Γιάννη Χρηστάκη, Το χωριό Μύθοι (Μίνθη) Ιεράπετρας, Ηράκλειο
2013, σελ. 253
Ένα ενδιαφέρον μελέτημα για ένα χωριό της ανατολικής Κρήτης
Σχεδόν κάθε χωριό
της Κρήτης βρίσκει κάποια στιγμή τον άνθρωπο που θα ασχοληθεί με την ιστορία
του, τη γεωγραφία του και τις παραδόσεις του, και τα αποτελέσματα των μελετών
του θα τα παρουσιάσει σε βιβλίο. Έχουμε παρουσιάσει αρκετά τέτοια βιβλία στο
παρελθόν. Το τελευταίο, αλλά όχι έσχατο φαντάζομαι, που φτάνει στα χέρια μας,
είναι το βιβλίο του επίτιμου σχολικού συμβούλου Γιάννη Χρηστάκη. Τα βιβλία
αυτά, καθώς έχουν περιορισμένο αναγνωστικό κοινό, δεν προτιμώνται από τους
εκδότες, και έτσι οι συγγραφείς τους καταφεύγουν στην αναζήτηση χορηγών. Ένας
χορηγός της έκδοσης αυτού του βιβλίου είναι «το φαρμακείο της κ. Σμαράγδας
Αλεξανδρίδη και Σία ΟΕ, Γ. Παπανδρέου 30, Αργυρούπολη, Αθήνα, που ευγενώς
ανέλαβε το μεγαλύτερο μέρος της εκδοτικής δαπάνης του βιβλίου…», διαβάζουμε
στις «Ευχαριστίες». Να ευχαριστήσω κι εγώ άλλη μια φορά από αυτές τις γραμμές
το χορηγό του δικού μου βιβλίου «Το χωριό μου: από την αυτοκατανάλωση στην
αγορά» Γιώργη Τωμαδάκη, που στο κατάστημα ένδυσης που έχει στην Νέα Σμύρνη με
την επωνυμία Sportstown
υπήρξα κάποτε ένας πολύ μικρός μέτοχος. Το χωριό μου, επειδή στον τίτλο δεν
αναφέρω το όνομά του σε αντίθεση με τον Χρηστάκη, πράγμα για το οποίο συνειδητοποιώ
τώρα ότι ήταν μια παράλειψη, είναι το Κάτω Χωριό Ιεράπετρας.
Πριν από την
εισαγωγή υπάρχει το ποίημα του Γεώργιου Αθάνα «Οι χωριανοί».
Όλοι μας γνωριζόμαστε από μικρά παιδιά
με το μικρό του τ’ όνομα ένας τον άλλο κράζει,
στα μυστικά μας δεν μπορεί να βάλομε κλειδιά,
ξέρει καθ’ ένας τ’ αλλονού τα μάτια να διαβάζει
Αυτή είναι η πρώτη
στροφή του ποιήματος.
Στην εισαγωγή ο
Χρηστάκης μιλάει για την αγάπη του για το χωριό του, αγάπη που την νοιώθουν
όλοι οι χωριανοί του και για την έγνοια τους γι’ αυτό. Καταλήγει μιλώντας για
τη δομή του βιβλίου.
«Το βιβλίο
χωρίζεται… σε δυο κύρια μέρη. Το πρώτο σπουδάζει το χώρο και ό,τι έχει σχέση μ’
αυτόν, ενώ στο δεύτερο παρουσιάζεται αναλυτικά η ιστορική διαδρομή μέσα στο χρόνο,
περιγράφεται αδρά η κοινωνική κατάσταση και εκτίθεται η γενικότερη κοινωνική
δραστηριότητα. Συμπληρωματικά, στο δεύτερο αυτό μέρος, καταγράφεται η γλωσσική
πραγματικότητα της περιοχής την περίοδο που εξετάζεται και καταχωρούνται
μερικές μικρές ιστορίες-διηγήματα, που αποδίδουν εναργέστερα και εκφραστικότερα
το κοινωνικό κλίμα, το σφυγμό του τόπου».
Οι Μύθοι κείνται δυτικά
της Ιεράπετρας, λίγο μετά το Μύρτος. Βρίσκονται ανάμεσα στα «Καμένα χωριά» (από
τους Γερμανούς). Γλίτωσαν το κάψιμο, αλλά θρήνησαν κι αυτοί τους νεκρούς τους.
Κοντά τους υπάρχουν περιοχές άφατου κάλους, ανάμεσα στις οποίες είναι και το
φαράγγι της Σαρακήνας.
Ενδιαφέρον είναι το κεφάλαιο
με τα τοπωνύμια. Ο Χρηστάκης καταγράφει 195 τοπωνύμια, τα οποία χωρίζει στις
εξής κατηγορίες: Αρχαιολογικά-ιστορικά, ανθρωπωνυμικά, φυτωνυμικά, ζωωνυμικά, τουρκωνυμικά,
εδαφωνυμικά και διάφορα. Ένα από αυτά είναι το τοπωνύμιο «Σαραντάπηχος», που συνδέεται
με ιστορικό πρόσωπο το οποίο έχει περιβληθεί με την αχλή του θρύλου. Ο
Σαραντάπηχος ήταν ο Ακρίτας της περιοχής που την προστάτευε από τους Σαρακηνούς,
αλλά, όπως διαβάζω στο βιβλίο αυτό, είχε μετατραπεί σε δυνάστη της περιοχής.
Έχω διαβάσει και σε
άλλα βιβλία για τον Σαραντάπηχο, καθώς και άσματα που συνδέονται με το όνομά
του. Για πρώτη φορά άκουσα για αυτόν στο ομώνυμο τραγούδι από τη συλλογή
«Αφιέρωμα» του Γιάννη Μαρκόπουλου.
Αξιόλογη είναι η
ετυμολογία του ονόματος που οφείλεται σε ένα γάλλο φιλέλληνα, τον Πωλ Φωρ, για
την οποία γίνεται έμμεση μνεία στον τίτλο. Το αρχικό όνομα ήταν Μίνθη, ονομασία
που την πήρε από το ομώνυμο φυτό.
Το όνομα αυτό παραπέμπει άμεσα στον μινωικό πολιτισμό, καθώς είναι γνωστό πως
τα ονόματα με το σύμφωνα νθ (Ραδάμανθυς) και ττ (Λυκαβηττός) είναι προελληνικά.
Κάποια στιγμή το «Η Μίνθη» έγινε «Οι Μύθοι», όπως το κατωχωρίτικο «Τα όρη»
έγινε «Το αόρι».
Έχοντας το πρόγραμμα
«Διόνυσος» που περιέχει όλα τα κείμενα της αρχαίας γραμματείας, έψαξα με
περιέργεια για τη «μίνθη». Βρήκα πολλά
λήμματα στον Γαληνό, που μιλάει για τις θεραπευτικές της ιδιότητες, και την
χαρακτηρίζει «…ἡ εὐώδης μίνθη…».
Γιατί ευώδης; Γιατί υπάρχει και η καλαμίνθη,
για την οποία υπάρχουν περισσότερα λήμματα. Γι’ αυτήν διαβάζω στον Γαληνό: «ἔστι
γὰρ ἑτέρα τις οὐκ εὐώδης μίνθη, ἣν
καὶ καλαμίνθην καλοῦσι». Το «ουκ
ευώδης» δεν σημαίνει ότι δεν είχε οσμή, γιατί στις «Εκκλησιάζουσες» του
Αριστοφάνη διαβάζουμε: «σὺ δέ γ' ὄζοις ἂν καλαμίνθης», θα βρωμούσες δηλαδή σαν καλαμίνθη.
Παρά τις θεραπευτικές ιδιότητες της μίνθης,
διαβάζω σε ένα άλλο λήμμα, κάποιου Ορειβάσιου, ότι: «λαμβάνοι δ' ἂν καλῶς
καὶ φοινίκων· διουρητικοὶ γὰρ ὄντες καθαίρουσι τὸ αἷμα καὶ χρηστὸν τὸ γάλα
παρασκευάζουσι· πονηρότατα δὲ μίνθη
καὶ ὤκιμον, φθείροντα τὸ γάλα». Φάρμακο λοιπόν η μίνθη, αλλά στο μητρικό γάλα
κάνει κακό. Στους «Δειπνοσοφιστές» επίσης διαβάσουμε: «στέφανον εἶχον
κοκκυμήλων καὶ μίνθης». Και
στεφάνια λοιπόν έφτιαχναν από τη μίνθη.
Πολλά τα λήμματα,
εγώ είμαι κατωχωρίτης, ας τα μελετήσει, αν έχει όρεξη, ένας μυθιανός.
Τα λαογραφικά
στοιχεία έχουν ένα ευρύτερο ενδιαφέρον. Στο υποκεφάλαιο «Διάφοροι κοινωνικοί
μηχανισμοί» ο Χρηστάκης μιλάει για το ραντολόι, για το καερέτι, για τους
δανεικούς κ.ά, πράγματα που τα ξέρω και από το δικό μου χωριό, και στο «Λαϊκές
δοξασίες» για τους καλλικαντζάρους, για το κλάμα του σκύλου (που στο χωριό μου
το λένε και σκυλομούργισμα· όταν κάποτε άκουγα όπερα από το ραδιόφωνο, η συγχωρεμένη
η μάνα μου μού είπε: ήθελα και να κάτεχα ίντα καταλαβαίνεις από φτανά τα
σκυλομουργίσματα), τη ζάρα (πάλι θυμάμαι τη μητέρα μου, που όταν μια ζάρα
κάθισε πάνω σε ένα δένδρο στο περβόλι μας και άρχισε να κρώζει μου φώναξε
έντρομη: διώξε το, διώξε το), για την οποία γράφει ο Χρηστάκης: «Κάποτε όμως
δεν φωνάζει σαν πουλί αλλά σέρνει στριγγές φωνές, κράζει, σέρνει σκληριές. Αυτό
αποτελεί, όπως πίστευαν, ειδοποίηση θανάτου κάποιου προσώπου της οικογένειας»
(σελ. 97. Όχι, δεν πέθανε κανείς τότε από την οικογένειά μου).
Μεγάλο ενδιαφέρον
έχει και το κεφάλαιο με τα γλωσσικά. Εκεί παραθέτει ο Χρηστάκης διάφορες
παροιμίες και τυποποιημένες φράσεις, αλλά επιχειρεί και την ετυμολόγηση κάποιων
απ’ αυτές δείχνοντας την αρχαιοελληνική τους προέλευση. Γράφει για παράδειγμα
ότι το «ντελόγο» προέρχεται από το «εν τω λόγω», και το «έντρομα» από το «εν τω
δρόμω».
Τα τέσσερα διηγήματα
με τα οποία τελειώνει το βιβλίο και τα οποία δείχνουν χαρακτηριστικές εικόνες
από τη ζωή του χωριού, αναδεικνύουν τον Χρηστάκη όχι μόνο ικανό ερευνητή αλλά
και ταλαντούχο λογοτέχνη. Το πλούσιο εικονογραφικό υλικό αλλά και τα στοιχεία
που συνέλλεξε κατά την έρευνά του ξεπερνούν το τοπικό ενδιαφέρον, και έτσι το
βιβλίο αυτό μπορούμε να πούμε ότι απευθύνεται όχι μόνο στον Μυθιανό, όχι μόνο
στον Γεραπετρίτη, αλλά και σε κάθε Κρητικό-τουλάχιστον. Γιατί το γνωστικό
ενδιαφέρον δεν έχει όρια, είναι παγκόσμιο, και αυτό είναι το βασικό πιστεύω της
κοινωνικής ανθρωπολογίας, η οποία μελετάει κοινωνίες που βρίσκονται στο
περιθώριο του λεγόμενου πολιτισμένου κόσμου, ακριβώς γιατί ενδιαφέρουν αυτόν
τον πολιτισμένο κόσμο. Από τις γραμμές αυτές θα ευχηθούμε να είναι καλοτάξιδο
το βιβλίο.
Μπάμπης Δερμιτζάκης
Καλημέρα αγαπητέ μου Μπάμπη.
ReplyDeleteΠραγματικά έχουν πολύ ενδιαφέρον οι λαογραφικές συλλογές που διασώζουν παλαιότερα κείμενα και είναι ιδιαίτερα εξυπηρετικό όταν έχουν γλωσσάριο με ερμηνεία και ετυμολογία.
Βέβαια, ορισμένες φορές οι λέξεις έχουν τον τρόπο τους να συγκαλύπτουν τα ίχνη και την ταυτότητά τους και να μας ξεγελούν. Έτσι, το επίρρημα ντελόγο «αμέσως», αν αυτό εννοεί ο συγγραφέας, δεν έχει σχέση με κάποια αρχαία φράση, αλλά προέρχεται από το βενετσιάνικο di l(u)ogo «επί τόπου». Επίσης, το επίρρημα έντρομα «εύκολα, πρόχειρα» δεν σχηματίστηκε από φράση αλλά από το ελληνιστικό επίθετο ἔνδρομος. Και οι δύο αυτές λέξεις τής κρητικής διαλέκτου είναι ήδη μεσαιωνικές.
Ελπίζω αυτές οι δύο μάλλον σχολαστικές παρατηρήσεις να μην ήταν περιττές. Σου στέλνω τους θερμούς χαιρετισμούς μου. :)
Καλημέρα αγαπητέ μου Μπάμπη.
ReplyDeleteΠραγματικά έχουν πολύ ενδιαφέρον οι λαογραφικές συλλογές που διασώζουν παλαιότερα κείμενα και είναι ιδιαίτερα εξυπηρετικό όταν έχουν γλωσσάριο με ερμηνεία και ετυμολογία.
Βέβαια, ορισμένες φορές οι λέξεις έχουν τον τρόπο τους να συγκαλύπτουν τα ίχνη και την ταυτότητά τους και να μας ξεγελούν. Έτσι, το επίρρημα ντελόγο «αμέσως», αν αυτό εννοεί ο συγγραφέας, δεν έχει σχέση με κάποια αρχαία φράση, αλλά προέρχεται από το βενετσιάνικο di l(u)ogo «επί τόπου». Επίσης, το επίρρημα έντρομα «εύκολα, πρόχειρα» δεν σχηματίστηκε από φράση αλλά από το ελληνιστικό επίθετο ἔνδρομος. Και οι δύο αυτές λέξεις τής κρητικής διαλέκτου είναι ήδη μεσαιωνικές.
Ελπίζω αυτές οι δύο μάλλον σχολαστικές παρατηρήσεις να μην ήταν περιττές. Σου στέλνω τους θερμούς χαιρετισμούς μου. :)
Γεια σου αγαπητέ μου Θοδωρή. Πριν μια βδομάδα συνάντησα τυχαία τους γονείς σου και ανταλλάξαμε νέα. Με τη γιαγιά σου βλεπόμαστε συχνότερα. Σίγουρα εσύ ως γλωσσολόγος έχεις τον τελευταίο λόγο, ο Χριστάκης είναι δάσκαλος, έκανε δυο υποθέσεις ευλογοφανείς και τις ανέφερε. Κι εγώ το ντελόγο το ήξερα για βενετσιάνικο, αλλά καθώς δεν είμαι γλωσσολόγος λέω ότι μπορεί να έκανα λάθος, όσο για το έντρομα, το αγνοούσα εντελώς. Σ΄ευχαριστώ πολύ για τις παρατηρήσεις σου. Θερμούς χαιρετισμούς, καλά να περνάς.
ReplyDelete