Ιωάννα Παπαβασιλείου Χαραλαμπάκη, Τάσεις της παιδικής λογοτεχνίας (1900-1920) -ποίηση-, Ελληνικά Γράμματα, 2002.
Διέξοδος, Τετάρτη 24 Ιουλίου 2002 και Φιλολογική Ιούλ-Σεπτ. 2003, τ. 84, σ. 87-89
Η μελέτη της παιδικής λογοτεχνίας έχει γνωρίσει μεγάλη ανάπτυξη τις τελευταίες δυο δεκαετίες στη χώρα μας. Αυτό έχει να κάνει σε μεγάλο βαθμό με την αύξηση της λογοτεχνικής παραγωγής, τόσο της πρωτότυπης, με έργα ελλήνων συγγραφέων, όσο και της μεταφρασμένης, με έργα αξιόλογων ξένων συγγραφέων. Καθώς αυξάνει το μέσο εισόδημα των νεοελλήνων, οι σημερινοί γονείς διαθέτουν όλο και περισσότερα χρήματα για αγορά βιβλίων για τα παιδιά τους.
Επίσης πριν δεκαπέντε περίπου χρόνια συντελέστηκε η αναβάθμιση των Παιδαγωγικών Ακαδημιών σε πανεπιστημιακές σχολές, και αυξήθηκε ο χρόνος σπουδών των λειτουργών της δημοτικής εκπαίδευσης από δύο σε τέσσερα χρόνια. Το ίδιο συνέβη και με τις σχολές νηπιαγωγών. Ακόμη δημιουργήθηκαν προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών πάνω στην παιδική λογοτεχνία, και αυξήθηκε ο αριθμός των σχετικών διδακτορικών διατριβών.
Η Ιωάννα Παπαβασιλείου, φιλόλογος, εξέδωσε πρόσφατα τη διδακτορική της διατριβή με τίτλο Τάσεις της παιδικής λογοτεχνίας (1900-1920) -ποίηση- από τις εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα. Πρόκειται για μια πολύ ενδιαφέρουσα και αξιόλογη, από κάθε άποψη, εργασία.
Η ποίηση για παιδιά είναι ένας τομέας της παιδικής λογοτεχνίας σχετικά αγνοημένος, καθώς το ενδιαφέρον των ερευνητών στρέφεται κυρίως στην πεζογραφία. Όμως, όπως επισημαίνει η συγγραφέας, «η ποίηση, ως έκφραση δημιουργίας, υπερέχει της πεζογραφίας, με την έννοια ότι αποτελεί τον πιο αρχέγονο τρόπο με τον οποίο προσπάθησε ο άνθρωπος να διεισδύσει στο μυστήριο της ζωής και του κόσμου» (σελ. 155).
Η πρώτη 20ετία του 20ου αιώνα ήταν η περίοδος της οξείας αντιπαράθεσης αφενός δημοτικιστών και καθαρευουσιάνων, και αφετέρου προοδευτικών και συντηρητικών δυνάμεων. Η αντιπαράθεση αυτή εκφράστηκε και στο χώρο του παιδικού βιβλίου, και κυρίως των σχολικών αναγνωσμάτων, των αλφαβηταρίων και των αναγνωστικών. Η Ιωάννα Παπαβασιλείου αναφέρεται διεξοδικά σε πρόσωπα και γεγονότα της περιόδου αυτής που σημάδεψαν αυτή τη σύγκρουση. Είναι χαρακτηριστικός ο τίτλος της ενότητας: Γλώσσα, Κοινωνία, Εκπαίδευση.
Πριν όμως απ’ αυτή προτάσσεται το ιστορικό και το θεωρητικό πλαίσιο της παιδικής λογοτεχνίας. Ανάμεσα στα θέματα που αναπτύσσονται είναι η ιστορική θεώρηση της παιδικής λογοτεχνίας, τα κριτήρια επιλογής του παιδικού βιβλίου, σχολικά και εξωσχολικά αναγνώσματα και εξωσχολικές βιβλιοθήκες, η λογοτεχνική εξέλιξη κατά ηλικίες, κ.ά.
Τονίζεται επίσης η «παλινδρόμηση ανάμεσα στην αισθητική και την παιδαγωγική αποστολή της παιδικής λογοτεχνίας που παρατηρείται σε πολλούς έλληνες και ξένους ερευνητές» (σελ. 72). Όπως όμως αναπτύσσεται αργότερα, πάρα πολλοί συγγραφείς προκρίνουν την παιδαγωγική αποστολή, θυσιάζοντας την αισθητική πλευρά μπροστά σε έναν άκρατο διδακτισμό.
Το δεύτερο μέρος είναι αφιερωμένο στους επί μέρους λογοτέχνες. Εδώ με μεγάλη διεισδυτικότητα η συγγραφέας παρουσιάζει το έργο των λογοτεχνών της παραπάνω περιόδου, τη θεματική τους και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ποίησής τους, τη λογοτεχνική αξία της και τις, ενδεχόμενα, προβληματικές πλευρές της.
Είναι πολύ σημαντική η επαναξιολόγηση του έργου του Ιωάννη Πολέμη που προτείνει, ενός ποιητή του οποίου η ποιητική προσφορά έχει αδίκως υποτιμηθεί από τους μελετητές της λογοτεχνίας μας. Όπως επισημαίνει η συγγραφέας, «Ο Πολέμης κατέστησε προσιτή την ποίηση στα εξαθλιωμένα και μεσαία, και χαμηλά από πνευματική άποψη κοινωνικά στρώματα, μια προσφορά η οποία με όρους κοινωνικούς, και όχι αυστηρά λογοτεχνικούς, δεν είναι καθόλου μικρή, αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι ο ίδιος υπήρξε γόνος αριστοκρατικής οικογένειας με καθαρευουσιάνικη αγωγή και παιδεία» (σελ. 209).
Η μελέτη των έργων των συγγραφέων που την απασχολούν είναι ιδιαίτερα εξονυχιστική. Αναφέρουμε ενδεικτικά ότι μιλώντας για το έργο του Γιάννη Περγιαλίτη, τον οποίο ανασύρει κυριολεκτικά από την αφάνεια, όπως εξάλλου και αρκετούς άλλους, μας παραθέτει ένα μεγάλο αριθμό από ζώα και φυτά που αναφέρονται στο έργο του, καθώς και σε ποια ποιήματα απαντώνται. Διεξοδικά επίσης αναφέρεται και στη γλώσσα του, παραθέτοντας όλα τα σύνθετα επίθετα που χρησιμοποιεί.
Η συγγραφέας τονίζει επίσης τις ανατροπές μυθολογικών στερεότυπων. Στο ποίημα «Ο τζίτζικας» του Ζαχαρία Παπαντωνίου, ανατρέπεται το κλασσικό στερεότυπο του τζίτζικα ως ενός ανέμελου και μη εργατικού ζώου σε σχέση με το μυρμήγκι, και παρουσιάζεται το παιδί να συνομιλεί με τον τζίτζικα και να θαυμάζει το ασταμάτητο τραγούδι του, που εκφράζει έναν ύμνο για το καλοκαίρι. Πιο κάτω όμως την ενοχλεί η εμμονή του Παπαντωνίου σε ένα άλλο στερεότυπο, αυτό του φτωχού και ευτυχισμένου, αυτή «η εξιδανίκευση της συχνά άθλιας ζωής των φτωχών, οι οποίοι έχουν πολύ περιορισμένες δυνατότητες να βελτιώσουν το βιοτικό τους επίπεδο, να αποκτήσουν κατάλληλη μόρφωση και παιδεία, να έχουν καλύτερη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και ανετότερες συνθήκες διαβίωσης» (σελ. 283).
Για τον Τέλλο Άγρα αναφέρει ότι, παρά το πατριωτικό περιεχόμενο της ποίησής του, πολύ συνηθισμένη θεματική της εποχής εκείνης που η Ελλάδα απελευθέρωνε τις σκλαβωμένες περιοχές της, «διέρχεται και βασανιστικές ώρες βαθιάς ανθρώπινης περισυλλογής, όπου ξεπηδούν αλλεπάλληλα ερωτηματικά: γιατί να χύνεται τόσο αίμα, γιατί να ακούγονται οι βόγγοι, οι κλάψες και οι καημοί, να ερημώνουν τα χωριά, να περιμένουν με αγωνία οι μάνες την επιστροφή των παιδιών τους, που πολλά γυρίζουν με των πληγών παράσημα» (σελ. 311-2).
Και ενώ η παιδική λογοτεχνία γράφεται από μεγάλους και απευθύνεται σε παιδιά, για τον Τέλλο Άγρα επισημαίνεται το αντίθετο, ένα 15χρονο παιδί να γράφει ποίηση για μεγάλους.
Η Ιωάννα Παπαβασιλείου πραγματεύεται σε ξεχωριστή υποενότητα τις γυναίκες συγγραφείς, παρόλο που έχει αμφιβολίες για τη σκοπιμότητα της διάκρισης σε γυναικεία και ανδρική ποίηση, που αφήνει να υπονοηθεί ότι «ο ρόλος της γυναίκας και σε αυτό το επίπεδο είναι υποδεέστερος» (σελ. 33), φοβούμενη ότι θα χανόταν η προσφορά τους αν παρουσιάζονταν διασπαρμένη σε επιμέρους κεφάλαια.
Ακόμη παραθέτει και ήσσονες ποιητές που έγραψαν ποίηση για παιδιά, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς κάποιοι απ’ αυτούς, παρόλο που έγραψαν αξιόλογα ποιήματα, το συνολικό τους έργο δεν τους επέτρεψε να κατακτήσουν κάποια θέση στο φιλολογικό Παρνασσό. Η άρση τους από τη λήθη είναι μια σημαντική προσφορά της συγγραφέως. Το έργο τελειώνει με αναφορά σε μείζονες συγγραφείς, όπως ο Παλαμάς, ο Μαρκοράς, ο Μαλακάσης, κ.ά., που έγραψαν ευκαιριακά μόνο ποίηση για παιδιά.
Το έργο της Ιωάννας Παπαβασιλείου-Χαραλαμπάκη αποτελεί μια σημαντική συμβολή στη μελέτη της παιδικής λογοτεχνίας, όχι μόνο για το είδος που μελετά (ποίηση) και την περίοδο με την οποία καταπιάνεται (δύο πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα), αλλά και για τη διεισδυτικότητα της ματιάς της και τις έξοχες, πρωτότυπες, και συχνά ανατρεπτικές επισημάνσεις της.
No comments:
Post a Comment