Κώστας Μαυρουδής, Η ζωή με εχθρούς και άλλα κείμενα, Μελάνι 2008
Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα
Αφοριστικά πυκνός και πάντα ποιητικός μας παρουσιάζεται ο Κώστας Μαυρουδής στα σύντομα κείμενα που απαρτίζουν τον τόμο αυτό.
Μετά την πρώτη έκδοση από τις εκδόσεις Δελφίνι το 1998, επανεκδίδεται εμπλουτισμένη με νέα κείμενα από τις εκδόσεις Μελάνι «Η ζωή με εχθρούς» του Κώστα Μαυρουδή.
Ο Κώστας Μαυρουδής είναι ένας συγγραφέας που αγαπάμε και παρακολουθούμε το έργο του εδώ και δέκα χρόνια, και το έχουμε παρουσιάσει σε διάφορα έντυπα. Έτσι με χαρά πήραμε στα χέρια μας την καινούρια αυτή έκδοση της Ζωής με εχθρούς.
Ο Μαυρουδής είναι κατά βάση ποιητής, όμως η ιδιότητά του ως εκδότη περιοδικού (Το Δέντρο είναι από τα μακροβιότερα και αξιολογότερα λογοτεχνικά περιοδικά) τον υποχρέωσε και στο ρόλο του πεζογράφου. Πάρα πολλά κείμενα του τόμου αυτού είναι κείμενα που έχουν δημοσιευθεί στο Δέντρο, ενώ αρκετά έχουν δημοσιευτεί σε διάφορα άλλα έντυπα.
Ένας πεζογράφος γράφει προγραμματικά. Μπορεί η έμπνευση της στιγμής να δίνει το έναυσμα, όμως η πραγμάτωση, ακόμη και όταν πρόκειται για ένα μικρό διήγημα, είναι μια διαδικασία αρκετά χρονοβόρα. Για τον ποιητή, η απόκριση στο ερέθισμα είναι περίπου άμεση.
Το ίδιο και για τον Μαυρουδή. Εμπνέεται από τη φράση ενός βιβλίου, από μια εικόνα στο δρόμο, από μια παλιά φωτογραφία, από μια ανάμνηση που τον κατέλαβε ξαφνικά, από μια σκηνή ταινίας που είδε, ακόμη και από ένα όνειρο, για να καταγράψει με έναν ποιητικά ανοικειωτικό και αφοριστικά πυκνό τρόπο τις εντυπώσεις και τις σκέψεις του, σε σύντομα κείμενα. Παραθέτουμε ένα δείγμα που έχει τίτλο «Η μικρούλα Γκία».
Η μικρούλα Γκία, μια «ατημέλητη και ταλαιπωρημένη γυναίκα» μπαίνει σε ένα κατάστημα παιχνιδιών και εκλιπαρεί τον ιδιοκτήτη να της χαρίσει ένα παιχνίδι. «Νομίζει ότι είναι μωρό, μου εμπιστεύεται σε λίγο (ο ιδιοκτήτης). Έρχεται και ζητάει διαρκώς παιχνίδια». Και συνεχίζει σχολιάζοντας ο Μαυρουδής:
«Αν ο ποιητής (ή ένα ορισμένο είδος ανθρώπου) είναι το πρόσωπο που κόπηκε βίαια από την παιδική του ηλικία, καθώς έχουν πει, είχα τώρα μπροστά μου, σ’ αυτό το κατάστημα, την προσπάθεια επανασύνδεσης• να βρεθεί και πάλι το όλον, ο κήπος εκείνος της ευδαιμονίας…» (σελ. 139).
Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της λογοτεχνίας που τη διαφορίζει απόλυτα από τον κινηματογράφο είναι η χρήση της μεταφοράς. Οι απόπειρες του Αϊζενστάιν να χρησιμοποιήσει τη μεταφορά στον κινηματογράφο με το «ιδεολογικό μοντάζ» δεν είχαν συνέχεια. Η μεταφορά στη λογοτεχνική της χρήση είναι η σύλληψη ενός ποιητικού οχήματος για το μεταφερόμενο, δηλαδή η χρήση μιας τολμηρής και ανοίκειας εικόνας, που συχνά δεν ξεπερνάει τη μια γραμμή ενώ στον Ερωτόκριτο μπορεί να φτάνει μερικούς στίχους. Στη μη λογοτεχνική της χρήση αντίθετα είναι πιο σύντομη και έχει σαν στόχο να φωτίσει νοηματικά το μεταφερόμενο. Ο Μαυρουδής θα μπορούσαμε να πούμε ότι ξεφεύγει και από τα δύο, κάνοντας μια οιονεί φιλοσοφική χρήση της μεταφοράς, η οποία από άποψη έκτασης βρίσκεται σε αντίστροφη σχέση με τα κείμενά του: ενώ τα κείμενά του είναι σύντομα, η μεταφορά σε αυτά είναι εκτεταμένη. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι πρόκειται για σύγκριση, αν στην πραγματικότητα το ένα από τα δυο μέρη που συγκρίνονται δεν αποτελούσε το ερέθισμα που ανακαλεί τη μνήμη ή προκαλεί τη σκέψη για το άλλο.
Ας δώσουμε άλλο ένα παράδειγμα.
Ο Μαυρουδής διαβάζει (ή θυμάται) ότι ο Χάξλεϋ έχει πει πως «οι άγγλοι αγνοούσαν το πρότυπο της συμπεριφοράς τους, μέχρι τη στιγμή που ο Σαίξπηρ δημιούργησε τον Φάλσταφ. Έκτοτε, ο εθνικός τους χαρακτήρας είναι τόσο καλά διατυπωμένος, ώστε να ορίζονται με επάρκεια τα γνωρίσματά του». Και ο Μαυρουδής κάνει αμέσως τη σύγκριση: «Με τους νεοέλληνες ίσως συνέβη κάτι ανάλογο. Ο εθνικός μας χαρακτήρας λέγεται ότι βρήκε τη διατύπωσή του στη φιγούρα ενός ήρωα του Θεάτρου Σκιών, του κατεξοχήν λαϊκού θεάτρου όλης της Ανατολής. Ονομάζεται Καραγκιόζης» (σελ. 215).
Μπορεί η δημοτική να κατατρόπωσε την καθαρεύουσα όμως το πρόβλημα της διάστασης του γραπτού από τον προφορικό λόγο πάντα υπάρχει, σε όλες τις γλώσσες. Ο γραπτός λόγος, και ας διατείνονται οι γλωσσολόγοι, δεν είναι η μεταγραφή του προφορικού. Όταν ο Μαυρουδής γράφει «Κάποιος ψάλτης απομακρύνεται από το όμορο του ναού νεκροταφείο» δεν μεταγράφει το «Κάποιος ψάλτης απομακρύνεται από το γειτονικό νεκροταφείο του ναού». Τη λέξη «όμορος» δεν την χρησιμοποιούμε στην καθημερινή ομιλία, το ίδιο και το υπερβατό σχήμα, όμως η λέξη αυτή δημιουργεί ένα ανοικειωτικό εφέ στον γραπτό λόγο, όπως και το υφολογικό αυτό σχήμα. Την ίδια ανοικείωση δημιουργούν και οι γενικές σε «-έως», όπως και η χρήση της μετοχής, την οποία η νεοελληνική δημοτική, αναλυτική καθώς είναι όπως οι περισσότερες σύγχρονες γλώσσες, αποφεύγει. Πολλοί γνωρίζουν ότι τη μετοχή την χρησιμοποιούν ευρέως οι άρειοι γερμανοί, λίγοι όμως ξέρουν ότι τη χρησιμοποιούν ακόμη περισσότερο οι σλάβοι ρώσοι. Στον Μαυρουδή η χρήση αυτής της λόγιας γλώσσας που χρησιμοποιείται σήμερα ευρέως σε δοκιμιακά κείμενα (θυμάμαι για παράδειγμα τις Λογοπραξίες του Βασίλη Αλεξίου που παρουσιάσαμε στο Λέξημα) ταιριάζει επί πλέον με την ποιητική και αφοριστική πυκνότητα του λόγου του.
Θα κλείσω την βιβλιοπαρουσίαση του θαυμάσιου αυτού βιβλίου του Κώστα Μαυρουδή με έναν από τους πιο ωραίους αφορισμούς που έχω συναντήσει ποτέ: «Το φετίχ είναι το σκουπίδι που επιπλέει στην επιφάνεια κάθε πίστης».
Μπάμπης Δερμιτζάκης, 26-7-2008
No comments:
Post a Comment