Tuesday, April 24, 2012

Sir Walter Scott, Ιβανόης


Sir Walter Scott, Ιβανόης (μετ. Α.Γ.Σκορδίλης), Καλέντης 2001, σελ. 532

  Ο σερ Ουόλτερ Σκοτ είναι ο πιο διακεκριμένος συγγραφέας του ιστορικού μυθιστορήματος. Ο Γκέοργκ Λούκατς, στο θαυμάσιο έργο του «Το ιστορικό μυθιστόρημα» αναφέρεται επανειλημμένα σ’ αυτόν. (Το βιβλίο αυτό του Λούκατς το διάβασα τρεις τέσσερις φορές, το πρότεινα μάλιστα σε κάποιον τυπογράφο που φιλοδοξούσε να γίνει εκδότης, δέχτηκε και το μετάφρασα, όμως συνειδητοποίησε νωρίς ότι δεν θα τα κατάφερνε στον εκδοτικό στίβο, και έτσι δυστυχώς δεν εκδόθηκε). Από όλα τα έργα του Σκοτ ο Ιβανόης είναι εκείνο που είχε την πιο πλατιά διάδοση. Όπως γράφει η βικιπαίδεια, πολλοί πιστεύουν ότι συνέβαλε στο να αυξηθεί το ενδιαφέρον του κόσμου για τον ρομαντισμό και το μεσαίωνα. Εκεί διαβάζουμε επίσης ότι, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα μυθιστορήματα του Σκοτ, το φόντο βρίσκεται σε δεύτερο πλάνο, με μια μυθοπλασία εντελώς φανταστική, παρά το ότι τα περισσότερα πρόσωπα είναι πραγματικά (Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος, ο αδελφός του Ιωάννης, ο Ρομπέν των δασών, κ.ά). Επίσης, με το να παίρνει ο Σκοτ το μέρος των σαξόνων ενάντια στου νορμανδούς κατακτητές (η κατάκτηση έγινε το 1066), δηλώνει την αγανάκτησή του για την προσάρτηση της χώρας του, της Σκωτίας, από τους άγγλους, που έγινε το 1707, η οποία παρουσιάστηκε ως συγχώνευση, και το νέο βασίλειο ονομάστηκε Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας).
  Να γράψουμε τώρα τις δικές μας παρατηρήσεις.
  Ο διάλογος των προσώπων έχει συχνά τον επιτηδευμένο χαρακτήρα που βλέπουμε στα θεατρικά έργα του Σαίξπηρ. Βλέπουμε ακόμη και έναν τρελό, σαν τον τρελό στον «Βασιλιά Ληρ».
  Το έργο έχει αρκετό χιούμορ. Ένα δείγμα: «Σκέψου την τριήμερη νηστεία τους, απάντησε ο Αθελστέιν. Θα τιμωρηθούν αιματηρά όλοι τους. Ο Φρον ντε Μπεφ κάηκε ζωντανός για πιο ασήμαντο λόγο, και είχε καλό τραπέζι στους φυλακισμένους του, αν κι έβαλε πολύ σκόρδο στο βραστό κρέας με χόρτα…» (σελ. 493). «Η ευχή pax vobisum (ειρήνη υμίν) είναι ακατανίκητη. Φύλακας και σκοπός, ιππότης και ακόλουθος, πεζός και καβαλάρης, όλοι συγκινούνται. Μου φαίνεται πως, αν με πάρουν για κρεμάλα, θα το δοκιμάσω στο δήμιο» (σελ. 275).
  Στο έργο του ο Σκοτ παρουσιάζει ανάγλυφα τον αντισημιτισμό που κυριαρχούσε εκείνη την εποχή, τόσο στους νορμανδούς όσο και στους αγγλοσάξονες. Όμως, παρά το ότι καταγγέλλει τις ακρότητές του, ο τρόπος με τον οποίο περιγράφει τον Ισάκ, τον πατέρα της Ρεβέκας, μας κάνει να πιστεύουμε ότι τον συμμεριζόταν σε μεγάλο βαθμό. Ο ίδιος αντισημιτισμός επικρατούσε και στην Κρήτη, όπως διαβάζω τουλάχιστον στους «Κρητικούς γάμους» του Σπύρου Ζαμπέλιου. Θα πρέπει να ήταν γενικά διάχυτος πριν το ολοκαύτωμα, για να γράφει ο Κώστας Καρυωτάκης ανενδοίαστα στο ποίημά του «Στην αργυρή σελήνη»: «Λευτεριά, λευτεριά, θα σ’ αγοράσουν έμποροι, κονσόρτσια κι εβραίοι».
  Οι ναΐτες παρουσιάζονται με εντελώς αρνητικό τρόπο, προφανώς γιατί ανήκαν στους κατακτητές νορμανδούς. Ήταν οι υπερασπιστές του ναού του Σολομώντα, μετά την κατάκτηση της Ιερουσαλήμ από τους σταυροφόρους. Καλόγεροι πολεμιστές, ήταν κάτι σαν τους Ταλιμπάν στην χριστιανική εκδοχή, αδίστακτοι στον θρησκευτικό τους φανατισμό.
  Στο μεσαιωνικό ποίημα που ο Σκοτ βάζει σαν μότο στο τριακοστό έβδομο κεφάλαιο διαβάζουμε: «…ήταν ο νόμος… ακόμη αυστηρότερος  όταν ψηλά το σιδερένιο ρόπαλο τυραννικής δύναμης ανέμισε, και την ονόμασε δύναμη του θεού» (σελ. 419).
  Ο Σκοτ αναφέρεται επίσης στον αντικληρικαλισμό της εποχής, παραθέτοντας και σχετικές παροιμίες όπως: «Όσο πιο κοντά στην εκκλησία, τόσο πιο μακριά από το Θεό» (σελ. 210) και «Το να συναντήσεις στο δρόμο σου έναν καλόγερο, ένα λαγό ή ένα σκύλο που ουρλιάζει φέρνει ατυχία ως το επόμενο γεύμα σου». Και, θυμήθηκα τώρα, μια ανάλογη πρόληψη που είχαμε σαν μαθητές. Δεν ξέρω αν ήταν μόνο γεραπετρίτικη ή γενικότερα κρητική. Όταν συναντούσαμε στο δρόμο παπά έπρεπε να πιάσουμε τα από τέτοια μας, γιατί αλλιώς κάποιος καθηγητής θα μας έβγαζε στο μάθημα. Θυμάμαι τη φαρμακερή ματιά που μου έριξε ο παπα-Γιωργάκης όταν με είδε που τα έπιασα, καθώς δεν είχα την προνοητικότητα να περιμένω μέχρι να προσπεράσει.
  Διαβάζουμε: «Έτσι τέλειωσε η αξιομνημόνευτη κονταρομαχία του Άσμπι ντε λα Ζους, από τις καλύτερες της εποχής· αν και μόνο τέσσερις ιππότες πέθαναν στη μάχη (μεταξύ τους ένας που πέθανε από τη ζέστη της πανοπλίας του), τριάντα περίπου τραυματίστηκαν σοβαρά κι από αυτούς τέσσερις πέντε δεν γιατρεύτηκαν» (σελ. 44). Από μια άποψη, ήταν τελικά μια εποχή βαρβαρότητας.
  «Έτσι ο Σέντρικ, που στέγνωσε τα χέρια του με μια πετσέτα αντί να περιμένει να εξατμισθεί η υγρασία κουνώντας τα με χάρη στον αέρα, φαινόταν πιο γελοίος από…» (σελ. 161). Άλλες εποχές, άλλα ήθη. Και, θυμήθηκα τώρα τον πατέρα μου, που όταν έτρωγε έβαζε πάντα μια πετσέτα πάνω στα πόδια του. Έπρεπε να πάω στην Αθήνα για να μάθω ότι αυτό δεν ήταν μια χωριάτικη συνήθεια, αλλά αριστοκρατική.
  Και μια θυμοσοφία της εποχής: «Καλύτερα τρελός σε πανηγύρι παρά ελεύθερος στη μάχη» (σελ. 356).
  Διαβάζουμε: «… δέκα βαρέλια κρασί από τη Χίο» (σελ. 34) και «…το ελληνικό κρασί…» (σελ. 120). Εκείνη την εποχή το κρασί μας ήταν ανταγωνιστικό. Δεν ξέρω αν είναι και σήμερα. Μπορεί βέβαια και να μην περισσεύει για εξαγωγή, να το καταναλώνουμε όλο.
  Στον παραπάνω σύνδεσμο αναφέρονται διάφοροι αναχρονισμοί και ασυνέπειες που υπάρχουν στο μυθιστόρημα. Εντόπισα κι εγώ δυο. «Δεν έμαθα ποτέ την τέχνη να πολεμάω τέτοια οικοδομήματα τυραννίας, που οι νορμανδοί έκτισαν σ’ αυτή τη δυστυχισμένη χώρα» (σελ. 336). Το κάστρο όμως στο οποίο γίνεται αναφορά ήταν ενός αγγλοσάξωνα το οποίο είχαν κυριεύσει οι νορμανδοί, σκοτώνοντας τον άρχοντά του και την οικογένειά του. Μόνο την Ούλρικα άφησαν, που ο νέος άρχοντας την έκανε παλλακίδα του. Αυτή όμως εκδικήθηκε, όπως η  Lady Kaede  στο «Ραν» του Κουροσάβα. Και:
  «Είμαι ένας φτωχός αδελφός του Τάγματος του Αγίου Φραγκίσκου…» (σελ. 271). Έχοντας (ξανα) διαβάσει πρόσφατα τον «Φτωχούλη του Θεού» είδα ότι αυτό δεν έστεκε. Και το επιβεβαίωσα. Ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος, που στην επιστροφή του από την αιχμαλωσία αναφέρεται το μυθιστόρημα αυτό, γύρισε στην Αγγλία το 1194, ενώ ο Άγιος Φραγκίσκος ίδρυσε το τάγμα του το 1209).
   Και ένα μεταφραστικό λάθος (αν δεν κάνω λάθος): «Το κέρδισα σε μια μονομαχία με τον Σολντάν του Τρεμπιζόν» (σελ. 504). Μάλλον πρόκειται για τον σουλτάνο της Τραπεζούντας. Μην ξεχνάμε, εκείνη την εποχή η Κωνσταντινούπολη δεν είχε ακόμη κατακτηθεί από τους τούρκους.
  Είδα και δυο ταινίες με τον τίτλο «Ιβανόης». Η μια του 1952, με την Ελίζαμπεθ Τέηλορ στο ρόλο της Ρεβέκκας. Παρέλειπε αρκετά από το μυθιστόρημα, και επικεντρωνόταν κυρίως στις θεαματικές σκηνές της κονταρομαχίας και της μάχης. Η άλλη, του 1982, μεγαλύτερης διάρκειας, ήταν πιο πιστή στο μυθιστόρημα. Στο ρόλο της Ρεβέκκας ήταν η Ολίβια Χάσεϋ, που την είχαμε απολαύσει και σαν Ιουλιέτα στην ταινία του Τζεφιρέλι. Αυτή μου άρεσε περισσότερο, παρά την εκθαμβωτική παρουσία της Τέηλορ στην πρώτη.

Friday, April 13, 2012

Manuchehr Mosayyeri, Donya

Manuchehr Mosayyeri, Donya (2003)
http://www.imdb.com/title/tt0364310/
http://www.imdb.com/title/tt0364310/plotsummary

Βλέποντας την Donya έκανα κάποιες σκέψεις σε ζητήματα πρόσληψης και μη.
Κατ’ αρχάς, ξεχωρίζω τα έργα με θέση (à thèse, όπως στο μυθιστόρημα) από τα βαρβαρικά. Επίσης ξεχωρίζω τα έργα σε δυο κατηγορίες, στα έργα στα οποία η ιστορία είναι το πρόσχημα για να αναδειχθεί το κοινωνικοπολιτικό φόντο, και στα έργα όπου το φόντο τίθεται περίπου ως a priori για την ανάπτυξη μιας ιστορίας, για να μην κινούνται οι ήρωες στο κενό. Στην πρώτη κυρίως κατηγορία τοποθετούνται τα έργα με θέση. Σ’ αυτή την κατηγορία θα τοποθετούσα τα τέσσερα έργα της Tahmineh Milani που είδα (Δυο γυναίκες, Το κρυμμένο μισό, Η ανεπιθύμητη γυναίκα και Η πέμπτη αντίδραση, για τα οποία έχουμε γράψει εδώ http://hdermi.blogspot.com/2012/01/tahmineh-milani-unwanted-woman-and.html και εδώ http://hdermi.blogspot.com/2011/11/tahmineh-milani.html). Είναι έργα φεμινιστικά, που καταγγέλλουν τη θέση της γυναίκας στο Ιράν, με μια περισσότερο ή λιγότερο συναρπαστική πλοκή. http://www.blogger.com/img/blank.gifΥπάρχουν και αρκετά άλλα ιρανικά έργα, κυρίως γυhttp://www.blogger.com/img/blank.gifναικών σκηνοθετών, αλλά της Milani είναι τα πιο χαρακτηριστικά.
Και τώρα οι σκέψεις για την πρόσληψη.
Μια αφηγηματική τεχνική που χρησιμοποιείται κυρίως στο αστυνομικό έργο, είτε για μυθιστόρημα πρόκειται είτε για ταινία, είναι η ανατροπή μιας αφηγηματικής αναμονής. Όμως τόσο η αφηγηματική αναμονή όσο και η ανατροπή δημιουργούνται συγγραφικά. Ο συγγραφέας ξεγελάει τον αναγνώστη κάνοντάς τον να πιστέψει ότι αυτός είναι ο δολοφόνος, για να δημιουργήσει στο τέλος την ανατροπή, με το να αποδεικνύεται ότι ο δολοφόνος είναι κάποιος άλλος. Βέβαια αρκετοί αναγνώστες, ξέροντας το κόλπο, δεν ξεγελιούνται, ξέρουν από την αρχή ότι ο δολοφόνος είναι κάποιος άλλος από αυτόν που σε αφήνει ο συγγραφέας να υποθέσεις, αλλά κι απ’ αυτούς πάλι λίγοι μόνο θα μαντέψουν σωστά.
Πέρα όμως από τις ενδοκειμενικές αναμονές και ανατροπές, που δημιουργούνται δηλαδή σκόπιμα από τον συγγραφέα (ή το σεναριογράφο, αν πρόκειται για ταινία), συνειδητοποιώ βλέποντας την Donya ότι υπάρχουν και εξωκειμενικές αναμονές και ανατροπές. Αυτές μπορεί να καθορίζονται από τη συνολική συγκρότηση του δέκτη (ψυχολογία, μορφωτικό υπόβαθρο κ.λπ.), αλλά και από πιο ειδικούς παράγοντες. Στην περίπτωσή μου, ο ειδικός παράγοντας είναι ότι πολλά ιρανικά έργα καταγγέλλουν τη θέση της γυναίκας στο Ιράν. Έτσι βλέποντας την αρχή της Donya, κάνω τη σκέψη ότι πρόκειται για ένα ακόμη έργο με θέση. Υπάρχει ένας πατέρας αφέντης που θέλει να παντρέψει το γιο του με κοπέλες που θέλει αυτός. Ο γιος απορρίπτει την μια πρόταση μετά την άλλη, γιατί είναι ήδη ερωτευμένος με κάποια κοπέλα. Η αφηγηματική αναμονή είναι ότι ο έρωτας τελικά θα θριαμβεύσει• ότι στόχος του έργου είναι να καταγγείλει αυτή την απαράδεκτη κατάσταση που υπάρχει στο Ιράν, που μέχρι πρότινος υπήρχε και στη δική μας κουλτούρα, την επιβολή της πατρικής θέλησης στην εκλογή της νύφης ή του γαμπρού. Βέβαια θα έπρεπε να με υποψιάσει το ότι δεν έβλεπα προς το παρόν να κολλάει σ’ αυτό τη σχήμα η Donya.
Τελικά το έργο δεν ανήκει στα έργα με θέση, αλλά στα έργα που απλά αφηγούνται μια συναρπαστική ιστορία. Η Donya έχει βαλθεί να αγοράσει ένα σπίτι από έναν κτηματομεσίτη, που το έχει κάνει δική του κατοικία, αν και θέλει να το κατεδαφίσει και να κτίσει πολυκατοικία, παρά τις αντιρρήσεις της γυναίκας του. Για ποιο λόγο η Donya θέλει να αγοράσει αυτό ειδικά το σπίτι και κανένα άλλο; Αυτό το μαθαίνουμε στο τέλος: πρόκειται για το πατρικό της σπίτι. Μπροστά στην άρνησή του να της το πουλήσει μηχανεύεται άλλο κόλπο. Τον ξελογιάζει, την παντρεύεται, και της το μεταβιβάζει. Ακόμη, ο κτηματομεσίτης αυτός παραβιάζει την μουσουλμανική εντολή, ότι ο άντρας, όταν θέλει να πάρει και άλλη γυναίκα, πρέπει να έχει την συγκατάθεση της πρώτης. Έχω βέβαια διαβάσει ότι η συγκατάθεση αυτή παίρνεται συνήθως με απειλές και εκβιασμούς, αλλά αυτό δεν έχει σημασία. Στην προκειμένη περίπτωση ο κτηματομεσίτης αυτός της το κρύβει. Μάλιστα πιο πριν την στέλνει ταξίδι αναψυχής και προσκυνήματος στη Μέκκα, για να είναι ελεύθερος να φλερτάρει με την Donya. Όταν βέβαια μαθαίνει, και μαζί του κι εμείς, το σχέδιο της Donya, η οποία φυσικά, μετά τη μεταβίβαση, του ζητάει διαζύγιο, αφού μέσα στους όρους του γάμου τους (που στο ισλάμ είναι συμβόλαιο, και όχι μυστήριο όπως σε μας) ήταν να μπορεί, όποτε θέλει, να του ζητήσει διαζύγιο. Στο τέλος του έργου τον βλέπουμε να περπατάει καταρρακωμένος μέσα στη βροχή.
Το έργο ήταν πάρα πολύ καλό, με πολλές κωμικές σκηνές, ιδιαίτερα στην αρχή, που με έκαναν να πιστέψω ότι πρόκειται για κωμωδία. Είχε μια συναρπαστική πλοκή, όμως δεν ήταν έργο με θέση.
Ίσως δεν ήταν έργο με θέση για μένα, τον δυτικό θεατή, που περίμενα κάτι άλλο. Για τους ιρανούς θεατές όμως μπορεί να είχε και θέση: γεροπαραλυμένοι, αφήστε τις νεαρές και κοιτάξετε τις γυναίκες σας• μια θέση που θα ήταν πιο δυνατή αν η νέα γυναίκα τού έβαζε στο χέρι ένα μεγάλο μέρος από την περιουσία του. Όμως, όπως είπαμε, το μόνο που ήθελε αυτή ήταν να πάρει πίσω το πατρικό της σπίτι, και αφού δεν ήθελε να της το πουλήσει σκαρφίστηκε αυτό τον τρόπο.
Η ανατροπή στην αφηγηματική μου προσδοκία δεν μετέβαλε την εκτίμησή μου: πρόκειται για μια πάρα πολύ καλή ταινία. Οι κωμικές σκηνές είναι ιδιαίτερα απολαυστικές.

Λευτερης Πανουσης: Η τιμη της Αννας

Λευτερης Πανουσης: Η τιμη της Αννας: Α/Τ Ομονοιας Η ιστορια ειναι πραγματικη. Μου την αφηγηθηκε πελατισσα μου, μπατσινα που υπηρετει στο Α/Τ Ομονοιας. Δευτερα βραδυ λεει η μ...

Thursday, April 12, 2012

Kamran Shirdel, Women’s quarter, Teheran is the capital of Iran, women’s prison

Kamran Shirdel, Women’s quarter, Teheran is the capital of Iran, women’s prison
http://en.wikipedia.org/wiki/Kamran_Shirdel
Μετά το ντοκιμαντέρ «The night it rained» που παρουσιάσαμε σε προηγούμενη ανάρτησή μας http://hdermi.blogspot.com/2012/04/kamran-shirdel-night-it-rained-1967.html παρουσιάζουμε τρία ακόμη μικρά ντοκιμαντέρ του Shirdel που βρήκαμε στο youtube.

Women’s prison (1965)
Το εντεκάλεπτο αυτό ντοκιμαντέρ, σε αντίθεση με τα δυο επόμενα, δεν απαγορεύτηκε. Εξάλλου στο μεγαλύτερο μέρος του αποτελείται από συνεντεύξεις με αρμόδιους, και το υπόλοιπο με φυλακισμένες. Το πρόβλημά τους δεν είναι η ζωή στη φυλακή, αλλά η ανησυχία τους για τα παιδιά τους, που συχνά δεν έχουν ούτε την πατρική φροντίδα.

Women’s quarter (1965)
Πρόκειται για ένα συγκινητικό δεκαοκτάλεπτο ντοκιμαντέρ, που έμεινε ατέλειωτο γιατί απαγορεύτηκε από το καθεστώς του Σάχη. Ο Shirdel έφτιαξε το 1980 αυτό το ντοκιμαντέρ από τις λήψεις που είχε κάνει το 1966. Κάποιες γυναίκες που φιλοξενούνται στο women’s quarter και μαθαίνουν ανάγνωση και γραφή, αφηγούνται τη δραματική τους ιστορία, πώς ξεγελάστηκαν από κάποιους επιτήδειους και βρέθηκαν στη πορνεία.

Η Τεχεράνη είναι η πρωτεύουσα του Ιράν (1966)
Και αυτό το φιλμ είναι δεκαοκτάλεπτο, κι αυτό επίσης απαγορεύτηκε και έμεινε μισοτελειωμένο. Η προβολή του επιτράπηκε το 1980. Δείχνει την αθλιότητα σε μια συνοικία της Τεχεράνης, που αριθμούσε 27.000 κατοίκους. Είχε μόνο δυο σχολεία. Οι περισσότεροι κάτοικοι ήσαν άνεργοι ή υποαπασχολούμενοι. Κανένας χώρος για να παίζουν τα παιδιά. Η ταινία ξεκινάει δείχνοντας άστεγους να κοιμούνται σε υπονόμους. Τελειώνει με ίδιες εικόνες. Τελικά οι άλλοι της συνοικίας είναι πιο τυχεροί, αυτοί τουλάχιστον έχουν ένα σπίτι να μείνουν.
Βλέποντας την ταινία αυτή άρχισα να φοβάμαι. Να φοβάμαι μήπως κάποιος δικός μας σκηνοθέτης γυρίσει μια ανάλογη ταινία με τίτλο «Η Αθήνα είναι η πρωτεύουσα της Ελλάδας». Κάποια ρεπορτάζ που βλέπουμε κατά καιρούς στις ειδήσεις μπορεί να βάλουν σε ορισμένους την ιδέα.

Sunday, April 8, 2012

Saeed Ebrahimifar, Pomegranate and reed

Saeed Ebrahimifar, Pomegranate and reed (1989)

Μια ακόμη ιρανική ποιητική ταινία. Ο φωτογράφος μαζεύει από τον δρόμο έναν ηλικιωμένο που έχει πάθει έμφραγμα. Τον μεταφέρει στο νοσοκομείο. Ένα από τα παιδιά που τον σταμάτησαν για να μεταφέρει τον ηλικιωμένο, του δίνει από το παράθυρο, την τελευταία στιγμή, ένα σημειωματάριο που είχε πέσει από την τσέπη του ηλικιωμένου. Υπάρχει μέσα μια φωτογραφία και τηλέφωνα. Ο φωτογράφος προσπαθεί να επικοινωνήσει με αυτά τα τηλέφωνα, προφανώς δικών του ανθρώπων. Δεν απαντούν. Περιμένοντας ξεφυλλίζει το σημειωματάριο. Διαβάζει τα ποιήματα και τις καταγραφές του. Μέσα σε ένα ειδυλλιακό αγροτικό περιβάλλον, με ροδιές και καλαμιώνες, παρακολουθούμε την ζωή του ηλικιωμένου, τα παιδικά του χρόνια, το γάμο του, την κόρη του, τον εγγονό του. Το έργο τελειώνει με την παρουσίαση, αντιστικτικά, μωρών στο μαιευτικό τμήμα του νοσοκομείου. Μια ζωή τελειώνει, άλλες αρχίζουν. Η ταινία, γεμάτη λυρισμό και συγκίνηση, είναι από τις καλύτερες ιρανικές που έχω δει.

Kamran Shirdel, The night it rained

Kamran Shirdel, The night it rained (1967)
http://en.wikipedia.org/wiki/Kamran_Shirdel

O Kamran Shirdel είναι ντοκιμαντερίστας. Το έργο του «Τη νύχτα που έβρεχε» είναι ένα βραβευμένο σατιρικό ντοκιμαντέρ, ασπρόμαυρο, 35 λεπτών. Μάλιστα βρίσκεται όλο αναρτημένο στο youtube, σε πέντε μέρη. Αναφέρεται στην ιστορία ενός δωδεκάχρονου μαθητή, που μια νύχτα καταιγίδας, όταν η καταρρακτώδης βροχή κατέστρεψε τα υποστηλώματα μιας γέφυρας που πάνω της περνούσαν σιδηροδρομικές γραμμές, πρόλαβε μια τρομερή καταστροφή. Έτρεξε προς τη μεριά που θα ερχόταν το τραίνο, έβαλε φωτιά στο σακάκι του και κουνώντας το πέρα δώθε έδωσε στον μηχανοδηγό να καταλάβει ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Αυτός σταμάτησε, το ατύχημα αποφεύχθηκε.
Μετά όμως ξεκίνησε μια άλλη ιστορία. Κάποιοι αμφισβήτησαν το επεισόδιο. Ο Shirdel καταγράφει τις αντικρουόμενες μαρτυρίες. Η ιστορία με το παιδί είναι ένας μύθος. Όχι, η ιστορία είναι πραγματική. Η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση: και το παιδί έτρεξε, αλλά και οι υπεύθυνοι του σταθμού, και ειδοποίησαν τον μηχανοδηγό ταυτόχρονα. Πού βρίσκεται η αλήθεια;
Θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι βολεύει να διαψευστεί η ιστορία με το παιδί, γιατί διαφορετικά θα έπρεπε να τιμωρηθούν κάποιοι υπεύθυνοι. Όμως πώς μπορούμε να είμαστε σίγουροι; Ο σκηνοθέτης δεν αποφαίνεται.
Και μια σύμπτωση: πριν λίγες μέρες παίρνω ένα e-mail όπου διαβάζω ότι ένας ηρωικός φαντάρος, όταν ο γερμανός διοικητής του έδωσε εντολή να κατεβάσει την ελληνική σημαία από την Ακρόπολη και να ανεβάσει την χιτλερική, αυτός την κατέβασε, τυλίχτηκε μ’ αυτή και ρίχτηκε στο κενό.
Κάνω προώθηση στο μήνυμα και αμέσως μια φίλη μου στέλνει ένα e-mail διαψεύδοντας την ιστορία, παραθέτοντας μάλιστα και ένα σχετικό σύνδεσμο που αναφέρεται διεξοδικά στο ζήτημα.
Πριν λίγους μήνες άλλο email με άλλη ιστορία, και πάλι απαντητικό email που αμφισβητούσε τη γνησιότητα της ιστορίας.
Και πιο πριν, θυμάμαι τώρα που ξαναδιαβάζω τα παραπάνω, άλλη παρόμοια ιστορία. Και μια άλλη. Θα υπάρχουν σίγουρα και άλλες που δεν θυμάμαι. Έγραψα σε προηγούμενη ανάρτηση για το φαινόμενο Γιούρι Γκέλερ, στον οποίο έκανα αναφορά στο βιβλίο μου «Παραψυχολογία, μύθος ή πραγματικότητα». Μετά από χρόνια διάβασα κάπου ότι ήταν απατεώνας. Την πάτησα, σκέφτηκα, που τον ανέφερα στο βιβλίο μου. Μετά πάλι από χρόνια διάβασα ότι δεν ήταν απατεώνας. Για να συναντήσω πριν λίγες μέρες τον μπατζανάκη του φίλου μου του Γιώργου του Μπεθάνη, που μου είπε ότι χάρη στην υποβολή που άσκησε μέσω της τηλεόρασης (κάποτε είχε έλθει στην Ελλάδα, το θυμόμουν αυτό) έκοψε το τσιγάρο.
Υπήρξε ο Σαίξπηρ ή είναι κατασκεύασμα; Υπήρξε το ολοκαύτωμα, ή είναι ένα τεράστιο ψέμα; Και για τα δυο υπήρξαν αμφισβητήσεις. Θυμάμαι ότι το ολοκαύτωμα το αμφισβήτησε ο Ροζέ Γκαρωντύ, ένας πρώην μαρξιστής που έγινε μουσουλμάνος. Και δεν είναι ο μόνος.
Διαψεύδοντας μια συκοφαντία δεν μπορείς να τους πείσεις όλους, ούτε 100% εκείνους που θα πείσεις. Γι’ αυτό και ο Ταλεϋράνδος είπε: -Συκοφαντείτε, συκοφαντείτε, στο τέλος πάντα κάτι μένει. Και η συκοφαντία είναι απλά μια μορφή διασποράς ψεμάτων, από τα οποία, αυτοί που τα διασπείρουν, έχουν σίγουρα κέρδος. Επίσης έχουν κέρδος αυτοί που σκόπιμα αμφισβητούν κάποια γεγονότα.
Τελικά, de omnibus dubitandum est, για όλα πρέπει να αμφιβάλλουμε, τόσο για τις ιστορίες όσο και για τις διαψεύσεις τους. Για το μόνο που εγώ δεν αμφιβάλλω είναι για το ποσό που μου κατατίθεται στον τραπεζικό μου λογαριασμό, σαν μισθοδοσία και σε λίγο σαν σύνταξη. Και το ποσό αυτό γίνεται όλο και μικρότερο. Ναι, θα μου πει κανείς, όμως η μείωση αυτή κάποια στιγμή θα σταματήσει. Αμφιβάλλω.

Saturday, April 7, 2012

Sohrab Shahid-Saless, A simple event

Sohrab Shahid-Saless, A simple event (1973)

Το «Ένα απλό γεγονός» είναι η πρώτη ταινία του Sohrab Shahid-Saless. Πρόκειται για μια ταινία που θεωρείται ορόσημο στον Ιρανικό κινηματογράφο, όπως και η επόμενή του, η «Ακίνητη ζωή» για την οποία έχουμε γράψει εδώ: http://hdermi.blogspot.com/2012/01/sohrab-shahid-saless-still-life.html
Στην ταινία βλέπουμε την καθημερινότητα ενός μικρού παιδιού: σχολείο, σπίτι, δουλειά, που αποδίδεται με ένα ντοκιμαντερίστικο τρόπο. Στην πραγματικότητα δεν έχουμε ένα απλό γεγονός αλλά πολλά απλά επαναλαμβανόμενα γεγονότα, που σε ένα πεζογράφημα θα τα χαρακτηρίζαμε ως συμπεριληπτικά ή θαμιστικά (iterative είναι ο όρος της αφηγηματολογίας). Την συμπερίληψη δεν μπορεί να την δηλώσει απερίφραστα η ταινία (… κάθε μέρα ο μαθητής πήγαινε σχολείο… μετά έκανε αυτό… στη συνέχεια εκείνο…), αλλά μπορεί να την υποδηλώσει. Και δίπλα βέβαια στα συμπεριληπτικά αυτά γεγονότα υπάρχει ένα μοναδικό (singulatif) γεγονός, καθόλου απλό, ο θάνατος της άρρωστης μητέρας.
Σίγουρα ο Saless έχει επηρεάσει τον Ebrahim Forousezh στην ταινία του «Ο μικρός άνθρωπος», που αναφέρεται στις δυσκολίες που συναντάει στο σπίτι του ένας μικρός μαθητής, και πώς αυτές επηρεάζουν αρνητικά τη φοίτησή του. Επίσης πρέπει να έχει επηρεάσει τον Amir Naderi στην ταινία του «The runner», όπου παρουσιάζει ένα παιδί να βρίσκεται συνεχώς επί τροχάδην. Το ίδιο και ο ήρωας της ταινίας του Saless, τρέχει συνεχώς για να προλάβει τις διάφορες υποχρεώσεις του. Είναι μια ταινία που οι λάτρεις του ιρανικού κινηματογράφου δεν πρέπει να χάσουν.

Friday, April 6, 2012

Νίκος Καζαντζάκης, Ο φτωχούλης του θεού

Νίκος Καζαντζάκης, Ο φτωχούλης του θεού, Αθήνα 1964, εκδόσεις Ελ. Καζαντζάκη, σελ. 371

Μια συνέντευξη του Καζαντζάκη για τον Φτωχούλη του θεού κατέβηκε από το youtube, αλλά την ανάρτησα στο facebook, από όπου μπορείτε να την ακούσετε

Η πρώτη μου επαφή με τον Καζαντζάκη ήταν με τον Φτωχούλη του Θεού. Θυμάμαι, ήμουν μαθητής δευτέρας γυμνασίου, και στις γιορτές, νομίζω των Χριστουγέννων, γύρισε στο χωριό ο ξάδελφός μου ο Γιώργης ο Τζανετάκης, που σπούδαζε δάσκαλος στην παιδαγωγική ακαδημία Ηρακλείου. Μαζί του κρατούσε και τον Φτωχούλη του Θεού.
Δεν υπήρχε περίπτωση να μου τον δανείσει, τον είχε μισοδιαβασμένο και ήθελε να τον τελειώσει. Εγώ όμως τι έκανα: πήρα ένα τετράδιο και αντέγραφα ό, τι είχε υπογραμμίσει (τα σπίτια μας είναι γειτονικά στο χωριό), όταν αυτός δεν ήταν σπίτι ή ασχολιόταν με κάτι άλλο.
Γέμισα αρκετές σελίδες, δεν θυμάμαι πόσες. Τις διάβαζα και τις ξαναδιάβαζα με θαυμασμό. Τις τρεις προσευχές της ψυχής τις θυμάμαι από τότε. Η ψυχή, που παρομοιάζεται με δοξάρι, προσεύχεται και λέγει: «-Θεέ μου, τέντωσέ με, αλλιώς θα σαπίσω. –Θεέ μου, μη με παρατεντώσεις, γιατί θα σπάσω. –Θεέ μου, παρατέντωσέ με κι ας σπάσω». Λίγα χρόνια αργότερα τις βρήκα σαν μότο στο βιβλίο Bioenergetics του αμερικανού ψυχολόγου Alexander Lowen. Και ένα απόσπασμα ακόμη, που το έχω βάλει σαν μότο στο blog μου: -Πολύ ψηλά 'ναι ο ουρανός, δεν τον φτάνω, καλή 'ναι η γη, περίκαλη κοντά μου. -Δεν υπάρχει πράμα πιο κοντά μας από τον ουρανό. Η γη είναι κάτω από τα πόδια μας και την πατούμε. Ο ουρανός είναι μέσα μας».
Σε ανάμνηση εκείνης της εποχής έκανα και τώρα κάτι παρόμοιο, για τους αναγνώστες αυτής της ανάρτησης: έχω αντιγράψει σε ξεχωριστό αρχείο αυτά που υπογράμμισα. Δυστυχώς δεν μπορεί να αναρτηθεί στο blog γιατί αν και είναι αρχείο word, τα αποσπάσματα είναι επικολλημένα σαν εικόνες. Μπορείτε να το βρείτε στον κατάλογο με τις αναρτήσεις μου, στον αριθμό 540 http://www.babisdermitzakis.gr/criticism.html και να το κατεβάσετε, όσοι ενδιαφέρεστε.
Τον Φτωχούλη του Θεού, όπως και τα υπόλοιπα μυθιστορήματα του Καζαντζάκη, τα διάβασα αργότερα. Μου τα δάνεισε ο φίλος μου ο Αντώνης ο Μουστακάκης, όταν του τα έφερε ο πατέρας του από την Αθήνα.
Τον Φτωχούλη του Θεού, όπως και τον Καπετάν Μιχάλη, τον διάβασα και στα αγγλικά. Ο κος Σταυρακάκης με είχε αποβάλει διαπαντός από το φροντιστήριο αγγλικών του στην Ιεράπετρα (παραήμουν άτακτος, όμως ας μην επεκταθώ σε αυτή τη βιογραφική λεπτομέρεια, νομίζω την έχω γράψει αλλού), και εγώ, επειδή ήθελα να μάθω οπωσδήποτε αγγλικά, αγόρασα τις αγγλικές μεταφράσεις, και με τη βοήθεια λεξικού και έχοντας και το πρωτότυπο δίπλα (το αγόρασα κι αυτό εν τω μεταξύ), τις διάβασα.
Όλα τα βιβλία του Καζαντζάκη τα διάβασα τότε δυο φορές. Όμως είχα δώσει στον εαυτό μου την υπόσχεση ότι κάποτε θα τα διάβαζα μια φορά ακόμη. Ξεκίνησα με τον Ζορμπά, όταν διορίστηκα. Και σταμάτησα. Άλλα πράγματα πήραν προτεραιότητα. Συνέχισα μόλις πέρυσι, με τον Τελευταίο Πειρασμό και την Αναφορά στον Γκρέκο. Φέτος είχε σειρά ο Φτωχούλης του Θεού.
Ξέρω ότι ο περισσότερος κόσμος προτιμά άλλα έργα του Καζαντζάκη, και κυρίως την Αναφορά στον Γκρέκο. Νομίζω ότι οι περισσότεροι θα έβαζαν τον Φτωχούλη τελευταίο στη λίστα.
Εγώ τον είχα πρώτο. Ήταν το βιβλίο που μου άρεσε περισσότερο από όλα τα μυθιστορήματα του Καζαντζάκη. Όμως, μετά από σχεδόν πενήντα χρόνια, θα εξακολουθούσε να μου αρέσει το ίδιο; Το ξεκίνησα έχοντας αυτό τον ενδοιασμό.
Τελικά βλέπω ότι τόσο στις ιδέες μου όσο και στις προτιμήσεις μου έχω μείνει ολότελα σταθερός. Αυτά που μου άρεσαν στα νιάτα μου αυτά μου αρέσουν και τώρα, αυτά που πίστευα στα νιάτα μου αυτά πιστεύω και τώρα-με μικροδιαφορές βέβαια.
Αυτό που κάνει τον Φτωχούλη να διαφέρει από τα άλλα μυθιστορήματα είναι πως εδώ η πλοκή είναι υποτυπώδης. Ο Φτωχούλης είναι ένα μωσαϊκό από σύμβολα, αποφθεγματικές εκφράσεις, παραβολές, αλληγορικές εικόνες και επεισόδια. Ο μυστικισμός του Καζαντζάκη (στα νιάτα του ήθελε να γίνει αρχηγός θρησκείας) μπορεί μεν να βρήκε την πιο ακραία του έκφραση στην Ασκητική, όμως πιστεύω ότι την πιο ολοκληρωμένη την βρήκε στον Φτωχούλη.
Στον Φτωχούλη ο Καζαντζάκης δεν υμνεί μόνο τον άγιο σαν άγιο, αλλά και σαν ισχυρή προσωπικότητα, που αγωνίζεται με όλες του τις δυνάμεις για αυτό που έχει θέσει ως στόχο ζωής και θυσιάζει τα πάντα γι’ αυτόν. Ο Φτωχούλης έχει την αγνότητα του Χριστού και του Μανωλιού, αλλά και τη δύναμη του Καπετάν Μιχάλη.
Δεν θέλω να γράψω περισσότερα, έχουν γραφεί εξάλλου τόσα πολλά για τον Καζαντζάκη. Ούτε να σχολιάσω αποσπάσματα, που είναι τόσα πολλά. Θα παραθέσω όμως εδώ ένα που νομίζω κρύβει όλη την κοσμοθεωρία του, που θα της έδινα το όνομα «ηρωικός μηδενισμός»: «Ποιος ξέρει, το να ζητάς το Θεό, αυτό είναι Θεός» (σελ. 34). Τα αποσπάσματα που έχω επιλέξει μπορείτε να τα βρείτε στον σύνδεσμο που παραθέτω παραπάνω.

Tuesday, April 3, 2012

Τζ. Κ. Τσέστερτον, Το σκάνδαλο του πατρός Μπράουν

Τζ. Κ. Τσέστερτον, Το σκάνδαλο του πατρός Μπράουν (μετ. Άρης Σφακιανάκης), Γράμματα 1986, σελ. 190

Το αστυνομικό είναι είδος που δεν μου αρέσει καθόλου. Δεν έχω διαβάσει κανένα βιβλίο της Άγκαθα Κρίστι, ούτε κανενός άλλου συγγραφέα αστυνομικών μυθιστορημάτων. Όταν ήμουν μαθητής και αγόραζα τη Μάσκα, ποτέ δεν διάβαζα τον Λέμυ Κώσιον, τον Ντέτεκτιβ Χ και δεν θυμάμαι ποιους άλλους. Αγόραζα τα τεύχη όπου ήρωας ήταν το Γεράκι, ο Γερόλυκος, ο Ζορό, δηλαδή τα γουέστερν (Πρέπει να διαβάσω και τον Zorro της Isabel Allende που αγόρασα πέρυσι στην έκθεση βιβλίου).
Τον Τσέστερτον τον ήξερα σαν όνομα. Είχα υπόψη μου ότι είναι ένας από τους κορυφαίους άγγλους συγγραφείς, αλλά δεν έτυχε να πέσει κανένα βιβλίο του στα χέρια μου. Μέχρι που βρήκα σε προσφορά το «Σκάνδαλο τους πατρός Μπράουν». Το αγόρασα φυσικά. Για να διαπιστώσω με έκπληξη ότι επρόκειτο για αστυνομικά διηγήματα.
Διάβασα τη βιογραφία του Τσέστερτον στη βικιπαίδεια (Τη διάβασα στα αγγλικά. Έψαξα τώρα στα ελληνικά για να παραθέσω τον σύνδεσμο και είδα ότι δεν υπάρχει). Πολυγραφότατος ο Τσέστερτον, ασχολήθηκε σχεδόν με όλα τα είδη του λόγου, και φυσικά με το αστυνομικό. Και, κάτι που με εξέπληξε, ασχολήθηκε και με την παραψυχολογία. Διαβάζοντας τη βιογραφία του έμαθα πώς λέγεται και το «ποτηράκι», όπως το αναφέρω στο βιβλίο μου «Παραψυχολογία, μύθος ή πραγματικότητα», γιατί έτσι μου έγινε γνωστό από το φίλο μου το Δημήτρη που μας το έφερε από την Ιταλία. Λέγεται Ouija (ουίγια), που είναι σύνθεση του «ναι» στα γαλλικά και στα γερμανικά. Πρόκειται για το τραπεζάκι με το οποίο καλείς τα πνεύματα. Όποιος ενδιαφέρεται να μάθει περισσότερα γι’ αυτό, το βιβλίο μου είναι downloadable στο διαδίκτυο.
Τελικά το αναγνωστικό ενδιαφέρον έχει να κάνει όχι μόνο με τον συγγραφέα και με την ποιότητα του βιβλίου, αλλά και με το είδος. Αυτό βέβαια μου ήταν γνωστό, αλλά το συνειδητοποίησα πολύ έντονα προσπαθώντας να διαβάσω αυτό το βιβλίο. Συνεχώς αφαιρούμουν, συχνά έπρεπε να ξαναδιαβάσω μια παράγραφο για να καταλάβω τι λέει, και διάβαζα γρήγορα γιατί, μια και ήμουν αποφασισμένος να το τελειώσω, έπρεπε να το τελειώσω μια ώρα αρχύτερα. Στο Πανεπιστήμιο, στο Τμήμα Αγγλικών Σπουδών από όπου πήρα το πρώτο μου πτυχίο, είχαμε κάποτε ένα μάθημα πώς να διαβάζουμε γρήγορα. Δεν θυμάμαι τις τεχνικές, ίσως εντυπώθηκαν μέσα μου υποσυνείδητα. Πάντως δεν συνηθίζω να διαβάζω γρήγορα, καθώς αυτό στερεί την απόλαυση του κειμένου.
Έχω πια αποκρυσταλλωμένη αντίληψη: δεν πρόκειται ποτέ να ξαναδιαβάσω αστυνομικό μυθιστόρημα ή διήγημα.
Όμως να πω δυο λόγια για το βιβλίο. Ο πατέρας Μπράουν είναι ένας ευφυέστατος ιερωμένος, και με τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του μπορεί να εξιχνιάσει κάθε υπόθεση. Δεν θα έλεγα την πιο σκοτεινή, γιατί συνήθως το καλό αστυνομικό λειτουργεί με ανατροπές. Εκεί που όλοι νομίζουν πως ο δολοφόνος είναι εκείνος, αυτός τους αποδεικνύει ότι ο δολοφόνος είναι αυτός. Δεν ξέρουμε πόσο αποτελεσματικά υπηρετεί τον Κύριο, πάντως την δικαιοσύνη την εξυπηρετεί πολύ αποτελεσματικά, παρόλο που η ανακάλυψη δολοφόνων δεν εντάσσεται μέσα στις επαγγελματικές του αρμοδιότητες.
Το βιβλίο είναι καλό, οι λάτρεις του είδους θα το απολαύσουν. Εγώ, τι να κάνουμε, είπαμε, το είδος δεν μου αρέσει.