Νίκος Δαββέτας, Λευκή πετσέτα στο ρινγκ, Κέδρος 2006, Σελ.203.
Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα
Ο εμφύλιος δεν κατατρύχει μόνο αυτούς που συμμετείχαν σ' αυτόν, οι οποίοι ακούραστα εκδίδουν τα απομνημονεύματά τους ή τον θεματοποιούν στις μυθοπλασίες τους (Κοτζιάς, Βαλτινός κ.λπ.), αλλά και νεότερες γενιές (Γαλανάκη, Σπανδωνής κ.ά.). Τον εμφύλιο έχει σαν θέμα και ο Νίκος Δαββέτας, γεννημένος το 1960, στο τελευταίο του μυθιστόρημα με τίτλο «Λευκή πετσέτα στο ρινγκ».
Το μυθιστόρημα, που τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές υποψήφιο για τα βραβεία του «Διαβάζω», έχει ενδιαφέρουσες αφηγηματικές τεχνικές.
Κατ' αρχήν κινείται σε δυο χρόνους, χρησιμοποιώντας και στους δυο πρωτοπρόσωπη αφήγηση: Στο χρόνο του τώρα, με τον αφηγητή-δημοσιογράφο, και στο χρόνο του τότε, με τις μαρτυρίες των προσώπων καταγραμμένες σε δημοσιογραφικό μαγνητόφωνο. Το μυθιστόρημα μάλιστα ξεκινάει εντυπωσιακά, με την αφήγηση μιας εκτέλεσης: Ο αφηγητής, ακολουθώντας κομματική εντολή, εκτελεί το άτομο που του έχουν υποδείξει.
Η μυθοπλασία δεν περιστρέφεται μόνο στο χρόνο του τότε, αλλά και στο χρόνο του τώρα. Ο αφηγητής, δημοσιογράφος ο οποίος έχει αναλάβει μια έρευνα για ένα ρεπορτάζ για τον εμφύλιο, παραθέτοντας τις μαρτυρίες ανθρώπων της γειτονιάς όπου γεννήθηκε, προσφυγογειτονιάς, αφηγείται και την δική του προσωπική ιστορία. Έτσι το «τώρα» του αφηγηματικού χρόνου δεν είναι το οιονεί στιγμιαίο της αφήγησης, όπως στα περισσότερα μυθιστορήματα, αλλά εκτείνεται στην χρονική περίοδο της δημοσιογραφικής έρευνας που φτάνει σχεδόν τον ένα μήνα. Μέσα σ' αυτό τον αφηγηματικό χρόνο κατά τον οποίο ο αφηγητής καταγράφει τις μαρτυρίες, συντελούνται και τα σημαντικά στη δική του προσωπική ζωή: το διαζύγιο με τη γυναίκα του, η μετακόμιση και το φλερτ με την κόρη του εντολέα της εκτέλεσης, με «μπάσο κοντίνουο» τα προβλήματα υγείας του (υποφέρει από προστάτη, με το μαρτύριο της συχνουρίας και του πόνου).
Το σασπένς που ενυπάρχει σε κάθε αφήγηση εδώ διπλασιάζεται ως σασπένς για τα αποτελέσματα μιας δημοσιογραφικής έρευνας, που καταλήγει σε διαφορετικές εκδοχές του ίδιου γεγονότος. Θυμίζει το «Ρασομόν» του Ρ. Ακουτάγκαβα, γνωστότερο από την κινηματογραφική εκδοχή του Κουροσάβα. Εκεί όμως έχουμε τις διαφορετικές εκδοχές του ίδιου γεγονότος. Εδώ το γεγονός παραμένει το ίδιο, και οι εκδοχές έχουν να κάνουν με τα κίνητρα και με την προσωπικότητα των εκτελεσμένων (γιατί τελικά η έρευνα εστιάζεται σε δυο εκτελέσεις). Γιατί εκτελέστηκε ο Μυστακίδης; Η πρώτη εκδοχή, ως συνεργάτης των Γερμανών. Η δεύτερη, ως ξεκαθάρισμα λογαριασμών μεταξύ αριστερών: ο Μυστακίδης ήταν τροτσκιστής. Η τρίτη εκδοχή, ένα προσωπικό ξεκαθάρισμα λογαριασμών, μια εκδίκηση. Όσο για τον Κωστένογλου τι ήταν; Ένας γιατρός της φτωχολογιάς, ή ένας παιδεραστής; Το επονιτάκι που σκότωσαν οι Χίτες, δεν το έκρυψε από φόβο ή το κατέδωσε ο ίδιος, όντας ο εραστής του;
Το μυθιστόρημα δίνει δυο τουλάχιστον εκδοχές αναγνωστικής πρόσληψης. Η πιο εμφανής, μια ακόμη καταγγελία του κόμματος, του τιμημένου… Η δεύτερη, μια συζήτηση πάνω στο πρόβλημα της αλήθειας, με την ιστορική αλήθεια σαν μεταφορά.
Εδώ βλέπουμε διάφορες όψεις του προβλήματος.
Κατ' αρχήν, οι δυσκολίες μιας δημοσιογραφικής έρευνας για την ανακάλυψη της αλήθειας. Έπειτα, η παραποίηση της αλήθειας για λόγους σκοπιμότητας. Κατόπιν, η πλαστογραφία για λόγους αναγνωσιμότητας-ακροαματικότητας (το ανώδυνο ημερολόγιο όπου καταγράφονται προβλήματα υγείας, και το οποίο πλαστογραφείται με εγγραφές πάνω στα συνταρακτικά γεγονότα της εποχής). Τέλος, η αποσιώπηση της αλήθειας, όταν δεν μας βολεύει (ο αφηγητής παραιτείται από το ρεπορτάζ όταν μαθαίνει ότι και η μητέρα του πήρε μέρος στην εκτέλεση).
Το συναισθηματικό κλίμα στο έργο είναι ένα κλίμα απαισιοδοξίας. Δεν είναι μόνο η ανάπλαση του ζοφερού κλίματος μιας εποχής, της εποχής του εμφυλίου, αλλά και η ψυχολογική διάθεση του αφηγητή, ο οποίος ταλανίζεται ανάμεσα στα προβλήματα υγείας που τον βασανίζουν και στα προβλήματα του γάμου του. Έτσι, το happy end του τέλους, μόλις μιας σελίδας, σε θεατρικό διάλογο χωρίς αφήγηση, ήταν μια ευχάριστη έκπληξη: Συζήτηση στο κρεβάτι, μετά τη συνουσία. Ποια ήταν η σύντροφος; Να υποθέσουμε η όμορφη Δώρα; Δεν έχει σημασία. Το σεξ είναι πάντα μια παρηγοριά, ο έρωτας μια ευτυχία.
No comments:
Post a Comment