Tuesday, June 7, 2016

Γιώργος Βέης, Για ένα πιάτο χόρτα



Γιώργος Βέης, Για ένα πιάτο χόρτα, Ύψιλον 2016, σελ. 65

Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα

Μια ακόμη εξαιρετική ποιητική συλλογή του πρεσβευτή μας στην Ουνέσκο

  Μετά το ταξιδιωτικό «Παντού» ο Γιώργος Βέης επανέρχεται στην ποίηση. Η προηγούμενη ποιητική συλλογή του ήταν το «Βλέπω». Εγκαταλείποντας την μονολεκτική τιτλοφόρηση, της δίνει τον διαιτητικό τίτλο «Για ένα πιάτο χόρτα». Να τον εμπνεύστηκε άραγε από ένα πραγματικό, νόστιμο πιάτο με χόρτα που του μαγείρεψε η σύζυγός του η Κλάρα; Δεν μπορούμε να ξέρουμε. Όμως το εξώφυλλο που είναι «ένα πιάτο χόρτα» το έφτιαξε η Κλάρα, η οποία είναι εξαιρετική ζωγράφος. Σίγουρα πολλά πιάτα χόρτα θα έφαγε ο Παπαδιαμάντης, στον οποίο ο Βέης αποτίει φόρο τιμής μ’ αυτό το ποίημα, με το οποίο τιτλοφορεί και τη συλλογή του.
Ξέρω ότι ο Γιώργος φλερτάρει κατά καιρούς με το σονέτο, όμως στη συλλογή αυτή το φλερτ γίνεται πιο επίμονο. Υπάρχουν 7 ποιήματα με τη μορφή του σονέτου. Όμως μόνο μορφικά, ως δυο τετρασύλλαβες και δύο τρισύλλαβες στροφές. Το όποιο μέτρο σε κάποιους στίχους και η όποια ομοιοκαταληξία είναι μόνο συμπτωματικά. Οι διασκελισμοί είναι άφθονοι, όπως άλλωστε και στα υπόλοιπα ποιήματα, και έτσι οι λέξεις θα μπορούσαν να έχουν διαφορετική διάρθρωση, είτε σαν πεζοτράγουδο είτε σαν ελεύθερος στίχος. Όμως ο Γιώργος προτιμάει να τους φορέσει αυτό το παραδοσιακό νυφικό.
Όμως βλέπουμε και ποιήματα σε εντελώς παραδοσιακή φόρμα. Η «Περγαμηνών αποκατάσταση» (σελ. 53) για παράδειγμα είναι ένα παραδοσιακό ποίημα με 7 τετράστιχες στροφές με ενδεκασύλλαβους στίχους, που εκτός από την πρώτη στροφή που έχει σταυρωτή ομοιοκαταληξία (αδ-βγ), όλες οι άλλες έχουν πλεχτή (αγ-βδ). Βλέπουμε ακόμη και εσωτερική ομοιοκαταληξία, όπως «Όπως ρακούν, όλο πάνε και ρωτούν», κι αυτό γιατί η τομή είναι τέτοια, που έχει κανείς την αίσθηση ότι πρόκειται για δυο στίχους που μπήκαν σε μια σειρά, όπως π.χ. «Δεν τρέμεις, δεν μιλάς/ ξέρεις το λιτό». Το πρώτο ημιστίχιο είναι σε ίαμβο και το δεύτερο σε τροχαίο». Το μέτρο που υπάρχει σε κάποιους στίχους είναι τυχαίο, και νομίζεις ότι το υποβάλλει ασυνείδητα η φόρμα. Ο στίχος «Γυρίζω σελίδα μα εσένα κοιτώ» είναι αμφίβραχυς. «Ξενυχτώ, φλόγα πίνει/ το θηρίον», το πρώτο ημιστίχιο είναι ανάπαιστος και το δεύτερο τροχαίος, κ.λπ.
Και η «Αστείρευτη δύναμη» (σελ. 43) είναι επίσης σε παραδοσιακή φόρμα, με τις στροφές όμως να κυμαίνονται ανάμεσα σε τρεις έως έξι στίχους.
Σε όλα τα ποιήματα του Βέη μπορούμε «να αγρεύσουμε στίχους/ σε διάφορα μέτρα» (ασυνείδητος ο δικός μου αμφίβραχυς, το πρόσεξα μετά).  
Τα ποιήματα, δημοσιευμένα σε διάφορα περιοδικά, δεν γράφηκαν προγραμματικά, με συγκεκριμένη θεματική ενότητα. Αρκετά από αυτά είναι «ταξιδιωτικά», όπως «Στη γη των Αιθιόπων».

Όρθιες, ντυμένες στα λευκά της πίστης
γεννήματα ερήμων και λοιμών
να φαίνεται μόλις το πρόσωπό τους
κι αυτό όχι ολόκληρο
προσεύχονται η μια δίπλα στην άλλη
λεπτές, προίκες του αέρα [σαν γαζέλες θα έλεγε ο φίλος μας, προσθέτω εγώ]
στους κήπους των εκκλησιών… (σελ. 19).

Στο «Χαρτούμ» βρήκαμε έναν ακόμη ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο: «Σημάδι αλλαξοκαιριάς ή νέμεση του Νείλου;» (σελ. 22). Άλλα «ταξιδιωτικά» ποιήματα είναι τα «Οία, Σαντορίνη» (σελ. 23), «Κέρκης» (το βουνό. Ο Βέης είναι από τη Σάμο) σε μορφή σονέτου με άφθονους διασκελισμούς, «Βιετνάμ», επίσης σονέτο όπως και η «Ναύπακτος» (σελ. 29) το «Ναύπλιο» (σελ. 33) και η «Χαλκίδα» (σελ. 56).

Υπάρχουν αρκετά «ιμπρεσιονιστικά» ποιήματα, μια εικόνα-ερέθισμα την οποία μεταπλάθει ποιητικά ο Βέης.

Δες αυτή την έξαρση στο βουνό
δεν είναι πυρκαγιά
μα βλάστηση μαινάδων («Παρουσίες», σελ. 13).

  Όντα του ζωικού βασιλείου, κυρίως του πτερωτού, θα κεντρίσουν και πάλι την προσοχή του.

Είναι πάντα το πρώτο πουλί
μοναχικό
στα μεσαία κλαδιά συνήθως
ανυπόμονο
να τα πει όλα θέλει
δεν περιμένει καν της αυγής το πρώτο φως… («Πρωινό στον Πάρνωνα», σελ. 12).

Στον «Παραπόταμο Νέστου» ο Βέης προχωράει πάλι συνθετικά, όπως επισημάναμε και στην προηγούμενη συλλογή. «Ο χρυσαετός» εμφανίζεται στο τέλος, αποτελώντας τον τελευταίο στίχο του ποιήματος. Το ίδιο και οι σταροκόρακες, στο «Η χαρά της ζωής» (σελ. 20). Εκεί συναντήσαμε και τον ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο: «κι ας δείχναν όλα γύρω τους πως ήταν μέλι γάλα». Στο «Ιδιόμελο για ένα οικόσιτο» (σελ. 37) ο Μπρούνο κάνει την εμφάνισή του στον προτελευταίο στίχο. Ο σκίουρος όμως στο «Περί αμύνης» (σελ. 39) εμφανίζεται νωρίς, στον τέταρτο στίχο.
Στο ιμπρεσιονιστικό «Σκηνή θεάτρου» (σελ. 25) βλέπουμε «τα ξεραμένα αίματα της πέρδικας», όχι την ίδια. Στο «Εξυπακούεται» (σελ. 32) όμως βλέπουμε την «πυροβολημένη πάπια».
Κάποια ποιήματα είναι προϊόντα ανα-στοχασμού, όπως το πρώτο ποίημα της συλλογής, «Η είσοδος».

Πότε και πώς μπόρεσαν
όλα αυτά τα βουνά, οι λίμνες
να γίνουν οι λέξεις
τα όνειρά μας
στις ώρες της στέρησης
και της ανάγκης; (αναρωτιέται ο Βέης. Για να αποφανθεί).

Η φωτιά δεν θα σβήσει
ο κόσμος δεν σώνεται
παραμένει στην επιθυμία.

  Το ίδιο και η «Γνώση».

Στις εκβολές του μεσημεριού
γράφεται συνήθως το μέλλον μας
το διαβάζουμε κάποια στιγμή,
νομίζοντας πως πρόκειται για τις ειδήσεις της ημέρας
εκεί όμως παίζεται κορώνα γράμματα
ο όλεθρος (σελ. 30).

Γράφοντας για τα ταξιδιωτικά του Βέη αναφερθήκαμε στην ποιητική τους γλώσσα. Εδώ βλέπουμε ταξιδιωτικές εντυπώσεις να μεταγράφονται σε αυθεντική ποίηση.
Αλλά όχι μόνο. Η ποιητική ευαισθησία του ποιητή έχει υψηλότατο σθένος, αγκαλιάζοντας ακόμη και μικρά αρχαιολογικά αντικείμενα, όπως «Επίχρυση πόρπη με κούμπωμα δικέφαλο αετό» (σελ. 41) και «Ασημογιόρντανο διακοσμημένο με ημιπολύτιμους λίθους», πράγμα που δεν έχω ξανασυναντήσει σε ποίηση.
Γιώργο, καλοτάξιδο να είναι και αυτό το βιβλίο σου (δεν γράφω η ποιητική συλλογή σου, γιατί υπάρχουν και τα ταξιδιωτικά).

Μπάμπης Δερμιτζάκης

No comments:

Post a Comment