André
Gide, Η στενή πύλη (μετ. Λίλα Κονομάρα) Μεταίχμιο 2005, σελ. 182
Πριν λίγες μέρες
διαβάσαμε την «Ποιμενική συμφωνία» η οποία μας άρεσε πάρα πολύ. Δεν συνέβη όμως
το ίδιο και με τη «Στενή πύλη» που όμως, πρέπει να πούμε, γράφηκε το 1909, δέκα
χρόνια νωρίτερα.
Στην προηγούμενη ανάρτησή μου για τον «Μύθο του Σίσυφου»
του Καμύ έγραφα: «Όταν ο θεματικός άξονας ενός βιβλίου ή απλά ενός
επιχειρήματος μου είναι ξένος, δεν έχει νόημα να το συζητήσω ή να το σχολιάσω,
αφού η διαφωνία ξεκινάει από τα θεμέλια. Η έννοια του παράλογου μου είναι ξένη,
και θα εξηγήσω γιατί…».
Εδώ ο θεματικός άξονας μου είναι επίσης ξένος: η
θρησκευτικότητα.
Ο Ζερόμ είναι ερωτευμένος με την εξαδέλφη του Αλίσα. Αυτή
όμως; Δεν μπόρεσα να υποπτευθώ ότι ήταν και αυτή ερωτευμένη, νόμιζα ότι απλά
ήθελε να τον ξεφορτωθεί. Τελικά ήταν τελικά ερωτευμένη, αλλά και βαθιά
θρησκευόμενη όπως και ο Ζιντ. Αρχικά έκανε μια «θυσία» για χάρη της αδελφής της
Ζυλιέτ που και αυτή ήταν ερωτευμένη με τον Ζερόμ χωρίς αυτός να το έχει καταλάβει
(η έννοια της θυσίας, αλλά προπαντός της αυτοθυσίας, νομίζω είναι κεντρική στον
ιουδαϊσμό και τις αιρέσεις του), ενώ αργότερα δεν ενέδωσε στα αισθήματά της για
να μην μπει λέει εμπόδιο στην ηθική τελείωσή του. «Αν, όπως μου λέει, η αγάπη του αυτή για μένα τον
έστρεψε αρχικά προς τον Θεό, τώρα η αγάπη αυτή τον εμποδίζει» (σελ. 161),
διαβάζουμε.
Τελικά αρρωσταίνει και πεθαίνει, ή μάλλον αυτοκτονεί με
έμμεσο τρόπο. «Κατάφερα εύκολα να τον πείσω ότι η εγχείρηση αυτή με τρομάζει
και ότι προτιμώ να περιμένω να αναλάβω κάπως δυνάμεις» (σελ. 173).
Μα όλο αυτό δεν είναι παράλογο; (Τελικά, Καμύ, είχες δίκιο,
υπάρχει πολύ παράλογο στον κόσμο που ζούμε).
Το έργο μου θύμισε την ταινία του ιρανού σκηνοθέτη Habib Bahmani Salma and the apple. Παραθέτω το τέλος
από την ανάρτησή μου:
«Υπάρχει
βέβαια και το ρομάντζο. Βλέπουμε μια έλξη ανάμεσα στον ιεροσπουδαστή και στη
Σάλμα, την κόρη του καταχραστή. Όμως δεν καταλήγει σε happy end. Το έργο τελειώνει με τον ιεροσπουδαστή να λέγει στην
κοπέλα ότι φεύγει. –Για πού; Τον ρωτάει αυτή για να ρωτήσει αμέσως στη
συνέχεια: -Ποιος ήταν ο στίχος που επαναλάμβανες χθες βράδυ από το Κοράνι; Για
να πάρει την απάντηση: - Δεν είναι ο Θεός αρκετός για τον υπηρέτη του; Όμως ο
στίχος είναι στα αραβικά. –Μπορείς να μου τον μεταφράσεις; Τον ρωτάει. -Τον
μεταφράζει ενώ απομακρύνεται, αποκαλύπτοντας έτσι τα αισθήματά του απέναντί
της, αλλά και την απόφασή του να μην προχωρήσει σε σχέση μαζί της, αφοσιωμένος
καθώς είναι στο Θεό.
Δεν είμαι
θρησκευόμενος αλλά υποκλίνομαι σε κάθε γνήσιο θρησκευτικό συναίσθημα, το οποίο
πιστεύω ότι μόνο βαθιά ενάρετοι άνθρωποι μπορούν να νιώσουν. Μου άρεσε πάρα
πολύ η ταινία».
Το ίδιο και η
Αλίσα, είναι ερωτευμένη με τον Ζερόμ, αλλά δεν θέλει να προχωρήσει σε σχέση
μαζί του. «Ο δρόμος που μας διδάσκεις, Κύριε, είναι ένας δρόμος στενός – τόσο
στενός που δεν χωρούν να περπατήσουν δυο μαζί» (σελ. 162), διαβάζουμε κάπου στο
τέλος.
Γιατί μου
άρεσε η ταινία και όχι το μυθιστόρημα;
Γιατί στην
ταινία η «θυσία» του έρωτα μπροστά στην αφοσίωση στο θεό αποκαλύπτεται στην
τελευταία σκηνή. Στο μυθιστόρημα όμως με ξένισε η συνεχής ρητορική για αυτή τη
θυσία.
Ο Ζιντ,
κατεξοχήν επιστολογράφος και ημερολογιογράφος, γράφει ένα μυθιστόρημα που ένα
μεγάλο μέρος του αποτελείται από ημερολογιακές καταγραφές και επιστολές, όπως
και η «Ποιμενική συμφωνία».
Τελικά καθένας
γράφει όπως μπορεί. Όσο για μένα, μπορώ να γράφω για ταινίες και βιβλία, όπως
τώρα καλλιώρα.
Η λιτή και
απέριττη γραφή του Ζιντ, και στα δυο έργα, πολύ μου άρεσε. Αλλά, δεν θα
κουράζομαι να επαναλαμβάνω, ένα αφηγηματικό έργο δεν είναι μόνο ύφος, είναι και
στόρι. Και για μένα το στόρι έρχεται πρώτο, είναι αυτό που με ενδιαφέρει
περισσότερο. Το ωραίο ύφος δεν θα με παρασύρει (να το ξαναπούμε, γι’ αυτό το
λόγο δεν είναι που εξόρισε ο Πλάτωνας από την Πολιτεία του τους ποιητές;).
Να παραθέσουμε
κάποια ακόμη χαρακτηριστικά αποσπάσματα.
«Μα τι άλλο
μπορεί να προτιμήσει η ψυχή από την ευτυχία; Ξέσπασα. Εκείνη ψιθύρισε: Την
αγιοσύνη» (σελ. 122).
Και πιο κάτω:
«Μα φίλε μου,
η αγιοσύνη δεν είναι επιλογή. Είναι υποχρέωση (η λέξη ήταν υπογραμμισμένη τρεις
φορές στο γράμμα της)» (σελ. 126).
«Πρόσεξα ότι
τα βιβλία αυτά έλειπαν όλα, και είχαν αντικατασταθεί αποκλειστικά από ασήμαντες
φυλλάδες εκλαϊκευτικής ευσέβειας για τις οποίες ήθελα να πιστεύω ότι ένιωθε
μόνο περιφρόνηση» (σελ. 131).
«Και αν η ψυχή
μου σήμερα θρηνεί που θα τον χάσει, δεν είναι για να τον ξαναβρώ, αργότερα,
μέσα σε Σένα;» (σελ. 161).
Δεν ένοιωσα έκπληξη που είδα ότι το έργο αυτό,
σε αντίθεση με την «Ποιμενική συμφωνία», δεν γυρίστηκε ταινία. Φαντάζομαι θα
είναι αρκετά δύσκολο να μεταδοθεί το πνεύμα του κινηματογραφικά.
No comments:
Post a Comment