Friday, June 19, 2015

Γιάννης Βαρουφάκης, Πολιτική Οικονομία-Η οικονομική θεωρία στο φως της κριτικής



Γιάννης Βαρουφάκης, Πολιτική Οικονομία-Η οικονομική θεωρία στο φως της κριτικής, Gutenberg 2007, σελ. 568

Είναι η δεύτερη πολιτική οικονομία που διαβάζω. Η πρώτη ήταν στα φοιτητικά μου χρόνια.
Όχι, δεν ήμουν φοιτητής σχετικού τμήματος, ήμουν φοιτητής της φιλοσοφικής. Αλλά σαν συνεπής μαρξιστής και κομμουνιστής θεωρούσα υποχρέωσή μου να μελετήσω όσο πιο πολύ μπορούσα τα οικονομικά. Μάλιστα όταν πήρα το δεύτερο πτυχίο γράφτηκα στο οικονομικό της νομικής. Ευτυχώς αμέσως κατάλαβα ότι αυτό που πήγα να κάνω, να πάρω δηλαδή τρίτο πτυχίο, ήταν σκέτη… βλακεία. Δεν έδωσα ούτε ένα μάθημα. Πήρα όμως ταυτότητα, νομίζω και πάσο. Τώρα δεν ξέρω αν με έχουν διαγράψει αλλά δεν με νοιάζει. Με νοιάζει όμως να διαγράψουν άλλους που τους νοιάζει. Ευτυχώς ο Σύριζα κατάργησε τον νόμο της διαγραφής των φοιτητών. Ο νόμος δεν ήταν για να τιμωρήσουν τους τεμπέληδες φοιτητές όπως άφησαν να περάσει στην κοινή γνώμη αλλά για να μειώσουν τη χρηματοδότηση των πανεπιστημίων.
Την πρώτη λοιπόν πολιτική οικονομία που διάβασα, τα χρόνια της χούντας, μου την έδωσε ο φίλος μου ο Θόδωρας ο Σφακιανάκης, επί το επαναστατικότερον Φιοντόρ Νικολάγιεβιτς, που ήταν φοιτητής στη νομική. Δεν θυμάμαι τον συγγραφέα της, και δεν μου άφησε ιδιαίτερες εντυπώσεις, σε αντίθεση με την «Πολιτική οικονομία» του Βαρουφάκη που με ενθουσίασε.
Το να μην είσαι στρυφνός και δυσνόητος σ’ αυτά που γράφεις είναι αρετή. Προφανώς αυτό εκτίμησαν οι εκδόσεις Πατάκη όταν του πρότειναν να γράψει το βιβλίο για την οικονομία στη σειρά «Τι θα έλεγα στην κόρη μου για…». Το βιβλίο το διάβασα τον Νοέμβρη που μας πέρασε (2014) και έκανα τη σχετική ανάρτηση.
Όχι, την «Πολιτική οικονομία» δεν την έψαξα ειδικά, αλλά όταν έπεσα τυχαία πάνω της είπα ότι θα τη διαβάσω. Και είδα ότι έκανα πάρα πολύ καλά. Είναι γραμμένη απλά, κατανοητά, και δίνει μια πλήρη εικόνα του αντικειμένου της, την ιστορία της, τις φιλοσοφικές και πολιτικές καταβολές της.
Όμως όχι μόνο.
Ο Βαρουφάκης στέκεται κριτικά απέναντι στις διάφορες σχολές, και είναι αδυσώπητος με την κυρίαρχη σήμερα σχολή των νεοκλασσικών φιλελεύθερων οικονομολόγων.
Εδώ και χρόνια βλέπω με επιφύλαξη την εισβολή του (νεο)θετικισμού στις ανθρωπιστικές επιστήμες. Δεν είναι, και δεν μπορεί να είναι, όλα μετρήσιμα στις επιστήμες αυτές όπως είναι στις θετικές επιστήμες. Η πολιτική οικονομία, λέει ο Βαρουφάκης, δεν είναι όπως η φυσική όπου μπορείς να αποδείξεις με το πείραμα. Η προβλεπτική της ικανότητα είναι αμφισβητήσιμη. Ακόμη, η ιστορία της ήταν πάντα φορτισμένη ιδεολογικά. Ας θυμηθούμε μόνο το Μαρξ. Η ύπαρξη «σχολών» ήταν μια αναπόφευκτη συνέπεια.
Οι νεοκλασικοί οικονομολόγοι μαθηματικοποιώντας την πολιτική οικονομία πίστευαν ότι θα απεμπολούσαν το ιδεολογικό στοιχείο που κουβαλούσε μέσα της και θα μπορούσαν να προβάλουν τα συμπεράσματά της ως το ίδιο αδιαμφισβήτητα με αυτά των θετικών επιστημών.
Είναι όμως τα πράγματα έτσι;
Ο Βαρουφάκης, εκτός του ότι αμφισβητεί το «αδιαμφισβήτητο» των συμπερασμάτων τους κρίνει και την, όπως υποστηρίζουν, απολιτική τους στάση. Η δήθεν απολιτική νεοκλασική οικονομία στην πραγματικότητα είναι βαθιά πολιτική, καθώς οι νεοφιλελεύθερες θέσεις της (μείωση του κράτους, ελευθερία της αγοράς, κ.ά) είναι αυτές ακριβώς που υποστηρίζουν και τα προνομιούχα κοινωνικά στρώματα.
«Ήρθε λοιπόν η στιγμή να παραδεχθούμε αυτό που τα περισσότερα οικονομικά εγχειρίδια συσκοτίζουν (εκούσια ή ακούσια): Οικονομική ανάλυση χωρίς πολιτική και φιλοσοφική διάσταση όχι μόνο δεν υπάρχει αλλά, ακόμα χειρότερα, όποιος οικονομολόγος ισχυρίζεται ότι η άποψή του είναι υπεράνω πολιτικής, κοινωνικής ή φιλοσοφικής τοποθέτησης τείνει να ασπάζεται (συνήθως ακούσια) απεχθή πολιτικοϊδεολογικά δόγματα και ατυχείς οικονομικές θεωρίες. Το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε, από τη στιγμή που είναι αδύνατον να εκφέρουμε οικονομική θεωρία (ούτε καν και στατιστικά, οικονομικά στοιχεία) αμόλυντα από την ιδεολογική και πολιτική μας θέση, είναι να καταθέτουμε ευθαρσώς την τελευταία μαζί με την όποια οικονομική θεωρία ή υπόθεση θέλουμε να συζητηθεί. Κατόπιν, το «ακροατήριό» μας μπορεί να μας κρίνει στο πλαίσιο ενός ανοικτού διαλόγου· αυτού που μπορούμε να ονομάσουμε… Πολιτική οικονομία» (σελ. 497).
Υπάρχουν κάποια διαγράμματα και πίνακες στο βιβλίο που όμως δεν διάβασα, και που απλά εικονογραφούν καλύτερα αυτά που υποστηρίζει ο Βαρουφάκης. Μπορεί κάλλιστα να διαβάσει κανείς το βιβλίο παραλείποντάς τα.
Μια παρατήρηση που έχω να κάνω είναι ότι θα προτιμούσα αντί το ceteris paribus να χρησιμοποιούσε ο Βαρουφάκης το «των λοιπών όρων όντων ίσων». Μπορεί, όπως και το «εκ των ων ουκ άνευ» που προτιμώ αντί του sine qua non, να είναι μακρινάρι, όμως είναι ελληνικό· και μάλλον τα λατινικά είναι μεταφράσεις τους.  
Επίσης την «αρχή της απροσδιοριστίας» του Χάιζενμπεργκ την ξέρω ως το αδύνατο να γνωρίζουμε την ίδια στιγμή τη θέση και την ταχύτητα ενός σωματιδίου, αλλά μόνο είτε το ένα είτε το άλλο. Αυτό που αναφέρει όμως μέσα στο πλαίσιο που το τιτλοφορεί «Η αρχή της απροσδιοριστίας του Werner Karl Heisenberg (1901-1976)» είναι σωστό: «…σε πειράματα σχεδιασμένα να ελέγξουν τις ιδιότητες του φωτός ως κύμα, το φως συμπεριφέρεται ως …κύμα. Αλλά σε πειράματα σχεδιασμένα να ελέγξουν τις ιδιότητες του φωτός ως μια σειρά από σωματίδια, το φως συμπεριφερόταν ως εάν να έχει δημιουργηθεί από σωματίδια (αντί να είναι κύμα). Έτσι, οι υποθέσεις της θεωρίας δεν είναι ανεξάρτητες από το υπό μελέτη και παρατήρηση φαινόμενο και, επομένως, δεν είναι καθόλου απλή υπόθεση ο έλεγχος (η επαλήθευση ή απόρριψη) μιας θεωρίας στη βάση της προβλεπτικής της ικανότητας» (σελ. 480).
Όχι, δεν είμαι φυσικός, φιλόλογος είμαι, παρόλο που σε μια συνέντευξη που έδωσα για την εκπομπή «Οι πύλες του ανεξήγητου» όπου μίλησα και για το παραψυχολογικό πείραμα με το ποτηράκι (αναφέρομαι εκτενώς σ’ αυτό στο βιβλίο μου για την παραψυχολογία) ο Χαρδαβέλας αναφέρθηκε σε μένα ως έναν ανώνυμο φυσικό. Πολλά πράγματα που ξέρω για τη φυσική τα διάβασα στα βιβλία του Ευτύχη Μπιτσάκη (Παρεμπιπτόντως, κάποιοι που διάβασαν το βιβλίο μου «Περιβάλλον, διατροφή και ποιότητα ζωής» νόμιζαν ότι είμαι... χημικός. Και κάποιος που περπατάγαμε μαζί στο Αττικό Άλσος νόμιζε, από την εμφάνισή μου, ότι ήμουν μαθηματικός. Όταν ξανασυναντηθήκαμε μετά από μήνες θυμήθηκε: -Είσαι ο φιλόλογος που μοιάζει με μαθηματικό. Το πώς ξεστράτισα από μαθηματικός και έγινα φιλόλογος το γράφω στο αυτοβιογραφικό σημείωμα «Η σχέση μου με τις γλώσσες» που έχω αναρτήσει στο blog μου στην κατηγορία «Αυτοβιογραφικά αποσπάσματα»).
Απλός και κατανοητός, με χιούμορ σε αρκετά σημεία, ο Βαρουφάκης απευθύνεται συχνά στον αποδέκτη της αφήγησης όπως λέμε εμείς οι αφηγηματολόγοι, δηλαδή τον αναγνώστη/φοιτητή, κάνοντας έτσι ζωντανό το λόγο του. Ακόμη, πράγμα που δείχνει πόσο καλός δάσκαλος είναι, συχνότατα παραπέμπει σε προηγούμενες σελίδες, μήπως ο αναγνώστης/φοιτητής δεν καλοθυμάται κάτι για να μπορεί να ανατρέξει σ’ αυτό.
Θα επαναλάβω την υπόδειξη που έκανα παρουσιάζοντας το βιβλίο του «Τι θα έλεγα στην κόρη μου για την οικονομία»:
Θέλω να τονίσω τελειώνοντας πόσο κατατοπιστικό είναι αυτό το βιβλίο πάνω στα ζητήματα της οικονομίας, ειδικά γι’ αυτούς που δεν έχουν ιδιαίτερη επαφή με το θέμα. Και δεν εννοώ μόνο τους έφηβους, στους οποίους απευθύνεται ο Βαρουφάκης. Σ’ αυτούς που αγοράζουν τις κυριακάτικες εφημερίδες και περνάνε το πρωινό της Κυριακής διαβάζοντάς τις, θα συνιστούσα μια Κυριακή να μην τις αγοράσουν αλλά να αγοράσουν και να διαβάσουν το βιβλίο του Βαρουφάκη. Τόσο τα χρήματα όσο και ο χρόνος τους θα έπιαναν περισσότερο τόπο.
Θα κλείσω με ένα ανέκδοτο που μου ήλθε στο νου διαβάζοντας το παρακάτω στο βιβλίο του Βαρουφάκη.
Κάποτε, λέει, που έκαναν δωρεάν θερινά σεμινάρια για την οικονομία προσήλθαν μόνο 7 άτομα. Όταν το επόμενο καλοκαίρι τα σεμινάρια ήταν επί πληρωμή, υπήρξε αθρόα συμμετοχή.
Για ποιο λόγο;
Ο Βαρουφάκης το ερμηνεύει με την αντίληψη που έχει ο περισσότερος κόσμος ότι το τσάμπα δεν αξίζει. Αυτό εξάλλου εξυπονοεί η φράση «και τσάμπα να μου το δίνανε…».
Επίσης, το ακριβότερο είναι καλύτερο από το φτηνότερο.
Αυτό υποδηλώνει το ανέκδοτο.
Ρωτάει τον ιδιοκτήτη του υποδηματοποιείου ένας φίλος του.
-Μα αυτά τα δυο ζευγάρια παπούτσια είναι εντελώς όμοια, γιατί το ένα είναι τόσο πιο ακριβό από το άλλο;
-Είναι πράγματι ακριβώς τα ίδια, αλλά από τα πιο ακριβά πουλώ τα περισσότερα. Όταν με ρωτούν τους λέω ότι είναι καλύτερη ποιότητα. Τα φτηνά δυσκολεύομαι να τα πουλήσω.  
Δεν το λέει το ανέκδοτο, αλλά δεν έχω καμιά αμφιβολία πως πρόκειται για γυναικεία παπούτσια.  

No comments:

Post a Comment