Irvin Yalom,
Το πρόβλημα Σπινόζα, Άγρα 2011, σελ. 506
Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο
Λέξημα
Δυο ιστορίες, του Σπινόζα και ενός ναζιστή, διαβάζουμε σ΄
αυτό το «διπλό βιβλίο».
Ο Ίρβιν Γιάλομ είναι
ένας ψυχοθεραπευτής που μεγάλος πια σε ηλικία αποφάσισε να ασχοληθεί με τη
λογοτεχνία. Η περίπτωσή του μου φέρνει στο μυαλό δυο εγχώριες περιπτώσεις. Η
μια είναι η αντιστροφή του. Πρόκειται για τη Μάρω Βαμβουνάκη, που ξεκίνησε ως
μυθιστοριογράφος και έγινε πολύ αργότερα ψυχοθεραπεύτρια, με τα τελευταία της
βιβλία να είναι περίπου δοκίμια πάνω στην ψυχοπαθολογία του σημερινού ανθρώπου.
Η δεύτερη είναι η Ρέα Γαλανάκη. Και οι δυο γράφουν μυθιστορήματα που αφορούν τη
ζωή προσωπικοτήτων. Με τη διαφορά βέβαια ότι ενώ η Γαλανάκη ασχολείται με τη
ζωή ήσσονων προσωπικοτήτων, αγνώστων εν πολλοίς στο ευρύ κοινό (Ισμαήλ Φερίκ
πασάς, Ανδρέας Ρηγόπουλος, Ελένη Μπούκουρα), ο Γιάλομ εμπνέεται από τη ζωή
μεγάλων φιλοσόφων. Η αρχή έγινε με τον Νίτσε, μετά πέρασε στον Σοπενάουερ, και
τώρα είχε σειρά ο Σπινόζα.
Ο Σπινόζα
(1632-1677) ήταν ένας αποσυνάγωγος εβραίος φιλόσοφος, γνωστός για το βιβλίο του
«Ηθική», που εκδόθηκε μετά τον θάνατό του. Έζησε στην φιλελεύθερη Ολλανδία, που
όπως δέχεται σήμερα τους μουσουλμάνους (Ο Καντέρ Αμπντολάχ ξέρει να το
εκτιμήσει αυτό), έτσι δεχόταν τότε και τους εβραίους, που όσοι δεν ασπάστηκαν
τον χριστιανισμό, όπως και οι μουσουλμάνοι, εκδιώχθηκαν βίαια από την Ισαβέλλα
της Ισπανίας μετά την Reconquista.
Την ίδια τακτική ακολούθησε και ο βασιλιάς τη Πορτογαλίας.
Το μυθιστόρημα αυτό
είναι στην πραγματικότητα δύο, των οποίων τα κεφάλαια εναλλάσσονται, και που θα
μπορούσαν να διαβαστούν εντελώς ανεξάρτητα, καθώς το καθένα λειτουργεί περίπου
ως ιντερμέτζο για το άλλο. Και τα δυο είναι μυθιστορηματικές βιογραφίες, το ένα
του Σπινόζα και το άλλο του Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ, ενός ναζί για τον οποίο ο
Σπινόζα ήταν πρόβλημα: πώς μπορεί ένας εβραίος να είναι τόσο εξαιρετικός
διανοούμενος, ώστε να τον θαυμάζουν κορυφές του γερμανικού πνεύματος όπως ο
Γκαίτε; Ο Γιάλομ τον παρακολουθεί από τα μαθητικά του χρόνια μέχρι τον
απαγχονισμό του, μετά τη δίκη της Νυρεμβέργης.
Προφανώς δεν είμαι ο
μόνος που έχει αυτό το πρόβλημα, και ο Γιάλομ φαίνεται να το γνωρίζει. Γι΄ αυτό
ακριβώς το λόγο, για αναγνώστες σαν κι εμένα, έγραψε ένα τετρασέλιδο επιλογικό
κείμενο με τίτλο «Πραγματικότητα ή φαντασία; Διευκρινίσεις», όπου αναφέρει τι
στο βιβλίο του είναι πραγματικό, ιστορικό γεγονός και τι επινοημένο.
Καθώς είμαι λάτρης
του πραγματικού, παλιός ερωτευμένος με την ψυχολογία, και φυσικά για την
εξαίρετη πρόζα του και την επινοητικότητά του στην πλοκή, έχω διαβάσει όλα του
τα βιβλία εκτός από ένα, που κάποια στιγμή θα το διαβάσω και αυτό (Είναι το «Η
μάνα και το νόημα της ζωής»). Κάθε φορά βρίσκω και κάτι καινούριο. Σ’ αυτό εδώ
βρήκα έναν καλυμμένο αντικληρικαλισμό. Ο Γιάλομ επιτίθεται, με την περσόνα του
ήρωά του, στη θρησκοληψία, το φανατισμό και τον συντηρητισμό της εβραϊκής
θρησκείας, αλλά, όπως λέει η παροιμία, «τα λέει στην πεθερά για να τα ακούσει η
νύφη». Δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι αν αυτό το βιβλίο εκδιδόταν την εποχή της
ιεράς εξέτασης ο συγγραφέας θα κατέληγε στην πυρά. Αλλά δεν έχω επίσης καμιά
αμφιβολία ότι, έξυπνος καθώς είναι, δεν θα έγραφε ποτέ ένα τέτοιο βιβλίο σε μια
εποχή απόλυτης πνευματικής ανελευθερίας.
Είχα κάνει από παλιά
κάποιες σκέψεις, τις οποίες ξανάκανα με αφορμή αυτό το βιβλίο, και θα ήθελα να
τις κοινοποιήσω εδώ.
Οι τρεις μεγάλες
μονοθεϊστικές θρησκείες έχουν διαφορές, αλλά και ομοιότητες μεταξύ τους. Οι δυο
επόμενες μοιάζουν με αιρέσεις της πρώτης, αντίληψη που πιστεύω συμμεριζόταν και
ο Νίτσε, και το αν στέκονται σήμερα ως ισότιμες θρησκείες στο πάλι (πλάι ήθελα να γράψω, αλλά δυσλεκτικός ων, έστω και οριακά, έγραψα πάλι, αντιστρέφοντας δηλαδή. Το βλέπω τώρα μετά από τριάμισι χρόνια) της πρώτης
είναι γιατί στάθηκαν επιτυχημένες στη διάδοσή τους. Από εκεί και ύστερα όμως,
αυτό που παρατηρώ, είναι πως η πρώτη με την τρίτη, η εβραϊκή θρησκεία με τον
μουσουλμανισμό, έχουν πολύ περισσότερα κοινά σημεία μεταξύ τους από ότι με τον
χριστιανισμό. Παραθέτω κάποια χαρακτηριστικά αποσπάσματα από το βιβλίο.
«…Οι ραβίνοι
αντιτίθενται πολύ καθαρά στη μόρφωσή μας, λένε ότι διαθέτουμε υποδεέστερη
νοημοσύνη και ότι θα ήταν ανοησία να μας διδάξουν την Τορά, γιατί εμείς οι
γυναίκες ποτέ δεν θα μπορούσαμε να συλλάβουμε τη συνθετότητά της» (σελ. 446). Και
δεν μιλάμε μόνο για μόρφωση, γιατί πιο πριν διαβάζουμε: «…μάθαινες κρυφά στη
Ρεμπέκα και στη Μιριάμ να διαβάζουν. Θυμάμαι που έλεγες πως είναι μεγάλη αδικία
τα κορίτσια να μη διδάσκονται ανάγνωση» (σελ. 208). Δεν πρόκειται δηλαδή απλά
για μόρφωση, αλλά για πλήρη αναλφαβητισμό.
Εντάξει, μόνο οι
Ταλιμπάν απαγορεύουν τη μόρφωση των γυναικών, αλλά και στο Ιράν που την
επιτρέπουν, η μαρτυρία μιας γυναίκας στο δικαστήριο ισούται με το μισό της
μαρτυρίας ενός άντρα, και σε περίπτωση ατυχήματος η γυναίκα αποζημιώνεται με το
μισό από ό,τι ένας άντρας για τον ίδιο τραυματισμό. Αν και, με βάση αυτή τη
λογική δεν καταλαβαίνω: εν τάξει, αφού η γυναίκα αξίζει όσο το μισό ενός άντρα,
ας παντρεύεται ο άντρας δυο γυναίκες, για εξισορρόπηση, όμως γιατί τέσσερις;
Γιατί τόσες επιτρέπει η σαρία.
«…βεβαίως και
κάθεστε χωριστά εσείς οι γυναίκες με τα λάγνα βλέμματά σας. Είναι σωστό να
αποσπάτε τους άντρες από το θεό;… …-Ίσως θα πρέπει οι άντρες να φορέσουν
παρωπίδες αντί να απαιτούν από τις γυναίκες να φοράνε πέπλο» (σελ. 445-446).
Όταν αυτά τα
πράγματα τα καθαγιάζει η θρησκεία, είναι δύσκολο να μεταβληθούν. Και στη Δύση,
όπως διαβάζω στο «Περί έρωτος» του Σταντάλ, υπήρχε η αντίληψη ότι δεν είναι
ανάγκη η γυναίκα να μορφωθεί, αλλά όταν οι κοινωνικές συνθήκες άλλαξαν η θρησκεία
δεν μπόρεσε να βάλει εμπόδια στη μόρφωσή της. Και αν οι εβραίοι δεν ήταν
υποχρεωμένοι να συμμορφώνονται με κάποιους κανόνες στις χώρες που κατοικούσαν,
ίσως να φορούσαν και οι εβραίες μαντήλες.
Θυμάμαι όταν ήμουν
μικρός, οι γυναίκες κάθονταν πάντα αριστερά και οι άντρες δεξιά στην εκκλησία.
Σήμερα στη θέση των αντρών κάθονται και γυναίκες με τους άντρες τους, αλλά όχι αντίστροφα.
Τα καφενεία επίσης ήταν χώρος απαγορευμένος για τις γυναίκες. Δεν νομίζω να
έκαναν κανέναν αγώνα για να διεκδικήσουν μια θέση και σ’ αυτά. Απλά οι άντρες
το δέχτηκαν εντελώς φυσιολογικά.
Άλλα κοινά σημεία ανάμεσα
στον εβραϊσμό και στον μουσουλμανισμό είναι η περιτομή και η απαγόρευση του
χοιρινού κρέατος. Θα υπήρχε και ένα άλλο κοινό σημείο, ο λιθοβολισμός της
μοιχαλίδας. Ο Χριστός είπε «Ο αναμάρτητος τον λίθο βαλέτω», αναφερόμενος
προφανώς σ’ αυτή την πρακτική. Αν οι εβραίοι δεν λιθοβολούσαν τις μοιχαλίδες ασφαλώς
το έκαναν από ανάγκη συμμόρφωσης στους νόμους των κρατών που τους παρείχαν
φιλοξενία. Και βέβαια στο σημερινό Ισραήλ δεν γίνεται λόγος για τέτοια
πράγματα, μια και οι ισραηλίτες κουβαλάνε την δυτική κουλτούρα και τις αξίες
του δυτικού πολιτισμού.
Όμως πρέπει να
κλείσουμε μιλώντας για τον Γιάλομ. Η ανάγνωση των βιβλίων του αποζημιώνει
διπλά, προσφέροντας ταυτόχρονα τέρψη και γνώση. Και το «Πρόβλημα Σπινόζα»
ασφαλώς δεν αποτελεί εξαίρεση.
Μπάμπης Δερμιτζάκης