Εν όψει της προβολής της
ταινίας του «Μια κρυφή ζωή», στις 13 του Φλεβάρη.
Μου αρέσουν τα ρομάντζα, έτσι χαρούμενος
ξεκίνησα να βλέπω τον «Νέο κόσμο».
Η πλοκή της ταινίας διαδραματίζεται στη
Βιρτζίνια, στις αρχές του 17ου αιώνα, τότε που άρχισε ο εποικισμός
της. Το θέμα της είναι το μεγαλείο του έρωτα. Το μοτίβο είναι τα σύνορα της
αγάπης.
Δεν είναι τυχαίο που επιλέχτηκε αυτό το
μοτίβο, γιατί μ’ αυτό μπορεί να αναδειχθεί περισσότερο το μεγαλείο του έρωτα.
Για ποιο λόγο; Μα γιατί κάθε σύνορο είναι δύσκολο να το υπερβεί κανείς,
χρειάζεται μεγάλη δύναμη και αποφασιστικότητα, και προπαντός το βαθύ ερωτικό
αίσθημα που αψηφά αντιξοότητες και δυσκολίες. Τον έρωτα αυτό τον έχει η ινδιάνα,
όχι όμως και ο λευκός άποικος. Νοιώθει τύψεις που την άφησε να τον ερωτευθεί, και
όταν αποφασίζεται να σταλεί σε αποστολή αφήνει παραγγελιά να της πουν, αφού
περάσουν δυο μήνες, ότι πνίγηκε.
Η ινδιάνα βυθίζεται σε απελπισία, την οποία ο
μεγάλος Μάλικ δίνει πολύ ανάγλυφα. Όμως, μια και τον νομίζει νεκρό, όταν ένας
άλλος λευκός άποικος της κάνει πρόταση γάμου, αυτή δέχεται. Αυτός ξέρει ότι δεν
τον αγαπά, αλλά της λέει ότι δεν πειράζει, σιγά σιγά θα τον αγαπήσει.
Θα κάνουν ένα γιο. Θα ταξιδέψουν στην Αγγλία,
όπου θα γίνουν δεχτοί από το βασιλιά. Θέλουν την περίπτωσή τους να την αναδείξουν
ως σύμβολο του εκπολιτισμού και εκχριστιανισμού των ινδιάνων, καθώς και των
φιλικών τους σχέσεων με τους λευκούς.
Όταν κάποια στιγμή μαθαίνει ότι ο αγαπημένος
της τελικά δεν πέθανε αλλά ζει, συγκλονίζεται. Λέει στον άντρα της ότι δεν μπορούν
πια να είναι ζευγάρι, αφού ο αγαπημένος της ζει. Αυτός είναι πρόθυμος να της
δώσει διαζύγιο, έτσι λέει στον κυβερνήτη. Δεν θέλει να την υποβάλλει σε μια
τεράστια ηθική δοκιμασία. Στην ίδια λέει ότι ίσως θέλει να τον δει για μια
ακόμη φορά.
Και θα τον δει, εκεί, στην Αγγλία.
-Ήξερες ότι ήμουν δεσμευμένος (promised), έτσι δεν είναι; Της
λέει. -Ναι, είναι η απάντηση.
Όπως είπαμε ο Μάλικ εστιάζει μόνο στις
σημαντικές σκηνές. Δεν μας λέει πιο πριν αν το έμαθε και πώς.
Κάνω μια παρέκβαση: το τέλος της μου θύμισε
τον «Βέρθερο»
και την «Ανάσταση».
Στον «Βέρθερο» η αγαπημένη αποφασίζει να μείνει με τον σύζυγο, παρά την αγάπη
που νιώθει γι’ αυτόν. Στην «Ανάσταση» η αγαπημένη, που ο διαφθορέας της είναι
διατεθειμένος να την παντρευτεί για να επανορθώσει, θα αποποιηθεί την προσφορά
του παρόλο που τον αγαπάει. Θα δεχθεί την πρόταση ενός άλλου κατάδικου. Δυο
ερωτευμένες γυναίκες θα βιώσουν τη ματαίωση του έρωτά τους.
Εν τάξει, την απαισιόδοξη ματιά του Μάλικ την
ξέρω από τις προηγούμενες ταινίες του, όμως εδώ περίμενα μια ανατροπή, να
ευοδωθεί το ρομάντζο. Σαν θεατές έχουμε ταυτισθεί με τον αγαπημένο της και όχι
με το σύζυγό της, στη βάση ενός ψυχολογικού μηχανισμού που μας κάνει να
ταυτιζόμαστε μ’ αυτόν που εμφανίζεται περισσότερο στην οθόνη.
Και καλά το ότι δεν ευοδώθηκε το ρομάντζο,
ήταν ανάγκη ο Μάλικ να πεθάνει την ηρωίδα του κατά την επιστροφή της στην
Αμερική; Αυτό δεν συμβαίνει καθόλου κατά το εικός και το αναγκαίο.
Δεν είχα διαβάσει ακόμη το λήμμα της
βικιπαίδειας, σχεδόν πάντα το διαβάζω μετά. Πριν δω την ταινία διαβάζω μόνο το IMDb, για να πάρω μια ιδέα για
την πλοκή.
Βέβαια οι ακριβείς ημερομηνίες που δίνει θα
έπρεπε να με υποψιάσουν, όπως και το γεγονός ότι, όπως έχω παρατηρήσει,
τουλάχιστον οι μισές ταινίες, αν όχι οι περισσότερες, στηρίζονται σε πραγματικά
γεγονότα. Και πράγματι, πρόκειται για αληθινή ιστορία, αν και κάποιοι
αμφισβήτησαν την εγκυρότητά της, τουλάχιστον όπως την αφηγείται ο «αγαπημένος»,
ο captain John Smith,
στα απομνημονεύματά του. Όμως είναι πραγματικό γεγονός ότι η νεαρή ινδιάνα
πέθανε στο πλοίο κατά την επιστροφή. [Και η σύμπτωση: διαβάζοντας σήμερα για
τον Κωνσταντίνο Χατζόπουλο, αφού τέλειωσα το «Φθινόπωρο» που θα παρουσιαστεί σε
μια λέσχη ανάγνωσης, μαθαίνω ότι πέθανε κι αυτός πάνω στο πλοίο, από τροφική
δηλητηρίαση. Είπαμε, έχω μια εμμονή με τις συμπτώσεις, και σε ένα
αυτοβιογραφικό μου κείμενο έχω δώσει ως υπότιτλο «Οι ρίζες της σύμπτωσης»].
Ο Μάλικ λοιπόν ήθελε να μείνει πιστός στην
ιστορική αλήθεια.
Και τώρα κάποια σχόλια.
Οι στοχασμοί των χαρακτήρων σε voice
over,
τους οποίους ακούσαμε και στη «Λεπτή κόκκινη γραμμή», είναι και εδώ κυρίαρχοι.
Αυτό, συνειδητοποιώ τώρα, δίνει μια «πεζογραφική» διάσταση στην ταινία, γιατί
μόνο στην πεζογραφία μπορούμε να μαθαίνουμε για τους στοχασμούς και τους
αναστοχασμούς των ηρώων, είτε από τους ίδιους είτε από τον τριτοπρόσωπο
αφηγητή. Στο θέατρο, ο μόνος, απ’ όσο ξέρω, που το επιχείρησε με quasi-aside, είναι ο Ευγένιος Ο’ Νηλ στο «Παράξενο
ιντερλούδιο», έργο το οποίο μετάφρασα πριν δεκαετίες.
Πολλές φορές μιλάω για την ποιητικότητα και
την εικαστικότητα μιας ταινίας, θεωρώντας τους δυο όρους αν όχι ταυτόσημους,
τουλάχιστον αλληλοεπικαλυπτόμενους. Τώρα πάλι συνειδητοποιώ ότι η εικαστικότητα
για την οποία μιλάω έχει να κάνει με μια ιμπρεσιονιστική εικαστικότητα, με μια
λυρική ανάδειξη της φύσης, και όχι με μια εξπρεσιονιστική εικαστικότητα, που
αναδεικνύει το μουντό και το σκοτεινό (Φέρτε στο μυαλό σας την «Κραυγή» του Münch). Δεν είναι τυχαίο που η φύση
κυριαρχεί στα έργα του Μάλικ σαν φόντο της δράσης, εδώ όμως επιπλέον λειτουργεί
και σαν μια «συμβολιστική» ανάδειξη του έρωτα των δυο νέων [πάλι ο
Χατζόπουλος].
Μου έκανε εντύπωση που δεν είδα καμιά ερωτική
σκηνή, μια εποχή που τύφλα να ’χουν οι ερωτικές σκηνές των πορνό μπροστά στις ερωτικές
σκηνές των «κανονικών» ταινιών, και δεν αναφέρομαι βέβαια μόνο στα «Εννιά
τραγούδια» του Winterbottom. Επιλογή του Μάλικ;
Φαντάζομαι πως ναι, όμως ανασχετικός
παράγοντας, αν υποθέσουμε ότι είχε τέτοιες προθέσεις, ήταν το νεαρό της ηλικίας
της πρωταγωνίστριας. Δεν την έκανα κάτω από δεκαοκτώ χρονών, όμως διαβάζοντας στη
βικιπαίδεια για την ταινία και το βιογραφικό της μαθαίνω ότι ήταν μόλις
δεκατεσσάρων χρονών όταν γυρίστηκε η ταινία.
Οι φιλοσοφικοί στοχασμοί του Μάλικ σεβαστοί
μεν αλλά με αφήνουν αδιάφορο, όπως και οι πολεμικές σκηνές της «Λεπτής κόκκινης
γραμμής», έχω δει καλύτερες, όμως δεν θυμάμαι να έχω δει πιο καλογυρισμένο ρομάντζο.
Υποτιμημένο τόσο στη συνείδηση των θεατών όσο και των κριτικών, δεν εκπλήσσομαι
που ο «Νέος κόσμος» δεν είχε την επιτυχία των προηγούμενων έργων του, όμως,
διαβάζω επίσης, από κάποιους κριτικούς θεωρήθηκε ως μια από τις καλύτερες
ταινίες της δεκαετίας.
No comments:
Post a Comment