Mohammad
Rasoulof, The white meadows (2009)
Μόλις τέσσερα χρόνια
χωρίζουν το «Σιδερένιο
νησί», την πρώτη ταινία για την οποία έγραψα πριν έξι χρόνια όταν ξεκίνησα
το blog μου, από τα
«Άσπρα λιβάδια». Και όμως υπάρχει μια μεγάλη διαφορά ανάμεσά τους.
Τα «Άσπρα λιβάδια»,
αν ήταν χολιγουντιανή ταινία θα έλεγα ότι είναι ταινία φαντασίας, αν όχι
θρίλερ. Αν ήταν μυθιστόρημα θα έλεγα ότι το είχε γράψει ο Όργουελ ή ο Χάξλεϋ,
και γιατί όχι, ο Κάφκα. Σαν ιρανική ταινία δυσκολεύομαι να την κατηγοριοποιήσω.
Η υπόθεση
διαδραματίζεται σε ξερονήσια, με ελάχιστους κατοίκους. Ενώ βρισκόμαστε στη
σύγχρονη εποχή (βλέπουμε τον Rahmat,
τον κεντρικό ήρωα ,όταν φτάνει στον τόπο του να αφήνει τη βάρκα του και να
παίρνει μια μοτοσικλέτα), οι κάτοικοι αυτοί ζουν σαν πρωτόγονοι, κάνοντας
ανθρωποθυσίες. Βλέπουμε σκηνές απίστευτης αγριότητας, μια από τις οποίες είναι
ο λιθοβολισμός ενός νεαρού που προσπάθησε να σώσει μια κοπέλα που την έντυσαν
νύφη, την έβαλαν σε μια σχεδία και την έσπρωξαν στη θάλασσα για να την
παντρευτεί (ίσως στα ιρανικά η λέξη «θάλασσα» να είναι αρσενικού γένους). Ο Rahmat, ο άνδρας με τη βάρκα
που μαζεύει τα δάκρυα των ανθρώπων και τα βάζει σε ένα μπουκάλι για να πλύνει
τα πόδια ενός παράλυτου και να ρίξει τα υπόλοιπα στη θάλασσα, τον σώζει, αλλά ο
νεαρός θα υποκύψει αργότερα στα τραύματά του. Ο πατέρας του τον οποίο έψαχνε,
χωρίς να τον αναγνωρίσει μια και έχουν περάσει χρόνια, θα φουντάρει το σώμα του
μέσα στη θάλασσα, χωρίς να καταλάβει ότι πρόκειται για το γιο του.
Να σημειώσουμε ότι Ρασούλωφ
μαζί με τον Παναχί που έχει κάνει την επεξεργασία της ταινίας έχουν διωχθεί από
το καθεστώς. Συμμερίζομαι την αντίθεσή τους με το καθεστώς, αλλά αυτός δεν
είναι λόγος να μου αρέσει η ταινία. Η σκληρότητά της μου προκάλεσε αποστροφή. Την
ίδια, ή μάλλον μεγαλύτερη αποστροφή μου προκάλεσε η ταινία της Σαμίρας
Μαχμαλμπάφ The two-legged horse, ενώ οι τρεις άλλες της
με είχαν κατενθουσιάσει. Τόσο πολύ με είχε απογοητεύσει ώστε δεν έκανα
ξεχωριστή ανάρτηση, απλά έγραψα ένα σχόλιο σε ανάρτηση στο blog Σκύλλα και Χάρυβδη, στην οποία
η φίλη που το έχει εξέφρασε την ίδια απογοήτευση. Την ίδια απογοήτευση, ή
μάλλον αποστροφή, μου προκάλεσαν σχεδόν όλες
οι ταινίες του Michael Hanecke,
βραβευμένου στις Κάννες, νομίζω δυο φορές, τον οποίο θεωρώ παρανοϊκό. Είχα πει,
μια και ξεκίνησα, να δω όλα τα έργα του για να αποκτήσω μια συνολική εικόνα για
τον σκηνοθέτη. Την απόκτησα, με τίμημα ότι πιέστηκα πολύ να τα δω. Έκανα όμως
μια προπόνηση στα γερμανικά μου.
Μήπως η ταινία είναι
αλληγορική;
Τώρα, δυο τρεις
αλληγορίες που κατάλαβα, αν τις κατάλαβα, δεν σώζουν στη συνείδησή μου την
ταινία. Τα δάκρυα των ανθρώπων αλμυρίζουν τη θάλασσα και κάνουν τα ψαροπούλια
να τυφλώνονται και να πεθαίνουν. Μήπως πρέπει να σταματήσει στην Ελλάδα η
πολιτική της λιτότητας για να μειωθούν τα δάκρυα; Ο ζωγράφος βασανίζεται και
εξορίζεται στη βραχονησίδα, όπου ο πατέρας του παιδιού τού κάνει, ως
δεσμοφύλακας, διάφορα καψόνια. Αρνήθηκε να ζωγραφίσει τη θάλασσα μπλε, γιατί
αυτός την έβλεπε κόκκινη, παρά τις πιέσεις που δέχθηκε. Αυτό θα μπορούσε να
θεωρηθεί ως αλληγορία για την πίεση για συμμόρφωση στα αυταρχικά καθεστώτα (μια
ανάλογη, αν και αντίστροφη θεματικά, είναι η μικρού μήκους ταινία 2+2=5),
αλλά και σαν αλληγορία της δίωξης που ασκούν αυταρχικά καθεστώτα στη μη
ρεαλιστική τέχνη. Ας θυμηθούμε την αντιμετώπιση πρωτοποριακών κινημάτων τόσο
στο ναζισμό όσο και στις σοσιαλιστικές χώρες. Έτσι, αρκετά ειρωνικά, η ίδια η
ταινία «προβλέπει» την απαγόρευσή της από το ιρανικό καθεστώς.
Περί ορέξεως
κολοκυθόπιτα, όμως ένας «κινηματογράφος της σκληρότητας» δεν θα συγκαταλεχθεί
ποτέ ανάμεσα στις προτιμήσεις μου.
No comments:
Post a Comment