Βαλεντίν Βολοσίνοφ, Ο λόγος στη ζωή και ο λόγος στην ποίηση (μετ. Βασίλης Αλεξίου-Μανόλης Δαφέρμος), Παπαζήσης 2009.
Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα
Ο Βαλεντίν Βολοσίνοφ, στενός συνεργάτης του Μιχαήλ Μπαχτίν, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα υπέγραψε αρκετά έργα του μεγάλου ρώσου θεωρητικού της λογοτεχνίας, μεταξύ των οποίων (πιθανόν) και το παρόν μελέτημα. Η πρώτη δημοσίευση έγινε στο περιοδικό Zvezda, το 1926.
Ο Βασίλης Αλεξίου είναι ένας από τους θαυμαστές του Μπαχτίν, και η μετάφραση της παρούσας μελέτης οφείλεται, υποθέτω, σ’ αυτό τον θαυμασμό. Ο πρόλογος τον οποίο υπογράφει από κοινού με τον Μανόλη Δαφέρμο όπως και τη μετάφραση, φτάνει τις 20 σελίδες, για ένα έργο που δεν ξεπερνάει τις 50 σελίδες. Η εμπεριστατωμένη αυτή εισαγωγή βοηθάει και τον πιο ανυποψίαστο αναγνώστη να μπει στον πυρήνα της σκέψης του Βολοσίνοφ.
Διαβάζοντας το κείμενο αυτό λυπήθηκα που δεν το είχα υπόψη μου όταν έγραφα το διδακτορικό μου, όπου υποστήριζα ότι η λογοτεχνία παίζει έναν αξιολογικό ρόλο, καταξιώνοντας ή απαξιώνοντας πρόσωπα, γεγονότα και καταστάσεις. Οι λέξεις «αξιολόγηση» και «αξιολογικός» επαναλαμβάνονται πολύ συχνά στο κείμενο. Διαβάζουμε μια χαρακτηριστική παράγραφο.
«Στη λογοτεχνία είναι ιδιαίτερα σημαντικές οι υπονοούμενες αξιολογικές κρίσεις. Μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι ένα καλλιτεχνικό έργο είναι ένα προϊόν που συμπυκνώνει τις μη εκφρασμένες κοινωνικές αξιολογήσεις: κάθε λέξη είναι διαποτισμένη από αυτές. Είναι ακριβώς αυτές οι κοινωνικές αξιολογήσεις που οργανώνουν την καλλιτεχνική μορφή ως την άμεση έκφρασή τους» (σελ. 56).
Και στην επόμενη σελίδα:
«Το πρόβλημα της κοινωνιολογικής ποιητικής θα είχε λυθεί, αν κατόρθωνε κανείς να εξηγήσει κάθε στιγμή της μορφής ως μια ενεργητική έκφραση της αξιολογικής κρίσης προς αυτές τις δυο κατευθύνσεις: προς τον ακροατή και προς το αντικείμενο της εκφώνησης, δηλαδή τον ήρωα».
Παραθέσαμε και αυτό το απόσπασμα για να συζητήσουμε δυο ζητήματα. Το πρώτο αφορά τον προδρομικό χαρακτήρα των σκέψεων του Βολοσίνοφ σε σχέση με το ρόλο του δέκτη στην καλλιτεχνική δημιουργία, που χρόνια μετά θα οδηγούσε στην ανάπτυξη δύο παράλληλων θεωρητικών προσεγγίσεων, στην γερμανική Rezepzionsästhetik (αισθητική της πρόσληψης) και στην αμερικάνικη reader response theory (θεωρία της αναγνωστικής ανταπόκρισης). Το δεύτερο θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε, τηρουμένων των αναλογιών, επιστημολογικό πρόβλημα των θεωριών της λογοτεχνίας. Ενώ ο Βολοσίνοφ τονίζει – και πολύ σωστά – τον σημαντικό ρόλο που παίζουν στο καλλιτεχνικό φαινόμενο και οι τρεις συντελεστές του, δηλαδή ο δημιουργός, το έργο και o αναγνώστης, οι μεταγενέστεροι θεωρητικοί διακρίνονται για τη μονομέρεια στην προσέγγιση. Οι Hans Robert Jauss, Wolfgang Iser, Normand Holland, Stanley Fish κ.ά. τονίζουν τη σημασία του δέκτη, ενώ οι δομιστές όπως ο Algirdas Julien Greimas και ο Gérard Genette επικεντρώνονται στο κείμενο. Μια απάντηση που μπόρεσα παλιά να δώσω σε σχέση με την ψυχολογία, όπου και εκεί συναντάμε το φαινόμενο διαφόρων σχολών και προσεγγίσεων, είναι ότι η μονομέρεια στην προσέγγιση που οφείλεται στην πίστη κάθε ερευνητή πως ο δρόμος ο δικός του είναι ο πιο σωστός, τον οδηγεί σε ανακαλύψεις και εμβαθύνσεις στις οποίες δεν θα έφτανε ποτέ αν δεν ήταν τόσο πεπεισμένος για την ανωτερότητα της δικής του προσέγγισης. Οι κλινικοί ψυχολόγοι και οι κριτικοί της λογοτεχνίας, αν και έχουν τις προτιμήσεις τους σε σχολές και θεωρητικούς, στην καθημερινή πρακτική χρησιμοποιούν κάθε τι που νομίζουν ότι τους είναι χρήσιμο.
Δεν είμαι γλωσσολόγος, και γι αυτό με επιφύλαξη θα διατυπώσω την αντίρρησή μου για τον αναγωγισμό (reductionism) που επιχειρεί εδώ ο Βολοσίνοφ από τη γλωσσολογία στην θεωρία της λογοτεχνίας. Λέω με επιφύλαξη, γιατί ο αναγωγισμός, και μάλιστα αυτός που έγινε στη γλωσσολογία, έδωσε πλούσιους καρπούς. Ολόκληρο το οικοδόμημα του δομισμού που απλώθηκε σε επιστήμες τόσο διαφορετικές όπως η ανθρωπολογία (Κλωντ Λεβί-Στρως), η ψυχολογία (Λακάν, Πιαζέ) και η θεωρία της λογοτεχνίας στηρίχθηκε πάνω στη γλωσσολογία του Φερντινάν ντε Σωσύρ. Πιστεύουμε ότι ο επιτονισμός που παρατηρείται στον προφορικό λόγο και τον νοηματοδοτεί, και για τον οποίο ο Βολοσίνοφ με ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα μιλάει εκτεταμένα, δεν μπορεί να έχει το ακριβές αντίστοιχό του στο λογοτεχνικό κείμενο.
Ένα ακόμη ζήτημα είναι το ζήτημα της μορφής. Η λέξη «μορφή», σε αντιδιαστολή προς το περιεχόμενο, καλύπτει, χωρίς να ταυτίζεται μ’ αυτά, το είδος (genre) και το ύφος. Μιλώντας για το υψηλό και χαμηλό ύφος ο Βολοσίνοφ επισημαίνει ότι χρησιμοποιείται το υψηλό ύφος για τους ήρωες και το χαμηλό για τα παρακατιανά πρόσωπα στην τραγωδία. Αυτό είναι ζήτημα σύμβασης, που όμως κρύβει μια γενικότερη αξιολογική στάση της κοινωνίας, αποδοχή του ήρωα και υποτίμηση του παρακατιανού και του δούλου.
Ο Βολοσίνοφ επαναλαμβάνει τη γνωστή ρήση «το ύφος είναι ο άνθρωπος» (στο διαδίκτυο μαθαίνουμε ότι το είπε ο Buffon) για να συμπληρώσει: «αλλά μπορούμε επίσης να πούμε: το ύφος είναι τουλάχιστον δύο άνθρωποι ή, ακριβέστερα, είναι ο άνθρωπος και η κοινωνική ομάδα στο πρόσωπο του ενεργού εκπροσώπου της, δηλαδή του ακροατή, που είναι ο σταθερός συμμέτοχος του εσωτερικού και εξωτερικού λόγου του ανθρώπου» (σελ. 72-73). Ο Βολοσίνοφ, σταθερά μαρξιστής, υποστηρίζει ότι το καλλιτεχνικό δημιούργημα είναι κοινωνικά καθορισμένο, ακόμη και στο ζήτημα της μορφής για την οποία διατείνονται κάποιοι ότι έχει και μια ανεξάρτητη εξέλιξη λόγω εσωτερικών παραγόντων. Αναγνωρίζει όμως τα τεχνικά προβλήματα που προκύπτουν λόγω του υλικού υποστρώματος (του μαρμάρου π.χ. για τη γλυπτική).
Η μετάφραση είναι πάρα πολύ καλή, κρίνοντας από το ύφος. Δεν συναντήσαμε τίποτα για το οποίο θα είχαμε ενδοιασμούς και θα θέλαμε να το αντιπαραβάλουμε με το πρωτότυπο. Ο πρόλογος οπωσδήποτε είναι εξαιρετικός, εφάμιλλος του κειμένου.
No comments:
Post a Comment