Πριν ξεκινήσουμε, να πούμε ότι παίζεται
τώρα στους κινηματογράφους.
Έχουμε
παρουσιάσει ήδη τρεις ταινίες του Τζια Τζανγκ-Κε (Τζια το επώνυμο, Τζανγκ-κε το
όνομα), την «Ακίνητη ζωή», τον «Πορτοφολά» και την «Πλατφόρμα». Σειρά έχει σήμερα το «Πέρα
από τα βουνά», τίτλος που του δώσαμε εμείς, «Mountains may depart», τίτλος που του έδωσαν οι αγγλόφωνοι, και 山河故人 (shan he gu ren), ο
τίτλος που του έδωσε ο σκηνοθέτης, και που θα τον μεταφράζαμε, λίγο ελεύθερα, «Ο
παλιόφιλός μου από το χωριό».
Δεν είχα
φανταστεί ότι ο τίτλος αυτός είναι ειρωνικός. Ο «παλιόφιλος» έπιασε την καλή,
ενώ ο φίλος του είναι εργάτης σε ορυχείο. Φλερτάρουν την ίδια κοπέλα, η οποία
έχει κάτι σαν φαστφουντάδικο. Ο πλούσιος τη θέλει. Και για να κάνει τον άλλο
πέρα αγοράζει το ανθρακωρυχείο όπου δουλεύει, πολύ φτηνά γιατί η τιμή του
άνθρακα όλο και πέφτει, μόνο και μόνο για να του προτείνει να τον προωθήσει στη
δουλειά, αλλά με ένα αντάλλαγμα: να κάνει πίσω με την κοπέλα, γιατί τη θέλει αυτός,
αλλιώς να σηκωθεί να φύγει.
Εσείς στη θέση του
τι θα κάνατε;
Ελπίζω ό,τι και αυτός:
θα τα βροντούσατε.
Δεν κέρδισε
τίποτα.
Η κοπέλα ποιον
από τους δυο διάλεξε;
Εσείς οι γυναίκες
που διαβάζετε αυτές τις γραμμές ποιον θα διαλέγατε;
Φυσικά τον
πλούσιο.
Έτσι έκανε κι
αυτή.
Αυτός, απογοητευμένος,
πήρε των ομματιών του και έφυγε. Όχι, δεν είχε σκοπό να ξαναγυρίσει. Μάλιστα
πέταξε τα κλειδιά του σπιτιού του στην ταράτσα.
Αλλά πίσω έχει η
αχλάδα την ουρά. Γι’ αυτήν, εννοούμε.
Και πηδάμε στο
έτος 2014 (ήμασταν στο 1999).
Ο δικός της βρήκε
άλλη γυναίκα και την παράτησε. Και ως πλούσιος, της πήρε και την επιμέλεια του
παιδιού. Και το χειρότερο, ετοιμάζεται να τον πάρει και να πάνε στην Αυστραλία.
Μάλλον οι δουλειές του δεν είναι και τόσο καθαρές, και θέλει να ξεφύγει. Όσο
για το φίλο του, το βλέπουμε νιόπαντρο με ένα μωρό, όμως η δουλειά του
κατέστρεψε τα πνευμόνια. Χρειάζονται λεφτά για την εγχείρηση και τις χημειοθεραπείες.
Θα γυρίσουν στην πατρίδα. Και η γυναίκα του θα απευθυνθεί σ’ εκείνη τη φίλη που
αγαπούσε (βρήκε την πρόσκληση γάμου που του έδωσε πάνω σ’ ένα τραπέζι). Θα της δώσει
χρήματα. Μάλλον θα παίρνει μια καλή διατροφή.
Και πηδάμε σε ένα
φανταστικό 2024, στην Αυστραλία. Ο γιος, τώρα παλικάρι.
Ο Τζια Τζανγκ-κε,
γεννημένος το 1970, ανήκει στους σκηνοθέτες της λεγόμενης 6ης
γενιάς. Έχουν περίπου την ίδια θεματική: τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Κίνα
την εποχή της καπιταλιστικής της ανάπτυξης, έστω και με κομμουνιστική
διαχείριση, και της παγκοσμιοποίησης, κυρίως στις ανθρώπινες σχέσεις. Πλουτισμός
από τη μια μεριά και εξαθλίωση από την άλλη. Λατρεία του χρήματος, ξενικές
επιρροές. Ο πλούσιος έφτασε στο σημείο να αλλάξει το όνομά του, το έκανε Peter. Ξέρω
ότι πολλοί κινέζοι, δίπλα στο κινέζικο όνομά τους επιλέγουν και ένα δυτικό.
Μήπως κάνουν
καλά;
Τη δασκάλα μου στον
ελληνοκινεζικό σύνδεσμο την θυμάμαι με το δυτικό όνομά της, Helen, και
όχι με το κινέζικο.
Ο γιος,
αποκομμένος από τη μητέρα του με την οποία δεν είχε επικοινωνήσει όλα αυτά τα
χρόνια, μάλλον δεν έχει ξεπεράσει το οιδιπόδειο σύμπλεγμα: τα φτιάχνει με τη
δασκάλα του των αγγλικών. Σχεδόν ξεχνάει τη μητρική του γλώσσα. Για να κάνει
μια σοβαρή συζήτηση με τον πατέρα του που δεν έμαθε και τόσο καλά αγγλικά (θέλει
να εγκαταλείψει τις σπουδές του, πράγμα το οποίο αυτός δεν θέλει ούτε να το
ακούσει) φωνάζει τη δασκάλα του για να κάνει το διερμηνέα.
Όμως το πιο
συγκλονιστικό είναι το τέλος.
Η μητέρα του,
μέσα σε ένα ερημικό τοπίο στο οποίο πέφτει χιόνι, χορεύει στον ξέφρενο ρυθμό ενός
δυτικού τραγουδιού.
Μήπως βρίσκεται
και ο Τζιαν Τζανγκ-κε στην αναζήτηση της κινεζικότητας, όπως εμείς της ελληνικότητας;
Καθόλου, την
κινεζικότητα τη θεωρεί χαμένη. Η παγκοσμιοποίηση θα καταπιεί τα πάντα.
Η ιστορία είναι
και εδώ το πρόσχημα για να μας παρουσιάσει ο σκηνοθέτης το φόντο. Ελάχιστο
σασπένς υπάρχει. Δεν μπαίνει καν στον κόπο να μας πει τι έγινε με τον ανθρακωρύχο,
παραβιάζοντας ένα βασικό αφηγηματικό κώδικα.
Το ύφος του Τζιαν
Τζανγκ-κε μας είναι γνωστό και από τις ταινίες του που έχουμε δει μέχρι τώρα: αργοί
ρυθμοί, αλλά όχι υπερβολικά όπως στις ταινίες του Αγγελόπουλου, μικροί διάλογοι,
αλλά όχι η μούγκα που υπάρχει στον Αγγελόπουλο. Η κάμερα εστιάζει στα πρόσωπα,
εκφραστικά των συναισθημάτων που νοιώθουν εκείνη τη στιγμή. Ακόμη και στους διαλόγους
δεν δείχνει εναλλάξ τα άτομα που συνδιαλέγονται, παρά μόνο το πρόσωπο εκείνου
που η συζήτηση τον αφορά περισσότερο, και συνήθως τον αναστατώνει.
Είχα σκοπό να
ασχοληθώ με τους κινέζους πιο συστηματικά σε ένα project που αφήνω για αργότερα, την μελέτη του
κινέζικου κινηματογράφου. Όμως καθώς η ταινία παίζεται τώρα που γράφω αυτές τις
γραμμές στους κινηματογράφους, και καθώς μου άρεσε πάρα πολύ, λέω να τον δω και
αυτόν «πακέτο», δηλαδή να δω και όσες άλλες ταινίες του έχω, κάνοντας μια
συνολική ανάρτηση. Εξάλλου ήδη το έχω κάνει σε τέσσερις ακόμη σκηνοθέτες. Αυτοί
είναι οι Diao Yinan, Li Yang, Zhang Yang και Lou Ye.
Είναι ένα έργο
που δεν πρέπει να το χάσετε.
No comments:
Post a Comment