Νίκος Ερηνάκης, Σύντομα όλα θα καίγονται και θα φωτίζουν τα μάτια σου, Ροές 2009, σελ. 79
Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα
Αφοριστικός και φιλοσοφικά αποφθεγματικός, αισιόδοξα απαισιόδοξος εμφανίζεται ο ποιητής στην πρώτη του αυτή ποιητική συλλογή
Με αυτό τον μακροσκελή τίτλο εμφανίζεται στην πρώτη του ποιητική συλλογή (ας το πούμε από τώρα, είναι ταλαντούχος, θα ακολουθήσουν κι άλλες), ο Νίκος Ερηνάκης (γεν. 1988). Μπορεί να σπουδάζει οικονομικές επιστήμες, όμως, όπως διαβάζουμε στο βιογραφικό του, ετοιμάζεται όχι για μεταπτυχιακά και διδακτορικά στα οικονομικά, αλλά για παραπέρα σπουδές στη φιλοσοφία και στη συγκριτική λογοτεχνία.
Τουλάχιστον για το πρώτο δεν εκπλαγήκαμε καθόλου διαβάζοντας τα ποιήματά του. Βρίθουν από φιλοσοφικές σκέψεις και αφορισμούς. Σταχυολογούμε μερικούς.
«Κάθε μορφή εξέλιξης χρειάζεται μια μεγάλη καταστροφή/ για να συνεχιστεί» (σελ. 18).
«Το παραλήρημα δηλώνει όραμα/ κι η προσευχή αποτελεί κατάλυση της ηθικής» (σελ. 29). «Το ασυνείδητο μας τρέφει περισσότερο/ από τη νόησή μας» (σελ. 31), και στην ίδια σελίδα πιο κάτω: «Η πλήξη είναι η αδιέξοδη μορφή ιδιοφυίας/ που κρύβει ο καθένας μας». «Σημασία έχει να αλλάξουμε/ πριν μας αλλάξουν» (σελ. 38). «Τους ελεύθερους ανθρώπους πρέπει να τους φοβάσαι/ μπορούν να γυρίσουν αυτόν το γαμημένο κόσμο ανάποδα/ με μια γοητευτική ευκολία./ Είναι να τους λατρεύει κανείς» (σελ. 39). «Η πραγματικότητα δεν είναι παρά/ μια πτυχή της φαντασίας μας» (σελ. 41, εδώ αναγνωρίσουμε τον Μπέρκλεϋ). «Η αλήθεια, όπως και τα όνειρα,/ ανήκουν εξ ολοκλήρου σ’ αυτούς/ που τολμούν να συνεχίζουν να πονούν» (σελ. 44). «Το φως δεν είναι πάντα απελευθέρωση/ καμιά φορά η λύση βρίσκεται στο σκοτάδι» (σελ. 51, εδώ αναγνωρίζουμε τον Καβάφη), «Η πόρτα μπορεί να κλείσει μόνη της/ αλλά δεν ξέρει πότε να ανοίξει» (σελ. 51). «Η απώλεια είναι κέρδος:/ να αποχωρίζεσαι για να γεννάς» (σελ. 54). «…πίσω από κάθε μορφή ηρεμίας/ κρύβεται η αδιαφορία» (σελ. 55). «Η πράξη είναι κάτι το υπερτιμημένο…/ το σώμα λειτουργεί πάντα εις βάρος της σκέψης» (σελ. 71). Και «Η πείρα είναι υπερτιμημένη» μας λέει στην επόμενη σελίδα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτά τα αφοριστικά αποσπάσματα, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, βρίσκονται στο τέλος των ποιημάτων, σαν θεωρητικό αποστάλαγμα των εμπειριών και των βιωμάτων, των εσωτερικών περιπλανήσεων και των αναζητήσεων του ποιητή.
Το συναισθηματικό και ιδεολογικό κλίμα της ποίησης του Ερηνάκη εικονογραφεί την εποχή μας όπως την χαρακτήρισε ο Κουν, ως εποχή του τέλους των μεγάλων αφηγήσεων, ή, όπως λέγεται διαφορετικά, ως εποχή της διάλυσης της ουτοπίας. Η νέα γενιά, χωρίς το όραμα της δικής μας, βρίσκεται εγκλωβισμένη μέσα στην απογοήτευση και στα ψυχολογικά αδιέξοδα. Ο έρωτας είναι μια διαφυγή, μόνο που δεν δίνεται επί παραγγελία. Υπάρχει διάχυτος στα περισσότερα ποιήματα, ακόμη κι αν απλώς υποψιαζόμαστε την παρουσία του μόνο με του «σου» του αποδέκτη. Σε κάποια άλλα βρίσκεται σε πρώτο πλάνο. Ο έρωτας, ως ξόρκι της απογοήτευσης και της απελπισίας, εμφανίζεται πολύ καθαρά στους τελευταίους στίχους του ποιήματος «Ανάμεσα στο ποτέ και στο πουθενά, αλλά μακριά από το τίποτα» (Οι μακροσκελείς τίτλοι είναι χαρακτηριστικό του Ερηνάκη. Αλλά ακόμη και στους σύντομους σπάνια απουσιάζει το ρήμα). «Συναντώ συνεχώς ανισόρροπους που προτιμούν τη ζωή/ απ’ το θάνατο. /Λέγονται ερωτευμένοι» (σελ. 21).
Ας μη μας φαίνεται υπερβολικό. Και οι αρχαίοι μας πρόγονοι τον έρωτα τον θεωρούσαν ως μια μανία, ως μια τρέλα. Εμείς όχι, γι αυτό και όλοι ξέρουμε τους αρχικούς στίχους από το περίφημο χορικό του Σοφοκλή «Έρως ανίκατε μάχαν».
Στο «Θα φορέσω λίγη ύβρη» γράφει: «Μου τελειώνουν οι ελπίδες/ ξεμένω από λέξεις./ αν δεν ερωτευτώ/ είμαι χαμένος» (σελ. 46).
Σώζεται ο ερωτευμένος; Η αμφιβολία είναι το συναίσθημα που ταλανίζει κάθε ερωτευμένο, που μουσκεύει τα φτερά του έρωτά του εμποδίζοντάς τον να πετάξει στα ουράνια. Στο επόμενο ποίημα διαβάζουμε: «Μα τι λέω:/ Σ’ αγαπώ!/ Εσύ;».
Το πνεύμα της απογοήτευσης και της μελαγχολίας είναι διάχυτο στα ποιήματα του Ερηνάκη, που όμως διασκεδάζεται από το ίδιο το γεγονός της νεότητάς του (είναι μόλις 22 χρονών όταν εκδίδονται αυτά τα ποιήματα). Ο ίδιος όμως δεν φαίνεται να το συνειδητοποιεί.
«Θέλω να φύγω στην έρημο/ μήπως διώξω την έρημο μέσα μου./ Μερικές φορές λέω να πεθάνω/ μα θέλει πολύ κόπο/ κι έτσι επ’ αόριστον το αναβάλλω» (σελ. 21).
Σαν τον Άμλετ αναρωτιέται: «Ποια είναι μεγαλύτερη δίψα/ της ύπαρξης ή της ανυπαρξίας;» (σελ. 23). Ούτε ο Φρόιντ μας είπε ποιο ένστικτο είναι πιο δυνατό, του έρωτα ή του θανάτου. Το ίδιο πράγμα επαναλαμβάνει πιο κάτω με ποιητικό τρόπο:
«Αν τα ’βαζε η δύση/ με την αυγή/ ποιανής το μέρος θα παίρναμε;» (σελ. 41).
Αυτή η αισιοδοξία της νιότης φαίνεται και στους παρακάτω στίχους: «Μη σκέφτεσαι το μέλλον/ δε θα αργήσει./ Χανόμαστε/ δεν πειράζει/ βρίσκονται άλλοι». (σελ. 27). «Κι αφού μπορούμε να γράφουμε ακόμα ποιήματα/ μπορούμε τα πάντα» (σελ. 28).
Βέβαια ακόμη πιο χαρακτηριστικοί είναι οι παρακάτω στίχοι, που μοιάζουν αντιγραμμένοι από τοίχο των Εξαρχείων: «Το να ανατινάζεις τον κόσμο/ είναι πιο δημιουργικό από το να τον υπομένεις» (σελ. 29).
Το συναισθηματικό κλίμα της ποίησης του Ερηνάκη αποκαλύπτεται επιγραμματικά στον τελευταίο στίχο από τις «Μέρες βυθού»: «Είμαι ένας μάλλον ευτυχισμένος καταθλιπτικός» (σελ. 30).
Λιτός λοιπόν και φιλοσοφικά αποφθεγματικός αποκαλύπτεται ο Νίκος Ερηνάκης στην πρώτη του αυτή ποιητική συλλογή. Ένα πρόσθετο χαρακτηριστικό του (που αποκαλύπτω και στην ποίηση του Μανόλη Πρατικάκη, αλλά και της Βασιλικής Φράγκου που μόλις διαβάσαμε την τελευταία της ποιητική συλλογή «Χαράζοντας στην άμμο»), είναι μια τάση προς το εφέ του ομοιοτέλευτου, που συχνά ξεπερνάει την απλή ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία και, καθώς εκτίνεται σε αρκετούς στίχους, θυμίζει ραπ και Κοράνι. Από το «Μπλα μπλα μπλι» διαβάζουμε: «Μην πιστεύετε και ό, τι σας λέω/ παραπαίω/είναι στη φύση μου. Πνεύμα καταδικασμένο/ από μαύρο άγγελο, φιλί μοιραίο/ πόσο ωραίο;/… «ας πούμε κάτι σοβαρά: -Μην παίρνετε ναρκωτικά./-Χα χα χα, μη σκοτώνετε παιδιά!» (σελ. 49)
Ο σαρκασμός στους προηγούμενους στίχους αλλού γίνεται αυτοσαρκασμός: «Δεν είμαι δυνατός/ δεν είμαι δυνατός/ δεν είμαι δυνατός./ Αν ήμουν όμως/ θα σας έδειχνα εγώ» (σελ. 70).
Υφολογικά πρωτότυπο είναι το ποίημα «…», πρωτότυπο ακόμη και στον τίτλο: «…Δε βρίσκω πουθενά τη ζωή, τη πουθενά βρίσκω δεν/ και την ψάχνω εδώ≥/ στα σχήματα που σου κάνω/ και τις τελείες που σου αφήνω να ενώσεις…... ΜΗΝ ΤΡΕΜΕΙΣ/ δε θα
κρυφτείς = θα σε κρύψουν αυτά, παίξε/παίξε/παίξε…» (σελ. 25).
Το είπαμε ήδη, ο Ερηνάκης είναι ένας ταλαντούχος νέος ποιητής. Πιστεύουμε ότι θα κατακτήσει μια ξεχωριστή θέση στο ποιητικό μας στερέωμα.
No comments:
Post a Comment