Χριστίνα Χρυσανθοπούλου, Ζοή με όμικρον, Πάπυρος 2011, σελ. 222
Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα
Μετανάστευση και human trafficking είναι το θέμα του μυθιστορήματος αυτού, του πρώτου της συγγραφέως
Η «Ζοή με όμικρον» είναι το πρώτο μυθιστόρημα της Χριστίνας Χρυσανθοπούλου. Μέχρι τώρα είχε ασχοληθεί με το διήγημα. Διηγήματά της έχουν βραβευθεί και έχουν δημοσιευτεί στο περιοδικό «Δέκατα».
Προκλητικά είναι τα θέματα με τα οποία ασχολείται στο μυθιστόρημά της η συγγραφέας: μετανάστευση και human trafficking. Δεν ξέρω αν έχει καταπιαστεί άλλος έλληνας πεζογράφος με αυτά τα θέματα, όμως υπάρχουν μερικές ταινίες που αναφέρονται σ’ αυτά.
Το μυθιστόρημα χωρίζεται σε τέσσερα μέρη. Τα δυο πρώτα μπορούμε να πούμε ότι παραθέτουν το φόντο μέσα στο οποίο κινούνται οι δυο ήρωες. Στο πρώτο μέρος βλέπουμε τον Γιούρι, ρωσσοπόντιο μετανάστη, που έφυγε από την Γεωργία για να γλιτώσει από τη σύγκρουση Αμπχαζίων και Γεωργιανών. Η μητέρα πατρίδα τον υποδέχτηκε όπως υποδέχτηκε και τους μικρασιάτες μετά την μικρασιατική καταστροφή: το κράτος προσφέροντας ελάχιστα, οι πολίτες με επιφύλαξη ή αποστροφή. Ο αγώνας για την επιβίωση είναι σκληρός, η παραβατικότητα καραδοκεί σαν διέξοδος. Αρχικά θα προσπαθήσει να της ξεφύγει, όμως τελικά θα πέσει στα δίκτυα της.
Η Ιρίνα, στο δεύτερο μέρος, θα βρεθεί μπροστά σε μεγαλύτερες εκπλήξεις. Αντί να βρεθεί σερβιτόρα στην Ιταλία έπεσε θύμα εμπόρων λευκής σαρκός και βρέθηκε στην Ελλάδα. Όλες οι κοπέλες που έχουν τη μοίρα της είναι απελπισμένες. Άλλες αντέχουν, άλλες όχι. Η φυγή και η αυτοκτονία φαίνονται σαν διέξοδοι. Η πρώτη ελπίδας, η δεύτερη απελπισίας. Η φυγή όμως δεν ευοδώνεται, ο προστάτης είναι διασυνδεμένος με την αστυνομία, όποια την επιχειρήσει θα καταλήξει πάλι στα χέρια του. Και η αυτοκτονία δεν πετυχαίνει πάντα.
Όπως συμβαίνει με αφηγήσεις φόντου, η αφήγηση δεν είναι ευθύγραμμη. Υπάρχουν συνεχείς αναδρομές και παρεκβάσεις. Είναι όπως σε ένα ζωγραφικό πίνακα, με μια διαφορά: ενώ στον πίνακα το μάτι κατευθύνεται διαδοχικά στα διάφορα μέρη του, μετά τη γενική σύλληψη, με τη συνειδητή επιλογή αυτού που τον κοιτάζει (αν και υπάρχουν μελέτες που δείχνουν πως υπάρχουν ψυχολογικοί μηχανισμοί που κατευθύνουν το βλέμμα, πρώτα στη μια κατεύθυνση, μετά στην άλλη), εδώ η συγγραφέας επιλέγει ποιο μέρος του πίνακα θα δούμε πρώτο και ποιο στη συνέχεια.
Τα δυο τελευταία μέρη είναι η κύρια ιστορία. Εδώ είναι που συμπλέκονται οι ζωές των δυο ηρώων. Η αφηγηματική πορεία είναι τώρα πια ευθύγραμμη. Η ειδολογική αναμονή είναι ότι τελικά θα ξεφύγουν. Όμως πώς;
Η αφήγηση είναι γρήγορη, ασθματική. Τα κεφάλαια σύντομα, σαν κινηματογραφικά πλάνα. Και βέβαια υπάρχει το κινηματογραφικό happy end.
Η Χρυσανθοπούλου είναι μια ταλαντούχα πεζογράφος. Το μυθιστόρημά της έχει μια συναρπαστική πλοκή, ο αφηγηματικός λόγος με τον διάλογο ισορροπούν τέλεια, σε σωστές αναλογίες, ενώ η γλώσσα αποφεύγει την επιτήδευση, η οποία συχνά υπονομεύει την ιστορία. Και το λέμε αυτό γιατί διαβλέπουμε ένα υποβόσκον ταλέντο στο μυθιστόρημα αυτό: το ταλέντο του σεναριογράφου. Το έργο αυτό θα μπορούσε να γίνει μια επιτυχημένη ταινία. Και πιστεύουμε ότι η Χρυσανθοπούλου μπορεί να γράψει πολύ καλά σενάρια. Έχει την αίσθηση της επικαιρότητας, και είναι αρκετά επινοητική στη σύνθεση μιας συναρπαστικής πλοκής. Μήπως πρέπει να διδαχθεί και την τεχνική του γραψίματος ενός σεναρίου;
Δεν νομίζω ότι είναι απαραίτητο, αν και όχι περιττό. Διάβασα παλιά ότι στο Χόλιγουντ δεν υποβάλλουν πια στους παραγωγούς σενάρια αλλά μυθιστορήματα. Ο ομορφιά μιας ιστορίας μόνο μέσα από ένα μυθιστόρημα μπορεί να φανεί, όχι από ένα σενάριο, και γι’ αυτό τόσα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας γίνονται ταινίες. Ο παραγωγός διαβάζει το μυθιστόρημα, εγκρίνει, και παραγγέλνει το σενάριο. Καλό θα ήταν η συγγραφέας να στείλει το βιβλίο της σε σκηνοθέτες σε παραγωγούς. Παρόλα τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο ελληνικός κινηματογράφος στις μέρες μας, μπορεί να έχει τύχη. Ευχόμαστε να έχει αυτή την τύχη. Και φυσικά να είναι καλοτάξιδο το βιβλίο.
Μπάμπης Δερμιτζάκης
No comments:
Post a Comment