Το
κουμπί
Η
παρακάτω ιστορία δεν μου φαίνεται για αληθινή, έχει όμως πλάκα. Είναι βέβαια
λίγο σόκιν, όμως έτσι είναι πολλές από τις κρητικές μαντινιάδες.
Ο
Γιώργης φαίνεται έχει σκοτούρες και γι’ αυτό έχει παραμελήσει τον εαυτό του.
Πάντα κουμπώνει μια κουμπότρυπα της καμπαρντίνας του με ένα κουμπί του
πουκάμισου. –Βρε Γιώργη, πρόσεξε πώς κυκλοφορείς, έχεις κουμπώσει λάθος την
καμπαρντίνα σου, του έλεγαν συχνά φίλοι και χωριανοί όταν τον συναντούσαν στο
δρόμο. Αυτός, αντί να συμμορφωθεί, τους έλεγε:
- Άι γ&μ#σ©υ.
Κάποια
στιγμή οι φίλοι του κάνουν σύσκεψη. Πώς να τον καταφέρουμε να κουμπώνει σωστά
την καμπαρντίνα του;
-Γιάννη,
εσύ που είσαι ο κολλητός του βρες ένα τρόπο, πες του πως έτσι που κουμπώνει την
καμπαρντίνα του γίνεται ρεζίλι, να είναι πιο προσεκτικός.
-Έγνοια
σας και εγώ θα το τακτοποιήσω.
Κάποια
μέρα λοιπόν τον φωνάζει.
-Γιώργη,
η γυναίκα μου έσφαξε κόκορα, έλα το βράδυ σπίτι να πιούμε μια ρακή, να φάμε ένα
μεζέ, και να πούμε και καμιά μαντινιάδα.
Σύμφωνος
ο Γιώργης.
Το
βράδυ στο σπίτι του Γιάννη στρώνονται στο φαῒ και στη ρακή.
Συχνά πυκνά σκουντούν και τα ποτήρια τους: «Εβίβα των καλών αντρώς», «να
πεθάνει ο χάρος», «άσπρο πάτο» και «εβίβα το πρώτο». (Παρεμπιπτόντως και οι Κινέζοι
λένε «άσπρο πάτο», γκαν μπέι, όμως δε λένε «εβίβα το πρώτο» αλλά «εβίβα το
τελευταίο», τζουιχόου γι μπέι).
Κάποια
στιγμή ο Γιάννης λέει.
-Δεν
σκαρώνουμε και καμιά μαντινιάδα; Όταν δεν μπορεί να τη συμπληρώσει ο ένας θα τη
συμπληρώνει ο άλλος.
-Και
γιατί όχι; Ο Γιώργης απονήρευτος δεν έφερε αντίρρηση.
Κάνει
ο Γιάννης πως σκέφτεται, και μετά από λίγο πετάει τον πρώτο στίχο.
-Της καμπαρντίνας
το κουμπί είναι του ποκαμίσου.
Ο
Γιώργης δεν σκέφτηκε καθόλου, τη συμπλήρωσε στη στιγμή.
-Οι άλλοι γ&μ#θήκανε,
άμε κι εσύ γ&μ#σ©υ.
No comments:
Post a Comment