Ιουστίνη Φραγκούλη, Για την αγάπη των άλλων, Ψυχογιός 2009
Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα
Μια ακόμη συναρπαστική ιστορία, παρμένη από την ίδια την πραγματικότητα, δοσμένη με τέχνη και επιδεξιότητα από την εξαίρετη πεζογράφο μας
Πριν χρόνια έκανα μια εισήγηση σε ένα συνέδριο που είχε τίτλο «Το πραγματικό και το φανταστικό στη λογοτεχνία: δυο Σάμιοι λογοτέχνες». Το συνέδριο έγινε στη Σάμο με θέμα τη Σάμο, και μου έδωσε την ευκαιρία αφενός να μιλήσω για τα βιβλία δύο συγγραφέων, ενός καλού μου φίλου και ενός πεζογράφου που βαθύτατα εκτιμώ, και αφετέρου για να μιλήσω για την συμπλοκή του πραγματικού και του φανταστικού στη λογοτεχνία, εκφράζοντας την προτίμησή μου για έργα όπου το πραγματικό έχει μεγαλύτερο μερίδιο από το φανταστικό.
Για την Ιουστίνη Φραγκούλη έχω ξαναγράψει, και έχω εκφράσει το θαυμασμό μου για την αφηγηματική της άνεση και την ευαισθησία της γραφής της. Έτσι λοιπόν ήταν ευχάριστη έκπληξη για μένα, ανοίγοντας το καινούριο της «μυθιστόρημα»-έτσι τουλάχιστον χαρακτηρίζεται στο εξώφυλλο-να διαβάσω στο εισαγωγικό σημείωμα ότι το ιστόρημα δεν είναι μύθος, αλλά πραγματική ιστορία.
Και, πριν προχωρήσω στο έργο της Ιουστίνης, να αναφέρω ότι – συμπτωματικά;-και δύο άλλα βιβλία που έχω πρόσφατα διαβάσει, στηρίζονται σε πραγματικές ιστορίες, οι «Νύχτες υποταγής» της Ελένης Στασινού και το «Μάτια μου» της Μαρίας Τζιρίτα.
Στην ιστορία της Ιουστίνης έχουμε δυο παράλληλες ιστορίες αγάπης, ιστορίες δύο αδελφιών, ενός νέου και μιας νέας. Ο έρωτας του νέου έχει αίσιο τέλος, όχι όμως και της κοπέλας, που αντιμετωπίζει την προδοσία και την εγκατάλειψη. Ο αγαπημένος της, τον οποίο στήριξε οικονομικά για να σπουδάσει στα μαύρα χρόνια της κατοχής, την εγκατέλειψε τελικά για να παντρευτεί την κόρη του δικηγόρου στον οποίο έκανε την άσκησή του.
Όλοι οι έρωτες δεν έχουν happy end, και όλοι οι γάμοι δεν στηρίζονται στον έρωτα. Στο συμφέρον πολλές φορές, στο φόβο της μοναξιάς άλλες, αλλά λίγες είναι οι φορές που ένας γάμος στηρίζεται στην αυτοθυσία του ενός. Και αυτή είναι η περίπτωση της Μαργαρίτας.
Και εδώ μπαίνει ένα ενδιαφέρον στοιχείο που απεικονίζεται πολύ γλαφυρά στο έργο, ένα ανθρωπολογικό στοιχείο που χαρακτήριζε την ελληνική κοινωνία μέχρι και πριν λίγες δεκαετίες: το να παντρεύονται πρώτα τα κορίτσια και μετά τα αγόρια στην οικογένεια. Με το να ματαιωθεί ο γάμος της Μαργαρίτας δέκα άλλοι γάμοι έμειναν μετέωροι.
«Για να σπάσει η αλυσίδα, έπρεπε να ελευθερωθούν ο Αθανάσης (ο αδελφός της) και ο Μανώλης. Αυτοί, κατά την τάξη, θα παντρεύονταν τις κοπελιές τους για ν’ απελευθερώσουν τ’ αδέλφια τους, κι αυτά με τη δική τους τη σειρά να παντρευτούν τις δικές τους αρραβωνιαστικιές. Έτσι μονάχα οι κρίκοι θ’ άνοιγαν κανονικά ο ένας μέσα στον άλλο».
Οι εναλλακτικές λύσεις είναι δύο. Η μια είναι να μονάσει, όπως η Κασσιανή, στην οποία γίνονται αρκετές αναφορές στο έργο, ή να παντρευτεί τον πρώτο που θα τη ζητήσει, χωρίς έρωτα. Η μάνα της η Τζαννή απορρίπτει ασυζητητί την πρώτη λύση. Δεν μένει παρά η δεύτερη, στην οποία ενδίδει η Μαργαρίτα. Ο γαμπρός είναι ένας νέος που έμενε χρόνια σε ένα νησάκι φαροφύλακας, για να μαζέψει την προίκα για τις αδελφές τους. Αφού τις πάντρεψε μπορούσε πια να εγκαταλείψει το φάρο και να παντρευτεί.
Ταλαντεύθηκε καθόλου η Μαργαρίτα; Στο έργο δεν φαίνεται, στην πραγματικότητα δεν μπορούμε να ξέρουμε. Όμως σίγουρα ήταν μια μεγάλη θυσία. Μια θυσία που μπορούμε να την συνειδητοποιήσουμε μόνο αν αναλογιστούμε τα ανελαστικά ήθη της επαρχίας, που εμείς οι αστοί την έχουμε αναγάγει σε αρκαδικό ιδεώδες, όπως οι αστοί της αναγέννησης. Δεν θα μπορούσε άραγε να σπάσει η αλυσίδα με το να παραβιάσει ο Θανάσης τον άγραφο κώδικα, πρώτα να παντρευτεί η αδελφή του; Μπαίνει σαν ενδεχόμενο, αλλά αρκετά αμφίβολο. Ο πατέρας μου πάντως (και στην Κρήτη επικρατούσε το ίδιο έθιμο, όχι μόνο στη Νίσυρο) πάντρεψε της δυο μεγαλύτερες αδελφές του, αλλά δεν περίμενε να παντρευτεί και η μικρότερη για να πάρει σειρά. Παντρεύτηκε πριν τη θεια μου τη Σταυρούλα.
Πέρα από το ανθρωπολογικό στοιχείο υπάρχει και το ιστορικό. Όλοι μας ξέρουμε σε ποιες συνθήκες έζησαν οι άνθρωποι στην κατοχή, όμως δεν είναι ευρέως γνωστές οι συνθήκες διαβίωσης των Δωδεκανησίων κάτω από τον ιταλικό ζυγό. Σίγουρα θα ήταν πιο καλοδεχούμενος από τον τουρκικό (τα Δωδεκάνησα καταλήφθηκαν από τους ιταλούς το 1912). Και πράγματι το νησί έζησε συνθήκες ανοικοδόμησης, σχετικής ευμάρειας αλλά και αρκετής ελευθερίας. Όλα όμως αυτά σταμάτησαν όταν στην εξουσία ανήλθε ο Μουσολίνι. Τα χρόνια πριν τον πόλεμο, με νέο στρατιωτικό διοικητή, ο λαός υπέφερε τα πάνδεινα, και προπαντός μετά την κήρυξη του πολέμου και τις νίκες του ελληνικού στρατού.
Ιστορία και ανθρωπολογία, αλλά προπαντός ιστορίες αγάπης, αφοσίωσης και προδοσίας, αυτά είναι τα κύρια συστατικά αυτού του βιβλίου. Η Ιουστίνη με το γλαφυρό στιλ της γραφής της κάνει τις ιστορίες αυτές ιδιαίτερα συναρπαστικές, έστω και αν δεν επικεντρώνεται στο συνηθισμένο μυθιστορηματικό χάπι εντ αλλά στην προδοσία και στην αυτοθυσία, οι οποίες είναι τελικά το μέτρο της ανθρωπιάς και απανθρωπιάς που μας χαρακτηρίζουν σαν είδος.
Μπάμπης Δερμιτζάκης
No comments:
Post a Comment