Χριστίνα Καμπά, Στεγνοκαθαριστήριο η Χιονάτη, ΑΛΔΕ 2011 (σειρά metroαναγνώσματα), σελ. 47
Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα
Πολλές δυστυχίες πλήττουν την ηρωίδα της νουβέλας, που όμως δεν την λυγίζουν
Φαίνεται ότι η Χριστίνα Καμπά προσανατολίζεται σταθερά πλέον στην πεζογραφία. Στη νουβέλα της «Στεγνοκαθαριστήριο η Χιονάτη», που εκδίδεται επίσης στη σειρά metroαναγνώσματα όπως και η νουβέλα «Κράτα με στα χείλη σου» που παρουσιάσαμε πέρυσι, δεν παρεμβάλλονται πια ποιήματα.
Δεν είναι η μόνη απουσία που παρατηρούμε στο νέο της πεζογράφημα. Εκτός από την απουσία ποιημάτων, υπάρχει και η απουσία του έρωτα. Η ηρωίδα της έχει πιο σοβαρά προβλήματα που την απασχολούν, ο έρωτας δεν μπαίνει καθόλου σε προτεραιότητα.
Αυτό που παραμένει ίδιο είναι η αφηγηματική άνεση που τη διακρίνει, την οποία διαπιστώσαμε ήδη από το πρώτο της διήγημα, «Η εποχή των πέπλων» που εκδόθηκε στο συλλογικό «7 ψυχές 7 ζωές».
Και το καινούριο;
Η Καμπά εναλλάσσει την τριτοπρόσωπη αφήγηση με την πρωτοπρόσωπη. Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση παρεμβάλλεται σαν ιντερμέδιο στην τριτοπρόσωπη. Όμως δεν είναι η συνηθισμένη πρωτοπρόσωπη αφήγηση, όπου ο αφηγητής είναι είτε αυτοδιηγητικός, διηγείται δηλαδή τη δική του ιστορία, είτε ετεροδιηγητικός-μάρτυρας, αφηγείται δηλαδή μια ιστορία στην οποία ή συμμετέχει ελάχιστα ή την παρατηρεί απλώς ως θεατής. Η Καμπά, χρησιμοποιώντας το εφέ της αποστροφής (στην αφηγηματολογία-ρητορική είναι όρος που σημαίνει το να απευθύνεσαι σε κάποιον), βάζει την ηρωίδα της να απευθύνεται, μέσα από το ημερολόγιό της, στο θεό. Τολμηρά εικονοκλαστική, πότε τον ρωτάει με απορία, πότε τον παρακαλεί με κρυφή αγανάκτηση: «Θα ήθελα να μάθω πώς τα καταφέρνεις και δεν λυγίζεις, πώς μπορείς και γυρνάς την πλάτη στη δυστυχία και στη μιζέρια;» (σελ. 25) διαβάζουμε στην πρώτη καταγραφή, στην οποία καταλήγει: «Κάνε με τουλάχιστον αναίσθητη σαν κι Εσένα να μη με νοιάζουν τέτοιες λεπτομέρειες» (σελ. 28). Η Καμπά είναι ελάχιστα αφηγηματική σ’ αυτά τα κείμενα, που ξεχειλίζουν από έναν παραπονεμένο λυρισμό.
Γιατί τόσο παράπονο; Ένας μικρός αδελφός που έμεινε για καιρό φυτό πριν φύγει από τη ζωή, οι δουλειές που δεν πήγαιναν και τόσο καλά στο «Καθαριστήριο η Χιονάτη», μια αρρώστια της μητέρας που θα μπορούσε να της είχε στοιχίσει τη ζωή, ένας υπερπροστατευτικός πατέρας που την πνίγει κυριολεκτικά χωρίς να την αφήνει να πάρει ανάσα, είναι καταστάσεις που δύσκολα μπορεί να αντέξει η ευαίσθητη ψυχή ενός κοριτσιού. Όμως η Χριστίνα, η ηρωίδα της Καμπά, πρέπει να ορθώσει το ανάστημά της με θάρρος μπροστά σε όλες αυτές τις δυστυχίες. Η αγάπη, η προσφορά στον συνάνθρωπο, μας γεμίζει πάντα με δύναμη. Και η Χριστίνα θα κάνει μια πολύ μεγάλη χειρονομία αγάπης. Γυρνώντας από μια ανθρωπιστική αποστολή στη Νιγηρία, κρατάει μαζί της και ένα «μαυρούλι μωρό στην αγκαλιά της».
«-Γύρισα, και μάλιστα έχω και παρέα. Τη λένε Ελπίδα. Της υποσχέθηκα μια οικογένεια και να ’μαστε» (σελ. 46).
Διαβάζοντας αυτές τις γραμμές θυμήθηκα το χαριτωμένο μαυρούλι στο ντοκιμαντέρ του Αμπάς Κιαροστάμι ABC Africa, να περπατάει αβέβαιο στα μικρά του ποδαράκια, στα πρώτα του βήματα, για να σωριαστεί στο τέλος κάτω. Οι θετοί γονείς του, ένα ζευγάρι αυστριακών, έτρεξαν να το αγκαλιάσουν.
Με συγκίνηση διάβασα «κάτι σαν ξόρκι ενάντια στα κακά πνεύματα που το ’χε ακούσει από της διηγήσεις του πατέρα της» και το σιγομουρμούρισε η Χριστίνα, και που εγώ, σε παραλλαγή, το είχα ακούσει σε παραμύθι από τη γιαγιά μου. Το παραμύθι το έχω ξεχάσει, θυμάμαι μόνο ότι ο ήρωας του παραμυθιού απάντησε και στους δώδεκα λόγους του δράκου. Και ο δράκος, αφού αυτός απάντησε και στους δώδεκα λόγους του, τον ρωτάει: «και εδά ήντα θα γενώ εγώ;». «Θα γενείς μαρμάρινο κατώφλι να σε πατούμε».
Ελάχιστους από τους δώδεκα λόγους θυμόμουνα. Θυμήθηκα και κάποιους από τους υπόλοιπους από το ξόρκι αυτό, γιατί μερικοί είναι διαφορετικοί.
-Ένας λόγος τι λόγος.
-Ένας ο Θεός
-Δύο λόγια τι λόγια
-Δίκερο το βούι (βόδι)
-Τρία λόγια τι λόγια.
-Τρισυπόστατος θεός
-Τέσσερα λόγια τι λόγια
-Τεσσαρορόγα η αηλιά (τέσσερις ρόγες έχει η αγελάδα)
-Πέντε λόγια τι λόγια
-Πενταδάχτυλο το χέρι
-Έξε λόγια τι λόγια
-Έξε άστρα έχει η Πουλιά (Πούλια).
…..
-Δώδεκα λόγια τι λόγια
-Δώδεκα μήνες έχει ο χρόνος.
Έχει άραγε καταλογογραφηθεί αυτό το παραμύθι; Ή αυτό που θα μείνει στη διάθεση των λαογράφων είναι το παραπάνω ξόρκι και ό, τι έχω παραθέσει εγώ στη βιβλιοκριτική αυτή; Έχω μετανιώσει αφάνταστα που δεν κατέγραψα εκείνα τα παραμύθια της γιαγιάς μου, τα οποία διατηρώ πολύ θολά στη μνήμη μου. Και θυμάμαι ότι είχα μια τέτοια διάθεση. Όμως ήμουν μικρός, ήμουν μόλις δώδεκα χρονών όταν πέθανε, και το μόνο που με ενδιέφερε εκείνη την εποχή ήταν το παιχνίδι, όχι να γίνω λαογράφος.
Αφού η Χριστίνα Καμπά μας έκανε επίδειξη του πεζογραφικού της ταλέντου στο διήγημα και στη νουβέλα, νομίζουμε ότι είναι καιρός να μας το δείξει και στο μυθιστόρημα. Αναμένουμε.
Μπάμπης Δερμιτζάκης
No comments:
Post a Comment