Peter Greenaway, The baby of Macon (1993)
Το φαντάστηκα ότι θα ήταν αμφιλεγόμενο φιλμ, και έτσι είπα να το ψάξω. Στην Βικιπέντια λοιπόν διαβάζω ότι «θεωρείται από πολλούς το πιο αμφιλεγόμενο έργο του Peter Greenaway. Στους κριτικούς, γενικά, δεν άρεσε το φιλμ και ποτέ δεν είχε κανονική διανομή στη Βόρεια Αμερική, και παίχτηκε σποραδικά σε κάποιες πόλεις όπως η Νέα Υόρκη και το Λος Άντζελες. Μερικοί το έχουν ονομάσει το πιο προκλητικό (disturbing) του έργο. Τέθηκε εκτός συναγωνισμού στο φεστιβάλ Καννών το 1993».
Δεν με εκπλήσσει. Κάποιες φορές μου ήταν ολότελα βαρετό, κάποιες φορές εμετικό, ιδιαίτερα η σκηνή του βιασμού της Τζούλιας Όρμοντ, που έγινε μεν πίσω από τις κουρτίνες, αλλά 230 τόσες φορές, από τις οποίες σταθήκαμε μάρτυρες, με τις κραυγές της, σε πάνω από δέκα. Μόνο η σκηνή του βιασμού της Μόνικα Μπελούτσι στο «Μη αναστρέψιμος» του Gaspar Noé μπορεί να τη συναγωνιστεί. Και μια και κάνουμε τη σύγκριση, η σκηνή του βιασμού της Μπελούτσι κρατάει δέκα λεπτά, για να δούμε πόσο κρατάει της Τζούλιας Όρμοντ. Μπράβο!!!! Κι εδώ δέκα λεπτά κρατάει.
Και οι διαφορές: Εδώ ο βιασμός γίνεται περίπου off stage, αν και με ακουστική κάλυψη, αλλά οι βιαστές είναι πάνω από διακόσιοι. Στο τέλος, φυσικά, η Όρμοντ πεθαίνει, σε αντίθεση με την Μπελούτσι, όπου τον βιασμό της τον βλέπουμε, γίνεται από ένα άτομο μόνο, και δεν πεθαίνει αλλά μεταφέρεται αιμόφυρτη στο νοσοκομείο.
Πριν πάμε στο «τι θέλει να πει ο ποιητής» να αντιγράψω επίσης από την Βικιπέντια για τον Γκριναγουέη ότι «Το οπτικό χαρακτηριστικό του σινεμά του Γκριναγουέη είναι η ισχυρή επίδραση της αναγεννησιακής και ιδιαίτερα της φλαμανδικής ζωγραφικής, κυρίως στη σκηνική σύνθεση και στο φωτισμό, και στις συνακόλουθες αντιθέσεις ανάμεσα στο γυμνό και στο ντυμένο, στη φύση και στην αρχιτεκτονική, στην επίπλωση και στους ανθρώπους, στη σεξουαλική ευχαρίστηση και στον επώδυνο θάνατο». Ήταν όντως πολύ χαρακτηριστικά αυτά τα χαρακτηριστικά του.
Δεν θυμάμαι αν το έγραψα σε άλλη ανάρτησή μου για το σινεμά, αλλά το «τι θέλει να πει ο ποιητής», που είναι και το βασικό στην τέχνη και ιδιαίτερα στην αφηγηματική τέχνη, στον κινηματογράφο στην πραγματικότητα το λέει ο σεναριογράφος. Ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί τις αφηγηματικές και υφολογικές του τεχνικές (δεν είμαι ειδικός στον κινηματογράφο, δανείζομαι από τη λογοτεχνία) για να περάσει το μήνυμα που δίνει το σενάριο. Έτσι λοιπόν δεν είναι παράξενο που οι μεγάλοι σκηνοθέτες γράφουν οι ίδιοι τα σενάριά τους, ή εν πάση περιπτώσει συνεργάζονται στενά στη συγγραφή τους. Στην προκειμένη περίπτωση ο σκηνοθέτης υπογράφει και το σενάριο.
Τι θέλει λοιπόν να πει ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Γκριναγουέη; Ή, για να εκφραστούμε σωστότερα, τι νομίζω εγώ ότι θέλει να πει ο ποιητής;
Νομίζω ότι το έργο έχει ένα καθαρά αντικληρικαλιστικό μήνυμα. Η εξουσία, η κάθε εξουσία, ιδιοποιείται το θαύμα, και προβαίνει σε φρικαλεότητες. Έξυπνα όμως ο Γκριναγουέη το δίνει με μια αποστασιοποιητική τεχνική. Το έργο υποτίθεται ότι είναι θεατρική παράσταση. Και ένα από τα αποστασιοποιητικά εφέ του είναι και ο παρακάτω διάλογος, πολύ έξυπνος. Ένα από τα πρόσωπα θρηνεί για το θάνατο του παιδιού, και μια γυναίκα τον παρηγορεί: «-Μα δεν είναι παρά ένα έργο, με μουσική. Μην το παίρνεις και τόσο κατάκαρδα. –Μόνο ένα έργο με μουσική; Αυτό λέει και ο θεός όταν πεθαίνουμε; Ότι είναι μόνο ένα έργο με μουσική; Όταν πεθάνω κι εγώ, θα πουν το ίδιο;»
Και η αντίρρησή μου: Ένα αντικληρικαλιστικό έργο γεμάτο θρησκευτικές τελετουργίες και θρησκευτική μουσική, πράγματα δηλαδή που ένας πιστός θα τα έβρισκε ιδιαίτερα ελκυστικά, υπονομεύει εκ των ένδων το στόχο του. Τα εφέ απαρίθμησης και επανάληψης ενισχύουν την αίσθηση στυλιζαρίσματος που διακρίνουν κάθε τελετουργία. Ένας θρησκευόμενος αυτό το έργο δεν μπορεί παρά να το χαρακτηρίσει ιερόσυλο, και εγώ, με εξαίρεση κάποιες σκηνές κορύφωσης, ιδιαίτερα βαρετό.
Μπορεί και να το είδα λάθος το έργο. Μπορεί. Πάντως έτσι το είδα.
23-10-2009
No comments:
Post a Comment