Friday, April 21, 2017

Τάσος Αγγελίδης Γκέντζος, Οι δυο ώρες ύπνου & το memento mori ενός συγγραφέα



Τάσος Αγγελίδης Γκέντζος, Οι δυο ώρες ύπνου & το memento mori ενός συγγραφέα, Θεσσαλονίκη 2015, Fylatos publishing, σελ. 89.

Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα

  Ένα πρωτότυπο αφήγημα που εντυπωσιάζει

  Είναι η τρίτη φορά που βλέπω ένα λογοτεχνικό έργο να παρουσιάζεται ως προϊόν ονείρου. Οι άλλες δυο ήταν το «Ιστορία και όνειρο» και το «Ερωτικό ενύπνιο» του κρητικού Μαρίνου Φαλιέρου (1397-1474). Όμως εκεί είχαμε το εφέ του απροσδόκητου. Μόλις στο τέλος του έργου μαθαίνουμε ότι επρόκειτο για όνειρο. Εδώ μας δηλώνεται από την αρχή.
  Το όνειρο είναι μια συνομιλία ανάμεσα στον Κώστα και στον πρόσφατα αποθανόντα φίλο του Γιώργο. Η συνομιλία έχει τα χαρακτηριστικά ενός πλατωνικού διαλόγου, καθώς έχει να κάνει κυρίως με φιλοσοφικούς προβληματισμούς. Υπάρχει μια παρεμβολή ημερολογιακών σημειώσεων που ξεκινούν μια 1η Δεκέμβρη, όπου το δοκιμιακό στοιχείο είναι ακόμη πιο έντονο. Όλες καταλήγουν σε «Καλά Χριστούγεννα…». Τέλος έχουμε τον εγκιβωτισμό ενός αφηγήματος, που τίθεται αντιστικτικά στο πραγματικό γεγονός του θανάτου του Γιώργου.
  Όμως να δώσουμε δείγματα γραφής.
  «Αν κάνεις το λάθος να πιαστείς από την καριέρα σου… και δε δώσεις σημασία στα υπόλοιπα, θα βασανιστείς αρκετά στα χρόνια της σύνταξης. Θα σε αντιμετωπίζει διαφορετικά ο περίγυρος κι εσύ καημένε μου, μέρα με τη μέρα θα μαραζώνεις από τις αντιδράσεις του» (σελ. 13).
  Το πρόβλημα αυτό το αντιμετωπίζουν συχνά οι πανεπιστημιακοί.
  «Από μια μεριά είσαι τυχερός που δεν γέρασες, Γιώργο» (σελ. 13).
    «Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς» μας λέει ο Χρόνης Μίσσιος (1930-2012) στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο που έχει αυτόν τον τίτλο. Ο ίδιος όμως πρόλαβε και γέρασε. Πέθανε στα ογδόντα δύο του.
  «-Αυτή την αράχνη που τόση ώρα κοιτάς, επειδή δεν τολμάς να με κοιτάξεις στα μάτια, αν το θελήσεις της στερείς, στο λεπτό, τη ζωή. Δεν θα μπορέσει να αντιδράσει στη δική σου θέληση.
-Έτσι λες;
-Η ζωή της βρίσκεται στα δικά σου χέρια. Η δική σου η ζωή όμως βρίσκεται στα χέρια κάποιου άλλου. Όσο σ’ αφήνει να ζεις, ζήσε τις ώρες σου με αξιοπρέπεια» (σελ. 20).
  Τέλειο!!!!!!
  «Κάποιος του είχε πει πως ο σταυρός της εκκλησίας μας συμβολίζει τις τέσσερις μεγάλες νηστείες του χρόνου».
  Να κάτι που δεν ήξερα. Όπως επίσης ότι εκτός από τη σαρακοστή και τον δεκαπενταύγουστο υπάρχουν άλλες δυο νηστείες.
  «Τα Μ.Μ.Ε, με την προβολή ακραίων ιστοριών, κατάφεραν να μας ευαισθητοποιούν επιλεκτικά και ίσως ακραία. Δεν έχω ανάγκη να αντικρύσω κατάματα την πείνα και τη δυστυχία του πλαϊνού ώστε να αποφασίσω πως πρέπει να τον βοηθήσω. Δίνω από το υστέρημα ή το περίσσευμα μόνο όταν μου το υπενθυμίσουν οι άλλοι, όταν καταφέρνουν οι προγραμματιστές της ευαισθησίας μου να αγγίξουν με τα λόγια ή με τις στημένες εικόνες τους τα ημιθανή συναισθήματά μου, όταν μου ζητούν το αυτονόητο και το πρέπον με ευθύ ή με πλάγιο τρόπο» (σελ. 57).
  Να και ένας καλός λόγος για τα ΜΜΕ. Συνήθως τα θάβουν.
  «(Τα παιδιά) Χαμογελούν, όταν παίρνουν!
Δεν έχουν μάθει να μοιράζονται…
Καλός είναι ο μπαμπάς, όταν τους πάρει αυτά που έχουν στο μυαλό τους!
Καλή η μαμά, η γιαγιά, ο παππούς…» (σελ. 61).
  Και θυμήθηκα κάτι που μου είπε πριν κάποια χρόνια μια καθαρίστρια που είχα, μετανάστρια. «Η κόρη μου όταν έλθει να με επισκεφτεί, αν της δώσω λεφτά θα καθίσει κανένα μισάωρο, αν όχι, θα φύγει στα πέντε λεφτά».
  «Άλλο πράγμα η πραγματική ζωή και άλλο… το μυθιστόρημα.
Το έχω ξαναπεί Γιώργο.
Μυθιστόρημα δίχως έρωτα και θάνατο… δεν υπάρχει!» (σελ. 84).
  Θυμήθηκα τον Σταντάλ, που πάντα πεθαίνει στο τέλος τους ερωτευμένους ήρωές του.   
  «Αποφάσισα να δώσω ωραίο τέλος στην ιστορία μου.
Την έχω αυτή την εξουσία…
Μακάρι να μπορούσα να αλλάξω και το δικό σου…
Δεν μου αρέσει το άσχημο τέλος!
Και σε ποιον αρέσει…» (σελ. 88).
  Ο Δαρβίνος είχε γράψει ότι (παραθέτω το απόσπασμα από μια βιβλιοκριτική μου) «Εν τούτοις τα μυθιστορήματα αποτελούσαν για μένα θαυμάσια ανακούφιση και ευχαρίστηση επί χρόνια, με την προϋπόθεση πως είναι τουλάχιστον αρκετά καλά και δεν έχουν άσχημο τέλος-πράγμα εναντίον του οποίου θα έπρεπε να έχει θεσπιστεί νόμος».
  Εξαιρετικό το βιβλίο του Τάσου Αγγελίδη Γκέντζου. Ευφάνταστο, βαθυστόχαστο, συγκινητικό, δείχνει ένα συγγραφέα με ταλέντο, που θα μπορούσε πιστεύω να το αξιοποιήσει επίσης στη συγγραφή θεατρικών έργων.
  Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι το μισό βιβλίο καλύπτεται από φωτογραφίες του Παναγιώτη Κουντουρά. Ολοσέλιδες, καμιά φορά δισέλιδες, ασπρόμαυρες, αναδεικνύουν αυτό τον κόσμο τον μικρό, τον μέγα, εστιάζοντας συνήθως σε μικροαντικείμενα τα οποία παρουσιάζει σε gros plan.
  Και θα κλείσουμε με τον ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο που μπόρεσαν να συλλάβουν οι κεραίες μας.
  Μπορώ να γράψω υποφερτά και με αυτό τον τρόπο (σελ. 82)

  Μπάμπης Δερμιτζάκης
   

No comments:

Post a Comment