Αυτός που ζει κολλημένος στα πράγματα κατέχεται/ από τα πράγματα» (σελ. 18). Το «Τα πράγματα μας κατέχουν» του Σαρτρ δεν είναι λοιπόν μια αναπόδραστη μεταφυσική κατάσταση κατά τον Πρατικάκη, αλλά ζήτημα επιλογής. Να μη είσαι κολλημένος στα πράγματα, αλλά και να μην τα ξεχνάς, γιατί «Όποιος ξεχνά τα πράγματα ξεχνά τον εαυτό του» (για τους 15σύλλαβους στην ποίηση του Πρατικάκη θα αναφερθούμε πιο κάτω).
Αποφθεγματικές ρήσεις, συμπυκνωμένες εικόνες και μεταφορές, βρίσκονται ιδιαίτερα στις «Σταγόνες», στα σύντομα σαν χάι κου ποιήματα στο δεύτερο μέρος της συλλογής, στα οποία ο Πρατικάκης, ήδη από προηγούμενες συλλογές του, έχει αναδειχθεί σε ιδιαίτερο τεχνίτη.
«Έν το ύδωρ. Άναρχον και άπαυστον/ (εν βυθώ γαρ αληθείη)» (σελ. 46).
«Ν’ ακούς των νερών την ετυμηγορία/ χωρίς έφεση» (σελ. 49).
«Το νερό: το αρχαιότερο αφήγημα» (σελ. 67).
«Το αδιάβροχο: του νερού το αλεξικέραυνο» (σελ. 51).
Στα πλαίσια της διαθεματικής διδασκαλίας που προωθείται τώρα από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο για τη Μέση Εκπαίδευση, το «Νερό» του Μανώλη Πρατικάκη αποτελεί σίγουρα την πιο ιδανική ποιητική συλλογή για μια διαθεματική προσέγγιση του νερού. Η «Μουσική των νερών» του Χαίντελ και ο «Μολδαύας» του Σμέτανα είναι ίσως τα πιο περιχαρακωμένα θεματικά μουσικά έργα για αυτή τη διαθεματική προσέγγιση, ενώ από την πεζογραφία θα προκρίναμε τη βροχή του Μακόντο, στο «Εκατό χρόνια μοναξιάς» του Γκαμπριέλ Γκαρθία Μάρκες.
Στο έργο του αυτό ο Πρατικάκης, παρουσιάζει το νερό σε όλες του τις εκφάνσεις και διαστάσεις: σαν ποτάμι, σαν θάλασσα, σαν πηγάδι, σαν νερόλακκος, σαν βροχή, σαν σταλακτίτης, σαν πάγος, κ.λπ., καθώς και στη σχέση με άλλα όντα όπως ο γλάρος, δραστηριότητες όπως το σέρφιν, κλπ. Και δίπλα σ’ αυτή την οριζόντια παράταξη υπάρχει η κάθετη, η χρονική, με άφθονα αποσπάσματα αρχαίων συγγραφέων να εμφιλοχωρούν μέσα στα κείμενά του, αμετάφραστα, «με την πρόθεση να λειτουργήσουν σαν Χρησμοί. Παραλλαγές, μείξεις διαφορετικών στίχων, γλωσσικά παιχνίδια με αρχαίο και σύγχρονο λόγο, όπου αυτό κρίνεται ότι υπηρετεί την οικονομία των κειμένων και τη διαχρονικότητα της γλώσσας» γράφει επιλογικά στις «Σημειώσεις για το νερό» ο ποιητής.
Μαζί με τη διαχρονικότητα της γλώσσας υπάρχει και η διαχρονικότητα της ποίησης, που εκφράζεται υφολογικά στη συλλογή αυτή του Πρατικάκη όχι μόνο με αποσπάσματα αρχαίων ποιητών όπως οι Ορφικοί, ο Όμηρος, ο Αισχύλος, ο Αλκαίος, αλλά και με τη δημοτική μας ποίηση. Κανονικοί ιαμβικοί δεκαπεντασύλλαβοι, που είχαμε ανιχνεύσει και σε προηγούμενα έργα του Πρατικάκη, υπάρχουν και εδώ αρκετοί.
«Πλένει ξεπλένει απ’ τ’ άπλυτα να βγάλει τους λεκέδες» (σελ. 14).
«Μήτε από δρυ γεννήθηκες μήτε απ’ τη μαύρη πέτρα.
Μα από πηγούλα έρχεσαι και σαν πηγούλα σβήνεις» (σελ. 67),
«Μες σε περβόλια απότιστα, σαράντα χρόνια χέρσα,
Με χαιρετάς, σε χαιρετώ. Δυο βρύσες στερεμένες» (σελ. 47).
Στην 100ή σταγόνα, Η ταφή του πολεμιστή, οι έξι από τους εννιά στίχους είναι ιαμβικοί δεκαπεντασύλλαβοι ανομοιοκατάληκτοι, οι δυο πρώτοι αρχαιοελληνικοί, ενώ ο τελευταίος στίχος είναι σύνθεση αρχαίας και νέας ελληνικής («Ιεμένων ερεβόσδε. Κι όμως σαν θεία σπαθιά πως φέγγουν!» (σελ. 98).
Ο δεκαπεντασύλλαβος του Πρατικάκη δεν έχει ως προέλευση μόνο το δημοτικό τραγούδι. Για παράδειγμα ο στίχος «ως του γκρεμού τ’ ανώφυλλο που δίκταμο φυτρώνει» (σελ. 36) είναι ολοφάνερα σολωμικής έμπνευσης. Την οφειλή του στο Σολωμό την έχει δηλώσει εξάλλου επανειλημμένα.
Πολλές φορές ο δεκαπεντασύλλαβος υπάρχει σαν ίχνος, σαν υπόγειο κυμάτισμα, σε μακρύτερες περιόδους, άλλοτε ξεκινώντας, όπως «Ένα κρυμμένο φιλιατρό της άνοιξης το στόμα / σου» (σελ. 17) και άλλοτε καταλήγοντας «Η φωνή μου ασυνάρτητος κόσμος που χαλιέται, καθώς τα /βάθη του σας διώχνουνε και σας πετροβολούνε» (σελ. 13). Κάποιες φορές καταλήγει στη μέση της λέξης όπως «Πάντα σε βαθουλώματα ξεχνούσε τ’ άσπρα μεσο/φόρια της» (σελ. 26). Συναντούμε επίσης και ανάπαιστους, όπως στο παράδειγμα της σελ. 13 στην αρχή, ή όπως στο στίχο «Και εδώ στους βυθούς μου θα χτίσεις…» (σελ. 26).
Ο Πρατικάκης δεν περιφρονεί επίσης καθόλου τα υφολογικά σχήματα της παραδοσιακής ποίησης. Οι παρηχήσεις είναι συχνές στο έργο του όπως «Χωρίς αρθρώσεις αρθρώνει τον όρθρο του παντός» (σελ. 31), «Κλώσα κλωσάει κλάσματα ως το άπειρο» (σελ. 25) «Η απλότητά του αφοπλίζει κάθε επιτήδευση» (σελ. 39) «παρότι απαρομοίαστο» (σελ. 40), «Την ίδια ώρα το νερό» (σελ. 40). Το ίδιο και το ομοιοτέλευτο, «…σαν ένα θραύσμα αναμετριέται με το χάσμα» (σελ. 32), «Με πνευστά αριστεράς και φτερά περιστεράς» (σελ. 49), «Μια παγωμένη αύρα, και δεν της πάν τα μαύρα» (σελ. 21) Εδώ το ομοιοτέλευτο σχεδόν εκβιάζεται. Εκβιάζεται επίσης και ένα εφέ ομωνυμίας στην 35η σταγόνα: «Θηλάζει τα βρέφη όλων των πραγμάτων. Έως βαθέως γήρατος τα βρέφη. (Τάδε έφη η γκομενίτσα Έφη)» (σελ. 35).
Παραφράζοντας τον τίτλο μιας προηγούμενης ποιητικής συλλογής του Πρατικάκη, τη «Μαγεία της μη διεκδίκησης», θα έβαζα ως υπότιτλο αυτού του έργου τη «Μαγεία της μεταφοράς». Γιατί η συλλογή αυτή βρίθει από τολμηρές, «ανοίκειες» μεταφορές. Παραθέτω την 34η σταγόνα, που απαρτίζεται από επάλληλες μεταφορές.
«Το να σκοτώνεις ένα γλάρο είναι σαν να θανατώνεις το σπόρο του νερού. Την ακάθιστη φύτρα του άσπρου. Ένα εξαπτέρυγο μ’ ανοιχτές φτερούγες. Ένα φανό θυέλλης που φωτίζει τα ποντοπόρα χρώματα» (σελ. 50).
Ακόμη: «Φέρετρο: η τελευταία λέμβος» (σελ. 58).
«Οι γυαλιστερές λακκούβες στο χωμάτινο δρόμο μοιάζουν με ασπίδες πεσόντων» (σελ. 57).
«Υδρορροή: της μπόρας παρωδία. Με το τενεκεδένιο κακόφωνο λαρύγγι» (σελ. 56).
«Ο ιδρώτας: αυτή η χλόη στο φλογισμένο δέρμα μας» (σελ. 46).
«Το κύμα: το φτερό της κίνησης» (σελ. 43).
«Ο σφυγμός σου: ο πρώτος ποταμός» (σελ. 43).
«Πάγος: αυτή η ταρίχευση του νερού» (σελ. 64).
Η μεταφορά στη μη ποιητική της εκδοχή αποτελεί ένα φωτισμό του αντικειμένου της μεταφοράς (tenor), μέσω του οχήματος (vehicle). Στην ποίηση, το αντικείμενο της μεταφοράς είναι προσχηματικό, για την παρουσίαση ενός φαντασμαγορικού οχήματος, σε μια ανοίκεια σύναψη. Συνήθως χρησιμοποιούνται εικονιστικά οχήματα για αφηρημένα αντικείμενα μεταφοράς. Στον Πρατικάκη συναντήσαμε και το αντίθετο, σε μια τολμηρή σύζευξη συγκεκριμένου αντικειμένου μεταφοράς – του νερού - με αφηρημένο όχημα.
«Σέρνεται αργοκίνητο-ξέφρενο σαν τη νόηση του χρόνου μέσα μας» (σελ. 19).
Η διαχρονικότητα της γλώσσας και η διαχρονικότητα της ποίησης, όπως εκφράζεται υφολογικά στη συλλογή αυτή του Πρατικάκη, δεν αποτελεί στην ουσία της παρά μεταφορά της διαχρονικότητας του νερού, ως του πιο ουσιαστικού συστατικού στοιχείου των έμβιων όντων, ως το sine qua non της ζωής. «Χωρίς εσένα σβήνουμε σαν άνθη. Το κορμί μας μένει λέξη αποξηραμένη. Φρύγανο σε φλόγα. Αιθάλη. Καπνός» (σελ. 46). Το ίδιο και οι διακειμενικές αναφορές, τόσο στη δυτική, όσο και στην ανατολική σκέψη (Λάο Τσε, Τσουάνγκ Τσου, Μπακαβάτ Γκιτά), καθώς και ο λεξιλογικός πλούτος της συλλογής. Δεν υπάρχουν μόνο λέξεις που χρησιμοποιούνται στην ιατρική ορολογία, μια και ο Πρατικάκης είναι ψυχίατρος (εμβολή, μηριαία, συμφόρηση, παροχέτευση, κάταγμα), αλλά και σε άλλες επιστήμες, όπως η νομική (δίκη, ένορκοι, καταθέσεις, ετυμηγορία), η φυσική (στροφορμή, στιβάδα, κβαντική, Η2Ο), η βιολογία (υδρόφιλο, υδροχαρής) κλπ. Γίνεται αναφορά ακόμη και στην «αρχή της απροσδιοριστίας του Χάιζενμπεργκ» (σελ. 19), με μια μεταφορική βέβαια σημασία.
Τα επίθετα που χρησιμοποιεί ο ποιητής για το νερό (ασύλληπτο, ακρυπτογράφητο, πλανόδιο, υποβόλιμο, απλόχερο, σπάταλο, παράφορο) κλπ.) μπορούν να εκτιμηθούν μόνο στο συγκείμενό τους. Αξίζει όμως να σημειώσουμε τον νεολογισμό «χωροφοβικό», από τους πιο καίριους που έχουν χρησιμοποιηθεί ποτέ για το νερό. Επίσης το ρήμα «ηθοποιώ», στο απόσπασμα «Το νερό; Το πνεύμα μας; Το ένα προσπαθεί να ορίσει το άλλο. Θεατής εν ταυτώ και θεατρίνος, διασκεδάζουν και ηθοποιούν στης υποστάσεως τη θεία κωμωδία» (σελ. 40). Νεολογίζει για να αποφύγει το πολυσημικό «παίζω».
Ο Πρατικάκης είπαμε μιλάει για το νερό και τις εκφάνσεις του όχι μόνο στην κυριολεκτική τους σημασία, αλλά και στη μεταφορική.
Είναι χαρακτηριστικό το σχόλιό του για τον ποιητή:
«Από την πέτρα που του εμπιστεύτηκαν προσπαθεί να βγάλει το άστρο της. Από την κάθε δίψα το ποτάμι της: Ο ποιητής» (σελ. 66).
Ενώ εδώ μιλάει γενικά για τον ποιητή, πιο κάτω αυτοβιογραφείται:
«Ομοιοκαταληκτούν με το αίμα μου τα κύματα
μ’ έχουν αποστηθίσει τα νερά» (σελ. 69).
Αλλού μιλάει για τις μυρτώες παραλίες, αναφερόμενος στη γενέθλια γη (Το Μύρτος Ιεραπέτρας).
Ελληνικά μεταμοντέρνος, με στημόνι το νερό, απλώνει ο Πρατικάκης το υφάδι της ποιητικής μας παράδοσης μέχρι τα αρχαϊκά χρόνια, συμπλέκοντας σε τολμηρές συζεύξεις τον αρχαιοελληνικό λόγο με το δημοτικό τραγούδι, τους υπόγειους ρυθμούς του ανομοιοκατάληκτου πεζολογικού στίχου της σύγχρονης ποίησης με την κρυστάλλινη ρυθμική καθαρότητα του ίαμβου και του ανάπαιστου. Αναμένουμε την ολοκλήρωση αυτής της μεγαλόπνοης σύλληψης, της «Εμπεδόκλειας» ποιητικής τετραλογίας, από ένας από τους σημαντικότερους μεταπολεμικούς μας ποιητές.
Μπάμπης Δερμιτζάκης
No comments:
Post a Comment