Sunday, January 1, 2017

Βασιλική Φράγκου, Τα άνθη του κενού



Βασιλική Φράγκου, Τα άνθη του κενού, Άνεμος εκδοτική 2016, σελ. 48

Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα

Λιτά, σύντομα και απέριττα τα ποιήματα γης Βασιλικής Φράγκου



  Έχουμε γράψει για τις δυο προηγούμενες ποιητικές συλλογές της Φράγκου, τις «Πατημασιές του ανέμου» και «Χαράζοντας στην άμμο».
  Ολιγογράφος η Φράγκου, ακολουθώντας τον Καβάφη στο «ουκ εν τω πολλώ το ευ» (αναρωτιέμαι αν έχει φυλάξει και αυτή αποκηρυγμένα»), άργησε περισσότερο να μας δώσει την καινούρια της ποιητική συλλογή. Τέσσερα χρόνια χωρίζουν το «Χαράζοντας την άμμο» από τις «Πατημασιές του ανέμου», ενώ «Τα άνθη του κενού» εκδόθηκαν έξι χρόνια μετά το «Χαράζοντας την άμμο». Δεν εκβιάζει την έμπνευση κουράζοντάς τη, και γι’ αυτό τα ποιήματά της βρίσκονται όλα στο ίδιο υψηλό επίπεδο. 
  Άραγε να το αναφέρουμε για εκείνους που δεν αντιλήφθηκαν το διακείμενο στον τίτλο; Είναι τα «Άνθη του κακού» του Μπωντλέρ, έργο-σταθμός στην παγκόσμια ποίηση.
  Σε μια παράγραφο στη βιβλιοκριτική που έγραψα για τις «Πατημασιές του ανέμου» συνοψίζω την ποιητική της Φράγκου, τόσο εύστοχη που την παρέθεσα και στην βιβλιοκριτική μου για το «Χαράζοντας την άμμο». Δεν θα την παραθέσω και πάλι, μπορείτε να πατήσετε τους συνδέσμους (όσοι διαβάζετε από Λέξημα μπορείτε να βρείτε την ανάρτηση και στο blog μου).
  Η ποιητική ενός συγγραφέα δεν μεταβάλλεται ιδιαίτερα στην πορεία του χρόνου, μπορεί μάλιστα να μη μεταβληθεί και καθόλου. Αυτό που παρατηρείται πιο πολύ είναι η ωριμότητα της γραφής. Οι εμμονές συνήθως μένουν οι ίδιες. Ο Ηράκλειτος είναι για την Φράγκου μια εμμονή όπως και για το φίλο μου τον Μανόλη Πρατικάκη. Παραθέτουμε το ποίημα «Της Σίβυλλας το στόμα το μαινόμενο», στο οποίο παραθέτει μια ρήση του Ηράκλειτου για να την παραφράσει στη συνέχεια.
  Σίβυλλα δὲ μαινομένωι στόματι ἀγέλαστα καὶ ἀκαλλώπιστα καὶ ἀμύριστα φθεγγομένη χιλίων ἐτῶν ἐξικνεῖται τῆι φωνῆι διὰ τὸν θεόν. (Είπα να αντιγράψω από το Diogenes για να το δώσω σε πολυτονικό).
  Και το ποίημα:

Της Σίβυλλας το στόμα το μαινόμενο
Δεν στέκεται σ’ αισθητικές περίτεχνες του λόγου.
Με λέξεις όμορφες, φανταχτερές,
Τ’ αυτιά σας δεν χαϊδεύει.
Αυτά να τα γυρέψετε στους ποιητές, τους νάρκισσους.

  Και πάλι για τον Ηράκλειτο, σε ένα «Άτιτλο» ποίημα.

Τόσο λευκό, τόσο γαλάζιο
Μα και τόσο μαύρο.
Κλείσε τα μάτια, γύρεψε το φως,
Εκείνο που ποτέ δεν δύει,
Ω Ηράκλειτε! (σελ. 26).

  Κάποια ποιήματά της είναι οιονεί αυτοβιογραφικά, όπως το πεζόμορφο «Οδοιπορικό» με το οποίο ανοίγει η συλλογή:
 
Καθώς βάδιζε έξω στη φύση φορτωμένη αναμνήσεις, σκόνταψε σ’ ένα λιθάρι κι έπεσε.
Τότε άκουσε μια ψιλή φωνή να της λέει:
«Εσύ κυρά, μας ξέχασες περιδιαβάζοντας χρόνια τώρα τις νεκρές πόλεις με τους άνυδρους  ανθρώπους και τους αλαζόνες ποιητές. Ήρθε οι ώρα οι στίχοι σου ν’ ανθίσουν στο κενό, εκεί που όλα επιστρέφουν κι όλα γεννιώνται».

  Λέω «οιονεί», γιατί ο παραβολικός χαρακτήρας είναι ολοφάνερος.
  Η «Συνάντηση Α» είναι επίσης πεζόμορφη, αφηγηματική, διαλογική, όπως και το «Εδώ».  Πεζόμορφα είναι και τα ποιήματα της Παναγιώτας Μπλέτα, της οποίας την ποιητική συλλογή «Fuck you» θα παρουσιάσουμε αμέσως μετά. Πρωτοπόρος ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου με τους «Πεζούς ρυθμούς», βρίσκει τώρα τους επιγόνους του.  
  Συμβαίνει σε όλους τους ποιητές, η εικόνα πυροδοτεί τους συνειρμούς. Διαβάζουμε το «Σήμερα έβρεχε».

Σήμερα έβρεχε
Κι εχθές όλη τη μέρα.
Μια υγρασία κόλλησε στα τζάμια μου
Προβάλλοντας εικόνες νοτισμένες
Απ’ το χθες, από τα περασμένα.
Εμένα όμως η καρδιά,
απλά πρασίνισε (σελ. 16).

Σήμερα χιόνιζε
Κι εχθές (σχεδόν) όλη τη μέρα.
Όμως εγώ δεν είμαι ποιητής, είναι κατά βάση δοκιμιογράφος και κριτικός. Δεν πρόσεξα καθόλου τι χρώμα πήρε η καρδιά μου (γράφω Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου, 2016).
  Διαβάζουμε το ποίημα «Γνώση».

Ό,τι περίμενα να γίνει στη ζωή μου, σωριάζεται,
είπε.
Τώρα, δεν περιμένω τίποτε.
Περιμένοντας, χάνω το θρόισμα της λεύκας, χάνω της ψιθύρους της μέρας κι εκείνο το αρμένισμα του σύννεφου, χάνω το γέλιο σου, εσένα.

  Carpe diem, απόλαυσε τη στιγμή, είναι η φιλοσοφία ζωής στην οποία έχω καταλήξει και εγώ. Τη στιγμή τη συναντάμε και στο ποίημα «Στην καρδιά του κενού».

Υπάρχω
στην κάθετη ακινησία
της στιγμής,
εκεί που συντελούνται όλα
σιωπηλά.
Έξω απ’ αυτήν,
Βόμβος του νου
Και σκόνη (σελ. 41).

  Έχουμε διαβάσει οι περισσότεροι την παρακάτω στροφή από το ποίημα του Σεφέρη «Ένας γέροντας στην ακροποταμιά».

Δε θέλω τίποτε άλλο παρά να μιλήσω απλά, να μου δοθεί
   ετούτη η χάρη.
Γιατί και το τραγούδι το φορτώσαμε με τόσες μουσικές
   που σιγά-σιγά, βουλιάζει
και την τέχνη μας τη στολίσαμε τόσο πολύ που φαγώθηκε
   από τα μαλάματα το πρόσωπό της
κι είναι καιρός να πούμε τα λιγοστά μας λόγια γιατί η
   ψυχή μας αύριο κάνει πανιά.

  Ξέρω ότι η Φράγκου λατρεύει τον Σεφέρη. Όμως, όπως όλοι γνωρίζουμε, ο Σεφέρης είναι μόνο λόγια, ενώ η Φράγκου εφαρμόζει. Ο απέριττος λόγος σε σύντομα ποιήματα είναι το κύριο στοιχείο της ποιητικής της. Θα δώσουμε ένα τελευταίο δείγμα, «Το θέατρο των ίσκιων».

Εδώ τελειώνει το θέατρο των ίσκιων,
Οι οιμωγές, τα κονταροχτυπήματά τους.
Άδειο το σκηνικό και οι μάσκες χάσκουνε
Στους τοίχους.
Θα ζήσει όποιος αντέξει το κενό (σελ. 28).

  Έχω παραφράσει το horror vacui (Ο τρόμος του κενού) σε horror vacui temporis, o τρόμος του κενού χρόνου.  Μας τρομάζει το κενό του χρόνου, προσπαθούμε πώς και πώς να το γεμίσουμε. Εγώ διαβάζω βιβλία, βλέπω ταινίες και γράφω γι’ αυτά. Όμως το υπαρξιακό κενό είναι ακόμη χειρότερο. Αλήθεια, πόσοι μπορούν να το αντέξουν; Ο Καζαντζάκης μήπως; Δεν ελπίζω τίποτα… το «τίποτα» σαν συνώνυμο του κενού.
  Ολιγογράφος αλλά εξαιρετική η Βασιλική Φράγκου. Μαζί με τα Χρόνια Πολλά για τη σημερινή γιορτή της, τής ευχόμαστε να είναι καλοτάξιδα τα «Άνθη του κενού».

Μπάμπης Δερμιτζάκης

No comments:

Post a Comment