Book review, movie criticism

Thursday, August 29, 2019

Sergei Eisenstein, Οκτώβρης, (Октябрь, 1927)

Sergei Eisenstein, Οκτώβρης, (Октябрь, 1927)

  Από σήμερα στους κινηματογράφους, σε επανέκδοση.
  Αϊζενστάιν είναι αυτός, από τους αγαπημένους μου, έχω δει πάνω από μια φορά όλα του τα έργα. Ο «Οκτώβρης» είναι η ταινία που αφηγείται τις «δέκα μέρες που συγκλόνισαν τον κόσμο», αλλά και λίγο πριν, από την πρώτη επανάσταση που έφερε στην εξουσία τον Κερένσκι.
  Πάνε δεκαετίες που είδα την ταινία, τότε που έβλεπα και διάβαζα μετά μανίας ό,τι αφορούσε την ρωσία και την οκτωβριανή επανάσταση, πού να θυμάμαι λεπτομέρειες. Ξαναθυμήθηκα τι ακριβώς συνέβη αυτές τις δέκα μέρες. Μου έκανε εντύπωση που ο θερμός θιασώτης της εξάπλωσης της επανάστασης σε όλο τον κόσμο και όχι της οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα, ο Τρότσκι, ο δημιουργός του κόκκινου στρατού που σύντριψε αργότερα την αντεπανάσταση, ήταν αντίθετος στην επανάσταση, καθώς την έβλεπε πρόωρη.
  Μικρά πλάνα που δίδουν ένα γρήγορο ρυθμό στην ταινία, άφθονο ιδεολογικό μοντάζ, αρκετό στιλιζάρισμα, αποτελούν τη σφραγίδα του μεγάλου σκηνοθέτη. Χαίρομαι για τις επανεκδόσεις, σιγά σιγά θα τον ξαναδώ όλο. Τον τελευταίο χρόνο είδα κάμποσες ταινίες του, με τελευταία, ξανά, τον «Αλέξανδρο Νιέφσκι». Είχε προηγηθεί η «Γενική γραμμή». Αλλά για πρώτη φορά είδα τέσσερις μικρού μήκους ταινίες του με την ευκαιρία που διάβασα το «Λιβάδι Μπιέζιν» του Τουργκένιεφ. Για τις τρεις έκανα μια συνολική ανάρτηση.   
  Να μην το ξεχάσω, ο Γκριγκόρι Αλεξαντρόφ έκανε αργότερα μια θαυμάσια μουσική επένδυση με μουσική Ντμίτρι Σοστακόβιτς.
 

François Truffaut, Κλεμμένα φιλιά (Baisers volés, 1968)

  Από σήμερα στους κινηματογράφους, σε επανέκδοση.
  Στην προηγούμενη ανάρτησή μου για τον Τρυφώ, συγκεκριμένα για την ταινία του «Ζιλ και Τζιμ», είχα γράψει ότι είναι ένας σκηνοθέτης που δεν μου πάει. Είχα δει και τη «Γυναίκα της διπλανής πόρτας», πριν δέκα χρόνια ακριβώς, που ούτε και αυτή μου άρεσε. Φυσικά πρέπει να είχα δει και άλλες ταινίες του πριν το blog μου, και δεν τις θυμόμουνα.
Και στις δυο αυτές ταινίες το μοτίβο είναι το ερωτικό τετράγωνο, μια παραλλαγή του ιψενικού τριγώνου, και το στόρι που ανέπτυξε πάνω σ’ αυτό δεν μου άρεσε καθόλου.
  Τίποτα τέτοιο με τα «Κλεμμένα φιλιά». Είναι μια απολαυστικότατη κωμωδία, είδος που μου αρέσει μεν, όμως κάποιες φορές είμαι ιδιαίτερα αυστηρός στην κριτική μου (Βλέπε «Οικογένεια βαν Πέτεγκεμ»).
  Ο Ζαν Πιέρ Λεό, αγέλαστος σαν τον Μπάστερ Κήτον και αδέξιος σαν τον κύριο Ιλώ, είναι ερωτευμένος. Κατακλύζει με γράμματα την κοπέλα που αγαπά η οποία, εξαιτίας αυτής του της αδεξιότητας και της πίεσης που της ασκεί τρέφει αμφιθυμικά αισθήματα απέναντί του. Τον βλέπουμε να εγκαταλείπει το στρατό όπου είχε καταταγεί εθελοντής, για υπηρεσία τριών χρόνων. Δεν άντεξε να μείνει παραπάνω από λίγους μήνες, ευτυχώς χωρίς σοβαρές συνέπειες. Μια δουλειά σαν νυχτερινός ρεσεψιονίστ φαίνεται να του πηγαίνει, όμως τα κάνει θάλασσα όταν εξαιτίας του ο ιδιωτικός ντετέκτιβ τσακώνει σε ένα δωμάτιο το παράνομο ζευγάρι. Φυσικά το αφεντικό θα τον απολύσει, όμως ο ντετέκτιβ θα του βρει αμέσως δουλειά στο γραφείο που εργάζεται.
  Από τα πιο απολαυστικά επεισόδια στην ταινία είναι εκείνα που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της εργασίας του σαν ντετέκτιβ. Φυσικά και εδώ κάποια στιγμή θα τα κάνει θάλασσα. Πώς; Να πούμε μόνο μια ατάκα, ο κος τάδε πλήρωσε 400.000 φράγκα για να βρεθεί κερατωμένος. Και από ποιον νομίζετε;
Και πάλι θα απολυθεί.
  Αυτή τη φορά θα βρει δουλειά σαν τεχνικός τηλεοράσεων. Και φτάνουμε στο απολαυστικό επεισόδιο του τέλους, όπου με επιδέξιο τρόπο η κοπέλα που αγαπά καταφέρνει και τον ρίχνει στην αγκαλιά της (κομψή διατύπωση: στην κυριολεξία τον ρίχνει στο κρεβάτι της, όπου τους βλέπουμε μαζί μετά από ένα αφηγηματικό κενό).
  Τα «κλεμμένα φιλιά» πού κολλάνε;
  Μια φορά, στην αρχή της ταινίας, της «έκλεψε» ένα φιλί. Μια δεύτερη φορά, με μια chica de placer, δεν τα κατάφερε. Γιατί;
  -Όχι στο στόμα.
  -Γιατί;
  -Ποτέ με τους πελάτες.
   Όλες τους· ή σχεδόν.
  Μου άρεσε φοβερά αυτή η ταινία.
  Τελικά διαπιστώνω ότι βιάστηκα να γράψω ότι ο Τρυφώ είναι ένας σκηνοθέτης που δεν μου πάει. Φυσικά επιμένω να μην τον δω πακέτο, όπως και κάθε δυτικό σκηνοθέτη. Πακέτο θα βλέπω μόνο ιρανούς, κινέζους και γιαπωνέζους. Όμως θα τελειώσω τον Βιμ Βέντερς τον οποίο ήδη ξεκίνησα.   
 


Federico Fellini, La dolce vita (1961)


Federico Fellini, La dolce vita (1961)


  Από σήμερα στους κινηματογράφους, σε επανέκδοση.
  Φυσικά την είχα ξαναδεί την ταινία, τουλάχιστον δυο φορές. Και για πρώτη φορά συνειδητοποιώ ότι η πρόσληψη από εποχή σε εποχή μπορεί να διαφέρει.
  Αυτή τη φορά η ταινία με άφησε κάπως αμήχανο. Παρά την εξαιρετική ερμηνεία του Μαστρογιάνι, παρά το ό,τι κουβαλούσε, όπως και κάθε ηθοποιός άλλωστε, το «άρωμα» από τις άλλες ταινίες του, ο Μαστρογιάνι σαν αρνητικός ήρωας δεν μου άρεσε. Στο πρόσωπό του ο Φελίνι σατιρίζει τη δημοσιογραφία, που με κάθε τρόπο προσπαθεί να βγάλει την είδηση. Το έχω ξαναγράψει εξάλλου, δεν μου αρέσουν οι ταινίες όπου ο κεντρικός χαρακτήρας είναι αρνητικός, καθώς δεν μπορώ να ταυτιστώ μαζί του.
  Ο Φελίνι δεν σατιρίζει μόνο τους δημοσιογράφους στο πρόσωπο του Μαστρογιάνι.  Σατιρίζει αλύπητα και τους παπαράτσι. Επίσης σατιρίζει τους μεγαλοαστούς, αλλά και τα υπολείμματα της αριστοκρατίας. Τέλος σατιρίζει και τον αφελή λαουτζίκο που είναι έτοιμος να πιστέψει στο θαύμα. Ξέχασα τίποτα; Ναι, τώρα το θυμήθηκα, σατιρίζει και τους μεγαλέμπορους στο πρόσωπο του πατέρα του.
  Στο μεγάλο επεισόδιο στο τέλος, ένα πάρτι μεγαλοαστών όπου ο Μαστρογιάνι φαίνεται εντελώς αποκρουστικός, μόνο παρτούζα που δεν είδαμε.
  Υπάρχει και η αντίστιξη. Αυτή εκφράζεται από ένα χαριτωμένο κορίτσι που δούλευε σαν σερβιτόρα σε ένα καφέ όπου είδαμε τον Μαστρογιάνι να γράφει με τη γραφομηχανή του. Και την τελευταία σκηνή της ταινίας δεν την είχα ξεχάσει ποτέ. Σε μια παραλία με τους φίλους του, ο Μαστρογιάνι βλέπει το κορίτσι να του γνέφει χαρούμενα. Δεν μπορεί να τη θυμηθεί. Ένα μεγάλο και πλατύ χαντάκι με θαλασσινό νερό τους χωρίζει. Δεν μπορούν να πλησιάσουν ο ένας τον άλλο. Της γνέφει αμήχανα, κάνοντας νοήματα ότι δεν θυμάται ποια είναι. Στο τέλος σηκώνεται και φεύγει.
  Δυο κόσμοι εντελώς διαφορετικοί, ο κόσμος της αγνότητας των απλών ανθρώπων και ο κόσμος της διαφθοράς. Όμως ο κόσμος της αγνότητας δίνεται με μεγάλη συντομία, σε αντίθεση με την «Έβδομη σφραγίδα» του Μπέργκμαν, όπου εκπροσωπούμενος από το ζευγάρι των ηθοποιών (Μπίμπι Άντερσον) καταλαμβάνει το μισό έργο. Και βέβαια όχι σαν αντίστιξη στη διαφθορά αλλά σαν αντίστιξη στον ιδεαλιστή ιππότη με τις πνευματικές αναζητήσεις του.  
  Δεν θα πω ότι δεν μου άρεσε η ταινία, εξαιρετικές οι ερμηνείες και η σκηνοθεσία, ο Μαστρογιάνι υπέροχος, αλλά όχι όσο μου άρεσε όταν την πρωτοείδα, τότε που ήμουν εντελώς εικονολάτρης.