Δημήτρης Βαρβαρήγος, Ό, τι αγαπήσαμε πίσω έμεινε, Άγκυρα 2010, σελ. 254
Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε και στο Λέξημα
Μια ερωτική ιστορία του προπερασμένου αιώνα, δοσμένη με γλαφυρότητα και ευαισθησία.
Θα αντιγράψω ένα απόσπασμα από τη βιβλιοκριτική μου για το προηγούμενο βιβλίο του Δημήτρη Βαρβαρήγου, «Το υστερόγραφο μιας συγνώμης», που δίνει το στίγμα του ως πεζογράφου, και που επιβεβαιώνεται και με το καινούριο του μυθιστόρημα.
«Ο Βαρβαρήγος, άνδρας συγγραφέας, ταλανίζεται από τον γυναικείο πόνο. Η επιλογή μιας γυναίκας, της Υπατίας, για το ιστορικό του μυθιστόρημα, το δείχνει επίσης καθαρά. Η γυναίκα αποτελεί το μεγαλύτερο θύμα. Οι τρεις ιστορίες που μας αφηγείται καλύπτουν τη μεγαλύτερη γκάμα της γυναικείας ματαίωσης».
Το τελευταίο μυθιστόρημα του Βαρβαρήγου που έχει τίτλο «Ό, τι αγαπούσαμε πίσω έμεινε» θα μπορούσε να ονομαστεί και μυθιστορηματική βιογραφία («Μια συγκλονιστική ιστορία βασισμένη σε αληθινά γεγονότα» είναι ο υπότιτλος) αν ο χαρακτηρισμός δεν περιοριζόταν στις βιογραφίες επώνυμων ιστορικών προσώπων. Το «Ελένη ή ο κανένας» της Ρέας Γαλανάκη, που αναφέρεται στην ίδια ιστορική περίοδο, είναι ένα ιστορικό μυθιστόρημα, με τη διαφορά ότι η Ελένη Μπούκουρα είναι μια επώνυμη ζωγράφος που παντρεύτηκε έναν Ιταλό, ενώ η Μαρία Ρόζα είναι μια άγνωστη Φλωρεντινή, που «κλέφτηκε» με τον αγαπημένο της και ήλθαν και έζησαν στην Ελλάδα, και συγκεκριμένα στη Ζάκυνθο.
Η ιστορία είναι εγκιβωτισμένη. Στον πρόλογο συστήνεται η αφηγήτρια: «Είμαι η Ζωή-Μαρία Μοντανάρη, η πρώτη κόρη του Χαράλαμπου και της Αθηνάς». Ο Χαράλαμπος είναι γιος της Μαρίας Ρόζας. Στα επόμενα κεφάλαια θα αφηγηθεί την ιστορία της γιαγιάς της, με μυθιστορηματικό τρόπο, σαν τριτοπρόσωπος αφηγητής. Θα ξαναπάρει τον λόγο ως πρωτοπρόσωπος αφηγητής στον επίλογο.
Η ιστορία είναι η κλασική ιστορία δυο ερωτευμένων που ο ένας ανήκει σε ανώτερη τάξη. Είναι το μοτίβο της Σταχτοπούτας αντεστραμμένο, όπως το συναντάμε και στον Ερωτόκριτο. Ο πατέρας της Μαρίας Ρόζας αντιτίθεται στο γάμο της με τον Σαλιβέριο. Στην Ιαπωνία, αλλά και στην Κίνα, μια τέτοια περίπτωση οδηγούσε συχνά στη διπλή αυτοκτονία: οι δυο ερωτευμένοι αυτοκτονούσαν, αφού πρώτα χαιρόντουσαν τον έρωτα. Ο Λευκάδιος Χερν περιγράφει πολύ γλαφυρά αυτή την κατάσταση στην Ιαπωνία. Στη Δύση ακολουθούν έναν πιο ρεαλιστικό δρόμο: το κλέψιμο. Οι δυο νέοι κλέφτηκαν και, για να αποφύγουν την οργή του πατέρα, κατέφυγαν στη Ζάκυνθο, όπου έμενε μια ξαδέλφη της μητέρας του Σαλιβέριου. Ελαφρών ηθών η θεία, δεν βρήκαν την υποστήριξη που περίμεναν.
Η ζωή τους δεν κύλισε εύκολα. Είχαν να αντιμετωπίσουν ένα σωρό δυσκολίες, την καχυποψία των ντόπιων, τη φτώχεια, τους σεισμούς. Θα επιβιώσουν, θα κάνουν παιδιά, αλλά τελικά θα αναζητήσουν μια καλύτερη τύχη στην Αθήνα. Εκεί θα ζήσουν την υπόλοιπη ζωή τους.
Το να κάνεις μια πραγματική ιστορία μυθιστόρημα δεν είναι πάντα τόσο εύκολο. Συνήθως τα μυθιστορήματα αρέσκονται στις κορυφώσεις, στις οποίες και τελειώνουν. Το χάπυ εντ της ένωσης (Ερωτόκριτος), η αυτοκτονία (Άννα Καρένινα, Μαντάμ Μποβαρύ) αποτελούν τυπικό τέλος σε πολλές μυθοπλασίες. Η κορύφωση αυτή προετοιμάζεται είτε με σασπένς είτε εμφανίζεται ως απροσδόκητο. Στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα υπάρχει το σασπένς της κατάληξης του ειδυλλίου: Πώς θα ευοδωθεί; Το μαθαίνουμε κάπου στη μέση. Ο πατέρας δεν συναινεί και οι δυο νέοι το σκάνε. Από εκεί και ύστερα παρακολουθούμε τη ζωή του ζευγαριού, τις δυσκολίες που έχουν να αντιμετωπίσουν, τον αγώνα που πρέπει να κάνουν για να επιβιώσουν.
Ένα απροσδόκητο που παρουσιάζεται κάποια στιγμή δεν έχει τον πυρηνικό χαρακτήρα που θα είχε σε μια μυθοπλαστική αφήγηση: Η Μαρία Ρόζα μαθαίνει ότι ήταν καρπός παράνομου έρωτα, ότι η πατέρας της ήταν στην πραγματικότητα πατριός της, και παντρεύτηκε τη μητέρα της για την περιουσία της, για να καλυφθεί το σκάνδαλο. Πέρα από το σοκ που θα υποστεί με την αποκάλυψη η Ρόζα, και από το οποίο θα συνέλθει σύντομα, δεν συμβαίνει στη συνέχεια τίποτα συνταρακτικό. Ο Βαρβαρήγος ουσιαστικά εγκαταλείπει τους ήρωές του στον Πειραιά, δίνοντας την μετέπειτα ζωή τους σε συμπερίληψη στο τελευταίο κεφάλαιο, σε έξι σελίδες.
Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει το ζευγάρι στην Ζάκυνθο είναι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν ένα σωρό ζευγάρια στην αρχή της έγγαμης ζωής τους, ένα σωρό οικογένειες στον αγώνα τους για την επιβίωση. Χωρίς τα εξαιρετικά γεγονότα, η αφήγηση συνήθως είναι χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Όμως η ευαίσθητη γραφή του Βαρβαρήγου, που εστιάζει συνεχώς στα συναισθήματα της ηρωίδας του, αναδεικνύει τις δυσκολίες αυτές κάνοντάς τις ενδιαφέρουσες αφηγηματικά. Θα μπορούσαμε να τον χαρακτηρίσουμε ως Ξενόπουλο της πεζογραφίας. Όπως ο Γρηγόριος Ξενόπουλος περιέγραψε με γλαφυρότητα τον γυναικείο ψυχισμό στα θεατρικά του έργα, με τον ίδιο τρόπο και ο Δημήτρης Βαρβαρήγος περιγράφει με δεξιοτεχνία τους παλμούς και τις ταλαντώσεις της γυναικείας ψυχής στις διάφορες καταστάσεις της ζωής της.
No comments:
Post a Comment