Book review, movie criticism

Thursday, February 28, 2013

6. Με τα πόδια



Με τα πόδια

Το άκουσα πριν λίγο από το φίλο μου τον Χριστόφορο Χαραλαμπάκη. Γυρνούσαμε από ταβέρνα. Οδηγούσα εγώ. Δεν έστριψα κάποια στιγμή στη στροφή που έπρεπε και χαθήκαμε. Κάναμε κάμποση ώρα για να ξαναβρεθούμε στο δρόμο μας. –Να πάρει, λέω, κάναμε τόσο δρόμο τζάμπα. Για τη βενζίνα που είναι ακριβή όμως δεν είπα κουβέντα. Και ο Χρίστος μου είπε κάτι που είχε πει ένας χωριανός του, από την Ανατολή Ιεράπετρας, σε μια ανάλογη περίπτωση: -Ε, δεν επηγαίναμε εδά και με τα πόδια.  

Thursday, February 21, 2013

Κι άλλες μαντινιάδες-Καλοσκέψου το (σελ. 25)



Καλοσκέψου το

Στο διήγημα "Να αυτοκτονήσει κανείς ή να μην αυτοκτονήσει" από τη συλλογή διηγημάτων "Το Φραγκιό" παραθέτω την παρακάτω μαντινιάδα, η οποία αποτέλεσε και τον από μηχανής θεό για να αποτρέψω τον ήρωά μου από την αυτοκτονία.

Κάτω απ’ το φως του φεγγαριού σε σκέφτομαι και κλαίω
μα σαν το καλοσκέφτομαι, ρε δε γ@μ&σ& λέω

Φαίνεται όμως ότι δεν επηρέασε μόνο τον ήρωά μου, αν και γι’ αυτόν η επίδραση ήταν καθοριστική αφού του έσωσε τη ζωή. Επηρέασε και τον παρακάτω χιώτα χι, όπως συμπεραίνω από τη φωτογραφία που κυκλοφόρησε στο διαδίκτυο.



Το ζήτημα δεν είναι η παραλλαγή, αφού και εγώ δεν είμαι σίγουρος αν την έγραψα ακριβώς έτσι· είναι το ότι ο άνθωπος αυτός ήταν τόσο χάλια ψυχολογικά από την ερωτική απογοήτευση, που δεν πρόσεξε πως ο πρώτος στίχος είναι δεκατετρασύλλαβος και όχι δεκαπεντασύλλαβος. Θα μπορούσε εύκολα να τον φτιάξει προσθέτοντας ένα «σε», γράφοντας δηλαδή: Κάτω απ’ το φως το φεγγαριού κάθομαι και σε κλαίω.

Κι άλλες μαντινιάδες-Εφέ απροσδόκητου (σελ. 24)



Εφέ απροσδόκητου

Υπάρχουν κάποιες μαντινιάδες που παίζουν με τις αφηγηματικές αναμονές, δημιουργώντας ένα εφέ απροσδόκητου, όπως:

Έτσι με βάνει ο διάολος να τηνε βγάλω όξω
την πονεμένη μου καρδιά κομμάτια να την κόψω

Υπάρχει και μια παρωδία πάνω στο γνωστό τραγούδι «Μπάρμπα Γιάννη κανατά» που είναι και αυτή γεμάτη με εφέ απροσδόκητου που διαψεύδει αφηγηματικές αναμονές. «Μπάρμπα Γιάννη χύσε πρώτος, στα ποτήρια μας κρασί, Μπάρμπα Γιάννη σήκωσέ τη, τη σημαία πιο ψηλά κ.λπ. κ.λπ.

Irvin Yalom, Το πρόβλημα Σπινόζα




Irvin Yalom, Το πρόβλημα Σπινόζα, Άγρα 2011, σελ. 506

Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα

Δυο ιστορίες, του Σπινόζα και ενός ναζιστή, διαβάζουμε σ΄ αυτό το «διπλό βιβλίο».

  Ο Ίρβιν Γιάλομ είναι ένας ψυχοθεραπευτής που μεγάλος πια σε ηλικία αποφάσισε να ασχοληθεί με τη λογοτεχνία. Η περίπτωσή του μου φέρνει στο μυαλό δυο εγχώριες περιπτώσεις. Η μια είναι η αντιστροφή του. Πρόκειται για τη Μάρω Βαμβουνάκη, που ξεκίνησε ως μυθιστοριογράφος και έγινε πολύ αργότερα ψυχοθεραπεύτρια, με τα τελευταία της βιβλία να είναι περίπου δοκίμια πάνω στην ψυχοπαθολογία του σημερινού ανθρώπου. Η δεύτερη είναι η Ρέα Γαλανάκη. Και οι δυο γράφουν μυθιστορήματα που αφορούν τη ζωή προσωπικοτήτων. Με τη διαφορά βέβαια ότι ενώ η Γαλανάκη ασχολείται με τη ζωή ήσσονων προσωπικοτήτων, αγνώστων εν πολλοίς στο ευρύ κοινό (Ισμαήλ Φερίκ πασάς, Ανδρέας Ρηγόπουλος, Ελένη Μπούκουρα), ο Γιάλομ εμπνέεται από τη ζωή μεγάλων φιλοσόφων. Η αρχή έγινε με τον Νίτσε, μετά πέρασε στον Σοπενάουερ, και τώρα είχε σειρά ο Σπινόζα.
  Ο Σπινόζα (1632-1677) ήταν ένας αποσυνάγωγος εβραίος φιλόσοφος, γνωστός για το βιβλίο του «Ηθική», που εκδόθηκε μετά τον θάνατό του. Έζησε στην φιλελεύθερη Ολλανδία, που όπως δέχεται σήμερα τους μουσουλμάνους (Ο Καντέρ Αμπντολάχ ξέρει να το εκτιμήσει αυτό), έτσι δεχόταν τότε και τους εβραίους, που όσοι δεν ασπάστηκαν τον χριστιανισμό, όπως και οι μουσουλμάνοι, εκδιώχθηκαν βίαια από την Ισαβέλλα της Ισπανίας μετά την Reconquista. Την ίδια τακτική ακολούθησε και ο βασιλιάς τη Πορτογαλίας.
  Το μυθιστόρημα αυτό είναι στην πραγματικότητα δύο, των οποίων τα κεφάλαια εναλλάσσονται, και που θα μπορούσαν να διαβαστούν εντελώς ανεξάρτητα, καθώς το καθένα λειτουργεί περίπου ως ιντερμέτζο για το άλλο. Και τα δυο είναι μυθιστορηματικές βιογραφίες, το ένα του Σπινόζα και το άλλο του Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ, ενός ναζί για τον οποίο ο Σπινόζα ήταν πρόβλημα: πώς μπορεί ένας εβραίος να είναι τόσο εξαιρετικός διανοούμενος, ώστε να τον θαυμάζουν κορυφές του γερμανικού πνεύματος όπως ο Γκαίτε; Ο Γιάλομ τον παρακολουθεί από τα μαθητικά του χρόνια μέχρι τον απαγχονισμό του, μετά τη δίκη της Νυρεμβέργης.
  Πάντα είχα πρόβλημα με το ιστορικό μυθιστόρημα και τις μυθιστορηματικές βιογραφίες: τι μέσα σ΄ αυτά είναι αλήθεια και τι επινόηση του μυθιστοριογράφου; Μάλιστα έγραψα και σχετική εισήγηση για ένα συνέδριο, με τίτλο «Το πραγματικό και το φανταστικό στη λογοτεχνία: δυο Σάμιοι πεζογράφοι».
  Προφανώς δεν είμαι ο μόνος που έχει αυτό το πρόβλημα, και ο Γιάλομ φαίνεται να το γνωρίζει. Γι΄ αυτό ακριβώς το λόγο, για αναγνώστες σαν κι εμένα, έγραψε ένα τετρασέλιδο επιλογικό κείμενο με τίτλο «Πραγματικότητα ή φαντασία; Διευκρινίσεις», όπου αναφέρει τι στο βιβλίο του είναι πραγματικό, ιστορικό γεγονός και τι επινοημένο.
  Καθώς είμαι λάτρης του πραγματικού, παλιός ερωτευμένος με την ψυχολογία, και φυσικά για την εξαίρετη πρόζα του και την επινοητικότητά του στην πλοκή, έχω διαβάσει όλα του τα βιβλία εκτός από ένα, που κάποια στιγμή θα το διαβάσω και αυτό (Είναι το «Η μάνα και το νόημα της ζωής»). Κάθε φορά βρίσκω και κάτι καινούριο. Σ’ αυτό εδώ βρήκα έναν καλυμμένο αντικληρικαλισμό. Ο Γιάλομ επιτίθεται, με την περσόνα του ήρωά του, στη θρησκοληψία, το φανατισμό και τον συντηρητισμό της εβραϊκής θρησκείας, αλλά, όπως λέει η παροιμία, «τα λέει στην πεθερά για να τα ακούσει η νύφη». Δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι αν αυτό το βιβλίο εκδιδόταν την εποχή της ιεράς εξέτασης ο συγγραφέας θα κατέληγε στην πυρά. Αλλά δεν έχω επίσης καμιά αμφιβολία ότι, έξυπνος καθώς είναι, δεν θα έγραφε ποτέ ένα τέτοιο βιβλίο σε μια εποχή απόλυτης πνευματικής ανελευθερίας.
  Είχα κάνει από παλιά κάποιες σκέψεις, τις οποίες ξανάκανα με αφορμή αυτό το βιβλίο, και θα ήθελα να τις κοινοποιήσω εδώ.
  Οι τρεις μεγάλες μονοθεϊστικές θρησκείες έχουν διαφορές, αλλά και ομοιότητες μεταξύ τους. Οι δυο επόμενες μοιάζουν με αιρέσεις της πρώτης, αντίληψη που πιστεύω συμμεριζόταν και ο Νίτσε, και το αν στέκονται σήμερα ως ισότιμες θρησκείες στο πάλι (πλάι ήθελα να γράψω, αλλά δυσλεκτικός ων, έστω και οριακά, έγραψα πάλι, αντιστρέφοντας δηλαδή. Το βλέπω τώρα μετά από τριάμισι χρόνια) της πρώτης είναι γιατί στάθηκαν επιτυχημένες στη διάδοσή τους. Από εκεί και ύστερα όμως, αυτό που παρατηρώ, είναι πως η πρώτη με την τρίτη, η εβραϊκή θρησκεία με τον μουσουλμανισμό, έχουν πολύ περισσότερα κοινά σημεία μεταξύ τους από ότι με τον χριστιανισμό. Παραθέτω κάποια χαρακτηριστικά αποσπάσματα από το βιβλίο.
  «…Οι ραβίνοι αντιτίθενται πολύ καθαρά στη μόρφωσή μας, λένε ότι διαθέτουμε υποδεέστερη νοημοσύνη και ότι θα ήταν ανοησία να μας διδάξουν την Τορά, γιατί εμείς οι γυναίκες ποτέ δεν θα μπορούσαμε να συλλάβουμε τη συνθετότητά της» (σελ. 446). Και δεν μιλάμε μόνο για μόρφωση, γιατί πιο πριν διαβάζουμε: «…μάθαινες κρυφά στη Ρεμπέκα και στη Μιριάμ να διαβάζουν. Θυμάμαι που έλεγες πως είναι μεγάλη αδικία τα κορίτσια να μη διδάσκονται ανάγνωση» (σελ. 208). Δεν πρόκειται δηλαδή απλά για μόρφωση, αλλά για πλήρη αναλφαβητισμό.
  Εντάξει, μόνο οι Ταλιμπάν απαγορεύουν τη μόρφωση των γυναικών, αλλά και στο Ιράν που την επιτρέπουν, η μαρτυρία μιας γυναίκας στο δικαστήριο ισούται με το μισό της μαρτυρίας ενός άντρα, και σε περίπτωση ατυχήματος η γυναίκα αποζημιώνεται με το μισό από ό,τι ένας άντρας για τον ίδιο τραυματισμό. Αν και, με βάση αυτή τη λογική δεν καταλαβαίνω: εν τάξει, αφού η γυναίκα αξίζει όσο το μισό ενός άντρα, ας παντρεύεται ο άντρας δυο γυναίκες, για εξισορρόπηση, όμως γιατί τέσσερις; Γιατί τόσες επιτρέπει η σαρία.
  «…βεβαίως και κάθεστε χωριστά εσείς οι γυναίκες με τα λάγνα βλέμματά σας. Είναι σωστό να αποσπάτε τους άντρες από το θεό;… …-Ίσως θα πρέπει οι άντρες να φορέσουν παρωπίδες αντί να απαιτούν από τις γυναίκες να φοράνε πέπλο» (σελ. 445-446).
  Όταν αυτά τα πράγματα τα καθαγιάζει η θρησκεία, είναι δύσκολο να μεταβληθούν. Και στη Δύση, όπως διαβάζω στο «Περί έρωτος» του Σταντάλ, υπήρχε η αντίληψη ότι δεν είναι ανάγκη η γυναίκα να μορφωθεί, αλλά όταν οι κοινωνικές συνθήκες άλλαξαν η θρησκεία δεν μπόρεσε να βάλει εμπόδια στη μόρφωσή της. Και αν οι εβραίοι δεν ήταν υποχρεωμένοι να συμμορφώνονται με κάποιους κανόνες στις χώρες που κατοικούσαν, ίσως να φορούσαν και οι εβραίες μαντήλες.
  Θυμάμαι όταν ήμουν μικρός, οι γυναίκες κάθονταν πάντα αριστερά και οι άντρες δεξιά στην εκκλησία. Σήμερα στη θέση των αντρών κάθονται και γυναίκες με τους άντρες τους, αλλά όχι αντίστροφα. Τα καφενεία επίσης ήταν χώρος απαγορευμένος για τις γυναίκες. Δεν νομίζω να έκαναν κανέναν αγώνα για να διεκδικήσουν μια θέση και σ’ αυτά. Απλά οι άντρες το δέχτηκαν εντελώς φυσιολογικά.
  Άλλα κοινά σημεία ανάμεσα στον εβραϊσμό και στον μουσουλμανισμό είναι η περιτομή και η απαγόρευση του χοιρινού κρέατος. Θα υπήρχε και ένα άλλο κοινό σημείο, ο λιθοβολισμός της μοιχαλίδας. Ο Χριστός είπε «Ο αναμάρτητος τον λίθο βαλέτω», αναφερόμενος προφανώς σ’ αυτή την πρακτική. Αν οι εβραίοι δεν λιθοβολούσαν τις μοιχαλίδες ασφαλώς το έκαναν από ανάγκη συμμόρφωσης στους νόμους των κρατών που τους παρείχαν φιλοξενία. Και βέβαια στο σημερινό Ισραήλ δεν γίνεται λόγος για τέτοια πράγματα, μια και οι ισραηλίτες κουβαλάνε την δυτική κουλτούρα και τις αξίες του δυτικού πολιτισμού.
  Όμως πρέπει να κλείσουμε μιλώντας για τον Γιάλομ. Η ανάγνωση των βιβλίων του αποζημιώνει διπλά, προσφέροντας ταυτόχρονα τέρψη και γνώση. Και το «Πρόβλημα Σπινόζα» ασφαλώς δεν αποτελεί εξαίρεση.

Μπάμπης Δερμιτζάκης