Σταυρούλα Σκαλίδη, Προδοσία και εγκατάλειψη, Πόλις 2008, σελ. 110
Η παρακάτω βιβλιοπαρουσίαση δημοσιεύτηκε στο Λέξημα.
Αστυνομική πλοκή, περιθωριακοί ήρωες και ανατροπές, αυτά αποτελούν τα κύρια χαρακτηριστικά του πρώτου μυθιστορήματος της συγγραφέως.
Με το πρώτο της κιόλας βιβλίο η Σταυρούλα Σκαλίδη κέρδισε το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του περιοδικού «Διαβάζω». Και αυτό γιατί, αν και πρώτο, δεν είναι ακριβώς πρωτόλειο, αλλά βιβλίο ώριμο. Η μαθητεία της Σκαλίδη στην βιβλιοκριτική προφανώς την έχει βοηθήσει στη σύνθεση του δικού της μυθιστορήματος.
Το μυθιστόρημα έχει αστυνομική πλοκή. Με σασπένς και ανατροπές δημιουργεί ένα παζλ που η σύνθεσή του ολοκληρώνεται στο τέλος. Μέρη του παζλ είναι τα πρόσωπα του έργου, που ενώ είμαστε ήδη στη σελίδα 50 δεν ξέρουμε ακριβώς το ρόλο που παίζει το καθένα στην τελική σύνθεση. Διαβάζουμε:
«Με τριβέλιζαν οι εικόνες της Ζωής-Ζένιας που μου έλειπε τόσο η όψη της, τα μαλλιά της μουσουλμάνας ξένης που ξέφευγαν από τη μαντίλα της, το σαρακιασμένο από τα ναρκωτικά πρόσωπο του πρεζονιού που είχε υποσχεθεί μέσα στο παραμιλητό του ότι θα με βρει πάλι μετά – πότε μετά; - τα χτυπήματα από εκείνον τον άγνωστο που με έκανε του αλατιού χωρίς λόγο, το πώς ψόφισε μπροστά στα μάτια μου ο τσιγκούνης Αποστολάκης, η ζωντάνια και η δύναμη του ψευτο-παλικαρά Μάνου» (σελ. 51).
Η Σκαλίδη συνεχίζει την παράδοση της «παριολατρείας», της θεματικής εκείνης στη σύγχρονη πεζογραφία μας όπου τα πρόσωπα της ιστορίας είναι παρίες. Ο αφηγητής της είναι ένας τριαντάρης περιπτερούχος, που θα βρεθεί τελικά στο ψυχιατρείο, από όπου μας αφηγείται την ιστορία του. Μοναξιασμένος και υποχόνδριος θα μπλεχτεί σε μια ιστορία φόνου. Αναζητάει την Ζένια, μια επίσης μοναξιασμένη που τον προσέγγισε, για να διαπιστωθεί στο τέλος ότι όχι μόνο είχε δολοφονηθεί, αλλά ότι αυτός την είχε σκοτώσει. Ο διαταραγμένος ψυχισμός του φαίνεται ότι είχε απωθήσει το γεγονός ότι τη σκότωσε. Η ανατροπή αυτή είναι αντίστροφη με την ανατροπή στο μυθιστόρημα του Γιώργου Σκούρτη, άλλου παριολάτρη, που έχει τον τίτλο «Μια φορά ήταν ένας μόνος του». Στο μυθιστόρημα του Σκούρτη ο ήρωας είναι σίγουρος ότι αυτός σκότωσε, αλλά στο τέλος διαπιστώνει ότι άλλος ήταν ο δολοφόνος. Αντίθετα στον «Μπάτσο» του ίδιου συγγραφέα που λατρεύει και αυτός τις ανατροπές, ενώ ο αφηγητής πιστεύει ότι σκότωσε την κοπέλα που αγαπούσε, στο τέλος αποκαλύπτεται ότι αυτή είναι ζωντανή.
Η αφήγηση του ήρωα, σε μια γλώσσα χαμηλού υφολογικού επιπέδου όπως ταιριάζει στα άτομα του είδους του, διακόπτεται συχνά πυκνά με αποστροφές, κυρίως στο προσωπικό της ψυχιατρικής κλινικής όπου περιθάλπεται, αποστροφές που βοηθούν στη σύνθεση της προσωπογραφίας του.
Το «εζήσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα» (ή χειρότερα, όπως καταλήγουν τα ελληνόφωνα παραμύθια της Κάτω Ιταλίας που παρουσιάζουμε στην επόμενη κατηγορία) εδώ δεν ισχύει. Αυτό που φαίνεται σαν απαισιοδοξία από τη μεριά της συγγραφέως δεν είναι παρά η ρεαλιστική πραγματικότητα. Και δεν αναφερόμαστε τόσο στο ότι ο ήρωάς της πεθαίνει στην κλινική, όσο στο ζευγάρι Μάνος – Ζένια, από τα λίγα μη περιθωριακά πρόσωπα του έργου, που είχαν περιθάλψει τον αφηγητή στο πρώτο του ατύχημα.
«Ο Μάνος και η Ζένια έμειναν μαζί λίγα χρόνια ακόμη, κι ύστερα χώρισαν. Η Ζωή-Ζένια προτίμησε κάποιον λιγότερο σωματώδη, λιγότερο έξυπνο, λιγότερο αισθηματία, λιγότερο τέλειο από το Μάνο, για να τον προδώσει και να τον εγκαταλείψει. Ο Μάνος έμεινε μόνος για το υπόλοιπο της σύντομης ζωής του. Τον βρήκε πεσμένο πάνω στον υπολογιστή του ένα πρωί η καθαρίστρια του κτιρίου της πολυεθνικής των νέων τεχνολογιών που διηύθυνε ο ίδιος. Τον πρόδωσε η καρδιά του και εγκατέλειψε κι αυτός» (σελ. 100). Στην οικονομία του έργου το τέλος του ζευγαριού είναι άσχετο, αλλά συντελεί στο απαισιόδοξο κλίμα του και το κάνει πιο ρεαλιστικό.
Μαθαίνοντας ότι η Σταυρούλα Σκαλίδη με το «Προδοσία και εγκατάλειψη» πήρε το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα ήταν για μας ένδειξη ότι η Σταυρούλα είναι μια από τους πολλά υποσχόμενους νέους πεζογράφους μας. Διαβάζοντας και το βιβλίο το επιβεβαιώσαμε.
No comments:
Post a Comment