Γιώργος Βοϊκλής, Ο μικρός Τάρας και η μαύρη προφητεία (Πατάκης 2001)
Παρουσίαση του βιβλίου στο βιβλιοπωλείο Πατάκης στις 25-4-2001
O «Μικρός Τάρας και η μαύρη προφητεία», το τελευταίο βιβλίο του Γιώργου Βοϊκλή, έχει κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που το ξεχωρίζουν από τα συνηθισμένα έργα της παιδικής λογοτεχνίας. Αυτά τα χαρακτηριστικά θα προσπαθήσουμε να σας παρουσιάσουμε.
Κατ’ αρχήν ο Γιώργος Βοϊκλής, όπως τον χαρακτηρίσαμε σε εισήγησή μας που έγινε στη Σάμο πριν τρία χρόνια όπου μιλήσαμε για το έργο του, είναι ένας συγγραφέας του πραγματικού. Χαρακτηριστικά είναι τα έργα του «Η χαμένη άνοιξη», που αναφέρεται κυρίως στους αγώνες τις γενιάς των λαμπράκηδων, και «Dalybor, ο νεαρός Σέρβος φίλος μας», που αναφέρεται σε ένα παιδί από τη Σερβία, ορφανό, που φιλοξένησε ο συγγραφέας.
Σε κάθε λογοτέχνημα υπάρχει μια ορισμένη αναλογία φανταστικού και πραγματικού. Συνήθως στην πεζογραφία το πραγματικό χρησιμεύει ως απλό κοινωνικοϊστορικό φόντο, για να μην κινούνται οι ήρωες στο κενό. Στον Γιώργο Βοϊκλή, το φόντο αυτό τίθεται συνεχώς σε πρώτο πλάνο. Έτσι οι ιστορίες του, όταν δεν είναι πραγματικές, όπως οι παραπάνω, είναι προσχηματικές ώστε να αναδειχθεί το φόντο αυτό, που στο συγκεκριμένο έργο είναι η πυρηνική καταστροφή του Τσέρνομπιλ, με τα χιλιάδες θύματα που προκάλεσε, και που σήμερα έχομε τη ζοφερή επέτειο των 15 χρόνων από τότε που συνέβη αυτό το ατύχημα.
Όπως γράφει επιλογικά ο συγγραφέας, στο βιβλίο του αυτό προσπάθησε να συνδυάσει τη φαντασία με το ντοκουμέντο. Χρησιμοποίησε πλατιά πληροφορίες από δικές του έρευνες, όπως π.χ. για τον αριθμό των θυμάτων, δυο βιντεοσκοπημένες συνεντεύξεις ενός γιατρού και ενός ζωγράφου που ήσαν μάρτυρες του ατυχήματος, και ενσωματώνει «σχεδόν αυτούσιο», όπως γράφει χαρακτηριστικά, ρεπορτάζ του δημοσιογράφου Γιώργου Γιουκάκη από μια επίσκεψή του στη νεκρή ζώνη, στον πυρηνικό σταθμό και στο μουσείο του Τσέρνομπιλ. Δεν θα μπορούσε να γίνει καλύτερη αξιοποίηση αυτού του ρεπορτάζ από το να γίνει προσιτό στους νεαρούς αναγνώστες, με την ενσωμάτωσή του σ’ αυτό το βιβλίο.
Όμως ας διαβάσουμε το παρακάτω απόσπασμα, όπου περιγράφεται το ατύχημα:
(σελ. 72 Θυμάμαι... 73 αέρας...)
Σε ένα άλλο απόσπασμα, μια θαυμάσια μεταφορά, ο συγγραφέας δίνει μια από τις διαστάσεις της καταστροφής: τον συνεχή και ανολοκλήρωτο χαρακτήρα της, με συνέπειες και επιπτώσεις που θα ταλανίζουν τους κατοίκους της περιοχής για αρκετές δεκαετίες ακόμη.
(σελ. 67, Όταν...χιλιομέτρων)
Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό του έργου, που προκύπτει από το πρώτο, είναι η ευρύτητα των δοκιμιακών αποσπασμάτων, όπου ο συγγραφέας εκφράζει τις θέσεις και τις αντιλήψεις του. Παραθέτουμε ένα ακόμη απόσπασμα.
(σελ. 65, Οι γονείς σου....θύματα)
Θα μπορούσε να υποβάλλει κανείς την ένσταση: Μήπως ο συγγραφέας καταφεύγει σε ένα εύκολο διδακτισμό;
Κατ’ αρχή πρέπει να πούμε ότι ο διδακτισμός είναι σύμφυτος με τη λογοτεχνία, και όχι μόνο με την παιδική, στην οποία φαίνεται πιο έντονα. Οι συγγραφείς πάντα προσπαθούν να μεταδώσουν τις ιδέες και τις αντιλήψεις τους στους αναγνώστες, γι αυτό άλλωστε γράφουν. Μόνο στην παραλογοτεχνία της απλής τέρψης δεν θα βρει κανείς διδακτισμό. Το ζήτημα είναι πώς αυτές οι αντιλήψεις θα περάσουν διακριτικά, όχι κραυγαλέα, για να μην ενοχλήσουν τον αναγνώστη. Δίπλα στα roman a these, τα μυθιστορήματα με θέση, υπάρχουν τα προπαγανδιστικά μυθιστορήματα.
Ο Γιώργος Βοϊκλής αποφεύγει το σκόπελο του διδακτισμού όχι μόνο με τον έξυπνο χειρισμό του θέματος, δίνοντας μια φανταστική ιστορία με σασπένς, την ιστορία ενός αγοριού που, θεραπευμένο από λευχαιμία μετά από επιτυχή μεταμόσχευση μυελού οστών που του έγινε στο ΕΛΠΙΔΑ, επιστρέφει από την Αθήνα στην πατρίδα του την Ουκρανία, σε αναζήτηση θείων και παπούδων. Το πετυχαίνει επίσης δίνοντας μια ακόμη διάσταση στο μυθιστόρημά του, σχεδόν εξίσου κυρίαρχη, που είναι και το τρίτο χαρακτηριστικό του, εκείνη της ταξιδιωτικής λογοτεχνίας. Είναι πάρα πολλές οι σελίδες οι αφιερωμένες σε περιγραφές του Κιέβου, των μνημείων του, του μετρό του, κ.λπ. που, λειτουργώντας αντιστικτικά, αποφορτίζουν από οποιοδήποτε αίσθημα διδακτισμού το βιβλίο.
Ας δώσουμε ένα μικρό δείγμα:
(σελ. 78, Ακριβώς..79, ομίχλη)
Τέλος γίνεται εκτενής αναφορά στον ελληνισμό της Ουκρανίας, με τις πανάρχαιες ρίζες του που κρατούν από τον μυθικό Ιάσονα.
Δεν θα μπορούσα να μην αναφέρω σ’ αυτήν την παρουσίασή μου τις θαυμάσιες σελίδες όπου γίνεται αναφορά στα άστεγα παιδιά του δρόμου του Κιέβου, σελίδες που βρίσκονται στην καλύτερη παράδοση του «Όλιβερ Τουίστ», των «Παιδιών από το Αρμπάτ», και, μια και η τέχνη του λόγου δεν χωρίζεται με στεγανά από την έβδομη τέχνη, καθώς και οι δυο μας παρουσιάζουν ιστορίες, της θαυμάσιας ταινίας «Σαλαάμ Μπομπάη», που αναφέρεται στα παιδιά του δρόμου της Βομβάης.
(Σελ. 49 από την αρχή έως Κιέβου)
Κλείνοντας θα ήθελα να αναφερθώ στο αισιόδοξο αίσθημα που αποπνέει το έργο. Ο ήρωας αγωνίζεται, επιβιώνει, ξεπερνάει το πρόβλημα της υγείας του, και εισέρχεται στην εφηβεία με ένα αγνό ερωτικό αίσθημα. Και τονίζω τη σημασία αυτού του αισιόδοξου αισθήματος γιατί είχα μια προσωπική εμπειρία από κάποια «καταστροφολογικά» οικολογικά διηγήματά μου από τη συλλογή «Ο χορός της βροχής», που είδαν το φως της δημοσιότητας χάρη στο Γιώργο Βοϊκλή. Κάποιοι φίλοι μου μετέφεραν τη θλίψη, τη δυσαρέσκεια και την αγανάκτηση των παιδιών τους. «Καλά ρε μαμά, ο φίλος σου δεν μπορούσε να σώσει το σκιουράκι από την πυρκαγιά του δάσους, μόνο το άφησε και κάηκε;» Και ένα άλλο παιδάκι: «Καλά, δεν μπορούσε ο συγγραφέας να σώσει το πουλάκι από τα σκάγια του κυνηγού;».
Η καταστροφολογία της οικολογικής δημοσιογραφίας δεν έχει θέση στην παιδική λογοτεχνία. Παρά τις αντιξοότητες και τις δυσκολίες, ο ήρωας βγαίνει πάντα νικητής, γεμίζοντας το παιδί-αναγνώστη με αισιοδοξία για τις δικές του προσπάθειες. Ο Βοϊκλής συνειδητοποίησε πολύ καλά, αντίθετα από μένα, τη σημασία του happy end σε ένα εφηβικό μυθιστόρημα, ακόμη και όταν αυτό έχει σαν στόχο να επισείσει τον κίνδυνο από επικείμενες οικολογικές καταστροφές.
No comments:
Post a Comment