Book review, movie criticism

Tuesday, June 30, 2009

Ηλίας Κεφάλας, Tα «Μνήστρα της αβύσσου»

Ηλίας Κεφάλας, Tα «Μνήστρα της αβύσσου»

Η βιβλιοπαρουσίαση αυτή δημοσιεύτηκε στο Λέξημα


Tα «Μνήστρα της αβύσσου», η τελευταία ποιητική συλλογή του Ηλία Κεφάλα, (Γαβριηλίδης 2002), ως τίτλος τουλάχιστον, βρίσκεται στον ίδιο «σκοτεινό» παραδειγματικό άξονα που βρίσκονται και οι τρεις προηγούμενες ποιητικές του συλλογές: «Σκοτεινός μαγνήτης» (1989), «Το έρημο λυκόφως» (1992) και «Λόγος για την αβεβαιότητα» (1997 και 1999). Πρόκειται για μια ποίηση της οποίας ο κύριος άξονας είναι η αγωνία για την ύπαρξη, με παραμέτρους την αβεβαιότητα, την ερημιά, τη σκοτεινιά. Μια λέξη λάιτ μοτίφ σ’ αυτή τη συλλογή είναι η «μοναξιά», που ξεπερνάει την υπαρξιακή γενικά κατάσταση του καλλιτέχνη και παραπέμπει στις συνθήκες ζωής της σύγχρονης εποχής. Υπάρχει άλλωστε και ομότιτλο ποίημα στη συλλογή: Η ματαίωση είναι βάση της, όπως δείχνεται στα ποιήματα «Δεν θα μ’ ανοίξεις» και «Βογκάνε στη νύχτα τα μοτοσακό». «Η μορφή σου στη μνήμη πονάει και καίγεται», είναι οι καταληκτικοί στίχοι αυτού του ποιήματος. Είναι η μορφή της «Ευαγγελίας», (άλλος τίτλος ποιήματος) της κόρης του βάλτου, όπως την προσφωνεί στον πρώτο στίχο, ή της «συννεφοπαρμένης»; (άλλος τίτλος). Να είναι αυτή για την οποία λέει ο ποιητής «Δισταχτικός έρχομαι» (κι αυτός τίτλος) κι εσύ φεύγεις (επαναλαμβάνει και συνεχίζει τον τίτλο ο πρώτος στίχος), ή εκείνη στην οποία απευθύνει την απελπισμένη αποστροφή «Δεν θα μ’ ανοίξεις» (κι άλλος τίτλος), που η απλή έλλειψη ερωτηματικού, το οποίο συνοδεύει τη φράση στην καθημερινή της χρήση, είναι που δημιουργεί τη «λογοτεχνικότητα» εδώ, όπως θα έλεγαν οι φορμαλιστές.
Το φευγαλέο και η ασημαντότητα της ύπαρξης («Αντώνης Φουκαλής»), τα «Κλάματα» με τα οποία δεχόμαστε τον αναπόφευκτο χαμό μας, όταν έλθει η ώρα μας, παγιδευμένοι στο αδυσώπητο «Παιχνίδι του χρόνου», το οποίο εκφράζεται ακόμη πιο παραστατικά στον «Ροδώνα της ματαιότητας» και στο Αισώπεια αφηγηματικό «Πρωινός διάλογος», αποτελούν επίσης στίγματα της υπαρξιακής αγωνίας του ποιητή.
Οι καλύτερες στιγμές όμως αυτής της ποίησης δεν είναι ο ανεικονικός εξπρεσιονισμός της υπαρξιακής αγωνίας του ποιητή, όσο ο εικονιστικός ιμπρεσιονισμός ενός κομπολογιού από χάντρες-πετράδια, 12 χάντρες, 12 «Από τις άπειρες στιγμές του δέντρου» (σελ. 63-64) δίστιχα χάι-κου, το ένα καλύτερο από το άλλο. Σταχυολογούμε στην τύχη
Ώ δένδρο – ενέδρα του φωτός
Περιχυμένο επιφωνήματα της ερημιάς

Με φύλλα πάνω χαιρετά τους ζωντανούς
Με ρίζες κάτω χαιρετά τους πεθαμένους

Κανένας, πάνω, δεν ακούει τίποτα.
Κι όμως από τις ρίζες του φλυαρεί μ’ όλο τον κόσμο.

Δεν είναι δέντρο. Είναι μουράγιο
Που δένουν τα πτηνά και τα πικρά φεγγάρια.

Στο δέντρο αναφέρονται και οι δυο «σάρισες», επίσης υπέροχα μονόστιχα:

Το δέντρο άγκιστρο σκιάς. Τραβάει εύκολα τον οδοιπόρο
Και
Το δέντρο κερί της μοναξιά. Πού οδοιπόρος, πού ίσκιος του.

Απόηχους μια παιδικής ποίησης απηχεί το «βροχή-βροχούλα», ενώ ανάλογους στίχους συναντούμε διάσπαρτους μέσα στη συλλογή. Πιο έντονος είναι ο απόηχος της δημοτικής μας ποίησης, με τον ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο να στοιχειώνει, ενώ προσπαθεί να καλυφθεί, σε ποιήματα μάλιστα που μορφολογικά εμφανίζονται σαν πεζό κείμενο, σε γραμμές που τελειώνουν από τον κειμενογράφο και όχι από το χέρι του ποιητή. Σε αυτά ανήκει το «Παιχνίδι του χρόνου» στο οποίο ήδη αναφερθήκαμε. Χωρίζουμε με slashes τους ιαμβικούς δεκαπεντασύλλαβους:
Κάποια στιγμή πικράθηκα και μίσησα το χρόνο. /Όποια στιγμή τον ένιωσα του γύρισα την πλάτη,/ όποια στιγμή τον συναντούσα /σαν κλέφτης πάντα έφευγα κι όλο τον προσπερνούσα…
Έχουμε την εντύπωση ότι δεν κρύβει ο ποιητής τον στίχο, αλλά ο στίχος κρύβεται από τον ποιητή.
Κύριο υφολογικό στοιχείο στη συλλογή αυτή είναι η επιδίωξη μιας αυστηρής αρχιτεκτονικής σε ορισμένα ποιήματα, που θυμίζει παραδοσιακή ποίηση, από την οποία ο ποιητής, λες ηθελημένα, προσπαθεί να της ξεφύγει την τελευταία στιγμή. Στο «Απ’ όπου κι αν περνάς» (τώρα σταμάτησε, να τον πάλι τον δεκαπεντασύλλαβο), έχουμε ένα ποίημα με τέσσερις τετράστιχες στροφές, που μας δίνει την εντύπωση ότι στις δυο τελευταίες στροφές σκόπιμα έβαλε ο ποιητής και τέταρτο στίχο, για να μην θυμίζει σονέτο.
Ο δομικός όμως σκελετός σε πολλά ποιήματα είναι ένα εφέ της επανάληψης, που λειτουργεί σχεδόν ιδεοψυχαναγκαστικά για να αμβλύνει αν όχι αισθήματα ενοχής, σίγουρα όμως ένα υπαρξιακό αίσθημα αγωνίας για τη ρευστότητα και το φευγαλέο της ύπαρξης, τόσο της ανθρώπινης όσο και των πραγμάτων. Στο ποίημα που αναφέραμε πιο πριν έχουμε επανάληψη του τίτλου ως πρώτο ημιστίχιο του πρώτου στίχου κάθε στροφής. Το ίδιο παρατηρούμε και στο ποίημα «Δεν θα μ’ ανοίξεις», όπου η φράση «Με πρόφτασε» επαναλαμβάνεται στον πρώτο στίχο κάθε στροφής, εκτός από τον τελευταίο, που λειτουργεί ως εφέ απροσδόκητου. Στο «Ερημοπούλι» η φράση που επαναλαμβάνεται σχεδόν σε κάθε στίχο είναι το «Πού πας».
Το υφολογικό παλίμψηστο, η επανάληψη, η υπαρξιακή αγωνία, αποτελούν τα κύρια στοιχεία της ποιητικής αυτής συλλογής του Ηλία Κεφάλα, με την οποία αναδεικνύεται για άλλη μια φορά ως μια από τις πιο αξιόλογες ποιητικές φωνές της σύγχρονης λογοτεχνίας μας.

Monday, June 29, 2009

Γεράσιμος Δενδρινός, Φραγή εισερχομένων κλήσεων

Γεράσιμος Δενδρινός, Φραγή εισερχομένων κλήσεων, Μεταίχμιο 2006, σελ. 507

Η παρακάτω βιβλιοπαρουσίαση δημοσιεύτηκε στο Λέξημα, με ελαφρές παραλλαγές.

Στις αγγλοσαξωνικές χώρες είναι γνωστό το πανεπιστημιακό μυθιστόρημα (campus novel), με κύριο εκπρόσωπο, ή τουλάχιστον πιο γνωστό στην Ελλάδα, τον David Lodge. Σ’ εμάς εδώ μάλλον δεν υπάρχει κάτι παρόμοιο, αλλά θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένα ανάλογο είδος, το γυμνασιακό-λυκειακό μυθιστόρημα: ένα υποείδος του μυθιστορήματος στο οποίο πρωταγωνιστές θα ήσαν καθηγητές και μαθητές. Στο είδος αυτό θα συμπεριλαμβανόταν και το τελευταίο μυθιστόρημα του Γεράσιμου Δενδρινού, που έχει τον τίτλο «Φραγή εισερχομένων κλήσεων».
Υπάρχουν αρκετοί συνάδελφοι εκπαιδευτικοί οι οποίοι στα πεζογραφήματά τους χρησιμοποιούν ως πρόσωπα καθηγητές και μαθητές, και ανάμεσα στους χώρους όπου τοποθετούν την πλοκή τους είναι και αίθουσες διδασκαλίες και προαύλια σχολείων. Ονόματα που μου έρχονται πρόχειρα στο μυαλό είναι, από τους παλαιότερους, ο Γιώργος Ιωάννου και ο Χριστόφορος Μηλιώνης, και από τους νεότερους ο Ανδρέας Μήτσου.
Με τον Γεράσιμο γνωριζόμαστε για πάνω από 25 χρόνια, όταν υπηρετούσαμε μαζί στο 3ο Λύκειο Νίκαιας. Εξαιρετικός συνάδελφος και εξαιρετικός φίλος. Για κάμποσα χρόνια διορθώναμε μαζί έκθεση στις Πανελλαδικές εξετάσεις.
Έχω γράψει παρουσιάσεις για τα πρώτα τρία έργα του, το «Ένα πακέτο άρωμα», «Χαιρετίσματα από το Νότο» και «Ματίας ντελ Ρίος». Οι βιβλιοπαρουσιάσεις αυτές βρίσκονται στην ιστοσελίδα μου. Δεν έγραψα για τις «Δυτικές συνοικίες» και τον «Άλκη», παρόλο που τα διάβασα. Δεν βρήκα έντυπο να δημοσιεύσει το «Χαιρετίσματα από το Νότο» (δημοσιεύτηκε πριν λίγους μήνες στο ηλεκτρονικό περιοδικό critique.gr), και δεν είχα γνωρίσει ακόμη το Λέξημα, ενώ πολύ αργότερα έφτιαξα και το blog μου, ώστε να μην έχουμε πια ανάγκη τον κάθε εκδότη ενός περιοδικού, που αν δεν σε απορρίπτει, θα σε λογοκρίνει.
Το μυθιστόρημα αυτό έχει σαν θέμα τον ματαιωμένο έρωτα. Πρόκειται για «μια ιστορία», όπως διαβάζομε στο οπισθόφυλλο, «η οποία συνθέτει έναν ύμνο στην αγάπη χωρίς ανταπόκριση, στον βουβό μονόπλευρο έρωτα». Μπορεί ο ματαιωμένος έρωτας της Αλεξάνδρας για τον Ιγνάτιο να είναι ο κυρίαρχος, όμως στο πλάι του υπάρχουν και άλλες ματαιώσεις, και μάλιστα σαν γαϊτανάκι, όπως στον «Θείο Βάνια» του Τσέχωφ, του θεατρικού συγγραφέα που η ματαίωση είναι ο θεματικός άξονας των έργων του. Ο Ιγνάτιος, απογοητευμένος από έναν γάμο στον οποίο δεν κατάφερε να αποκτήσει παιδιά, νοιώθει μαγεμένος από την Άννα, για την οποία διαβάζουμε: «Νόμιζε πως αντίκριζε έναν άγγελο που έχασε τον δρόμο του για τον ουρανό» (σελ. 162). Η σχεδόν νεκρή μεταφορά «άγγελος» ζωντανεύει και αναδεικνύεται θαυμάσια με το συμπλήρωμα «που έχασε τον δρόμο του για τον ουρανό». Η Νάνσυ επίσης μάταια θα φλερτάρει τον γυμναστή του σχολείου της, τον Παύλο, ο οποίος είναι gay και η ίδια δεν το ξέρει. Τα έχει μάλιστα με τον Στέλιο, τον φίλο της. Με τη Νάνσυ είναι ερωτευμένος ο Χρόνης, ο νεαρός που μένει στην πολυκατοικία της. Και ο δικός του έρωτας θα μείνει χωρίς ανταπόκριση. Όσο για τον Άρη, θα βιώσει την εγκατάλειψη από τη Λίλα. Η Τζίνα θα βιώσει και αυτή την εγκατάλειψη. Ο Στέλιος την παράτησε για να τα φτιάξει με την Νάνσυ.
Σε κάποιες παλιές βιβλιοπαρουσιάσεις μου είχα χαρακτηρίσει ορισμένα μυθιστορήματα «εικόνες από μια έκθεση», με την έννοια ότι η πλοκή υποχωρούσε μπροστά στην απεικόνιση τυπικών χαρακτήρων και την περιγραφή χαρακτηριστικών καταστάσεων. Σ’ αυτή την κατηγορία θα κατατάσσαμε και αυτό το μυθιστόρημα του Γεράσιμου Δενδρινού. Το κύριο χαρακτηριστικό μιας συναρπαστικής αφήγησης, το σασπένς, σχεδόν απουσιάζει. Δεν υπάρχει παρά ελάχιστη αφηγηματική αναμονή για το πώς θα εξελιχθεί ο έρωτας της Αλεξάνδρας, ο αναγνώστης υποψιάζεται από την αρχή ότι θα μείνει χωρίς ανταπόκριση. Η αφηγηματική γραμμή της ιστορίας της διακόπτεται από τις ιστορίες της Νάνσυ, της ανιψιάς της, των συμμαθητριών της, των καθηγητριών της, του Στέλιου και του Ζήση, του νεοναζί που τα έχει με την Τζίνα, σε επεισόδια χαρακτηριστικά, που δείχνουν τη ζωή στα σχολεία, τα προβλήματα, τις αντιπαραθέσεις και τις εντάσεις, αλλά και γενικότερα τη ζωή της νεολαίας, μηχανόβιας κατά το πλείστον, με τα μουσικά της ακούσματα και τους χαρακτηριστικούς τρόπους διασκέδασης. Ο Γεράσιμος, όπως και στα προηγούμενα έργα του, παραθέτει ένα σωρό τίτλους τραγουδιών.
Το ύφος του Γεράσιμου είναι ιδιαίτερα κινηματογραφικό. Έχουμε μια αφήγηση κοφτή, που περιγράφει τις σκηνές και τα επεισόδια όπως θα τα περιέγραφε κάποιος αν τα έβλεπε σε κινηματογραφική ταινία. Να δώσουμε ένα χαρακτηριστικό δείγμα.
«Το Φίατ μπήκε στην περιφερειακή οδό. Ο Ιγνάτιος οδηγούσε γρήγορα. Μετά τη στενή λωρίδα του δήμου Πολίχνης η περιφερειακή έκοβε στα δύο το απέραντο δάσος Σέιχ Σου. Χωρίς να κατηφορίσει προς το Επταπύργιο, όπου οι χλωμοί προβολείς φώτιζαν την ερημιά των επάλξεών του, ακολούθησε μια διακλάδωση της ασφάλτου και άραξε κάτω από ένα μικρό γήπεδο μπάσκετ, όπου μια ομάδα νεαρών έπαιζε, με ελάχιστους θεατές στις κερκίδες. Μια καντίνα βρισκόταν μπροστά στην κύρια είσοδο του σταδίου. Μπροστά τους απλωνόταν το πάρκο του δάσους κι ύστερα η πόλη που, μισοφωτισμένη ακόμη, κατηφόριζε στην πλαγιά ίσαμε κάτω την παραλία» (σελ. 493).
Διαβάζοντας το μυθιστόρημα μου ήλθε στο νου μια τηλεοπτική σειρά, το Early edition, που έβλεπα με το γιο μου. Στα αυτοτελή επεισόδια της σειράς έκανε την εμφάνισή της πάντα μια γάτα. Το ίδιο και στη σειρά κινούμενων σχεδίων Trigun. Έτσι κι εδώ, ο Νίνος, ο γάτος του Ζήση, μπερδεύεται συνεχώς στα πόδια της Νάνσυ και του αφεντικού του, ενώ επίσης συχνά εμφανίζεται και ο Μαξ, ο σκύλος.
Με το ντοκιμαντερίστικο «μάτι της κάμερας» (για να θυμηθούμε και τον Ντον Πάσος) ο Δενδρινός μας παρουσιάζει τυπικές καταστάσεις και χαρακτηριστικούς τύπους της σημερινής ζωής, κυρίως της μαθητικής νεολαίας, με θεματικό άξονα και αφηγηματικό στημόνι έναν ματαιωμένο έρωτα, που αναδεικνύεται ακριβώς εξαιτίας της ματαίωσής του. Το «Φραγή εισερχομένων κλήσεων είναι ένα από τα καλύτερα μυθιστορήματα που έχω διαβάσει τελευταία. Και, πιστέψτε με, δεν το λέω επειδή είναι φίλος μου ο Γεράσιμος.

Sunday, June 28, 2009

Τα παιδιά του πετρελαίου (2001) του Ebrahim Forouzesh

Άλλο ένα αριστουργηματικό Ιρανικό έργο, που έχει κερδίσει διάφορα βραβεία. Μετά από τόσα Ιρανικά έργα που έχω δει, θα ήθελα να το πραγματευτώ συγκριτολογικά.
Σε πάρα πολλά Ιρανικά έργα πρωταγωνιστές είναι παιδιά. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά: Τα παιδιά του παραδείσου, Το χρώμα του παραδείσου, Τα παιδιά του ουρανού, Βροχή, Ο Βούδας λιποθύμησε από ντροπή.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό των έργων αυτών: δείχνουν τη φτώχεια και την αγωνιώδη προσπάθεια των ανθρώπων να επιβιώσουν μέσα σε δύσκολες συνθήκες.
Όμως το έργο με το οποίο έχει τα περισσότερα κοινά η παραπάνω ταινία είναι «Τα παιδιά του Παραδείσου». Στο έργο εκείνο ο μικρός ήρωας θα τρέξει σε έναν αγώνα δρόμου, όπου το τρίτο βραβείο είναι ένα ζευγάρι παπούτσια. Αυτό το βραβείο τον ενδιαφέρει, γιατί πρέπει να κερδίσει τα παπούτσια για να τα προσφέρει στην αδελφή του, γιατί τα δικά της τα έχασε όταν τα πήρε από τον τσαγκάρη. Όμως δεν κέρδισε το τρίτο βραβείο αλλά το πρώτο, και δεν είναι καθόλου ενθουσιασμένος γι αυτό. Εκείνος ήθελε το τρίτο βραβείο, με έπαθλο τα παπούτσια. Ένας ενθουσιώδης blogger έγραψε σχετικά γι αυτή την ταινία.
Έτσι και στα «Παιδιά του πετρελαίου». Ο μικρός ήρωας βάζει στοίχημα να περάσει σαν ακροβάτης πάνω από τις σωλήνες του πετρελαίου που διασχίζουν ένα γκρεμό. Αν πέσει, θα σκοτωθεί. Αν περάσει, θα κερδίσει το στοίχημα και με τα λεφτά που θα πάρει θα πληρώσουν έναν τοκογλύφο για να πάρει πίσω το γαϊδούρι τους. Το χρειάζεται η μητέρα του για να μεταφέρει το πετρέλαιο από τους πετρελαιόλακους, που μαζεύει καθημερινά με άλλες φτωχιές γυναίκες και να το πουλήσει. Όμως η μητέρα του, απελπισμένη πια, βλέποντας ότι δεν μπορούν να ζήσουν, έχει αποφασίσει να πάει στο σπίτι του πατέρα της. Τη μέρα που είναι να φύγουν ο μικρός, που δεν το ξέρει, έχει πάει για το στοίχημα. Αυτή όμως δεν μπορεί να περιμένει. Φορτώνει τη λιγοστή πραμάτεια της σε ένα γαϊδούρι και ξεκινάει με την κόρη της, αφήνοντας παραγγελιά στη γειτόνισσα να πει στο γιο της όταν έλθει να τρέξει να τους προφτάσει. Στο τέλος του έργου, ενώ ο γιος έχει περάσει τις σωλήνες και βρίσκεται στην άλλη μεριά, η μητέρα του από τον απέναντι λόφο του φωνάζει να βιαστεί να τις προφτάσει. Άδικα το ρίσκο, τσάμπα κέρδισε το στοίχημα.
Στα περισσότερα από τα ιρανικά αυτά έργα υπάρχει σασπένς. Στο συγκεκριμένο έργο το σασπένς είναι πιο αγωνιώδες, όχι μόνο γιατί πρόκειται για την ίδια τη ζωή του ήρωα, αλλά γιατί ο Ebrahim Forouzesh το χειρίζεται κινηματογραφικά με ένα εντελώς δεξιοτεχνικό τρόπο. Χρησιμοποιεί και ένα γνωστό τρικ που δημιουργεί εφέ απροσδόκητου: παρουσιάζει τον ήρωα να πέφτει, για να τον επαναφέρει πάλι πάνω στον σωλήνα, δείχνοντας έτσι ότι δεν έπεσε αλλά ήταν μια φαντασίωση του φόβου του ήρωά του, ότι τελικά δεν θα τα καταφέρει να κρατηθεί και θα πέσει.
Και ο λαός αυτός δεν μαστίζεται μόνο από τη φτώχεια, αλλά και από την καταπίεση του δικτατορικού ισλαμικού καθεστώτος. Ελεύθεροι σκοπευτές έβαλαν κατά του πλήθους και σκότωσαν δεκάδες στις πρόσφατες διαδηλώσεις. Στην Ελλάδα αυτό είχε να γίνει από το ’44, τότε στην διαδήλωση στην πλατεία Συντάγματος που οδήγησε στα Δεκεμβριανά.
Ψάχνοντας εκ των υστέρων βρήκα ένα ενδιαφέρον κείμενο για τον ιρανικό κινηματογράφο εδώ.

Saturday, June 27, 2009

Περιβάλλον, Διατροφή και Ποιότητα Ζωής




Άλλο ένα βιβλίο μου. Ολόκληρο στην ιστοσελίδα μου, κατηγορία "Βιβλία", αριθ. 3.

Πρόλογος
Όταν ξεκίνησα να γράφω αυτό το βιβλίο αναρωτιόμουν: υπάρχει άραγε ανάγκη για ένα ακόμη οικολογικό βιβλίο;
Απάντησα καταφατικά στο ερώτημα. Και αυτό για δυο λόγους. Ο πρώτος είναι ότι όσα οικολογικά βιβλία και να εκδοθούν στην Ελλάδα, πάλι δεν είναι αρκετά. Είναι η μοναδική περίπτωση που σαν οικολόγος δέχομαι την ύπαρξη μιας υπερπροσφοράς που θα δημιουργήσει μια ανάλογη ζήτηση. Και αυτό γιατί οι οικολογικές ευαισθησίες του Έλληνα βρίσκονται πολύ χαμηλά, και δεν βλάπτει να τις διεγείρουμε όπως μπορούμε.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι αυτό το βιβλίο είναι γραμμένο από μη ειδικό. Το επάγγελμα μου, του φιλόλογου, βρίσκεται πιο μακριά από την οικολογία σαν επιστήμη από ό, τι του χημικού ή του βιολόγου. Σαν μη ειδικός λοιπόν, μπορώ να βρίσκομαι πιο κοντά στον αναγνώστη που δεν είναι εξοικειωμένος με την οικολογία και τους όρους της και να τον διευκολύνω. Και αν σε κάποια σημεία επεκτεινόμαστε περισσότερο, το κάνουμε με την ελπίδα ότι θα είναι χρήσιμο για κάποιους που θα έχουν ένα ειδικό ενδιαφέρον, χωρίς να κουράσουμε τον μέσο αναγνώστη. Γι' αυτό άλλωστε ένα τμήμα αυτού του βιβλίου, όχι άμεσου ενδιαφέροντος, μπήκε σε παράρτημα.
Να προσθέσουμε ακόμη ότι το βιβλίο αυτό γράφηκε με το μεράκι του στρατευμένου στον οικολογικό χώρο. Σ' αυτό το μεράκι πιστεύω ότι οφείλονται οι όποιες αρετές που μπορεί να έχει, και χωρίς αυτό το μεράκι, ή αν θέλετε το αίσθημα του χρέους να συμβάλλουμε κι εμείς στην εξάπλωση της οικολογικής ιδέας, δεν θα είχε γραφεί.
Θα ήθελα να αναφέρω ακόμη ότι ο εκλαϊκευτικός χαρακτήρας αυτού του βιβλίου δεν μου επέτρεψε να το φορτώσω με βιβλιογραφικές αναφορές. Έτσι ζητώ συγνώμη από τους συγγραφείς των άρθρων, περιοδικών ή εντύπων, των οποίων χρησιμοποίησα τα στοιχεία χωρίς να αναφερθώ στο όνομα τους. Σχεδόν δεν έμεινε άρθρο σχετικό με την οικολογία που να μην αξιοποιήθηκε σ' αυτό το βιβλίο, από τα «Χημικά Χρονικά» και τα «Πρακτικά των Συνεδρίων της Ένωσης Ελλήνων Χημικών», την «Νέα Οικολογία», το «Περισκόπιο της Επιστήμης», την «Οικολογική Εφημερίδα» και τις «Βιοκαλλιέργειες», απ' όπου προέρχονται και οι περισσότεροι πίνακες που παρατίθενται σ' αυτό το βιβλίο. Να αναφέρω ακόμη την σωρεία εντύπων της ΕΠΟΙΖΩ, τα οποία όμως ούτως ή άλλως, σύμφωνα με την τακτική της, είναι ανυπόγραφα. Όσο για την βιβλιογραφία στο τέλος του βιβλίου, παρατίθεται με την ελπίδα ότι ο αναγνώστης θα θελήσει να διαβάσει και άλλα σχετικά βιβλία, ώστε να κρατηθεί ζωντανό το ενδιαφέρον του για την οικολογία.

Monday, June 22, 2009

Κ.Θ.Δημαράς, Νεοελληνικός Διαφωτισμός

Κ.Θ.Δημαράς, Νεοελληνικός Διαφωτισμός, Ερμής 1977, σελ. 554

Στην Ομάδα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στην οποία συμμετέχω εδώ και 22 χρόνια, και που έχει καθοδηγητή τον κοινωνικό ανθρωπολόγο Σωτήρη Δημητρίου, αποφασίσαμε να συζητήσουμε το βιβλίο του Κ.Θ.Δημαρά «Νεοελληνικός Διαφωτισμός». Εγώ παρουσίασα το κεφάλαιο «Διαφωτισμός και Νεοελληνική συνείδηση». Καθώς διάβασα όλο το βιβλίο είπα να το παρουσιάσω από το blog μου.
Ο Δημαράς είναι από τους κορυφαίους νεοέλληνες φιλολόγους. Το βιβλίο του «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας» είναι ένα βασικό εγχειρίδιο για τους μελετητές της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας.
Το βιβλίο αυτό αποτελείται από διάφορες μελέτες του Δημαρά πάνω στο θέμα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Είναι τοποθετημένες με βάση τη γενικότητα της μελέτης (οι πιο γενικές προηγούνται) και την ιστορική περίοδο στην οποία αναφέρεται. Δυστυχώς, και αυτό είναι μια σοβαρή εκδοτική έλλειψη, δεν παρατίθεται η χρονολογία δημοσίευσης ή γραφής κάθε μελέτης, πράγμα που θα μας επέτρεπε να διακρίνουμε την πορεία της σκέψης του Δημαρά πάνω στο θέμα.
Ο Δημαράς αντιμετωπίζει τον Διαφωτισμό σαν φιλόλογος. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο τέλος του βιβλίου υπάρχει η πρώτη δημοσίευση ενός χειρογράφου που βρήκε ο ίδιος ο Δημαράς, ανώνυμου, και που το ονομάζει «Ο ανώνυμος του 1789», ένα κείμενο σατιρικό και έντονα αντικληρικαλιστικό. Υπάρχουν και μη φιλολογικές προσεγγίσεις για τον Ελληνικό Διαφωτισμό, από τον Κιτρομιλίδη και τον Κονδύλη, όπως ειπώθηκε στην ομάδα. Παρολαυτά πιστεύω ότι η βασική προσέγγιση στον Ελληνικό Διαφωτισμό δεν μπορεί παρά να είναι φιλολογική, μια και τα ρεύματα σκέψης κυρίως μέσω των κειμένων τα μελετούμε.
Δεν έχει νόημα να δώσουμε, έστω και διαγραμματικά, τις αντιλήψεις του Δημαρά πάνω στο θέμα. Απλά θα μείνουμε σε πράγματα που μας έκαναν εντύπωση, πράγματα που μάθαμε για πρώτη φορά.
Είχα την αντίληψη ότι καθαρεύουσα ήταν δημιούργημα του Κοραή με την θέση του για τη «μέση οδό»: ούτε αρχαΐζουσα ούτε δημοτική. Τελικά η καθαρεύουσα που επικράτησε δεν ήταν αυτή που οραματιζόταν ο Κοραής, δεν βρέθηκε σε ίσες αποστάσεις από την αρχαία και τη δημοτική, έκλινε προς την αρχαία.
Το ιδεολόγημα «ελληνοχριστιανικός πολιτισμός» καθιερώθηκε μετά τον Παπαρηγόπουλο, για τον οποίο μιλάει σε ξεχωριστό κεφάλαιο. Οι λόγιοι της Ελλάδος μέχρι εκείνη την εποχή είχαν σαφή συνείδηση της ρήξης με την αρχαιότητα που επέφερε το Βυζάντιο, και ο Δημαράς παραθέτει αρκετά χαρακτηριστικά αποσπάσματα.
Είχα την εντύπωση ότι η συνήθεια να δίνουν οι Έλληνες αρχαιοελληνικά ονόματα στα παιδιά τους άρχισε μετεπαναστατικά, και εδώ μαθαίνω ότι ξεκίνησε προεπαναστατικά. Ο Πατριάρχης μάλιστα έστειλε σχετική εγκύκλιο καταδικάζοντας αυτή την τάση.
Στο βιβλίο για το χωριό μου αναφέρω ένα σωρό αρχαιοελληνικά ονόματα με τα οποία βαφτίστηκαν χωριανές μου: Ευθαλία, Μελπομένη, Ηρώ, Καλλιόπη, Θάλεια, Αθηνά, Ευσεβία (Εψεβία την φωνάζαμε) κ.λπ. Α, ναι, ξέχασα τη μάνα μου, Ελπινίκη. Αντιθέτως τα ανδρικά ονόματα ήσαν χριστιανικά. Μια εξαίρεση που θυμάμαι είναι ο Πολύβιος. Σήμερα οι λαϊκές τάξεις δίνουν χριστιανικά ονόματα στα παιδιά τους, ενώ οι καλλιεργημένες και ανώτερες έχουν μια τάση για τα αρχαιοελληνικά, με τους Φοίβους να επικρατούν.
Ο Δημαράς μιλάει για τον «πόλεμο των φυλλαδίων». Εκείνη την εποχή οι αντιπαραθέσεις ήταν ιδιαίτερα έντονες ανάμεσα στους εκπροσώπους των αντιτιθέμενων αντιλήψεων, αντιπαραθέσεις που συχνά είχαν έναν οξύτατο χαρακτήρα, που ξεπερνούσε τα όρια της φιλολογικής πολεμικής. Παραθέτω ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα:
«Αλλά οι επιθέσεις των φίλων του Κοραή, και του Κοραή του ίδιου, όσο κι αν μπορεί να μας φανούν άδικες ή υπερβολικές, δεν εξέφευγαν από τους κανόνες της φιλολογικής πολεμικής, ας είναι και της βιαιότερης. Από την άλλη πλευρά εδέχθηκε ο (Νεόφυτος) Δούκας πολύ αλλιώτικα επιχειρήματα εναντίον των γλωσσικών του θεωριών: από τη μεριά του δημοτικισμού. Εδίδασκε κάπου δυο χρόνια αρχιδιδάσκαλος στην σχολή του Βουκουρεστίου, όταν μια Κυριακή, πηγαίνοντας νωρίς στην εκκλησιά, εδέχθηκε από κάποιον που τον παρακολουθούσε ένα ισχυρότατο κτύπημα στο κεφάλι του. Είταν το Βουκουρέστι τότε, το φαναριώτικο, πολύ προοδευτικό στα γλωσσικά: ο ίδιος ο Δούκας, λίγα χρόνια πριν, κατηγορούσε την χρυσή νεολαία της φαναριώτικης πρωτεύουσας ότι επρόσεχαν πολύ πάνω στην κουβέντα τους, μην τύχει και τους ξεφύγει καμμιά λέξη καθαρή: ο δημοτικισμός ήταν της μόδας. Ωστόσο το κτύπημα ήταν δυνατό, και το μαγγούρι γεμάτο ρόζους. Αν η απόπειρα αυτή η δολοφονική δεν πέτυχε, τούτο οφείλεται στο γερό σκαρί του Δούκα, και στην σκληρή του κεφαλή, επάνω στην οποία έσπασε το ραβδί. Αλλά ο πενηνταπεντάρης Ηπειρώτης εχρειάστηκε να νοσηλευθεί, υπέφερε επί τρία χρόνια από τις συνέπειες του κτυπήματος, και φυσικά απεχώρησε από τη διδασκαλία. Την ευθύνη για όλα αυτά την απέδωσε στους Φαναριώτες, και ιδιαίτερα στον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, που είταν τότε Μέγας Ποστέλνικος της Βλαχίας» (σελ. 346).
Η τελευταία μεγάλη αντιπαράθεση έγινε ανάμεσα στους οπαδούς της δημοτικής και της καθαρεύουσας, με τη δημοτική να νικάει τελικά. Το τελευταίο οχυρό, η επίσημη γλώσσα του κράτους, αλώθηκε μόλις μετά τη μεταπολίτευση.
Θα τελειώσω με τη γλώσσα του Δημαρά. Αυτός έχει ξεπεράσει και τους πιο ακραίους δημοτικιστές. Και δεν εννοώ μόνο το «αγκαλά», που σημαίνει «αν και», του οποίου, αν δεν υπήρχε ο «Διάλογος» του Σολωμού, θα αγνοούσαμε τη σημασία, αλλά και λέξεις όπως «περιοδίκευση» και «διαφωτισμένος», αδιαφορώντας για τις πιο δόκιμες, αλλά με καθαρευουσιάνικη απόχρωση «περιοδολόγηση» και «πεφωτισμένος» (ο λόγος για την πεφωτισμένη δεσποτεία, την οποία μάλιστα ονομάζει «διαφωτισμένο δεσποτισμό). Συναντήσαμε ακόμη το «κατασταίνει» αντί «καθιστά» και «γλήγορα» αντί γρήγορα.
Τελικά το εποικοδόμημα αντανακλά τη βάση, αλλά τη δημιουργεί κιόλας, πέφτοντας συχνά θύμα της. Ο Ελληνικός Διαφωτισμός, στα αχνάρια του γαλλικού, προετοίμασε την ελληνική επανάσταση. Αυτός ήταν ο ιστορικός του ρόλος. Και αφού η επανάσταση πέτυχε και το ελληνικό κράτος ήταν πια μια πραγματικότητα, ο Διαφωτισμός δεν είχε λόγο ύπαρξης και άρχισε να παρακμάζει σταδιακά.
Συνιστώ σε όλους αυτό το βιβλίο, ιδιαίτερα στους φιλόλογους που διδάσκουν λογοτεχνία στην πρώτη Λυκείου. Θα τους είναι ένα χρήσιμο εργαλείο.

Sunday, June 21, 2009

Η αναγκαιότητα του μύθου




Το δεύτερο βιβλίο μου. Γράφτηκε το 1982 και εκδόθηκε το 1987

Το βιβλίο αυτό αποτελεί μια διαφορετική προσέγγιση προβλημάτων που, κατά παράδοση, ήταν αντικείμενα φιλοσοφικής ή το πολύ κοινωνιολογικής θεώρησης. Χωρίς να διεκδικώ το αλάθητο σ' αυτή την προσέγγιση, πιστεύω ότι τα βλέπω από μια καινούρια σκοπιά, και γι' αυτό και μόνο νομίζω ότι άξιζε τον κόπο αυτή η προσπάθεια.
Σ' αυτό το βιβλίο γίνονται συχνές αναφορές στη βιολογία, και βασικές της έννοιες αποτελούν κλειδιά για την προσέγγιση αυτών των προβλημάτων. Έτσι θα μπορούσε κανείς να με κατηγορήσει για αναγωγισμό (reductionism). Δέχομαι την κατηγορία. Πεπεισμένος εκλεκτικός όμως, δεν ρίχνω στο καλάθι των αχρήστων τις υπόλοιπες προσεγγίσεις. Απλώς τις βρίσκω εξίσου μονομερείς, όπως και τις δικές μου. Και επειδή είναι σχεδόν καθιερωμένες στη μέση συνείδηση, δεν έκρινα σκόπιμο να αναφερθώ (εκτενώς τουλάχιστον) σ' αυτές. Όσο για τον αναγωγισμό, πιστεύω ότι αυτή είναι η μοίρα της ανθρώπινης σκέψης, και ιστορικά φαίνεται να αποδίδει. Πιο πριν ήταν η φυσική, μετά η οικονομία, τέλος η βιολογία. Η διεπιστημονικότητα που χαρακτηρίζει τη σύγχρονη σκέψη, πιστεύω ότι κάνει τον αναγωγισμό αναπόφευκτο.
Οι βασικές θέσεις αυτού του βιβλίου (ιδιαίτερα η θέση για την αναγκαιότητα του μύθου, που κρύβει μια σημαντική ειρωνική απόχρωση, πράγμα που δεν πιστεύω να διαφύγει από τον προσεκτικό αναγνώστη) δεν είναι μόνο, ή κυρίως, αποτέλεσμα των μελετών μου. Είναι και εμπειρίες ζωής, εμπειρίες από την προσωπική μου ζωή και από τη συμμετοχή μου στην Ε.ΠΟΙ.ΖΩ. (Ένωση για την Ποιότητα της Ζωής).
Η συνέχεια στην ιστοσελίδα μου, στην κατηγορία «Βιβλία», αριθμός 2.

Thursday, June 18, 2009

Iran: One of Saeed Valadbaygi's posts in facebook

Following uprising of the people of Esfahan which is in its fifth day, Esfahan’s prosecutor-general Mohammad Reza Habibi in a statement said, “I warn those who try to disrupt internal security by inciting individuals to destroy, the Islamic penal code for such individuals waging war against God is execution.”
Τα κεφαλαία είναι δικά μου. Αυτά αντί για άλλα σχόλια.

Wednesday, June 17, 2009

Παραψυχολογία, μύθος ή πραγματικότητα




Το είχα υποψιαστεί από παλιά, και είπα να το επιβεβαιώσω. Οι μηχανές αναζήτησης δεν βρίσκουν την ιστοσελίδα μου, ή, αν την βρίσκουν, την έχουν στις τελευταίες επιλογές. Δίνω το όνομα Τσβετάν Τοντόροφ, και δεν μου βγαίνει το διδακτορικό μου στην ιστοσελίδα μου όπου τον αναφέρω κάποιες φορές, αλλά το blog μου, όπου τον αναφέρω μια μόνο φορά. Έτσι λοιπόν αποφάσισα να αναρτήσω ένα τμήμα από όλες μου τις δημοσιεύσεις στο blog μου, δίνοντας τον σύνδεσμο για τη συνέχεια. Εξάλλου, από ό, τι διαπίστωσα, οι περισσότεροι επισκέπτες μου είναι από αναζήτηση. Ξεκινάω λοιπόν με τα βιβλία μου, αρχίζοντας από το πρώτο.


Παραψυχολογία, μύθος ή πραγματικότητα
Θυμάρι, 1981 και 1991
Η παραψυχολογία είναι μια νέα επιστήμη που, όπως και η ψυχολογία, έχει τις ρίζες της στο μακρινό παρελθόν. Το αντικείμενό της, οι «αφύσικες» εκδηλώσεις της ανθρώπινης ψυχής, έχει απασχολήσει τους ανθρώπους από τα πολύ παλιά χρόνια. Όμως η ίδια μόλις τώρα τελευταία κατάφερε να ξελασπώσει από τους διάφορους μυστικισμούς και αποκρυφι¬σμούς, και να ακολουθήσει ένα επιστημονικό τρόπο στις έρευνές της.
Ο διεπιστημονικός της (interdisciplinary) χαρακτήρας είναι πιο εμφανής από οποιονδήποτε άλλο επιστημονικό κλάδο. Για τις έρευνές της απαιτούνται γνώσεις βιολογίας, χημείας, φυσι¬κής, μαθηματικών και ψυχολογίας. Στον αιώνα της εξειδίκευσης που ζούμε, αυτό αποτελεί και την πιο χαρακτηριστική της δυσκολία.
Η ετυμολογία του ονόματός της δεν είναι βέβαια δύσκολη. Μελετάει φαινόμενα που βρίσκονται στις παρυφές αυτών που μελετάει η κλασσική ψυχολογία. Ίσως την ονομασία της να την πήρε από κάποιον από τους ψυχολόγους που ασχολήθηκαν και μ 'αυτή.
Πιθανόν σαν όρος η λέξη παραψυχολογία να είναι ατυχής, όχι περισσότερο όμως από ότι και η ίδια η λέξη ψυχολογία. Τη λέξη ψυχή ελάχιστα, αν όχι καθόλου, τη χρησιμοποιούν και ψυχολό¬γοι και παραψυχολόγοι. Είναι φορτωμένη με ένα ιδεαλιστικό παρελθόν, που συσκοτίζει περισσότερο παρά διαφωτίζει. Γι αυτό και είναι πολλοί εκείνοι που δοκίμασαν να καθιερώσουν καινούργιους όρους. Ο Ryzle π.χ. στην Τσεχοσλοβακία μιλάει για ψυχοτρονική.
Η συνέχεια στην ιστοσελίδα μου, στην κατηγορία «Βιβλία», αριθμός 1.

Tuesday, June 16, 2009

Μαρία Φιλουμένη-Δέλλιου, Το στέκι της εθνικής αντίστασης

Μαρία Φιλουμένη-Δέλλιου, «Το στέκι της εθνικής αντίστασης», Αθήνα 2003.
Δημοσιεύτηκε στο Λέξημα

Το «Στέκι στην πλατεία της εθνικής αντίστασης» είναι το τίτλος της δεύτερης ποιητικής συλλογής της Μαρίας Φιλουμένης Δέλλιου (Αθήνα 2003). Προηγήθηκε η συλλογή «Φωνές Ελλήνων» (Παρουσία 2001).
Η Μαρία Δέλλιου είναι μια από τους ελάχιστους επιγόνους του Καβάφη. Ο Καβάφης δεν άφησε σχολή. Η μοναχική φωνή του άργησε να βρει την αναγνώριση, σε αντίθεση με τους δυο νομπελίστες ποιητές μας, από τους οποίους ο πρώτος μάλιστα ευτύχησε να δει την πρώτη του κιόλας ποιητική συλλογή σχολιασμένη σε εκτενές δοκίμιο που κυκλοφόρησε σε αυτοτελή τόμο. Ο Καβάφης πήρε βέβαια τη ρεβάνς του με το να είναι σήμερα ο πιο καταξιωμένος και πολυδιαβασμένος Έλληνας ποιητής στο εξωτερικό, όπως αναγνωρίζει και ο βιογράφος του Σεφέρη Ρόντερικ Μπήτον σ’ αυτή την ίδια τη βιογραφία του.
Στην ποίηση της Δέλιου αναγνωρίζουμε τα περισσότερα χαρακτηριστικά της ποίησης του Καβάφη, ήδη από την πρώτη της συλλογή.
Και πρώτα πρώτα η διαύγεια ύφους, που δίνει στην ποίησή της ένα χαρακτήρα πεζολογικό. Ούτε στιγμή δεν αμφιταλαντεύεσαι για το νόημα στο επίπεδο του σημαίνοντος, αντίθετα από ότι συμβαίνει συνήθως με τη σύγχρονη ποίηση, που λειτουργεί αφαιρετικά και συνειρμικά. Δυο εξαιρέσεις υπάρχουν στην πρώτη συλλογή της. Η μια είναι το πολύστιχο «Ο γιος του Ερωτόκριτου»: «Κανείς δεν φοβάται μην τον κατακτήσεις/ όλοι θα ονειρεύονται/ να σε παντρευτούν».
Εδώ, επειδή ξεφεύγει από το στυλ της, δεν διστάζει να αναγνωρίσει πιο άμεσα τις καβαφικές οφειλές της με τη διακειμενική παράθεση των καβαφικών στίχων «σαν έτοιμος από καιρό/ σα θαρραλέος», όχι για να αποχαιρετήσει ο γιος του Ερωτόκριτου μιαν Αλεξάνδρεια που έτσι κι αλλιώς θα τη χάσει, αλλά για να αντιμετωπίσει ένα Σπιθόλιοντα που πρέπει να τον νικήσει, για να κερδίσει το στεφάνι της αγαπημένης. Αυτό το καινούριο context δίνει μια καινούρια διάσταση σ’ αυτούς τους καβαφικούς στίχους, όχι της απαισιοδοξίας μπροστά στο επερχόμενο τέλος αλλά της αισιοδοξίας μπροστά στη ζωή. Όμως η καβαφική οφειλή αναγνωρίζεται πιο ξεκάθαρα στο ποίημα «Σαν Καβάφης».
Η δεύτερη εξαίρεση είναι «Ο γιος της χήρας», μια ειρωνική αντιστροφή του ήρωα στο ομώνυμο δημοτικό τραγούδι. Δεν είναι πια ο ακρίτης ήρωας, αντίθετα μάλιστα: «Στη μικρασιατική καταστροφή κατάλαβε/ ότι κι αυτόν οι Άγγλοι τον είχανε πουλήσει/ στην Κατοχή τον ξαναγόρασαν/ και τον ξαναπουλήσαν/ σε πολύ καλή τιμή». Στο ποίημα «Το φρουραρχείο» όπου επανεμφανίζεται, είναι «γόνος παλαιάς οικογενείας»: «Μα κι αυτός έχει μια πάθηση/ στη σπονδυλική στήλη,/ κάθε φορά που βλέπει ευρωπαίο/ ή αμερικάνο αστό/ του έρχεται να σκύβει».
Η Μαρία Δέλλιου, φιλόλογος με κλασική παιδεία, αντλεί όπως και ο Καβάφης από την κλασική γραμματεία και την αρχαία ιστορία. Οι Ατρείδες και ο Όμηρος βρίσκονται στην πηγή της έμπνευσής της. «Το όνειρο της Ιφιγένειας», «Οι μνηστήρες της Πηνελόπης», «Σικελική εκστρατεία», είναι ενδεικτικοί τίτλοι.
Η Δέλλιου στα ποιήματά της αυτά σχολιάζει τα πρόσωπα, αιτιολογεί τα γεγονότα, εκσυγχρονίζει τους μύθους. Σε ένα από τα ποιήματα της πρώτης συλλογής δίνει ένα εκπληκτικό πορτραίτο του «Αρχίλοχου του Πάριου». Ο Ορέστης εξομολογείται στους πρώτους στίχους του ομώνυμου ποιήματος: «Κάθομαι με τις ώρες/ και βλέπω τηλεόραση»… για να καταλήξει «και το μέλλον της ανθρωπότητας/ τώρα αυτό θα είναι/ το χαμόγελο ενός ηλίθιου/ μπροστά σε κάθε τι σοβαρό». Στο «Όνειρο της Ιφιγένειας» η Ιφιγένεια βλέπει «φωτογραφίες του πατέρα απ’ την Τροία/ αποκόμματα απ’ τις εφημερίδες/ ο πορθητής, ο νικητής πρωτοσέλιδα/ αφιερώματα στον Αγαμέμνονα… η δόξα/ κι από πίσω οι θρήνοι/ το πλιάτσικο/ κι από πίσω η ύβρη…».
Γιατί καταδικάστηκε ο Σωκράτης; «Ο σοφός δικαστής» μας λέει τους λόγους που τον καταδίκασε στο τέλος του ομώνυμου ποιήματος: «Γιατί ήθελε να εξισωθεί με μας/ και να μας προσπεράσει,/ αφού αυτός θα σιτιζόταν δια βίου,/ για να μπορεί τις συζητήσεις του να κάνει./ Μα ποιος νόμιζε πώς ήταν;». Στο ποίημα αυτό βλέπουμε μια αντιστροφή με το καβαφικό «Πλην Λακαιδεμονίων». Κι εδώ το ποίημα τελειώνει με ένα ερωτηματικό: «για Λακαιδεμονίους θα μιλάμε τώρα;». Στο καβαφικό ποίημα ο αφηγητής ειρωνεύεται τους Λακαιδεμονίους. Στο ποίημα της Δέλλιου αντικείμενο της ειρωνείας είναι ο ίδιος ο αφηγητής.
Στους «Μνηστήρες της Πηνελόπης» Η Δέλλιου χρησιμοποιεί τον μύθο για να κάνει το σχόλιό της πάνω στην Ιστορία: «(Ο Οδυσσέας) ξέροντας πια πώς η αδικία/ δημιουργεί τη συγκυρία-/ ενωμένος με την Τηλέμαχο/ σχεδίαζαν την μνηστηροφονία».
Το καβαφικό ύφος είναι πιο έντονο και αποκρυσταλλωμένο στη δεύτερη συλλογή. Η διαύγεια ύφους είναι μεγαλύτερη, οι παρατηρήσεις πιο διεισδυτικές, η ειρωνεία και η σάτιρα πιο κοφτερές. Εδώ αντί να διευρύνει τη σημασία του μύθου, συχνά την αντιστρέφει. Στις «Ελπίδες των λαών» βλέπουμε τους Έλληνες όχι να περιμένουν με ανυπομονησία τον ούριο άνεμο για να πλεύσουν στην Τροία, αλλά να ελπίζουν ότι τώρα πια που προϋπόθεση για να πνεύσει ούριος άνεμος είναι να θυσιάσει ο Αγαμέμνων την κόρη του, μπορεί και να πάνε στα σπίτια τους. Ποιος θυσιάζει έτσι εύκολα την κόρη του;
Στο «Τραγικό όνειρο του Ορέστη» η Δέλλιου εκσυγχρονίζει το μύθο, προεκτείνοντάς τον μετά το τέλος των τραγικών γεγονότων: «Ήταν πάντα ο ίδιος/ -τι κι αν γέρασε κι αν πέρασαν τα χρόνια-/ όταν φορούσε το μπλου τζην/ και την κάσκα της μοτοσικλέτας/ κι έπιανε το σαρανταπεντάρι του,/ ένιωθε πάντα όπως τότε,/ την πρώτη φορά/ που σημάδεψε ψυχρά/ τον κρόταφο της Κλυταιμνήστρας,/ που είχε μουγκαθεί από την έκπληξη/ και τον τρόμο…» για να τολμήσει μια ψυχογραφία του ήρωα: «αγιάτρευτα πληγωμένος μελαγχολικός/ γόνος ιστορικής οικογένειας…» Εδώ θα διαφωνήσουμε με την ποιήτρια. Μελαγχολικός ήταν ο Άμλετ. Μια ζωή αναβλητικός, δίσταζε να εκδικηθεί τη δολοφονία του πατέρα του, αντίθετα με τον Ορέστη, που μόλις ενηλικιώνεται πηγαίνει στο Άργος και την ίδια μέρα σκοτώνει τη μάνα του και τον εραστή της.
Στον «Οιδίποδα επί Κολωνώ» επίσης εκσυγχρονίζει τον μύθο: «Μένω εδώ πιο κάτω/ από το σταθμό Λαρίσης,/… Η Ισμήνη κάποτε/ έρχεται και με βλέπει:/ έχει παντρευτεί/ και μένει σ’ άλλη συνοικία».
«Ο ιδανικός πολίτης» είναι ένα εξαιρετικά πρωτότυπο ποίημα. Χρησιμοποιώντας τη μεταφορά δίνει την «ιδανική εικόνα» του πολίτη ενός ουργουελικού κόσμου: «Την βρήκανε παγωμένη/ μέσα σ’ ένα ντουλάπι/ εντελώς τυχαία…. Ούτε μιλούσε, ούτε κοιτούσε/ ούτε έτρωγε, /ένα θαύμα της φύσης./ Είχε καταφέρει να γίνει/ μέσα στο ντουλάπι/ ο ιδανικός πολίτης».
Η επικαιρότητα δεν κατονομάζεται, αλλά θίγεται: «Ήρθαν τα φορτηγά/ -made in USA-/ και ξεφόρτωσαν τόνους ολόκληρους το φόβο/ έξω απ’ το σπίτι τους». Πού αλλού, στο Ιράκ.
Τα αγωνιστικά πρότυπα στην εποχή της ιδιώτευσης άλλαξαν. Το «Ένας παλαιός αγωνιστής» είναι μια updated εικόνα του αγωνιστή. «Τώρα η αντίσταση, είπε,/ δεν γίνεται παράνομα στο βουνό,/… Τώρα η αντίσταση/ είναι να πατάς/ το κουμπί με πείσμα,/ όταν έστω και λίγο/ κάτι σε προσβάλλει/ ή σε διαστρέφει».
Το να πηγαίνεις ενάντια στο ρέμα, αδιαφορώντας για τις μόδες της εποχής, είναι κάτι που μου αρέσει στους ποιητές. Ο Καζαντζάκης είναι ο μεγάλος που την εποχή του σουρεαλισμού γράφει σε παραδοσιακό στυλ. Η Μαρία Δέλλιου δεν ακολουθεί τη λεωφόρο, αλλά ένα απάτητο μονοπάτι. Μπορεί να μην την οδηγήσει μακριά, αλλά αφού το ευχαριστιέται υποκλινόμαστε στην επιλογή της.

Monday, June 15, 2009

Σταμάτης Δανάς, «Στα μονοπάτια του ανέφικτου»

Η παρακάτω βιβλιοπαρουσίαση μου ξέφυγε, δεν υπάρχει στο διαδίκτυο. Πριν δημοσιευθεί διαβάστηκε στην παρουσίαση του βιβλίου σε δυο αίθουσες, η μια στο Πολεμικό Μουσείο, στις 15 Φλεβάρη 2004, η άλλη στην Πελοπόννησο, στο χωριό που βρίσκεται το εξοχικό του Σταμάτη, δεν θυμάμαι πως το λένε, δυστυχώς δεν κράτησα στοιχεία, θυμάμαι πάντως ότι έγινε λίγο πριν τα Χριστούγεννα της ίδιας χρονιάς. Και βέβαια Θυμάμαι πολύ καλά ότι περάσαμε υπέροχα. Την αναρτώ εδώ.

Σταμάτης Δανάς, «Στα μονοπάτια του ανέφικτου», Μεθόριος του Αιγαίου, Ιούλ. Σεπτ. 2004, τ. 13, σελ. 71

Το «Στα μονοπάτια του ανέφικτου», το δεύτερο μυθιστόρημα του Σταμάτη Δανά, είναι ένα ιδιάζον έργο, με έντονο το στοιχείο του μαγικού ρεαλισμού της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας, όπως γράφεται και στο οπισθόφυλλο, προσαρμοσμένου βέβαια στα καθ’ ημάς. Στην παρουσίασή μας θα αναφερθούμε στα στοιχεία που του δίνουν την ξεχωριστή του φυσιογνωμία, καθώς και στα στοιχεία που μας εντυπωσίασαν.
Το πρώτο χαρακτηριστικό του βιβλίου είναι ο γρήγορος, σχεδόν ασθματικός, αφηγηματικός ρυθμός του. Ο λόγος του χρόνου της ιστορίας με το χρόνο της αφήγησης, για να χρησιμοποιήσουμε της όρους της σύγχρονης αφηγηματολογίας, είναι πολύ υψηλός, ή, για να το πούμε με πιο απλούς, καθημερινούς όρους, τα γεγονότα δίνονται συμπυκνωμένα στα κύρια χαρακτηριστικά τους. Αυτό τον ρυθμό αφήγησης τον συναντήσαμε μέχρι τώρα σε ένα μόνο έργο της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας, στον «Μακαβέττα» του Απόστολου Δοξιάδη. Μπορεί η γλώσσα του έργου να φαίνεται διεκπεραιωτική, όμως αναδεικνύει τα επεισόδια και τα γεγονότα της μυθοπλασίας χωρίς να γίνεται καθόλου αυτάρεσκη και αυτοαναφορική. Και τα γεγονότα αυτά μπορεί να είναι «κατά το εικός και το αναγκαίον», όπως θα έλεγε ο Αριστοτέλης, πράγμα που παραπέμπει στο ρεαλισμό, είναι όμως ταυτόχρονα «σπουδαία και τέλεια», όχι καθημερινά και τετριμμένα αλλά ξεχωριστά, σχεδόν μαγικά. Το «μαγικό» βρίσκεται τόσο στα μεγάλα επεισόδια, όπως η προσπάθεια να σώσουν τα σπουργίτια, το σώσιμο της αλεπούς από την πλημμύρα, η εκδίκηση με τον σκορπιό κλπ, όσο και στα μικρά και ασήμαντα, όπως το παρακάτω:
«Αλλά εκεί που έγινε το ανεπανάληπτο ήταν στο ‘Ησαϊα χόρευε’. Όλα τα ζώα ακολουθούσαν τον παπά και το ζευγάρι στους μικρούς κύκλους που διέγραφαν στο κέντρο του ναού με τη μικρόσωμη σκυλίτσα της Ευτέρπης να ηγείται» (σελ. 57).
Τρεις ιστορίες μπλέκονται σ’ αυτό το βιβλίο, οι ιστορίες του Βούλγαρου Αντριάν και του Έλληνα Οδυσσέα, βίοι σε σημαντικό βαθμό παράλληλοι, θυμίζοντάς μας τη «Διπλή ζωή της Βερόνικα» του Κισλόφσκι, και η ζωή της Ευτέρπης.
Το όνομα του έλληνα ήρωά του δεν παραπέμπει στον ομηρικό ήρωα, αλλά σε έναν άλλο Οδυσσέα, πιο σύγχρονο, τον Οδυσσέα του Τζόυς. Και ενώ ο Τζόυς με μια αυτοαναφορική γλώσσα καταγράφει ένα συνηθισμένο εικοσιτετράωρο από τη ζωή του ήρωά του, ο Δανάς με μια διεκπεραιωτική γλώσσα καταγράφει την πιο σημαντική περίοδο της εφηβείας του δικού του ήρωα, όταν εγκαταλείπει το σπίτι του παππού του και πηγαίνει στην Αθήνα, όπου ζώντας μια περιθωριακή ζωή περνάει περιπέτειες ανάλογες με αυτές που έζησε ο ομηρικός ήρωας.
Ο Οδυσσέας, όπως και οι άλλοι δυο κύριοι χαρακτήρες του Δανά, κυρίως η Ευτέρπη, διακρίνεται για τον αντικομφορμισμό του. Το φλερτ με το περιθώριο είναι χαρακτηριστικό αρκετών ηρώων της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας, κυρίως του Μανιώτη και του Σκούρτη. Ο Οδυσσέας εγκαταλείπει τις προοπτικές μιας πετυχημένης μικροαστικής ζωής σπουδάζοντας γιατρός, επισύροντας έτσι την μήνη των γονιών του, βρίσκοντας όμως την κατανόηση του παππού και της γιαγιάς, και το σκάει για την Αθήνα. Εκεί θα γνωριστεί με μια ηλικιωμένη γυναίκα, την Ευτέρπη, που με το ένα πόδι πατάει στο περιθώριο, και σαν ζητιάνα πηγαίνει και ταϊζει τις γάτες στο Ζάπειο, και με το άλλο στο μικροαστικό περιβάλλον του καθώς πρέπει σπιτιού της. Θα σχετισθεί ερωτικά μαζί της και ο ένας θα στηρίξει τον άλλο συναισθηματικά. Η ερωτική σχέση όμως αυτή είναι γνήσια, ο Οδυσσέας δεν είναι ζιγκολό, είναι μια σχέση ταλαιπωρημένων ψυχών. Ο Οδυσσέας θα εγκαταλείψει την Κίρκη του όταν αυτή θα τον πιέσει να πάρει τον «καθώς πρέπει» δρόμο, προσφερόμενη να του πληρώσει τα φροντιστήρια για να περάσει στο Πανεπιστήμιο.
Ο Δανάς είναι φοβερά επινοητικός στην πλοκή της ιστορίας του. Όχι παρουσιάζοντας τον Αντριάν να παριστάνει τον Έλληνα, αυτό το κάνουν αρκετοί λαθρομετανάστες που παρουσιάζονται ως πόντιοι ή βορειοηπειρώτες, αλλά τον Οδυσσέα να παριστάνει τον μουγκό Αλβανό για να μπορέσει να βρει δουλειά, μια και οι ντόπιοι προτιμούν τους ξένους γιατί τους πληρώνουν λιγότερο.
Η αφήγηση εξελίσσεται σε ρυθμό crescendo καθώς πλησιάζει στο τέλος της, και γίνεται έτσι πιο συναρπαστική, ή, για να χρησιμοποιήσουμε την ορολογία του θεάτρου Νο, έχει τη δομή του jo-ha-kyu, αργή, γρήγορη πιο γρήγορη. Βλέπουμε κυνηγητά, μαχαιρώματα, ξυλοδαρμούς, πυροβολισμούς. Όλα αυτά θα πάρουν ένα τέλος με την επιστροφή στην Ιθάκη, τη γενέθλια γη.
Στη διαγραφή των χαρακτήρων διακρίνεται μια τυποποίηση και ένας μανιχαϊσμός, πράγματα που οδηγούν σε μια ρεαλιστική απόκλιση που φτάνει στην υπερβολή. Η Ευτέρπη για παράδειγμα είναι ένα υπόδειγμα καλοσύνης, που όσο κι αν ψάξουμε θα δυσκολευτούμε να το βρούμε στην πραγματική ζωή, που μοιράζει την περιουσία της στα ανήψια της. Το ίδιο και ο άντρας της που «ό,τι αποκτούσε όσο ζούσε το έγραφε στο όνομά της» (σελ. 60). Τα ανήψια της θα την παραπετάξουν, για να μπορέσει μόλις και μετά βίας να εξασφαλίσει στο τέλος ένα διαμέρισμα για να ζήσει. Οι γονείς του Οδυσσέα παρουσιάζονται επίσης ως φιλοχρήματοι σε βαθμό υπερβολής. «Παρατήρησε ότι κανένα χαρτί υγείας δεν ήταν ολόκληρο όταν άρχιζαν να το χρησιμοποιούν. Τις περισσότερες φορές ήταν λιγότερο από το μισό. Όλα τα σαπούνια και οι πετσέτες έγραφαν πάνω τους ένα όνομα, που αργότερα κατάλαβε ότι ήταν το όνομα ξενοδοχείου ή καραβιού». (σελ. 17).
Και πιο κάτω:
«Στα εγκαίνια καταστημάτων και επιχειρήσεων ήταν από τους πρώτους καλεσμένους. Από κει συγκέντρωναν τόσους αναμνηστικούς αναπτήρες, χαρτοπετσέτες και άλλα, όσες οι ανάγκες μιας γειτονιάς. Από τις κυριακάτικες λειτουργίες, τις γιορτές, τα βαφτίσια και τους γάμους εξασφάλιζαν το ψωμί και τα γλυκίσματά τους (σελ. 18).
Όλα αυτά είναι σε μεγάλο βαθμό υπερβολικά, όταν βλέπουμε το οικονομικό υπόβαθρό τους «Ο πατέρας του Οδυσσέα… έπρεπε να μελετά τους νόμους που συχνά ψηφίζονταν περί μισθώσεων, να μηχανεύεται πώς θα τους καταστρατηγεί ώστε να εισπράττει υπέρογκα μισθώματα από τα διαμερίσματα και τα μαγαζιά που είχαν στην Αθήνα. Και δεν ήταν και λίγα. Κάθε χρόνο προσθέτονταν ένα, ίσως και δύο, ανάλογα με το εμβαδόν και τη θέση τους» (σελ. 18).
Επίσης το σχήμα «αυστηροί γονείς-μαλακοί παππούδες» παίρνει εδώ το υπερβολικό σχήμα άκαρδοι γονείς, που στο τέλος αποκληρώνουν το παιδί τους, καλοί παππούδες, που κάνουν τα πάντα για τον εγγονό.
Αυτός ο μανιχαϊσμός εξυπηρετεί τις σατιρικές προθέσεις του συγγραφέα. Η υποκριτική ευλάβεια βρίσκεται στο στόχαστρό του, και ο αντικληρικαλισμός του συναγωνίζεται σε οίστρο τον Καζαντζάκη και τον Ροϊδη. Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω απόσπασμα:
«Για πολλή ώρα, αν κάποιος καθόταν στην κορυφή του λόφου, θα έβλεπε δυο μαύρους κύκλους να διαγράφονται. Ο ένας στον ουρανό κι ο άλλος στη γη. Αυτός του ουρανού σχηματιζόταν από τα κοράκια που περίμεναν να απομακρυνθεί ο Οδυσσέας, για να φάνε το πτώμα. Εκείνος της γης σχηματιζόταν από τα ράσα των ιερέων και του δεσπότη, τα σκεύη, τα λάβαρα και ό,τι άλλο έπρεπε σύμφωνα με το τελετουργικό να φέρει τρεις βόλτες την εκκλησία, πριν μπουν για να συνεχιστεί η τελετή». (σελ. 78).
Για τα ερωτικά σκάνδαλα των ιερωμένων έχουμε όλοι γνώση, τα MME όλο και κάποιο μας παρουσιάζουν κατά καιρούς. Αγνοούμε όμως μη δημοσιογραφικές πληροφορίες, όπως το ότι κάποιος ιερωμένος αγιοποιήθηκε με το σκεπτικό ότι διήγαγε ζωή χωρίς σκάνδαλα. Παρατίθεται μάλιστα και ο αριθμός πρωτοκόλλου του Πατριαρχείου. Αυτός ο αντικληρικαλισμός προέρχεται πιθανόν από μια βαθιά θρησκευτικότητα του συγγραφέα, που φαίνεται από τις αρκετές αναφορές που κάνει στη βίβλο, κυρίως σε μορφή σύγκρισης ή παρομοίωσης. (σελ. 55, 57, 62 κ.α.)
Η σάτιρα είναι η δίδυμη αδελφή του χιούμορ, συχνά σιαμαία. Και το χιούμορ, το οποίο κατά τη γνώμη μου αποτελεί μια από τις καλύτερες αρετές μιας αφήγησης, βρίσκεται διάσπαρτο σε όλο το έργο.
«Οι διοικητές… τραβούσαν τα μαλλιά τους. Και ο διοικητής του τάγματος προκαλύψεως προσπαθούσε να τα τραβήξει, αλλά δεν το κατόρθωνε. Μέρα και νύχτα έκανε τις προβλεπόμενες κινήσεις, χωρίς αποτέλεσμα. Γιατί ήταν φαλακρός» (σελ. 69). Το χιούμορ δημιουργείται εδώ με τη δισημία ανάμεσα στη μεταφορά και στην κυριολεξία.
Και ένα άλλο χαρακτηριστικό απόσπασμα:
«Τη σφαίρα η γυναίκα του καφετζή στην αρχή που ήταν ζεστή δεν την κατάλαβε. Αντίθετα τη γαργαλούσε, την ηδόνιζε. Όταν το αίμα κατεβαίνοντας έφτασε στα μπούτια, σταυροκοπήθηκε κι είπε: Σ’ ευχαριστώ άγιε Φανούριε που μου φανέρωσες πάλι την περίοδο κι είμαι ακόμα νέα». (σελ. 194)
Να αναφέρουμε ακόμη το επεισόδιο όπου ο Οδυσσέας, μεταμφιεσμένος σε παπά, κλήθηκε να εκτελέσει καθήκοντα ιερωμένου εξομολογώντας ένα κορίτσι και κάνοντας δέηση να σταματήσει η θαλασσοταραχή.
Οι ερωτικές περιγραφές είναι πολύ ωραίες, δοσμένες με λυρισμό, όπως οι παρακάτω: σελ. 104-105 της έβγαλε – κορυφή να διαβαστεί.
Το παρακάτω απόσπασμα είναι μια περιγραφή ερωτικής πράξης, όχι με την Ευτέρπη αλλά με μια νεαρή δικηγορίνα, γεμάτη λυρισμό αλλά και με χιούμορ (σελ. 163, Εκείνος ήθελε--- των φόβων)
Ο Δανάς ονειρεύεται μια νέα pax europea, όπως την εποχή του Αδριανού, που δεν θα υπάρχουν σύνορα που να χωρίζουν τους ανθρώπους. Είναι χαρακτηριστική η ιστορία με τις δύο γριές που γεννήθηκαν στη μια μεριά των συνόρων και λόγω εθνικότητας βρέθηκαν στην άλλη, σε απόσταση αναπνοής από τον γενέθλιο τόπο τους χωρίς να μπορούν να τον προσεγγίσουν. Θα το προσπαθήσουν στα γεράματα. (Να διαβαστεί απόσπασμα σελ. 146 – 147 Η γιαγιά-πεθάνει)
Ο νόστος όμως χαρακτηρίζει και τους δυο νεαρούς ήρωες του Δανά, που κι αυτοί θα επιστρέψουν στη γενέθλια γη μετά την περιπετειώδη περιπλάνησή τους σε άξενους χώρους. Το παρακάτω απόσπασμα είναι χαρακτηριστικό της στάσης του συγγραφέα απέναντι στους εθνικισμούς και άλλους –ισμούς, που χώρισαν τους ανθρώπους. «…ενώ τα στοιχεία του ουρανού και της φύσης έπλασαν το χώρο της Βαλκανικής ενιαίο, τα πονηρά πνεύματα μάντρωσαν μια βραδιά του Αρμαγεδώνα τους κατοίκους σε συρματοπλέγματα, τους απαγόρευσαν να συναναστρέφονται και να επικοινωνούν μεταξύ τους και άφησαν το δικαίωμα τούτο στα πουλιά, στα σύννεφα και στα όνειρα» (σελ. 14). Και το πιο θλιβερό, έβαλαν τέρμα στην επικοινωνία των ερωτευμένων: (να διαβαστεί απόσπασμα σελ. 145-146, Λίγο πριν-δένδρων)
Παρά τον ασθματικά γρήγορο αφηγηματικό του χαρακτήρα, το έργο είναι γεμάτο λυρικά στίγματα, μερικά πρωτότυπα, μερικά δάνεια, όπως το παρακάτω μοιρολόι (σελ. 29) Να διαβαστεί.
Επίσης ο παρακάτω διάλογος:
«-Και με τις γάτες πώς πέρασες;
- Τις επίταξαν οι Μούσες. Τις έκαναν αγωγιάτες των πιο γλυκών ονείρων μου και με σκέπασαν μ’ ένα πάπλωμα άνοιξης και καυτού καλοκαιριού» (σελ. 97).
Πιο χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω απόσπασμα σελ. 151 , τα πλάγια.
Το μυθιστόρημα αυτό του Δανά είναι «ελληνικό», όχι με την εθνικιστική ή εθνική έννοια της αναδρομής στην παράδοση, αλλά με την έννοια ότι παρουσιάζει τις πιο χαρακτηριστικές πλευρές της σύγχρονης ελληνικής πραγματικότητας, όπως είναι η πλημμυρίδα των λαθρομεταναστών από τις χώρες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού και η αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης στην πρωτεύουσα των νέων της επαρχίας. Επεισόδια γεμάτα επινοητικότητα και σασπένς κάνουν συναρπαστική την ανάγνωση. Του ευχόμαστε και στα επόμενά του.

Wednesday, June 10, 2009

Μάρω Δούκα, Τα μαύρα λουστρίνια

Συνεχίζω μεταφέροντας από το Λέξημα.

Μάρω Δούκα, Τα μαύρα λουστρίνια, Πατάκης 2005.

Μετά το «Ο πεζογράφος και το πιθάρι του», κείμενα που αναφέρονται στην περιπέτεια της γραφής, η Μάρω Δούκα επαναλαμβάνει το εγχείρημα με τα «Μαύρα λουστρίνια», που κυκλοφορεί στη σειρά «Η κουζίνα του συγγραφέα» των εκδόσεων Πατάκης, την οποία επιμελείται ο Μισέλ Φάις.
Αν «Ο πεζογράφος και το πιθάρι του» ήταν η έκδοση σε ξεχωριστό τόμο κειμένων που η Δούκα είχε γράψει κατά καιρούς, αυτό το βιβλίο είναι βιβλίο που γράφηκε κατά παραγγελία. «Μου φαινόταν αδιανόητο ότι θα μπορούσα να γράψω έτσι, επί παραγγελία, κάτι! Και τώρα να με!» (σελ. 140).
Ας ξεκινήσουμε από το όνομα της σειράς, που μάλλον το βιβλίο της Δούκα είναι το πρώτο που κυκλοφορεί σ’ αυτήν.
Το όνομα «κουζίνα» διαθέτει συνυποδηλώσεις και δημιουργεί συνειρμούς τόσο θετικούς όσο και αρνητικούς. Για παράδειγμα, επιβεβαιώνει την αντίληψη ότι η λογοτεχνία, αλλά και το βιβλίο γενικά, είναι καταναλωτικό προϊόν, όπως και το κάθε τι μέσα στον καπιταλισμό. Με την κουζίνα όμως είναι συνδεμένα συγκεκριμένου είδους καταναλωτικά προϊόντα, που κάθε άλλο παρά έχουν σχέση με το πνεύμα, βρίσκονται μάλιστα στον αντίποδά του, όπως είναι το φαγητό και γενικά αυτό που ορίζουμε ως «υλικές απολαύσεις». Είναι όμως αλήθεια ότι έχουμε ξεπεράσει τον δυϊσμό αυτό, που βρίσκεται στην παράδοση του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού και του κατηχητικού, και ένας συγγραφέας, μπορώ να το ομολογήσω σαν ένας απ’ αυτούς, απολαμβάνει εξίσου τα παϊδάκια με ένα καλό βιβλίο.
Από την άλλη υπάρχουν οι μεταφορικές σημασίες της λέξης «μαγειρεύω». Τι κάνουν οι λογοτέχνες στην κουζίνα τους, «μαγειρεύουν» όπως οι πολιτικοί, ή οι τράπεζες τα αποτελέσματα των εξετάσεων για πρόσληψη προσωπικού, ώστε να πάρουν ένα γαλαζωπό χρώμα; Τίποτα τέτοιο ασφαλώς, όμως μια «κατινιά» δεν μπορεί να μη συνοδεύει τη λέξη «κουζίνα». Τέλος η κουζίνα του συγγραφέα δεν είναι όπως η κουζίνα της νοικοκυράς, είναι όπως η κουζίνα μιας ταβέρνας ή ενός εστιατορίου, και ο συγγραφέας είναι σαν ένας σεφ. Αν η νοικοκυρά δεν μαγειρεύει καλά, ε, δεν θα τη χωρίσει κιόλας ο άντρας της. Ο σεφ όμως παίρνει τα παπούτσια του στο χέρι. Και ο συγγραφέας, αν είναι κακός, μάλλον δεν θα ξαναδεί βιβλίο του να εκδίδεται, εκτός κι αν το πληρώσει ο ίδιος. Αλλά και πάλι δεν θα το δει να έχει μεγάλα τιράζ.
Ας πάμε τώρα στο ίδιο το βιβλίο, και στην «κυριολεξία της μεταφοράς»: με ποιο τρόπο ένας συγγραφέας γράφει ένα βιβλίο, ποια υλικά χρησιμοποιεί για να το φτιάξει και πώς τα «μαγειρεύει».
Δεν ξέρω πώς θα είναι τα επόμενα βιβλία της σειράς, πάντως αυτό θα μπορούσε να είναι ερώτηση σε μια συνέντευξη, η απάντηση της οποίας βέβαια δεν μπορεί να είναι τόσο μεγάλη ώστε να καλύψει τις σελίδες ενός βιβλίου. Έτσι το ερώτημα απαντιέται μέσα στο βιβλίο σε πολύ λιγότερες σελίδες από ότι αφήνει ο τίτλος της σειράς να υπονοηθεί. Όμως, πρέπει να πούμε εδώ, η συγγραφέας αναφέρεται αρκετά διεξοδικά σε κάθε της βιβλίο, πώς γράφηκε, τι πραγματεύεται, ποια πράγματα την ώθησαν στη συγγραφή του. Και πρέπει να πω ότι αυτό το τμήμα του βιβλίου της ήταν το λιγότερο ενδιαφέρον για μένα. Το πιο ενδιαφέρον ήταν το πρώτο τμήμα, πριν η Δούκα γίνει συγγραφέας, που είναι και το περισσότερο αυτοβιογραφικό.
Καθώς πρόκειται λοιπόν για ένα εν πολλοίς αυτοβιογραφικό βιβλίο, θα αρπάξω την ευκαιρία για να κάνω και εγώ μια αυτοβιογραφική κριτική.
Διαβάζω: «Για χρόνια, χωρίς να το έχω επεξεργαστεί λογικά, με βασάνιζε η εικόνα του δαρμένου πατέρα μου. Τι ήταν; Πάντως, όχι αριστερός. Κι όμως τον θυμάμαι δαρμένο, με μώλωπες στο πρόσωπο και στην πλάτη. Τον καλούσαν ανά τακτά χρονικά διαστήματα στην Ασφάλεια Χανίων και τον ξυλοκοπούσαν. Ως μακρινό συγγενή αντάρτη αριστερού» (σελ. 24).
Θυμούμαι: Ο πατέρας μου έφαγε και αυτός άγριο ξύλο, ως δήθεν αριστερός. Εγώ δεν το πρόλαβα γιατί ήμουν αγέννητος, και επειδή δεν έφαγε λίγο περισσότερο από ότι του έδωσαν υπάρχω εγώ σήμερα.
Όταν ο γιατρός κ. Μανώλης Μπαντουβάς, πριν κάποια χρόνια, με πήρε τηλέφωνο και μου πρότεινε να μπω στο ψηφοδέλτιό του για την Παγκρήτιο Ένωση, του είπα ότι με τιμά η πρότασή του, αλλά τα κόκαλα του πατέρα μου θα έτριζαν να βρίσκομαι σε ένα ψηφοδέλτιο που ηγείται ένας Μπαντουβάς. Θέλησε να υπερασπιστεί το θείο του, αλλά εγώ του ανέφερα την αδικοσκοτωμένη δασκάλα Μαρία Λιουδάκη, που δολοφόνησαν εν ψυχρώ οι άνδρες του. Την αγνοούσε. Του είπα ότι θα φρόντιζα να ενημερωθεί για αυτό. Ευτυχώς ο σεβαστός μου δάσκαλος Μανώλης Παπαδάκης που έγραψε την αυτοβιογραφία της, είχε ακόμη κάποια λίγα αντίτυπα στην αποθήκη του, και τον παρακάλεσα να του στείλει ένα.
Μετά από λίγα χρόνια συναντηθήκαμε με τον γιατρό Μπαντουβά, σε μια δεξίωση που έδωσε η συμμαθήτριά μου στα κινέζικα αρχαιολόγος κα Μητσοπούλου με την ευκαιρία της έκδοσης του τελευταίου της βιβλίου. Πολύ αξιόλογος άνθρωπος ο κος Μπαντουβάς, δεν ήθελα να του αναφέρω το περιστατικό της τηλεφωνικής μας επικοινωνίας. Όταν ήταν όμως να φύγουμε δεν κρατήθηκα και του το είπα.
Διαβάζω: «…την ιστορία της Φατμές, της τουρκάλας, που είχε αγαπήσει ένα χριστιανό». Βαφτίστηκε χριστιανή για την αγάπη του, για να μη φύγει με την ανταλλαγή των πληθυσμών. Όμως κάπνιζε σαν «φουγάρο. Ως και από τα ρουθούνια ξερνούσε, λέει, τον καπνό και τον φαρμάκωνε (τον άντρα της). Ώσπου τον έφερε στο αμήν, ξεκρέμασε ένα μεσημέρι τον τσιφτέ του, που ήταν και ο πρώτος κυνηγός, και την τουφέκισε. Κι όλοι είπαν μετά ότι καλά της έκαμε, εφόσον φούμερνε. Και τον λυπούνταν για το μέγα δράμα του» (σελ. 26). Πιο κάτω γράφει η Μάρω για μια άλλη ιστορία, «της καλύτερής μου φίλης στο γυμνάσιο» (σελ. 42). Με τα χίλια ζόρια έπεισε τους γονείς της να παντρευτεί τον νέο που αγαπούσε. Όμως κακόπεσε, ο άνδρας της την έδερνε, και πέθανε μετά από δέκα χρόνια έγγαμου βίου.
Θυμάμαι: Τα μεγάλα ειδύλλια δεν έχουν πάντα αίσιο τέλος. Σε μια βιβλιοκριτική μου για ένα βιβλίο που διηγούνταν το φλογερό ειδύλλιο και την «κλεψά» της Τασούλας από κάποιον κρητικό, ιστορία που απασχόλησε τον τύπο νομίζω το 1953, έγραψα ότι αν ο Κορνάρος έγραφε τη συνέχεια του Ερωτόκριτου, θα μαθαίναμε σίγουρα ότι ο ήρωάς μας είχε κερατώσει την Αρετούσα του με μια κυρία επί των τιμών. Η Τασούλα μετά από λίγο εγκατέλειψε τον άνδρα που είχε αγαπήσει με τόσο πάθος.
Διαβάζω για τον καλοσυνάτο φύλακα στην Μπουμπουλίνας, όπου ήταν κρατούμενη η Μάρω στη δικτατορία. Χρειαζόταν μια οδοντόκρεμα. « ‘Κοίτα τι σου ’φερα!’ κρατούσε και μου ’δειχνε μια οδοντόπαστα. Δεν ήξερα αν πρέπει να τη δεχτώ. Από τον δεσμοφύλακά σου δεν πρέπει να δέχεσαι ούτε νερό. Την πήρα όμως βιαστικά και τον ευχαρίστησα» (σελ. 69).
Θυμάμαι: Ο φίλος μου ο Γιάννης ο Παπαδάκης, καπετάνιος από την Κρήτη, υπηρέτησε στην ΕΣΑ. Δεν ήταν βασανιστής αλλά φύλακας. Μου έλεγε ότι είχε γίνει πολύ φίλος με την Τζένη Καρέζη, και σαν φίλο τον έβλεπε και μεταδικτατορικά, κάποιες φορές που συναντήθηκαν.
Ο Όσκαρ Φρανκλ είναι ο θεμελιωτής της υπαρξιακής σχολής της ψυχανάλυσης. Η θεωρία του χοντρικά είναι ότι πρέπει να θέτει κανείς στόχους στη ζωή του για να ξεπερνάει τα ψυχολογικά του αδιέξοδα. Είχε την εμπειρία του κρατουμένου σε γερμανικό στρατόπεδο συγκέντρωσης, δεν θυμάμαι ποιο. Σίγουρα δεν ήταν το Νταχάου. Στο βιβλίο του έγραφε ότι ο διοικητής του στρατοπέδου έδινε όλο του το μισθό για την αγορά φαρμάκων για τους κρατουμένους.
Δεν ήταν όλοι οι γερμανοί απάνθρωποι. Την άλλη ιστορία θα την ξέρετε πολλοί από τους αναγνώστες. Είναι η ιστορία του «Πιανίστα», την οποία έκανε ταινία ο Ρομάν Πολάνσκι, και αναφέρεται στο πως ένας Εβραίος που κρυβόταν κρατήθηκε στη ζωή χάρη στα τρόφιμα που του έδινε ένας γερμανός αξιωματικός.
Διαβάζω: «Την ίδια εποχή το ’χαν πάρει πολύ λεβέντικα και στα έντυπα του ΚΚΕ, προκειμένου να προστατέψουν τη νεολαία από εμένα, τη χαλασμένη. Ο ένας λίβελος μετά τον άλλο (για το έργο της Η αρχαία σκουριά), υπογραμμισμένοι οι περισσότεροι από αγωνιστές που δεν χρειάστηκε να περάσουν ούτε δέκα χρόνια για να μεταλλαχτούν σε ποντικομαμές-γιάπηδες» (σελ. 142).
Θυμάμαι: Όταν ο φίλος μου ο Γιώργος Βοϊκλής έκανε πρόταση στο δήμο Ηλιούπολης να εκδώσουν το βιβλίο μου «Ο χορός της βροχής, οικολογικά παραμύθια και διηγήματα», από όλες τις παρατάξεις μόνο το ΚΚΕ απέρριψε την πρόταση. Τελικά το βιβλίο κυκλοφόρησε, μοιράστηκε δωρεάν σε τρεις χιλιάδες αντίτυπα σε όλους τους μαθητές δημοτικού της Ηλιούπολης, και στη συνέχεια σε δυο δήμους της Θεσσαλονίκης.
Θα κλείσω τη βιβλιοπαρουσίαση, που ήδη έχει πάει σε μάκρος, με ένα απόσπασμα που περικλείνει ίσως την ουσία του βιβλίου:
«Ας φαίνεται ότι γενικολογώ, στην ουσία για το γράψιμο μιλάω, για την κουζίνα μου. Κι ας φαίνεται ότι φλυαρώ, στην ουσία επιλέγω με άκρα αυστηρότητα τι θα γράψω. Και διατυπώνω με επεξεργασμένη ειλικρίνεια μόνο αυτό που θα ήθελα να πω» (σελ. 141).
Αν ήταν να μιλήσω κι εγώ για την «κουζίνα» μου ως βιβλιοπαρουσιαστής, θα έλεγα ότι θεωρώ τη βιβλιοπαρουσίαση ως αυτόνομο κείμενο που, χωρίς να ξεφεύγει από το αντικείμενό της, το βιβλίο που παρουσιάζει, επινοεί τρόπους για να γίνεται ευχάριστη στην ανάγνωση. Ένα ανέκδοτο, μια ιστορία, χωράνε πάντα στις βιβλιοπαρουσιάσεις μου.

Monday, June 8, 2009

Macedonia is Greek.

Το πήρα σε email, είπα να το αναρτήσω στο blog.
Subject: Please circulate

> Please do not ignore!!!!!!
>>
> Read to the end
> >
> Subject: Please circulate
> >
> > Με μία εντυπωσιακότατη κίνηση 220 ακαδημαϊκοί από όλο τον κόσμο και μέλη
> > των πλέον φημισμένων πανεπιστημίων του εξωτερικού απέστειλαν προς την
> > κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (ΗΠΑ) επιστολή
> > ζητώντας να
> > σταματήσει η παραχάραξη της ιστορίας.
> >
> . Ας σημειωθεί πως στην λίστα υπάρχουν ονόματα
> > από καθηγητές των πανεπιστημίων του Πρίνστον, του Χάρβαρντ και την
> > Οξφόρδης. την Γερμανία, την
> > Ελβετία, την Ιταλία, την Αυστρία, τον Καναδά το Ηνωμένο Βασίλειο καθώς και
> > τις ΗΠΑ. Ας σημειωθεί δε πως οι υπογραφές δεν είναι μόνο Ελλήνων ή
> > ελληνικής καταγωγής ακαδημαϊκών , αλλά πραγματικά έχει λάβει παγκόσμιες
> > διαστάσεις.
> >
> > Οι υπογραφές αυξάνονται καθημερινά καθώς έχει δημιουργηθεί ειδική
> > ιστοσελίδα (http://Macedonia-evidence.org/) για το θέμα αυτό με όλες τις
> > λεπτομέρειες και τη συνέχιση της συλλογής υπογραφών.
> > Η επιστολή βρίσκεται στην διεύθυνση
> > http://macedonia-evidence.org/obama-letter.html
> >
> >
> >
> > Letter to President Barack Obama
> >
> >
> > ancient-scholars@macedonia-evidence.org
> >
> >
> > May 18, 2009
> >
> >
> > The Honorable Barack Obama
> > President, United States of America
> > White House
> > 1600 Pennsylvania Avenue, NW
> > Washington, DC 20500
> >
> >
> >
> >
> >
> > Dear President Obama,
> >
> >
> > We, the undersigned scholars of Graeco-Roman antiquity,
> > respectfully request that you intervene to clean up some of the historical
> > debris left in southeast Europe by the previous U.S. administration.
> >
> >
> > On November 4, 2004, two days after the re-election of
> > President George W. Bush, his administration unilaterally recognized the
> > "Republic of Macedonia." This action not only abrogated geographic and
> > historic fact, but it also has unleashed a dangerous epidemic of
> > historical
> > revisionism, of which the most obvious symptom is the misappropriation by
> > the government in Skopje of the most famous of Macedonians, Alexander the
> > Great.
> >
> >
> > We believe that this silliness has gone too far, and that the
> > U.S.A. has no business in supporting the subversion of history. Let us
> > review facts. (The documentation for these facts [here in boldface] can
> > be > > found attached and at: http://macedonia-evidence.org/documentation.html)
> >
> >
> > The land in question, with its modern capital at Skopje, was
> > called Paionia in antiquity. Mts. Barnous and Orbelos (which form today
> > the northern limits of Greece) provide a natural barrier that separated,
> > and separates, Macedonia from its northern neighbor. The only real
> > connection is along the Axios/Vardar River and even this valley "does not
> > form a line of communication because it is divided by gorges."
> >
> >
> > While it is true that the Paionians were subdued by Philip II,
> > father of Alexander, in 358 B.C. they were not Macedonians and did not
> > live
> > in Macedonia. Likewise, for example, the Egyptians, who were subdued by
> > Alexander, may have been ruled by Macedonians, including the famous
> > Cleopatra, but they were never Macedonians themselves, and Egypt was never
> > called Macedonia.
> >
> >
> > Rather, Macedonia and Macedonian Greeks have been located for
> > at least 2,500 years just where the modern Greek province of Macedonia is.
> > Exactly this same relationship is true for Attica and Athenian Greeks,
> > Argos and Argive Greeks, Corinth and Corinthian Greeks, etc.
> >
> >
> > We do not understand how the modern inhabitants of ancient
> > Paionia, who speak Slavic - a language introduced into the Balkans about a
> > millennium after the death of Alexander - can claim him as their national
> > hero. Alexander the Great was thoroughly and indisputably Greek. His
> > great-great-great grandfather, Alexander I, competed in the Olympic Games
> > where participation was limited to Greeks.
> >
> >
> > Even before Alexander I, the Macedonians traced their ancestry
> > to Argos, and many of their kings used the head of Herakles - the
> > quintessential Greek hero - on their coins.
> >
> >
> > Euripides - who died and was buried in Macedonia- wrote his
> > play Archelaos in honor of the great-uncle of Alexander, and in Greek.
> > While in Macedonia, Euripides also wrote the Bacchai, again in Greek.
> > Presumably the Macedonian audience could understand what he wrote and what
> > they heard.
> >
> >
> > Alexander's father, Philip, won several equestrian victories at
> > Olympia and Delphi, the two most Hellenic of all the sanctuaries in
> > ancient
> > Greece where non-Greeks were not allowed to compete. Even more
> > significantly, Philip was appointed to conduct the Pythian Games at Delphi
> > in 346 B.C. In other words, Alexander the Great's father and his
> > ancestors
> > were thoroughly Greek. Greek was the language used by Demosthenes and his
> > delegation from Athens when they paid visits to Philip, also in 346 B.C.
> >
> >
> > Another northern Greek, Aristotle, went off to study for nearly
> > 20 years in the Academy of Plato. Aristotle subsequently returned to
> > Macedonia and became the tutor of Alexander III. They used Greek in their
> > classroom which can still be seen near Naoussa in Macedonia.
> >
> >
> > Alexander carried with him throughout his conquests Aristotle's
> > edition of Homer's Iliad. Alexander also spread Greek language and
> > culture
> > throughout his empire, founding cities and establishing centers of
> > learning
> > . Hence inscriptions concerning such typical Greek institutions as the
> > gymnasium are found as far away as Afghanistan. They are all written in
> > Greek.
> >
> >
> > The questions follow: Why was Greek the lingua franca all over
> > Alexander's empire if he was a "Macedonian"? Why was the New Testament,
> > for example, written in Greek?
> >
> >
> > The answers are clear: Alexander the Great was Greek, not
> > Slavic, and Slavs and their language were nowhere near Alexander or his
> > homeland until 1000 years later. This brings us back to the geographic
> > area known in antiquity as Paionia. Why would the people who live there
> > now call themselves Macedonians and their land Macedonia? Why would they
> > abduct a completely Greek figure and make him their national hero?
> >
> >
> > The ancient Paionians may or may not have been Greek, but they
> > certainly became Greekish, and they were never Slavs. They were also not
> > Macedonians. Ancient Paionia was a part of the Macedonian Empire. So
> > were
> > Ionia and Syria and Palestine and Egypt and Mesopotamia and Babylonia and
> > Bactria and many more. They may thus have become "Macedonian"
> > temporarily,
> > but none was ever "Macedonia". The theft of Philip and Alexander by a
> > land
> > that was never Macedonia cannot be justified.
> >
> >
> > The traditions of ancient Paionia could be adopted by the
> > current residents of that geographical area with considerable
> > justification. But the extension of the geographic term "Macedonia" to
> > cover southern Yugoslavia cannot. Even in the late 19th century, this
> > misuse implied unhealthy territorial aspirations.
> >
> >
> > The same motivation is to be seen in school maps that show the
> > pseudo-greater Macedonia, stretching from Skopje to Mt. Olympus and
> > labeled
> > in Slavic. The same map and its claims are in calendars, bumper
> > stickers,
> > bank notes, etc., that have been circulating in the new state ever since
> > it
> > declared its independence from Yugoslavia in 1991. Why would a poor
> > land-locked new state attempt such historical nonsense? Why would it
> > brazenly mock and provoke its neighbor?
> >
> >
> > However one might like to characterize such behavior, it is
> > clearly not a force for historical accuracy, nor for stability in the
> > Balkans. It is sad that the United States of America has abetted and
> > encouraged such behavior.
> >
> >
> > We call upon you, Mr. President, to help - in whatever ways you
> > deem appropriate - the government in Skopje to understand that it cannot
> > build a national identity at the expense of historic truth. Our common
> > international society cannot survive when history is ignored, much less
> > when history is fabricated.
> >
> >
> >
> >
> >
> > Sincerely,
> >
> >
> > NAME TITLE INSTITUTION
> > Harry C. Avery, Professor of Classics, University of Pittsburgh (USA)
> > Dr. Dirk Backendorf. Akademie der Wissenschaften und der Literatur Mainz
> > (Germany)
> > Elizabeth C. Banks, Associate Professor of Classics (ret.), University of
> > Kansas (USA)
> > Luigi Beschi, professore emerito di Archeologia Classica, Universita di
> > Firenze (Italy)
> > Josine H. Blok, professor of Ancient History and Classical Civilization,
> > Utrecht University (The Netherlands)
> > Alan Boegehold, Emeritus Professor of Classics, Brown University (USA)
> > Efrosyni Boutsikas, Lecturer of Classical Archaeology, University of Kent
> > (UK)
> > Keith Bradley, Eli J. and Helen Shaheen Professor of Classics, Concurrent
> > Professor of History, University of Notre Dame (USA)
> > Stanley M. Burstein, Professor Emeritus, California State University, Los
> > Angeles (USA)
> > Francis Cairns, Professor of Classical Languages, The Florida State
> > University (USA)
> > John McK. Camp II, Agora Excavations and Professor of Archaeology, ASCSA,
> > Athens (Greece)
> > Paul Cartledge, A.G. Leventis Professor of Greek Culture, University of
> > Cambridge (UK)
> > Paavo Castren, Professor of Classical Philology Emeritus, University of
> > Helsinki (Finland)
> > William Cavanagh, Professor of Aegean Prehistory, University of Nottingham
> > (UK)
> > Angelos Chaniotis, Professor, Senior Research Fellow, All Souls College,
> > Oxford (UK)
> > Paul Christesen, Professor of Ancient Greek History, Dartmouth College
> > (USA)
> > Ada Cohen, Associate Professor of Art History, Dartmouth College (USA)
> > Randall M. Colaizzi, Lecturer in Classical Studies, University of
> > Massachusetts-Boston (USA)
> > Kathle en M. Coleman, Professor of Latin, Harvard University (USA)
> > Michael B. Cosmopoulos, Ph.D., Professor and Endowed Chair in Greek
> > Archaeology, University of Missouri-St. Louis (USA)
> > Kevin F. Daly, Assistant Professor of Classics, Bucknell University (USA)
> > Wolfgang Decker, Professor emeritus of sport history, Deutsche
> > Sporthochschule, Koln (Germany)
> > Luc Deitz, Ausserplanmassiger Professor of Mediaeval and Renaissance
> > Latin,
> > University of Trier (Germany), and Curator of manuscripts and rare books,
> > National Library of Luxembourg (Luxembourg)
> > Michael Dewar, Professor of Classics, University of Toronto (Canada)
> > John D. Dillery, Associate Professor of Classics, University of Virginia
> > (USA)
> > Sheila Dillon, Associate Professor, Depts. of Art, Art History & Visual
> > Studies and Classical Studies, Duke University (USA)
> > Douglas Domingo-Foraste, Professor of Classics, California State
> > University, Long Beach (USA)
> > Pierre Ducrey, professeur honoraire, Universite de Lausanne (Switzerland)
> > Roger Dunkle, Professor of Classics Emeritus, Brooklyn College, City
> > University of New York (USA)
> > Michael M. Eisman, Associate Professor Ancient History and Classical
> > Archaeology, Department of History, Temple University (USA)
> > Mostafa El-Abbadi, Professor Emeritus, University of Alexandria (Egypt)
> > R. Malcolm Errington, Professor fur Alte Geschichte (Emeritus)
> > Philipps-Universitat, Marburg (Germany)
> > Panagiotis Faklaris, Assistant Professor of Classical Archaeology,
> > Aristotle University of Thessaloniki (Greece)Denis Feeney, Giger Professor
> > of Latin, Princeton University (USA)
> > Elizabeth A. Fisher, Professor of Classics and Art History, Randolph-Macon
> > College (USA)
> > Nick Fisher, Professor of Ancient History, Cardiff University (UK)
> > R. Leon Fitts, Asbury J Clarke Professor of Classical Studies, Emeritus,
> > FSA, Scot., Dickinson Colllege (USA)
> > John M. Fossey FRSC, FSA, Emeritus Professor of Art History (and
> > Archaeology), McGill Univertsity, Montreal, and Curator of Archaeology,
> > Montreal Museum of Fine Arts (Canada)
> > Robin Lane Fox, University Reader in Ancient History, New College, Oxford
> > (UK)
> > Rainer Friedrich, Professor of Classics Emeritus, Dalhousie University,
> > Halifax, N.S. (Canada)
> > Heide Froning, Professor of Classical Archaeology, University of Marburg
> > (Germany)
> > Peter Funke, Professor of Ancient History, University of Muenster
> > (Germany)
> > Traianos Gagos, Professor of Greek and Papyrology, University of Michigan
> > (USA)
> > Robert Garland, Roy D. and Margaret B. Wooster Professor of the Classics,
> > Colgate University, Hamilton NY (USA)
> > Douglas E. Gerber, Professor Emeritus of Classical Studies, University of
> > Western Ontario (Canada)
> > Hans R. Goette, Professor of Classical Archaeology, University of Giessen
> > (Germany); German Archaeological Institute, Berlin (Germany)
> > Sander M. Goldberg, Professor of Classics, UCLA (USA)
> > Erich S. Gruen, Gladys Rehard Wood Professor of History and Classics,
> > Emeritus, University of California, Berkeley (USA)
> > Christian Habicht, Professor of Ancient History, Emeritus, Institute for
> > Advanced Study, Princeton (USA)
> > Donald C. Haggis, Nicholas A. Cassas Term Professor of Greek Studies,
> > University of North Carolina at Chapel Hill (USA)
> > Judith P. Hallett, Professor of Classics, University of Maryland, College
> > Park, MD (USA)
> > Prof. Paul B. Harvey, Jr. Head, Department of Classics and Ancient
> > Mediterranean Studies, The Pennsylvania State University (USA)
> > Eleni Hasaki, Associate Professor of Classical Archaeology, University of
> > Arizona (USA)
> > Miltiades B. Hatzopoulos, Director, Research Centre for Greek and Roman
> > Antiquity, National Research Foundation, Athens (Greece)
> > Wolf-Dieter Heilmeyer, Prof. Dr., Freie Universitat Berlin und
> > Antikensammlung der Staatlichen Museen zu Berlin (Germany)
> > Steven W. Hirsch, Associate Professor of Classics and History, Tufts
> > University (USA)
> > Karl-J. Holkeskamp, Professor of Ancient History, University of Cologne
> > (Germany)
> > Frank L. Holt, Professor of Ancient History, University of Houston (USA)
> > Dan Hooley, Professor of Classics, University of Missouri (USA)
> > Meredith C. Hoppin, Gagliardi Professor of Classical Languages, Williams
> > College, Williamstown, MA (USA)
> > Caroline M. Houser, Professor of Art History Emerita, Smith College (USA)
> > and Affiliated Professor, University of Washington (USA)
> > Georgia Kafka, Visiting Professor of Modern Greek Language, Literature and
> > History, University of New Brunswick (Canada)
> > Anthony Kaldellis, Professor of Greek and Latin, The Ohio State University
> > (USA)
> > Andromache Karanika, Assistant Professor of Classics, University of
> > California, Irvine (USA)
> > Robert A. Kaster, Professor of Classics and Kennedy Foundation Professor
> > of
> > Latin, Princeton University (USA)
> > Vassiliki Kekela, Adjunct Professor of Greek Studies, Classics Department,
> > Hunter College, City University of New York (USA)
> > Dietmar Kienast, Professor Emeritus of Ancient History, University of
> > Duesseldorf (Germany)
> > Karl Kilinski II, University Distinguished Teaching Pro fessor, Southern
> > Methodist University (USA)
> > Dr. Florian Knauss, associate director, Staatliche Antikensammlungen und
> > Glyptothek Muenchen (Germany)
> > Denis Knoepfler, Professor of Greek Epigraphy and History, College de
> > France (Paris)
> > Ortwin Knorr, Associate Professor of Classics, Willamette University (USA)
> > Robert B. Koehl, Professor of Archaeology, Department of Classical and
> > Oriental Studies Hunter College, City University of New York (USA)
> > Georgia Kokkorou-Alevras, Professor of Classical Archaeology, University
> > of
> > Athens (Greece)
> > Ann Olga Koloski-Ostrow, Associate Professor and Chair, Department of
> > Classical Studies, Brandeis University (USA)
> > Eric J. Kondratieff, Assistant Professor of Classics and Ancient History,
> > Department of Greek & Roman Classics, Temple UniversityHaritini Kotsidu,
> > Apl. Prof. Dr. fur Klassische Archaologie, Goethe-Universitat,
> > Frankfurt/M.
> > (Germany)
> > Lambrini Koutoussaki, Dr., Lecturer of Classical Archaeology, University
> > of
> > Zurich (Switzerland)
> > David Kovacs, Hugh H. Obear Professor of Classics, University of Virginia
> > (USA)
> > Peter Krentz, W. R. Grey Professor of Classics and History, Davidson
> > College (USA)
> > Friedrich Krinzinger, Professor of Classical Archaeology Emeritus,
> > University of Vienna (Austria)
> > Michael Kumpf, Professor of Classics, Valparaiso University (USA)
> > Donald G. Kyle, Professor of History, University of Texas at Arlington
> > (USA)
> > Prof. Dr. Dr. h.c. Helmut Kyrieleis, former president of the German
> > Archaeological Institute, Berlin (Germany)
> > Gerald V. Lalonde, Benedict Professor of Classics, Grinnell College (USA)
> > Steven Lattimore, Professor Em eritus of Classics, University of
> > California,
> > Los Angeles (USA)
> > Francis M. Lazarus, President, University of Dallas (USA)
> > Mary R. Lefkowitz, Andrew W. Mellon Professor in the Humanities, Emerita,
> > Wellesley College (USA)
> > Iphigeneia Leventi, Assistant Professor of Classical Archaeology,
> > University of Thessaly (Greece)
> > Daniel B. Levine, Professor of Classical Studies, University of Arkansas
> > (USA)
> > Christina Leypold, Dr. phil., Archaeological Institute, University of
> > Zurich (Switzerland)
> > Vayos Liapis, Associate Professor of Greek, Centre d'Etudes Classiques &
> > Departement de Philosophie, Universite de Montreal (Canada)
> > Hugh Lloyd-Jones, Professor of Greek Emeritus, University of Oxford (UK)
> > Yannis Lolos, Assistant Professor, History, Archaeology, and Anthropology,
> > University of Thessaly (Greece)
> > Stanley Lombardo, Professor of Classics, University of Kansas, USA
> > Anthony Long, Professor of Classics and Irving G. Stone Professor of
> > Literature, University of California, Berkeley (USA)
> > Julia Lougovaya, Assistant Professor, Department of Classics, Columbia
> > University (USA)
> > A.D. Macro, Hobart Professor of Classical Languages emeritus, Trinity
> > College (USA)
> > John Magee, Professor, Department of Classics, Director, Centre for
> > Medieval Studies, University of Toronto (Canada)
> > Dr. Christofilis Maggidis, Associate Professor of Archaeology, Dickinson
> > College (USA)
> > Jeannette Marchand, Assistant Professor of Classics, Wright State
> > University, Dayton, Ohio (USA)
> > Richard P. Martin, Antony and Isabelle Raubitschek Professor in Classics,
> > Stanford UniversityMaria Mavroudi, Professor of Byzantine History,
> > University of Californi a, Berkeley (USA)
> > Alexander Mazarakis Ainian, Professor of Classical Archaeology, University
> > of Thessaly (Greece)
> > James R. McCredie, Sherman Fairchild Professor emeritus; Director,
> > Excavations in Samothrace Institute of Fine Arts, New York University
> > (USA)
> > James C. McKeown, Professor of Classics, University of Wisconsin-Madison
> > (USA)
> > Robert A. Mechikoff, Professor and Life Member of the International
> > Society
> > of Olympic Historians, San Diego State University (USA)
> > Andreas Mehl, Professor of Ancient History, Universitaet Halle-Wittenberg
> > (Germany)
> > Harald Mielsch, Professor of Classical Archeology, University of Bonn
> > (Germany)
> > Stephen G. Miller, Professor of Classical Archaeology Emeritus, University
> > of California, Berkeley (USA)
> > Phillip Mitsis, A.S. Onassis Professor of Classics and Philosophy, New
> > York
> > University (USA)
> > Peter Franz Mittag, Professor fur Alte Geschichte, Universitat zu Koln
> > (Germany)
> > David Gordon Mitten, James Loeb Professor of Classical Art and
> > Archaeology,
> > Harvard University (USA)
> > Margaret S. Mook, Associate Professor of Classical Studies, Iowa State
> > University (USA)
> > Anatole Mori, Associate Professor of Classical Studies, University of
> > Missouri- Columbia (USA)
> > Jennifer Sheridan Moss, Associate Professor, Wayne State University (USA)
> > Ioannis Mylonopoulos, Assistant Professor of Greek Art History and
> > Archaeology, Columbia University, New York (USA).
> > Richard Neudecker, PD of Classical Archaeology, Deutsches Archaologisches
> > Institut Rom (Italy)
> > James M.L. Newhard, Associate Professor of Classics, College of Charleston
> > (USA)
> > Carole E. Newland s, Professor of Classics, University of Wisconsin,
> > Madison
> > (USA)
> > John Maxwell O'Brien, Professor of History, Queens College, City
> > University
> > of New York (USA)
> > James J. O'Hara, Paddison Professor of Latin, The University of North
> > Carolina, Chapel Hill (USA)
> > Martin Ostwald, Professor of Classics (ret.), Swarthmore College and
> > Professor of Classical Studies (ret.), University of Pennsylvania (USA)
> > Olga Palagia, Professor of Classical Archaeology, University of Athens
> > (Greece)
> > Vassiliki Panoussi, Associate Professor of Classical Studies, The College
> > of William and Mary (USA)
> > Maria C. Pantelia, Professor of Classics, University of California, Irvine
> > (USA)
> > Pantos A.Pantos, Adjunct Faculty, Department of History, Archaeology and
> > Social Anthropology, University of Thessaly (Greece)
> > Anthony J. Papalas, Professor of Ancient History, East Carolina University
> > (USA)
> > Nassos Papalexandrou, Associate Professor, The University of Texas at
> > Austin (USA)
> > Polyvia Parara, Visiting Assistant Professor of Greek Language and
> > Civilization, Department of Classics, Georgetown University (USA)
> > Richard W. Parker, Associate Professor of Classics, Brock University
> > (Canada)
> > Robert Parker, Wykeham Professor of Ancient History, New College, Oxford
> > (UK)
> > Anastasia-Erasmia Peponi, Associate Professor of Classics, Stanford
> > University (USA)
> > Jacques Perreault, Professor of Greek archaeology, Universite de Montreal,
> > Quebec (Canada)
> > Yanis Pikoulas, Associate Professor of Ancient Greek History, University
> > of
> > Thessaly (Greece)
> > John Pollini, Professor of Classical Art & Archaeology, University of
> &g t; Southern California (USA)
> > David Potter, Arthur F. Thurnau Professor of Greek and Latin. The
> > University of Michigan (USA)
> > Robert L. Pounder, Professor Emeritus of Classics, Vassar College (USA)
> > Nikolaos Poulopoulos, Assistant Professor in History and Chair in Modern
> > Greek Studies, McGill University (Canada)
> > William H. Race, George L. Paddison Professor of Classics, University of
> > North Carolina at Chapel Hill (USA)
> > John T. Ramsey, Professor of Classics, University of Illinois at Chicago
> > (USA)
> > Karl Reber, Professor of Classical Archaeology, University of Lausanne
> > (Switzerland)
> > Rush Rehm, Professor of Classics and Drama, Stanford University (USA)
> > Werner Riess, Associate Professor of Classics, The University of North
> > Carolina at Chapel Hill (USA)
> > Robert H. Rivkin, Ancient Studies Department, University of Maryland
> > Baltimore County (USA)
> > Barbara Saylor Rodgers, Professor of Classics, The University of Vermont
> > (USA)
> > Robert H. Rodgers. Lyman-Roberts Professor of Classical Languages and
> > Literature, University of Vermont (USA)
> > Nathan Rosenstein, Professor of Ancient History, The Ohio State University
> > (USA)
> > John C. Rouman, Professor Emeritus of Classics, University of New
> > Hampshire, (USA)
> > Dr. James Roy, Reader in Greek History (retired), University of Nottingham
> > (UK)
> > Steven H. Rutledge, Associate Professor of Classics, Department of
> > Classics, University of Maryland, College Park (USA)
> > Christina A. Salowey, Associate Professor of Classics, Hollins University
> > (USA)
> > Guy D. R. Sanders, Resident Director of Corinth Excavations, The American
> > School of Classical Studies at Athens (Greece)
> > Theodore Scaltsas , Professor of Ancient Greek Philosophy, University of
> > Edinburgh (UK)
> > Thomas F. Scanlon, Professor of Classics, University of California,
> > Riverside (USA)
> > Bernhard Schmaltz, Prof. Dr. Archaologisches Institut der CAU, Kiel
> > (Germany)
> > Rolf M. Schneider, Professor of Classical Archaeology, Ludwig-Maximilians-
> > Universitat Munchen (Germany)
> > Peter Scholz, Professor of Ancient History and Culture, University of
> > Stuttgart (Germany)
> > Christof Schuler, director, Commission for Ancient History and Epigraphy
> > of
> > the German Archaeological Institute, Munich (Germany)
> > Paul D. Scotton, Assoociate Professor Classical Archaeology and Classics,
> > California State University Long Beach (USA)
> > Danuta Shanzer, Professor of Classics and Medieval Studies, The University
> > of Illinois at Urbana-Champaign and Fellow of the Medieval Academy of
> > America (USA)
> > James P. Sickinger, Associate Professor of Classics, Florida State
> > University (USA)
> > Marilyn B. Skinner ?Professor of Classics, ?University of Arizona (USA)
> > Niall W. Slater, Samuel Candler Dobbs Professor of Latin and Greek, Emory
> > University (USA)
> > Peter M. Smith, Associate Professor of Classics, University of North
> > Carolina at Chapel Hill (USA)
> > Dr. Philip J. Smith, Research Associate in Classical Studies, McGill
> > University (Canada)
> > Susan Kirkpatrick Smith Assistant Professor of Anthropology Kennesaw State
> > University (USA)
> > Antony Snodgrass, Professor Emeritus of Classical Archaeology, University
> > of Cambridge (UK)
> > Theodosia Stefanidou-Tiveriou, Professor of Classical Archaeology,
> > Aristotle University of Thessaloniki (Greece).
> > Andrew Stewart, Nicholas C. Petris Professor of Gr eek Studies, University
> > of California, Berkeley (USA)
> > Oliver Stoll, Univ.-Prof. Dr., Alte Geschichte/ Ancient
> > History,Universitat
> > Passau (Germany)
> > Richard Stoneman, Honorary Fellow, University of Exeter (England)
> > Ronald Stroud, Klio Distinguished Professor of Classical Languages and
> > Literature Emeritus, University of California, Berkeley (USA)
> > Sarah Culpepper Stroup, Associate Professor of Classics, University of
> > Washington (USA)
> > Nancy Sultan, Professor and Director, Greek & Roman Studies, Illinois
> > Wesleyan University (USA)
> > David W. Tandy, Professor of Classics, University of Tennessee (USA)
> > James Tatum, Aaron Lawrence Professor of Classics, Dartmouth College
> > Martha C. Taylor, Associate Professor of Classics, Loyola College in
> > Maryland
> > Petros Themelis, Professor Emeritus of Classical Archaeology, Athens
> > (Greece)
> > Eberhard Thomas, Priv.-Doz. Dr.,Archaologisches Institut der Universitat
> > zu
> > Koln (Germany)
> > Michalis Tiverios, Professor of Classical Archaeology, Aristotle
> > University
> > of Thessaloniki (Greece)
> > Michael K. Toumazou, Professor of Classics, Davidson College (USA)
> > Stephen V. Tracy, Professor of Greek and Latin Emeritus, Ohio State
> > University (USA)
> > Prof. Dr. Erich Trapp, Austrian Academy of Sciences/Vienna resp.
> > University
> > of Bonn (Germany)
> > Stephen M. Trzaskoma, Associate Professor of Classics, University of New
> > Hampshire (USA)
> > Vasiliki Tsamakda, Professor of Christian Archaeology and Byzantine
> > History
> > of Art, University of Mainz (Germany)
> > Christopher Tuplin, Professor of Ancient History, University of Liverpool
> > (UK)
> > Gretchen Umholtz, Lecturer, Classics and Art History, University of
> > Massachusetts, Boston (USA)Panos Valavanis, Professor of Classical
> > Archaeology, University of Athens (Greece)
> > Athanassios Vergados, Visiting Assistant Professor of Classics, Franklin &
> > Marshall College, Lancaster, PAChristina Vester, Assistant Professor of
> > Classics, University of Waterloo (Canada)
> > Emmanuel Voutiras, Professor of Classical Archaeology, Aristotle
> > University
> > of Thessaloniki (Greece)
> > Speros Vryonis, Jr., Alexander S. Onassis Professor (Emeritus) of Hellenic
> > Civilization and Culture, New York University (USA)
> > Michael B. Walbank, Professor Emeritus of Greek, Latin & Ancient History,
> > The University of Calgary (Canada)
> > Bonna D. Wescoat, Associate Professor, Art History and Ancient
> > Mediterranean Studies, Emory University (USA)
> > E. Hector Williams, Professor of Classical Archaeology, University of
> > British Columbia (Canada)
> > Roger J. A. Wilson, Professor of the Archaeology of the Roman Empire, and
> > Director, Centre for the Study of Ancient Sicily, University of British
> > Columbia, Vancouver (Canada)
> > Engelbert Winter, Professor for Ancient History, University of Munster
> > (Germany)
> > Timothy F. Winters, Ph.D. Alumni Assn. Distinguished Professor of
> > Classics,
> > Austin Peay State University (USA)
> > Ian Worthington, Frederick A. Middlebush Professor of History, University
> > of Missouri-Columbia (USA)
> > Michael Zahrnt, Professor fur Alte Geschichte, Universitat zu Koln
> > (Germany)
> > Paul Zanker, Professor Emeritus of Classical Studies, University of Munich
> > (Germany)
> >
> > 201 signatures as of May 18th 2009.
> > For the growing list of scholars, please go to the Ad denda.
> > ---------------------------
> >
> > cc: J. Biden, Vice President, USA
> >
> > H. Clinton, Secretary of State USA
> >
> > P. Gordon, Asst. Secretary-designate, European and Eurasian Affairs
> >
> > H.L Berman, Chair, House Committee on Foreign Affairs
> >
> > I. Ros-Lehtinen, Ranking Member, House Committee on Foreign Affairs
> >
> > J. Kerry, Chair, Senate Committee on Foreign Relations
> >
> > R.G. Lugar, Ranking Member, Senate Committee on Foreign Relations
> >
> > R. Menendez, United States Senator from New Jersey.
> >
> > ---------------------------
> >
> > Addenda
> > 12 Scholars added on May 19th 2009:
> > Mariana Anagnostopoulos, Assistant Professor of Philosophy, California
> > State University, Fresno (USA)
> > John P. Anton, Distinguished Professor of Greek Philosophy and Culture
> > University of South Florida (USA)
> >
> > Effie F. Athanassopoulos, Associate Professor ?Anthropology and Classics,
> > University of Nebraska-Lincoln (USA)
> > Leonidas Bargeliotes, Emeritus Professor of Philosophy, University of
> > Athens, President of the Olympic Center for Philosophy and Culture
> > (Greece)
> > Joseph W. Day, Professor of Classics, Wabash College (USA)
> > Christos C. Evangeliou, Professor of Ancient Hellenic Philosophy, Towson
> > University, Maryland, Honorary President of International Association for
> > Greek Philosophy (USA)
> > Eleni Kalokairinou, Assistant Professor of Philosophy, Secretary of the
> > Olympic Center of Philosophy and Culture (Cyprus)
> > Lilian Karali, Professor of Prehistoric and Environmental Archaeology,
> > University of Athens (Greece)
> > Anna Marmodoro, Faculty of Philosophy, University of Oxford (UK)
> > Marion Meyer, Professor of Classical Archaeology, University of
> > Vienna(Austria)
> > Jessica L. Nitschke, Assistant Professor of Classics, Georgetown
> > University
> > (USA)
> > David C.Young, Professor of Classics Emeritus, University of Florida
> > (USA)3
> > Scholars added on May 20th 2009:Maria Ypsilanti, Assistant Professor of
> > Ancient Greek Literature, University of Cyprus
> > Christos Panayides, Associate Professor of Philosophy, University of
> > Nicosia, (Cyprus)
> > Anagnostis P. Agelarakis, Professor of Anthropology, Adelphi University
> > (USA)

Saturday, June 6, 2009

Μανώλης Πρατικάκης, Το νερό

Αποφάσισα να μεταφέρω στο blog τις δημοσιεύσεις μου στο Λέξημα, τις οποίες δεν έχω ανεβάσει στην ιστοσελίδα μου και απλά παραπέμπω με link. Ξεκινάω από σήμερα, αρχίζοντας από τις παλιότερες.

Μανόλης Πρατικάκης «Το νερό», Μεταίχμιο 2002

Δημοσιεύτηκε στο www.lexima.gr και στα Κρητικά Επίκαιρα, Ιούνης 2004

Ο Μανόλης Πρατικάκης, τιμημένος φέτος με το κρατικό βραβείο ποίησης για την ποιητική συλλογή που παρουσιάζουμε σήμερα, είναι ο προσωκρατικός της σύγχρονης ελληνικής ποίησης. Ελάχιστα υπαρξιακός, ιδιαίτερα φιλοσοφικός, ιδιότυπα λυρικός, γράφει ποίηση όπως έκανε φιλοσοφία ο Θαλής, «δια το θαυμάζειν». Δεν αρκείται με την επιφάνεια των όντων, όπως κάνει ο λυρισμός, αλλά θέλει να καταδυθεί μέχρι τις ουσίες τους, όπως κάνει η φιλοσοφία. Η «Οντοφάνεια», η συλλογή που δίνει πιο χαρακτηριστικά το στίγμα της ποίησής του, είναι ταυτόχρονα μια φαινομενολογία και μια οντολογία.
Ενώ είχε σαν στόχο να γράψει για τα τέσσερα ριζώματα του Εμπεδοκλή, χώμα, νερό, φωτιά και αέρα, περιορίζει την παρούσα συλλογή του μόνο στο νερό, αφού του «προέκυψε σχεδόν ένας μικρός κατακλυσμός», όπως γράφει στο τέλος στις «Σημειώσεις για το νερό». Γίνεται έτσι ένας Θαλής της ποίησης σ’ αυτή του τη συλλογή. Σαν τον Εμπεδοκλή όμως προβαίνει σε αποφθεγματικές ρήσεις: «Η αληθινή φύση των πραγμάτων φανερώνεται/ σ’ εκείνον που δεν ζει πια μέσα στο Εγώ του» (σελ. 30), ενώ «Αυτός που ζει κολλημένος στα πράγματα κατέχεται/ από τα πράγματα» (σελ. 18). Το «Τα πράγματα μας κατέχουν» του Σαρτρ δεν είναι λοιπόν μια αναπόδραστη μεταφυσική κατάσταση κατά τον Πρατικάκη, αλλά ζήτημα επιλογής. Να μη είσαι κολλημένος στα πράγματα, αλλά και να μην τα ξεχνάς, γιατί «Όποιος ξεχνά τα πράγματα ξεχνά τον εαυτό του» (για τους 15σύλλαβους στην ποίηση του Πρατικάκη θα αναφερθούμε πιο κάτω).
Αποφθεγματικές ρήσεις, συμπυκνωμένες εικόνες και μεταφορές, βρίσκονται ιδιαίτερα στις «Σταγόνες», στα σύντομα σαν χάι κου ποιήματα στο δεύτερο μέρος της συλλογής, στα οποία ο Πρατικάκης, ήδη από προηγούμενες συλλογές του, έχει αναδειχθεί σε ιδιαίτερο τεχνίτη.
«Έν το ύδωρ. Άναρχον και άπαυστον/ (εν βυθώ γαρ αληθείη)» (σελ. 46).
«Ν’ ακούς των νερών την ετυμηγορία/ χωρίς έφεση» (σελ. 49).
«Το νερό: το αρχαιότερο αφήγημα» (σελ. 67).
«Το αδιάβροχο: του νερού το αλεξικέραυνο» (σελ. 51).
Στα πλαίσια της διαθεματικής διδασκαλίας που προωθείται τώρα από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο για τη Μέση Εκπαίδευση, το «Νερό» του Μανώλη Πρατικάκη αποτελεί σίγουρα την πιο ιδανική ποιητική συλλογή για μια διαθεματική προσέγγιση του νερού. Η «Μουσική των νερών» του Χαίντελ και ο «Μολδαύας» του Σμέτανα είναι ίσως τα πιο περιχαρακωμένα θεματικά μουσικά έργα για αυτή τη διαθεματική προσέγγιση, ενώ από την πεζογραφία θα προκρίναμε τη βροχή του Μακόντο, στο «Εκατό χρόνια μοναξιάς» του Γκαμπριέλ Γκαρθία Μάρκες.
Στο έργο του αυτό ο Πρατικάκης, παρουσιάζει το νερό σε όλες του τις εκφάνσεις και διαστάσεις: σαν ποτάμι, σαν θάλασσα, σαν πηγάδι, σαν νερόλακκος, σαν βροχή, σαν σταλακτίτης, σαν πάγος, κ.λπ., καθώς και στη σχέση με άλλα όντα όπως ο γλάρος, δραστηριότητες όπως το σέρφιν, κλπ. Και δίπλα σ’ αυτή την οριζόντια παράταξη υπάρχει η κάθετη, η χρονική, με άφθονα αποσπάσματα αρχαίων συγγραφέων να εμφιλοχωρούν μέσα στα κείμενά του, αμετάφραστα, «με την πρόθεση να λειτουργήσουν σαν Χρησμοί. Παραλλαγές, μείξεις διαφορετικών στίχων, γλωσσικά παιχνίδια με αρχαίο και σύγχρονο λόγο, όπου αυτό κρίνεται ότι υπηρετεί την οικονομία των κειμένων και τη διαχρονικότητα της γλώσσας» γράφει επιλογικά στις «Σημειώσεις για το νερό» ο ποιητής.
Μαζί με τη διαχρονικότητα της γλώσσας υπάρχει και η διαχρονικότητα της ποίησης, που εκφράζεται υφολογικά στη συλλογή αυτή του Πρατικάκη όχι μόνο με αποσπάσματα αρχαίων ποιητών όπως οι Ορφικοί, ο Όμηρος, ο Αισχύλος, ο Αλκαίος, αλλά και με τη δημοτική μας ποίηση. Κανονικοί ιαμβικοί δεκαπεντασύλλαβοι, που είχαμε ανιχνεύσει και σε προηγούμενα έργα του Πρατικάκη, υπάρχουν και εδώ αρκετοί.
«Πλένει ξεπλένει απ’ τ’ άπλυτα να βγάλει τους λεκέδες» (σελ. 14).
«Μήτε από δρυ γεννήθηκες μήτε απ’ τη μαύρη πέτρα.
Μα από πηγούλα έρχεσαι και σαν πηγούλα σβήνεις» (σελ. 67),
«Μες σε περβόλια απότιστα, σαράντα χρόνια χέρσα,
Με χαιρετάς, σε χαιρετώ. Δυο βρύσες στερεμένες» (σελ. 47).
Στην 100ή σταγόνα, Η ταφή του πολεμιστή, οι έξι από τους εννιά στίχους είναι ιαμβικοί δεκαπεντασύλλαβοι ανομοιοκατάληκτοι, οι δυο πρώτοι αρχαιοελληνικοί, ενώ ο τελευταίος στίχος είναι σύνθεση αρχαίας και νέας ελληνικής («Ιεμένων ερεβόσδε. Κι όμως σαν θεία σπαθιά πως φέγγουν!» (σελ. 98).
Ο δεκαπεντασύλλαβος του Πρατικάκη δεν έχει ως προέλευση μόνο το δημοτικό τραγούδι. Για παράδειγμα ο στίχος «ως του γκρεμού τ’ ανώφυλλο που δίκταμο φυτρώνει» (σελ. 36) είναι ολοφάνερα σολωμικής έμπνευσης. Την οφειλή του στο Σολωμό την έχει δηλώσει εξάλλου επανειλημμένα.
Πολλές φορές ο δεκαπεντασύλλαβος υπάρχει σαν ίχνος, σαν υπόγειο κυμάτισμα, σε μακρύτερες περιόδους, άλλοτε ξεκινώντας, όπως «Ένα κρυμμένο φιλιατρό της άνοιξης το στόμα / σου» (σελ. 17) και άλλοτε καταλήγοντας «Η φωνή μου ασυνάρτητος κόσμος που χαλιέται, καθώς τα /βάθη του σας διώχνουνε και σας πετροβολούνε» (σελ. 13). Κάποιες φορές καταλήγει στη μέση της λέξης όπως «Πάντα σε βαθουλώματα ξεχνούσε τ’ άσπρα μεσο/φόρια της» (σελ. 26). Συναντούμε επίσης και ανάπαιστους, όπως στο παράδειγμα της σελ. 13 στην αρχή, ή όπως στο στίχο «Και εδώ στους βυθούς μου θα χτίσεις…» (σελ. 26).
Ο Πρατικάκης δεν περιφρονεί επίσης καθόλου τα υφολογικά σχήματα της παραδοσιακής ποίησης. Οι παρηχήσεις είναι συχνές στο έργο του όπως «Χωρίς αρθρώσεις αρθρώνει τον όρθρο του παντός» (σελ. 31), «Κλώσα κλωσάει κλάσματα ως το άπειρο» (σελ. 25) «Η απλότητά του αφοπλίζει κάθε επιτήδευση» (σελ. 39) «παρότι απαρομοίαστο» (σελ. 40), «Την ίδια ώρα το νερό» (σελ. 40). Το ίδιο και το ομοιοτέλευτο, «…σαν ένα θραύσμα αναμετριέται με το χάσμα» (σελ. 32), «Με πνευστά αριστεράς και φτερά περιστεράς» (σελ. 49), «Μια παγωμένη αύρα, και δεν της πάν τα μαύρα» (σελ. 21) Εδώ το ομοιοτέλευτο σχεδόν εκβιάζεται. Εκβιάζεται επίσης και ένα εφέ ομωνυμίας στην 35η σταγόνα: «Θηλάζει τα βρέφη όλων των πραγμάτων. Έως βαθέως γήρατος τα βρέφη. (Τάδε έφη η γκομενίτσα Έφη)» (σελ. 35).
Παραφράζοντας τον τίτλο μιας προηγούμενης ποιητικής συλλογής του Πρατικάκη, τη «Μαγεία της μη διεκδίκησης», θα έβαζα ως υπότιτλο αυτού του έργου τη «Μαγεία της μεταφοράς». Γιατί η συλλογή αυτή βρίθει από τολμηρές, «ανοίκειες» μεταφορές. Παραθέτω την 34η σταγόνα, που απαρτίζεται από επάλληλες μεταφορές.
«Το να σκοτώνεις ένα γλάρο είναι σαν να θανατώνεις το σπόρο του νερού. Την ακάθιστη φύτρα του άσπρου. Ένα εξαπτέρυγο μ’ ανοιχτές φτερούγες. Ένα φανό θυέλλης που φωτίζει τα ποντοπόρα χρώματα» (σελ. 50).
Ακόμη: «Φέρετρο: η τελευταία λέμβος» (σελ. 58).
«Οι γυαλιστερές λακκούβες στο χωμάτινο δρόμο μοιάζουν με ασπίδες πεσόντων» (σελ. 57).
«Υδρορροή: της μπόρας παρωδία. Με το τενεκεδένιο κακόφωνο λαρύγγι» (σελ. 56).
«Ο ιδρώτας: αυτή η χλόη στο φλογισμένο δέρμα μας» (σελ. 46).
«Το κύμα: το φτερό της κίνησης» (σελ. 43).
«Ο σφυγμός σου: ο πρώτος ποταμός» (σελ. 43).
«Πάγος: αυτή η ταρίχευση του νερού» (σελ. 64).
Η μεταφορά στη μη ποιητική της εκδοχή αποτελεί ένα φωτισμό του αντικειμένου της μεταφοράς (tenor), μέσω του οχήματος (vehicle). Στην ποίηση, το αντικείμενο της μεταφοράς είναι προσχηματικό, για την παρουσίαση ενός φαντασμαγορικού οχήματος, σε μια ανοίκεια σύναψη. Συνήθως χρησιμοποιούνται εικονιστικά οχήματα για αφηρημένα αντικείμενα μεταφοράς. Στον Πρατικάκη συναντήσαμε και το αντίθετο, σε μια τολμηρή σύζευξη συγκεκριμένου αντικειμένου μεταφοράς – του νερού - με αφηρημένο όχημα.
«Σέρνεται αργοκίνητο-ξέφρενο σαν τη νόηση του χρόνου μέσα μας» (σελ. 19).
Η διαχρονικότητα της γλώσσας και η διαχρονικότητα της ποίησης, όπως εκφράζεται υφολογικά στη συλλογή αυτή του Πρατικάκη, δεν αποτελεί στην ουσία της παρά μεταφορά της διαχρονικότητας του νερού, ως του πιο ουσιαστικού συστατικού στοιχείου των έμβιων όντων, ως το sine qua non της ζωής. «Χωρίς εσένα σβήνουμε σαν άνθη. Το κορμί μας μένει λέξη αποξηραμένη. Φρύγανο σε φλόγα. Αιθάλη. Καπνός» (σελ. 46). Το ίδιο και οι διακειμενικές αναφορές, τόσο στη δυτική, όσο και στην ανατολική σκέψη (Λάο Τσε, Τσουάνγκ Τσου, Μπακαβάτ Γκιτά), καθώς και ο λεξιλογικός πλούτος της συλλογής. Δεν υπάρχουν μόνο λέξεις που χρησιμοποιούνται στην ιατρική ορολογία, μια και ο Πρατικάκης είναι ψυχίατρος (εμβολή, μηριαία, συμφόρηση, παροχέτευση, κάταγμα), αλλά και σε άλλες επιστήμες, όπως η νομική (δίκη, ένορκοι, καταθέσεις, ετυμηγορία), η φυσική (στροφορμή, στιβάδα, κβαντική, Η2Ο), η βιολογία (υδρόφιλο, υδροχαρής) κλπ. Γίνεται αναφορά ακόμη και στην «αρχή της απροσδιοριστίας του Χάιζενμπεργκ» (σελ. 19), με μια μεταφορική βέβαια σημασία.
Τα επίθετα που χρησιμοποιεί ο ποιητής για το νερό (ασύλληπτο, ακρυπτογράφητο, πλανόδιο, υποβόλιμο, απλόχερο, σπάταλο, παράφορο) κλπ.) μπορούν να εκτιμηθούν μόνο στο συγκείμενό τους. Αξίζει όμως να σημειώσουμε τον νεολογισμό «χωροφοβικό», από τους πιο καίριους που έχουν χρησιμοποιηθεί ποτέ για το νερό. Επίσης το ρήμα «ηθοποιώ», στο απόσπασμα «Το νερό; Το πνεύμα μας; Το ένα προσπαθεί να ορίσει το άλλο. Θεατής εν ταυτώ και θεατρίνος, διασκεδάζουν και ηθοποιούν στης υποστάσεως τη θεία κωμωδία» (σελ. 40). Νεολογίζει για να αποφύγει το πολυσημικό «παίζω».
Ο Πρατικάκης είπαμε μιλάει για το νερό και τις εκφάνσεις του όχι μόνο στην κυριολεκτική τους σημασία, αλλά και στη μεταφορική.
Είναι χαρακτηριστικό το σχόλιό του για τον ποιητή:
«Από την πέτρα που του εμπιστεύτηκαν προσπαθεί να βγάλει το άστρο της. Από την κάθε δίψα το ποτάμι της: Ο ποιητής» (σελ. 66).
Ενώ εδώ μιλάει γενικά για τον ποιητή, πιο κάτω αυτοβιογραφείται:
«Ομοιοκαταληκτούν με το αίμα μου τα κύματα
μ’ έχουν αποστηθίσει τα νερά» (σελ. 69).
Αλλού μιλάει για τις μυρτώες παραλίες, αναφερόμενος στη γενέθλια γη (Το Μύρτος Ιεραπέτρας).
Ελληνικά μεταμοντέρνος, με στημόνι το νερό, απλώνει ο Πρατικάκης το υφάδι της ποιητικής μας παράδοσης μέχρι τα αρχαϊκά χρόνια, συμπλέκοντας σε τολμηρές συζεύξεις τον αρχαιοελληνικό λόγο με το δημοτικό τραγούδι, τους υπόγειους ρυθμούς του ανομοιοκατάληκτου πεζολογικού στίχου της σύγχρονης ποίησης με την κρυστάλλινη ρυθμική καθαρότητα του ίαμβου και του ανάπαιστου. Αναμένουμε την ολοκλήρωση αυτής της μεγαλόπνοης σύλληψης, της «Εμπεδόκλειας» ποιητικής τετραλογίας, από ένας από τους σημαντικότερους μεταπολεμικούς μας ποιητές.

Μπάμπης Δερμιτζάκης