Αμπάς Κιαροστάμι, Close up (1988)
Δεν είχα αμφιβολία βλέποντας το έργο ότι το σενάριο το υπογράφει ο ίδιος ο σκηνοθέτης, και το επιβεβαίωσα ψάχνοντας στο google. Έτσι θα υπογραμμίσω για μια ακόμη φορά αυτό που έγραψα και στην προηγούμενη ανάρτησή μου με θέμα κινηματογραφική ταινία, ότι το σενάριο μένει διαρκώς υποτιμημένο, και ότι οι μεγάλοι σκηνοθέτες που θαυμάζονται ως σκηνοθέτες μάλλον πρέπει να τους θαυμάζουμε περισσότερο ως σεναριογράφους. Στο μεγαλύτερο μέρος του έργου βλέπουμε διαλόγους, που μας δημιουργούν την αίσθηση ότι το σενάριο θα μπορούσαμε να το απολαύσουμε ακριβώς όπως τα θεατρικά έργα της πολυθρόνας, που δεν προορίζονταν δηλαδή για τη σκηνή, για παράδειγμα τα θεατρικά έργα του Σενέκα στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία (οι ρωμαίοι την εύρισκαν με τους μονομάχους να αλληλοεξοντώνονται και με τους χριστιανούς να τους τρώνε τα λιοντάρια, και όχι με το θέατρο).
Εδώ όμως ο Κιαροστάμι μας παίζει ένα τρικ. Ο κινηματογράφος δεν είναι κυρίως λόγος, είναι πρωτίστως εικόνα. Και αυτό μας το υπογραμμίζει στο τέλος για να αποκαταστήσει την ισορροπία. Ο σκηνοθέτης παρακολουθεί τον Μαχμαλμπάφ και τον «σωσία» του να κατευθύνονται με μια μοτοσικλέτα στο σπίτι της οικογένειας την οποία ο σωσίας εξαπάτησε. Συνομιλούν, αλλά ο λόγος τους φτάνει με διακοπές στα αυτιά του σκηνοθέτη που παρακολουθεί με το αυτοκίνητο, με αποτέλεσμα να γίνεται η συνομιλία τους ακατανόητη. Δεν είναι ο λόγος που ενδιαφέρει, αλλά η εικόνα. Η εικόνα, που στα τελευταία πλάνα γίνεται ολότελα λυρική.
Σταματούν για να αγοράσουν μια γλάστρα με λουλούδια. Συνεχίζουν την πορεία τους. Ο Μαχμαλμπάχ οδηγεί τη μηχανή και ο σωσίας είναι στο πίσω κάθισμα κρατώντας τη γλάστρα. Τα λουλούδια της γλάστρας ανεμίζουν στον αέρα.
Ήθελα να κάνω ακόμη ένα σχόλιο, σε σχέση με τις ταινίες χαμηλού και υψηλού προϋπολογισμού. Ο «Σωσίας» του Κουροσάβα, πιο γνωστός με τον γιαπωνέζικο τίτλο «Καγκεμούσα», είναι ταινία υψηλού προϋπολογισμού. Το Close up του Κιαροστάμι είναι ταινία χαμηλού προϋπολογισμού, όπως εξάλλου και όλες οι ιρανικές ταινίες. Δεν υπολείπεται καθόλου της ταινίας του Κουροσάβα. Ενώ όμως ο Κουροσάβα εστιάζει στο υπαρξιακό πρόβλημα της ταυτότητας, που κρύβεται παρολαυτά κάτω από τις εντυπωσιακές «επικές» σκηνές των μαχών, ο Κιαροστάμι, περισσότερο ανθρωπιστής από τον ανθρωπιστή Κουροσάβα, εστιάζει στην ανθρώπινη δυστυχία. Άλλοι προσπαθούν να ξεφύγουν απ’ αυτήν με το πιοτό, άλλοι με τα ναρκωτικά, ο δυστυχισμένος ήρωας του Κιαροστάμι, διαζευγμένος και άνεργος, προσπαθεί να βρει μια κάποια ανακούφιση υποδυόμενος τον Μαχμαλμπάχ, με τον οποίο του μοιάζει, τρυπώνοντας έτσι στο σπίτι μιας πλούσιας οικογένειας, αρχικά για να φάει ένα πιάτο φαΐ (ήταν όλη μέρα νηστικός), στη συνέχεια όμως γιατί ένιωθε ωραία βλέποντας την εκτίμηση και τον σεβασμό που του έδειχναν και που δεν μπορούσε να απολαμβάνει στην ζωή του με το πραγματικό του πρόσωπο. Είναι μια πραγματικά συγκινητική ταινία, όπως και όλες εξάλλου οι ταινίες του ιρανικού σινεμά.
No comments:
Post a Comment