Sunday, September 27, 2009

Βασιλική Φράγκου, Οι πατημασιές του ανέμου

Βασιλική Φράγκου, Οι πατημασιές του ανέμου, Μελάνι 2006

Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα

Ο τίτλος είναι μια καλή μεταφορά για την ποιητική αυτή συλλογή της Βασιλικής Φράγκου, αν και κατά τη γνώμη μας καλύτερη θα ήταν «Αστραπές μες στη νύχτα». Γιατί τα ποιήματά της, σύντομα σαν αστραπή, έχουν επίσης την λάμψη της. Εκθαμβωτικά στη σύλληψη, ασύλληπτα στο βάθος τους, βαθιά στα νοήματά τους, αιχμαλωτίζουν αμέσως τον αναγνώστη. Σύντομα σαν χάι κου, πυκνά σαν επιγράμματα, ευαίσθητα σαν Κρητική μαντινάδα, διαυγέστατα σαν δημοτικό τραγούδι, αποκαλύπτουν, πέρα από το ποιητικό ταλέντο της Φράγκου, τη φυσική κατάληξη της ποίησης μετά τις μεγάλες συνθέσεις του παρελθόντος: το σύντομο, λιτό, πυκνό, απέριττο ποίημα, που η ανάγνωσή του είναι περισσότερο ένα ξάφνιασμα παρά μια τέρψη.
Κοιτώ τον ουρανό.
Σηκώνομαι στις μύτες των ποδιών μου,
τον αγγίζω…
Μήπως χαμήλωσε για μένα,
Τάχα να ψήλωσα γι αυτόν;
Ή το παρακάτω:
Τίναξα απ’ τους ώμους τα σπουδαία της ζωής
κι ανάσανα!
Η Φράγκου δεν έχει συγκεκριμένες θεματικές. Η έμπνευσή της έρχεται σαν κεραυνός εν αιθρία, και μπορεί να είναι αναπόληση του παρελθόντος («Η μαύρη γραμμή»), αναστοχασμός σε αντιλήψεις και ιδέες («Ευτυχία»), εντυπώσεις εικαστικές («Ακουαρέλα»), πρόσωπα της λογοτεχνίας («Βασιλιάς Ληρ»), τελικά τα πάντα. Κάποιες στιγμές συνομιλεί με τον Άλλο:
Τώρα που λευτερώνομαι
Απ’ τα δεσμά των σχέσεων,
Ενώνομαι μαζί σου.
Διάβασα κάποτε σε ένα κείμενο θεωρίας της λογοτεχνίας ότι η πεζογραφία είναι μια μετωνυμία και η ποίηση μια μεταφορά. Αυτό που εντυπωσιάζει στη συλλογή αυτή της Φράγκου είναι η πρωτοτυπία στη σύλληψη των μεταφορών της. Στο παρακάτω ποίημα, το μεταφερόμενο δίνεται στον τίτλο («Η λαχτάρα»), και το όχημα στον τελευταίο στίχο.
Το ρυάκι τρέχει με λαχτάρα
να συναντήσει το ποτάμι.
Το ποτάμι ποθεί να σμίξει
με τη θάλασσα
κι εσύ,
στο τζάμι ενός παράθυρου
μικρή σταγόνα!
Όμως το «Είναι στιγμές» βρίσκεται πιο κοντά στην ποιητική της, που είναι η αποφθεγματική συντομία:
Είναι στιγμές,
οι άγγελοι,
λευκές ανάσες…
Θα κλείσω την παρουσιάσή της με το ποίημα που μου άρεσε περισσότερο. Τιτλοφορείται «Οι μοίρες».
Όταν γεννιόμαστε
Έρχονται οι Μοίρες της ζωής
από παλιά σεντούκια
στοιχειωμένα
και μας χαρίζουν σιγαλά
το δέρμα.
Όσοι λυτρώνονται,
πρώτα πεθαίνουνε χίλιες φορές
κι έπειτα φως
η σάρκα τους
και πνεύμα!

Μπάμπης Δερμιτζάκης

No comments:

Post a Comment