Friday, January 15, 2010

Feng Xiaogang, Yè Yàn (夜宴) Το νυχτερινό συμπόσιο

Feng Xiaogang, Yè Yàn (夜宴) Το νυχτερινό συμπόσιο (2006)

The (night) banquet είναι ο αυθεντικός τίτλος της ταινίας. Στην Αμερική προβλήθηκε με τον τίτλο The legend of the black scorpion. Πάντως αυτοί που την έφεραν στην Ελλάδα βρήκαν ένα πιο πιασάρικο τίτλο για το ελληνικό κοινό: Δείπνο δολοφόνων. Οι λαοί είναι άξιοι αυτών που τους κυβερνούν, λένε. Και των τίτλων των ταινιών που βλέπουν, θα πρόσθετα εγώ. Πρωταγωνιστούν οι Ma Jingwu, Ge You, Daniel Wu, Zhou Xun και Zhang Ziyi.
Έχω κρατήσει κάποιους Άμλετ για να κάνω – λέω, δηλαδή – μια συγκριτολογική μελέτη. Αλλά επειδή δεν είμαι και τόσο σίγουρος ότι θα την κάνω τελικά, είπα να γράψω για αυτή την ταινία που είδα απόψε (την μετέδωσε το Star πριν δέκα μέρες), και διαπίστωσα ότι είχε ομοιότητες με τον Άμλετ. Ψάχνοντας στο google το επιβεβαίωσα. Στην Βικιπέντια υπάρχει περίληψη του έργου όπου δείχνονται οι αντιστοιχίες, κυρίως στα πρόσωπα, με το σαιξπηρικό έργο.
Μετά τον Κουροσάβα, τον πρώτο διδάξαντα (Ραν, Θρόνος του αίματος), μας έρχεται ο Xiaogang Feng, από την Κίνα αυτός, για να μας δώσει μια διασκευή του σαιξπηρικού έργου. Και ενώ ο Κουροσάβα εγκαταλείπει τους σαμουράι και αυτά τα υπερβολικά «στο έμπα χίλιους έκοψε, στο έβγα δυο χιλιάδες» (βλέπε «Γιοζίμπο») για έργα όπως «Τα όνειρα», «Μια ραψωδία τον Αύγουστο» κ.λπ, μετά από χρόνια τον ακολουθεί ο Τζανγκ Γιμόου σε μια αντίστροφη πορεία: Μετά τα αριστουργηματικά «Ο δρόμος στο σπίτι», «Να ζεις», «Ζίου Τσιού» κ.λπ., μας δίνει τον «Ήρωα», τον «Τίγρη και δράκο» και δεν ξέρω ποια άλλα, με τους ήρωες να πραγματοποιούν χίλια δυο απίθανα κατορθώματα. Τον ακολουθεί στο έργο αυτό και ο Feng Xiaogang (να μην κάνουμε πάλι λάθος την προφορά, feng shiaogang), για να μη διαψεύσει τις προσδοκίες του κοινού, αλλά ευτυχώς με μέτρο. Έψαξα και για τον σεναριογράφο, αλλά μόλις που κατάφερα να βρω σε μια ιστοσελίδα, κάτω από την επιγραφή writing credits τα ονόματα Gangjian Qiu και Heyu Sheng, με ενδιάμεσο το όνομα του Σαίξπηρ.
Ο σκελετός του σαιξπηρικού μύθου περίπου ο ίδιος, αλλά οι κάποιες αλλαγές μετατοπίζουν και τη θεματική. Η εκδίκηση εδώ δεν φαίνεται να είναι και τόσο κεντρική, ενώ την κεντρική θέση κατέχει ο έρωτας. Τον «Άμλετ» τον αγαπάνε δυο γυναίκες, η «Οφηλία» αλλά και η γυναίκα του βασιλιά, που δεν είναι μάνα του, αλλά μια γυναίκα μικρότερή του με την οποία ήταν ερωτευμένος αλλά ο βασιλιάς πατέρας του την παντρεύτηκε και αυτός, από απελπισία, πήρε των οματιών του. Ο θείος όμως σκοτώνει τον πατέρα του και παντρεύεται τη γυναίκα του. Όχι, η γυναίκα του δεν είχε ανάμειξη στο φόνο. Μάλιστα σχεδιάζει να σκοτώσει το βασιλιά, ρίχνοντας δηλητήριο στο κρασί του. Όμως από το κρασί αυτό πίνει η «Οφηλία» και πεθαίνει. Ο «Άμλετ» απαρηγόρητος την αγκαλιάζει. Ο βασιλιάς συνειδητοποιεί τη συνομωσία. Απελπισμένος που η γυναίκα που αγαπά θέλησε να τον σκοτώσει, πίνει το υπόλοιπο κρασί, και όχι τόσο γιατί φοβόταν την αναμέτρηση με τον «Άμλετ». Αυτό συνιστά μια υπεροχή σε σχέση με τον σαιξπηρικό Κλαύδιο, καθώς ο «Κλαύδιος» αυτός αναδεικνύεται σε τραγικό πρόσωπο και όχι σε «κακό». Εκεί βρίσκεται και η υπεροχή των ελληνικών τραγωδιών σε σχέση με τις σαιξπηρικές: απουσιάζουν εντελώς οι κακοί. Οι «κακοί» δεν είναι και αυτοί παρά τραγικοί ήρωες, που υποφέρουν «δι αμαρτίαν τινά», και υπομένουν τη μοίρα τους με αξιοπρέπεια, όπως για παράδειγμα ο Κρέοντας στην «Αντιγόνη». Η διαφορά φαίνεται και στην πρόσληψη: Τρίβουμε τα χέρια μας από ικανοποίηση όταν πεθαίνει ο κακός Κλαύδιος, αλλά αυτόν εδώ τον λυπόμαστε, όπως λυπόμαστε και κάθε τραγικό ήρωα.
Μέχρις εδώ καλά, γιατί μετά μας τα χάλασαν οι σεναριογράφοι. Αν είχε σταματήσει η ταινία στην τελευταία σκηνή, εκεί που η βασίλισσα αγκαλιάζει το νεκρό σώμα του «Άμλετ» βγάζοντας μια σπαρακτική κραυγή, θα ήταν υπέροχη. Δυστυχώς υπάρχει συνέχεια. Βλέπουμε τον «Πολώνιο» να άγει την οδό της εξορίας. Κατόπιν μας παρουσιάζεται η βασίλισσα να μονολογεί-μοιρολογεί, με εφέ αποστροφής στον νεκρό «Άμλετ», δεν ξέρουμε πόσο καιρό μετά το θάνατό του, χαϊδεύοντας ένα κόκκινο ύφασμα, για να δούμε αμέσως μετά ένα σπαθί να καρφώνεται στην πλάτη της. Θα έπρεπε να είναι πιο επινοητικοί οι σεναριογράφοι ώστε να την πεθάνουν και αυτήν στην τελευταία σκηνή. Όχι για τίποτε άλλο, αλλά γιατί, όπως διάβασα σε μια ιστοσελίδα, μένει το ερωτηματικό «ποιος τη σκότωσε». Το ερωτηματικό βέβαια γι αυτούς που έχουν κάνει τη μαθητεία τους στα αστυνομικά έργα και έχουν διαμορφώσει απ’ αυτά τις αφηγηματικές αναμονές τους. Ο σκηνοθέτης και οι σεναριογράφοι μάλλον ήθελαν να δείξουν ότι στη φεουδαρχία υπάρχουν πάντα ίντριγκες στην αυλή, και αρκετοί βασιλιάδες τελειώνουν τη ζωή τους δολοφονημένοι. Έτσι το ποιος σκοτώνει δεν ενδιαφέρει ιδιαίτερα, αυτό που έχει σημασία είναι το ίδιο το γεγονός της δολοφονίας. Πάντως είναι πολύ καλή ταινία, και πήρε και κάποια βραβεία όπως διαβάζουμε στην Βικιπέντια, από όπου αντιγράφουμε την περίληψη του έργου.

A narrator explains that Crown Prince Wu Luan (based on Shakespeare's Hamlet) was in love with the noblewoman "Little Wan" (based on Shakespeare's Gertrude but changed from being Hamlet's mother to his lover). However, his father, the Emperor, decided to marry "Little Wan" and made her Empress Wan. Wu Luan, deeply hurt by this, fled to the South and retreated into music and dance. The Emperor was then murdered by his brother (Shakespeare's Claudius), who became Emperor Li and upon ascending the throne took Empress Wan, whom he had previously molested, as his wife and had her recrowned as Empress.
The film begins as the usurping Emperor sends riders to assassinate Crown Prince Wu Luan, who would succeed the throne before any of his uncle's progeny. The crown prince, away at a retreat for masked mime actors, survives the massacre at the monastery and is eventually spirited back to the palace.
To keep him alive, Empress Wan has made a compromise with his uncle, which angers Prince Wu Luan. His relationship with his stepmother is unusual because they grew up together in the court, are about the same age and she has romantic feelings for him.
However, the prince is engaged to marry Qing Nu (Shakespeare's Ophelia), the daughter of a palace official, the Grand Marshal (based on Shakespeare's Polonius). A close ally of the former emperor, the Grand Marshall's power is weakened when his son (Shakespeare'sLaertes), who is very protective of his sister, Qing Nu, is sent to a distant province to become governor.
Meanwhile, the Empress Wan is to have a new coronation ceremony. As a special treat, Prince Wu Luan, an accomplished singer and dancer, stages a masked mime play that exposes his uncle as his father's murderer.
Rather than kill the prince and risk alienating Empress Wan, the emperor decides the prince would be traded as a hostage for the prince of a neighboring kingdom, the Khitans, although it is known that the neighbor prince is an imposter. An ambush by the emperor's men is set up in a far away, snowy land, but the Grand Marshal's son saves the prince.
Believing that power is firmly in his grip, the emperor calls for a grand banquet. Qing Nu, the Grand Marshal's daughter, has planned another play for the occasion, and in tribute to her fiance, she wears his theater mask. Empress Wan has her own plans – to poison the emperor. However, the scheme to poison the emperor fails as the cup he was to drink out of is instead given to Qing Nu out of respect and partly of pity for her. Upon the young woman's death, the emperor realises in horror that the empress Wan had plotted his death. It is then revealed that Crown Prince Wu Luan was in fact a member of the masked performing troupe. The emperor then commits suicide by drinking the rest of the poisoned wine intended for him. As Empress Wan asks Wu Luan to kill her, the Grand Marshal's son attempts to kill the Empress to avenge his sister, but his poisoned blade is stopped by Prince Wu Luan and Empress Wan stabs the Grand Marshal's son. However, Prince Wu Luan fatally poisons himself in the process of stopping the Grand Marshal's son.
In the end sequence, Empress Wan grasps bright red cloth and speaks of the "flames of desire" that she has satiated by taking the throne. She is suddenly pierced by a blade from an unknown source. As she is dying, she turns around and looks at her killer with a horrified expression. The blade is then dropped into a mossy koi bed, and the blood soaks the water. The film abruptly finishes, with the audience unsure who was the mysterious assailant. Asian film critic, Bey Logan, makes a claim that the film makers initially planned for the maid, Ling, to be the mysterious assailant, and the current version of the film still shows more shots of Ling than would be normally expected of such a minor non-speaking character.
15-1-2010

No comments:

Post a Comment