Gene Wilder, Η γυναίκα που δεν ήθελε (μετ. Δημήτρης Μαμαλούκας) ΑΛΔΕ 2011, σελ. 172
H παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα
Ένα μυθιστόρημα με δραματική πλοκή, που καταλήγει όμως σε ένα απροσδόκητα ευτυχισμένο τέλος
Όταν κάποιος έχει μια επιτυχημένη καριέρα ως ηθοποιός δεν θα ψάξει να βρει μήπως έχει και άλλα ταλέντα, ή, ακόμη και αν έχει, δεν θα διανοηθεί να τα καλλιεργήσει, αφού συνήθως δεν του μένει χρόνος να ασχοληθεί και μ’ αυτά. Ο Jean Wilder είναι λογοτεχνικό ταλέντο, αλλά πιστεύω ότι το ανακάλυψε αργά στη ζωή του, και συγκεκριμένα μετά τα εξήντα του, όταν, μειώνοντας τις επαγγελματικές του δραστηριότητες, αποφάσισε να γράψει την αυτοβιογραφία του. Εκεί αποκαλύφθηκε το ταλέντο του, και αποφάσισε να το καλλιεργήσει. Έτσι έγραψε τρία ακόμη βιβλία, δύο μυθιστορήματα και μια συλλογή με διηγήματα, που γνώρισαν ενθουσιώδη υποδοχή τόσο από το κοινό όσο και από την κριτική. Τη βιογραφία του, ένα καταπληκτικό κείμενο, την έχουμε ήδη διαβάσει, και πρόκειται να εκδοθεί προσεχώς από τις εκδόσεις ΑΛΔΕ. Σήμερα θα μας απασχολήσει το μυθιστόρημά του «Η γυναίκα που δεν ήθελε», στα αγγλικά The woman who wouldn’t. «Would you like…» τη ρωτά επανειλημμένα ο Τζέρεμι Σπένσερ Γουέμπ προσπαθώντας να την φλερτάρει, όταν την πρωτοβλέπει να κάθεται στο διπλανό τραπέζι, στο σανατόριο όπου νοσηλεύονται και οι δυο, εισπράττοντας απανωτά «No, I wouldn’t». Όμως αυτά στην αρχή. Γιατί στη συνέχεια, όταν αναπτύσσεται ο δεσμός τους, η απάντησή της είναι μόνιμα θετική, καθώς συνεχίζουν το παιχνίδι με το would you like. Yes, I would. -Θα ήθελες να κάνεις έρωτα μαζί μου; -Ναι, θα ήθελα.
Πώς βρέθηκαν στο σανατόριο;
Η Κλάρα γιατί έπασχε από καρκίνο του στομάχου. Ο Τζέρεμι γιατί είχε περάσει μια νευρική κρίση. Και ο Τσέχωφ για να θεραπεύσει την φυματίωση από την οποία έπασχε, και η οποία τον οδήγησε τελικά στο θάνατο, το 1904, σε ηλικία 44 χρόνων.
Τόσο παλιά λοιπόν τοποθετείται η ιστορία;
Ναι, τόσο παλιά, και συγκεκριμένα το 1903.
Η ατμόσφαιρα του σανατορίου, και μάλιστα το γεγονός ότι το σανατόριο αυτό βρίσκεται στη Γερμανία, δεν μπορεί να μην ανακαλέσει στο νου του αναγνώστη το «Μαγικό Βουνό» του Τόμας Μαν, όπου οι δυο ήρωές του, ο Χανς Κάστορπ και η Clawdia Chauchat βρίσκονται επίσης σε ένα σανατόριο, στο γερμανόφωνο Davos της Ελβετίας, όπου διαδραματίζεται η ιστορία.
Ο Τζέρεμι είναι βιολονίστας, και μάλιστα σολίστας. Μια κακή κριτική τον οδήγησε σε νευρική κατάρρευση με αποτέλεσμα να χρειαστεί θεραπεία και τελικά να καταφύγει σε ένα ησυχαστήριο σαν κι αυτό μέχρι να ηρεμήσουν τα νεύρα του. Η Κλάρα έχει μόλις εγκαταλειφθεί από έναν ανάξιο σύζυγο, που δεν άντεξε στην ιδέα να καθίσει δίπλα σε μια γυναίκα που δεν της μένει πολύς χρόνος ζωής.
Ο Wilder εκδραματίζει εδώ ένα μέρος της προσωπικής του ιστορίας. Η γυναίκα του έπασχε από καρκίνο. Δεν μπόρεσε να τον θεραπεύσει, και τελικά κατέληξε. Περίμενα ένα εξίσου δραματικό τέλος και σ’ αυτό το έργο. Όμως ο Wilder το τέλειωσε όπως θα ήθελε να είχε τελειώσει και στην προσωπική του ζωή, με τη θεραπεία της γυναίκας του.
Και θυμόμαστε πάλι ένα άλλο έργο, αυτή τη φορά κινηματογραφικό, το «Μίλα της» του Πέδρο Αλμοδόβαρ. Η κοπέλα είναι σε κώμα και βρίσκεται κάτω από τις φροντίδες ενός νεαρού, ο οποίος την αγαπούσε από παλιά. Θα κάνει έρωτα μαζί της ενώ αυτή εξακολουθεί να βρίσκεται σε κώμα, με ελάχιστες ελπίδες να συνέλθει. Ξαφνικά όμως αυτή αρχίζει να συνέρχεται. Οι γιατροί ξαφνιάζονται με αυτό το θαύμα, και αρχίζουν να της κάνουν εξετάσεις. Θα ανακαλύψουν ότι είναι έγκυος, πράγμα που θα οδηγήσει τον νεαρό στη φυλακή. Κάποια στιγμή μας λέει ότι θα αποδράσει. Δεν φανταζόμαστε ότι εννοούσε πως θα αυτοκτονήσει. Εδώ το τέλος είναι δραματικό.
Όπως το γεγονός της εγκυμοσύνης ενεργοποίησε τον ανοσοποιητικό μηχανισμό της κοπέλας με αποτέλεσμα να συνέλθει από το κώμα, έτσι και το γεγονός ότι η Κλάρα έμεινε έγκυος ενεργοποίησε το ανοσοποιητικό της σύστημα με αποτέλεσμα να εξαφανιστεί ο καρκίνος από το στομάχι της. Το τέλος βρίσκει τους δυο ήρωες, που είχαν ήδη παντρευτεί στο σανατόριο, στη Νέα Υόρκη, ευτυχισμένους με το νεογέννητο μωρό τους.
Δυο είναι τα κύρια υφολογικά χαρακτηριστικά του Wilder: Η αφηγηματική λιτότητα και το χιούμορ. Μας ήταν ήδη γνωστά από την αυτοβιογραφία του, και τα συναντήσαμε κι εδώ. Η παντελής έλλειψη πλατειασμού και το χιούμορ, τόσο στα επεισόδια όσο και στην αφήγηση, κάνουν την ανάγνωση του βιβλίου αυτού ιδιαίτερα ευχάριστη.
Το να υπάρχουν επώνυμα πρόσωπα ως ήρωες μυθιστορημάτων είναι πράγμα σπάνιο. Και δεν εννοώ μόνο το ιστορικό μυθιστόρημα ή το μυθιστόρημα που πλησιάζει το ιστορικό, όπως π.χ. ο «Πόλεμος και Ειρήνη» του Τολστόι όπου εμφανίζονται στην πλοκή ο Κουτούζωφ και ο Ναπολέων. Ο Άγιος Φραγκίσκος στον «Φτωχούλη του θεού» του Καζαντζάκη είναι πραγματικό πρόσωπο. Μου έρχεται τώρα στο μυαλό και μια ταινία, ο «Ταχυδρόμος» (Il postino, 1994) του Μάικλ Ράντφορντ, με τον Φιλίπ Νουαρέ στο ρόλο του Νερούντα, που διδάσκει τον νεαρό ταχυδρόμο τις περιώνυμες metaphorae, που θα τις χρησιμοποιήσει με επιτυχία στα ποιήματα που γράφει για να κατακτήσει την εκλεκτή της καρδιάς του. Και όπως διαβάζω στο διαδίκτυο, το έργο είναι μεταφορά από το μυθιστόρημα του Αντόνιο Σκάρμετα «Ο ταχυδρόμος του Νερούντα», και είχε καλύτερη τύχη (πέντε υποψηφιότητες για όσκαρ) από ό, τι το μυθιστόρημα.
O Τζέρεμι, με βάση τις απαιτήσεις της οικονομίας του έργου, κάπως πρέπει να αποκτήσει επαφές και με κάποιον άντρα. Ένας επώνυμος σίγουρα είναι πιο ενδιαφέρων αφηγηματικά, και μπορεί να διηγηθεί ανέκδοτα που δεν θα πήγαιναν στο στόμα ενός κοινού θνητού, όπως το ότι ο Τολστόι σχολίασε μια παράσταση του Θείου Βάνια λέγοντας ότι ήταν κακή, αλλά ο συγγραφέας δεν ήταν χειρότερος από τον Σαίξπηρ. Και, κάτι το οποίο ήξερα, ότι μια κακή κριτική για την πρώτη συμφωνία του Σεργκέι Ραχμάνινωφ οδήγησε τον νεαρό συνθέτη σε νευρική κατάρρευση. Ευτυχώς συνήλθε, για να μας δώσει το υπέροχο δεύτερο κονσέρτο του για πιάνο και ορχήστρα.
Το βιβλίο είναι εξαιρετικό. Όσοι έχουν απολαύσει τον Wilder ως ηθοποιό σε έργα όπως «Η γυναικάρα με τα κόκκινα» και «Φρανκεστάιν τζούνιορ» μπορούν να τον απολαύσουν σ΄ αυτό το μυθιστόρημα εξίσου και ως συγγραφέα.
No comments:
Post a Comment