Μπάμπης Δερμιτζάκης

Book review, movie criticism

Thursday, September 4, 2025

Roberto Rossellini, Ταξίδι στην Ιταλία (Viaggio in Italia, 1954)

 

Roberto Rossellini, Ταξίδι στην Ιταλία (Viaggio in Italia, 1954)

 


  Εν τάξει, δεν υπάρχει περίπτωση να confuse with Ingmar Bergman, με προειδοποιεί η βικιπαίδεια, όμως εγώ είδα ότι η ταινία είναι μια μπεργκμανική ταινία γυρισμένη από τον Ροσελίνι, με πρωταγωνίστρια την τότε γυναίκα του.

  Γιατί μπεργκμανική;

  Γιατί το θέμα της είναι το κεντρικό θέμα του Μπέργκμαν, οι εντάσεις στις συζυγικές σχέσεις.

  Διατρέχουν όλο το μήκος της ταινίας, που σε ένα μεγάλο μέρος της είναι ένα ταξιδιωτικό. Βλέπουμε μουσεία στη Νάπολη, τις ανασκαφές στην Πομπηία… Τα κρανία που είδα μου θύμισαν το Αρκάδι, τα είδα σε μια εκδρομή με το σχολείο.

  Το τέλος όμως δεν είναι μπεργκμανικό, αυτό μόνο μπορώ να πω.

  Πολύ καλή ταινία, αξίζει να τη δείτε. 7,3 η βαθμολογία της.

 

Παντελής Πρεβελάκης, Ο Κρητικός (τριλογία)

 

Παντελής Πρεβελάκης, Ο Κρητικός (τριλογία) εκδότης Αετός, 1948,1949,1950

 


  Αγόρασα τους δυο τελευταίους τόμους (αυτούς βρήκα) της τριλογίας πριν χρόνια. Πέρυσι διάβασα στη βικιπαίδεια για τον κρητικό, όπου έδινε περίληψη των τριών τόμων, «Το δέντρο», «Η πρώτη λευτεριά» και «Η Πολιτεία». Ξεκίνησα να διαβάζω το «Δέντρο» αλλά δεν διάβασα παρά μόνο την αρχή. Βρέθηκα στο ΠΑΓΝΗ με χολαγγειίτιδα. Έπαιξα τη ζωή μου κορώνα γράμματα, να πάω ή να μην πάω στο νοσοκομείο της Ιεράπετρας, να περιμένω να μου περάσει ο πόνος (με κρατούσε κανένα οκτάωρο) ή να πάω στο νοσοκομείο και να μου βάλουν μορφίνη, όπως πριν δυο χρόνια, να μου περάσει ο πόνος πιο γρήγορα;

  Αποφάσισα να πάω στο νοσοκομείο. Από εκεί με έστειλαν στο ΠΑΓΝΗ. Εκεί άκουσα δυο φορές τη λέξη σηψαιμία, δεν θυμάμαι σε τι συμφραζόμενα. Αν δεν είχα πάρει την απόφαση να πάω στο νοσοκομείο της Ιεράπετρας, τώρα δεν θα διαβάζατε αυτές τις γραμμές.

  Στην τριλογία παρακολουθούμε τη ζωή του Κωνσταντή, που σαν στημόνι δένει το υφάδι των κρητικών αγώνων.

  Ορφανός, τον μεγάλωσε ο καλόγερος Μανασής (πριν συνεχίσετε διαβάστε καλύτερα πρώτα στον σύνδεσμο της βικιπαίδειας την πλοκή του «Δένδρου»). Στην «Πρώτη λευτεριά» θα δούμε την παντρειά του Κωνσταντή και τον ξεσηκωμό της Κρήτης το 1997, που έφερε την αυτονομία. Και βέβαια θα αναφερθεί διεξοδικά στο συγκινητικό γεγονός, που όταν έσπασε το κοντάρι της σημαίας ένας κρητικός, ο Σπύρος Καγιαλές ή Καγιαλεδάκης, έκανε το σώμα του κοντάρι με αποτέλεσμα να βουβαθούν τα κανόνια των πλοίων των τεσσάρων δυνάμεων που βομβάρδιζαν τους επαναστάτες στο ακρωτήρι. Γνώρισα τον εγγονό του. Δεν θυμάμαι, μπορεί και να ήταν ανιψιός του, όταν έγραψα βιβλιοκριτική για μια μικρή ποιητική του συλλογή, νομίζω ο τίτλος ήταν «Κόρη του ήλιου πρόβαλε» στα Κρητικά Επίκαιρα. Είχαμε επικοινωνήσει κάποιες φορές, και είχαμε βρεθεί. Δυστυχώς, όπως με πληροφόρησε ο εκδότης Γιώργος Βαρβέρης, πέθανε λίγα χρόνια αργότερα, νέος.

  Περισσότερο μου άρεσε το τρίτο μέρος, η «Πολιτεία». Το πρώτο μέρος της κυριαρχείται από την επανάσταση στο Θέρισο (1905), όπου διάβασα πράγματα που δεν τα ήξερα, και το δεύτερο από την προσωπική ιστορία του Κωνσταντή. Για άλλη μια φορά, μετά τον «Ήλιο του θανάτου» ο Πρεβελάκης θα στηλιτεύσει τη βεντέτα, βάζοντας τον Κωνσταντή να παντρεύεται τη χήρα του ενωμοτάρχη τον οποίο σκότωσε στην επανάσταση του Θέρισου, όχι όμως πριν τον μαχαιρώσει αυτή, και αφού έκανε καιρό να αναρρώσει.

  Σαν Θουκυδίδης ο Πρεβελάκης βάζει τον Βενιζέλο να αγορεύει στην κηδεία ενός καπετάνιου σκοτωμένου κατά την εξέγερση, και αργότερα άλλη μια φορά, όπου μιλάει για την πολιτική και τις αρετές που πρέπει να έχει ο πολιτικός άντρας. Και η τριλογία τελειώνει με τους κρητικούς να αποχαιρετούν τον Βενιζέλο, το 1910, καθώς τον είχαν καλέσει οι επαναστάτες του Γουδιού να κυβερνήσει την Ελλάδα.

  Πολλοί δυσανασχετούν με τις κρητικές λέξεις που βάζει ο Καζαντζάκης στα βιβλία του. Πολύ περισσότερες βάζει ο Πρεβελάκης. Οι άγνωστες λέξεις που συνάντησα ήταν πάρα πολλές (ιδίωμα δυτικής Κρήτης), αλλά με συγκίνηση συνάντησα λέξεις ξεχασμένες, που τις ήξερα μόνο από τα παιδικά μου χρόνια.

  Βλέπω επίσης και το χαρακτηριστικό της κρητικής διαλέκτου, τις σύνθετες λέξεις.

  Θα μπορούσα να ξεφυλλίσω και να παραθέσω αποσπάσματα, αλλά δεν έχω χρόνο, ταξιδεύω απόψε για την Αθήνα (φεύγω; Επιστρέφω; Έχω δυο πατρίδες, την Κρήτη και την Αθήνα) και δεν έχω χρόνο, πρέπει να αρχίσω να συμμαζεύω.  

Wednesday, September 3, 2025

Robert Bresson, To δράμα μιας όμορφης (Une femme duce, 1969)

 Robert Bresson, To δράμα μιας όμορφης (Une femme duce, 1969)

 


  Ας ξεκινήσουμε από αυτό.

  Καινούριο χόμπι: βάζω την τεχνητή νοημοσύνη και μου μεταφράζει βιβλία μου και τα αναρτώ στο amazon.com, αφού βέβαια κάνω επιμέλεια. Έχω αναρτήσει τρία, το The secret of the aliens, το Rereading Nietzsche και τη συλλογή διηγημάτων το Α Midnight Springs dream. Θα ακολουθήσουν κάποια από τα 60 περίπου άρθρα μου, ανακοινώσεις σε συνέδρια, μελέτες κ.λπ. που έχουν ένα γενικότερο, μη ειδικά ελληνικό, ενδιαφέρον. Σε ένα από αυτά έκανα μια λαθεμένη αναφορά στην κινηματογραφική μεταφορά από τον Peter Fleischman του «Λάθους» του Σαμαράκη,  πιστεύοντας ότι ξεκινάει από το τέλος. Χρειαζόμουν οπωσδήποτε μια ταινία που να ξεκινάει από το τέλος. Ρώτησα την ΑΙ (έχω πεντέξι, δεν θυμάμαι ποια), δεν μπόρεσε να μου βρει. Της είχα πει την αρχική σκηνή που θυμόμουν, ένα σάλι να πέφτει αργά από έναν όροφο. Κάποια γυναίκα είχε φουντάρει.

  Δεν ξέρω πως μου ήλθε στο μυαλό ο Robert Bresson και η Dominique Sanda. Τότε μπόρεσε να μου βρει την ταινία.

  Και η έκπληξη, διαβάζοντας στη βικιπαίδεια: αποτελεί μεταφορά της νουβέλας του Ντοστογιέφσκι, που εκδόθηκε πέντε χρόνια πριν το θάνατό του, το 1876, με τον τίτλο Кроткая, μια ευγενική γυναίκα.

  Που όμως και αυτή ξεκινάει από το τέλος.

  Διαφέρω από τους άλλους ανθρώπους, συνήθιζε να μου λέει η πρώην μου.

  Και πράγματι.

  Φίλοι μου που διάβαζαν, τώρα το έχουν ρίξει στις ταινίες και στα σήριαλ, και ευκαιριακά σε ελαφρά αναγνώσματα, όπως π.χ. αστυνομικά.

  Εγώ όχι.

  Έχω δηλώσει, ουκέτι καιρός, θα ξαναδιαβάζω τους κλασικούς. Αφού ξαναδιάβασα πρόσφατα το «Μαιτρ και η Μαργαρίτα» και τις «Νεκρές ψυχές» έχω αποφασίσει να συνεχίσω με την «Άννα Καρένινα», καθώς βρήκα τον πρώτο τόμο εδώ στον Κρήτη ενώ τον άλλο τον είχα στην Αθήνα.

  Και διαπίστωσα, διαβάζοντας την νουβέλα, πόσο μεγάλος είναι ο Ντοστογιέφσκι.

  Ο Μπρεσόν μεταφέρει την πλοκή στο σημερινό Παρίσι.

  Δυστυχισμένη, την παντρεύεται, όμως η συμπεριφορά του απέναντί της δεν είναι όπως αυτή θα περίμενε. Δεν υπάρχουν συχνοί καυγάδες, οι σιωπές κυριαρχούν στη θέση τους.

  Την τσακώνει με ένα νέο, για την ακρίβεια κρυφακούει μια συνομιλία τους.

  Όχι, δεν έχει γίνει τίποτα, τον αποκρούει με αξιοπρέπεια.

  Φαίνεται κοιμισμένος αλλά δεν είναι. Αυτή, πλησιάζει κρατώντας το πιστόλι του. Σχεδόν το ακουμπάει στον κρόταφό του. Αυτός, ανοίγοντας για δέκατα του δευτερολέπτου το μάτι του τη βλέπει, αλλά δεν αντιδράει.

  Όχι, δεν είναι δειλός.

  Αυτή μετανιώνει.

  Την αντιλήφθηκε μήπως;

  Όταν την επομένη βλέπει το καινούριο κρεβάτι που κουβάλησε για να κοιμάται, καταλαβαίνει ότι το αντιλήφθηκε.

  Νοιώθει εξουθενωμένη.

  Αυτός νιώθει νικητής.

  Όμως στο τέλος δεν αντέχει, πέφτει στα πόδια της, της λέει ότι την αγαπάει, ότι…

  Αυτή νιώθει τρομοκρατημένη, ίσως γιατί αισθάνεται ότι δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις προσδοκίες του, να του δείξει την ίδια αγάπη που της δείχνει αυτός τώρα.

  Φουντάρει από το παράθυρο.

  Είναι φοβερό το απόσπασμα στο οποίο ο Ντοστογιέφσκι βάζει τον ήρωά του να λέει πόσο εύκολο είναι να αυτοκτονήσει κανείς.

  Αν έχεις το μέσο στα χέρια σου, είναι σαν να νιώθεις τον ίλιγγο που θα ένιωθες αν βρισκόσουν στην άκρη ενός γκρεμού.

  Αχ, δέκα λεπτά μόνο να είχε έλθει πρωτύτερα θα είχε προλάβει.

  Η αφήγηση από τον άντρα γίνεται μπροστά στο νεκρό σώμα της γυναίκας του, που είναι ξαπλωμένη στο κρεβάτι.

  Η Ντομινίκ Σαντά του πετάει «Δειλέ».

  Στη νουβέλα κατηγορείται πράγματι για δειλία, γιατί δεν κάλεσε κάποιον σε μονομαχία. Όμως στο Παρίσι που τοποθετείται η πλοκή, και μάλιστα έναν αιώνα μετά, δεν υπάρχουν πια μονομαχίες. Αν κάποιος σε πληγώσει δεν θα τον καλέσεις σε μονομαχία, αλλά θα κοιτάξεις να του τη φέρεις κι εσύ, ακόμη και με ένα πληρωμένο δολοφόνο.

  Και όχι μόνο αυτό.

  Δεν μπορεί να χαρακτηριστεί δειλός επειδή παραιτήθηκε από διευθυντής τράπεζας εξαιτίας της κατάχρησης που έκανε ένας υφιστάμενος.

  Η μεταφορά ενός μυθιστορήματος σε διαφορετικό τόπο και χρόνο έχει πολλούς σκοπέλους.

  Σε ένα κείμενό μου με τίτλο «Κινηματογράφος και λογοτεχνία», που δημοσιεύτηκε στον αφιερωματικό τόμο για τον φίλο μου ομότιμο καθηγητή λαογραφίας Μανόλη Σέργη, γράφω κάποια πράγματα για τις κινηματογραφικές μεταφορές.

  Πολύ καλή ταινία, 7,3 η βαθμολογία της.

 

9

 9

 

O Κωνσταντίνος Μπούρας μου είπε να ψάξω να βρω ποιος είναι ο προσωπικός μου αριθμός. Βρήκα, είναι το 9 (9 ο αριθμός σπιτιών που κατοίκησα με τελευταίο το Κλεάρχου 9, κά.). Μου είπε, και ρώτησα τώρα και το chatgpt που μου έδωσε περίπου την ίδια απάντηση:

Στην αριθμολογία, ο αριθμός 9 θεωρείται ο «τελικός» αριθμός, το τέλος ενός κύκλου. Συνδέεται με:

  • ολοκλήρωση και ωριμότητα
  • αλτρουισμό, ανθρωπισμό, διάθεση να δώσεις στους άλλους
  • σοφία που προκύπτει από εμπειρία
  • μερικές φορές και αποχωρισμό/αποχαιρετισμό (αφού μετά το 9 ξεκινάει πάλι νέος κύκλος με το 1).

Είναι ο αριθμός των «παλιών ψυχών» — αυτών που έχουν περάσει πολλά, έχουν δει κύκλους να κλείνουν, και τώρα κουβαλούν συμπόνια αλλά και κάποια μελαγχολία.

Γι’ αυτό και στην παράδοση (και στη δική μας) το εννιά συνδέεται με μνημόσυνα και ολοκλήρωση πορείας. Στη θετική του πλευρά, όμως, δείχνει πληρότητα και «τελευταία σοδειά σοφίας».

 

Epilogue on the Number 9

The number 9 is the number of completion. It closes cycles and prepares the ground for new beginnings. In numerology, it symbolizes the wisdom gained through experience, the maturity that comes after trials, but also the awareness of life’s fleeting nature. It is the number of altruism, of giving to others, and it often carries a touch of melancholy, as if it knows that all things have a beginning and an end.

It is no coincidence that traditions connected it with the nine-day memorials, as a sign of the completion of a person’s journey on earth. At the same time, however, 9 is also the number of fulfillment — the final harvest before the cycle begins anew.

 

Ο αριθμός 9 είναι ο αριθμός της ολοκλήρωσης. Κλείνει κύκλους και προετοιμάζει το έδαφος για νέες αρχές. Στην αριθμολογία συμβολίζει τη σοφία που αποκτάται μέσα από εμπειρίες, την ωριμότητα που έρχεται μετά από δοκιμασίες, αλλά και την κατανόηση του παροδικού χαρακτήρα της ζωής. Είναι ο αριθμός του αλτρουισμού, της προσφοράς προς τους άλλους, και συχνά κουβαλά μια μελαγχολία, σαν να ξέρει ότι όλα τα πράγματα έχουν μια αρχή και ένα τέλος.

Δεν είναι τυχαίο ότι οι παραδόσεις τον συνέδεσαν με τα εννιάμερα μνημόσυνα, ως σημάδι ολοκλήρωσης της πορείας του ανθρώπου στη γη. Όμως ταυτόχρονα, το 9 είναι και ο αριθμός της πληρότητας — της τελευταίας συγκομιδής πριν ξεκινήσει ξανά ο κύκλος από την αρχή.

Thursday, August 28, 2025

Pedro Almodovar, Πέπι, Λούσι, Μπομ και τα άλλα κορίτσια (Pepi, Luci, Bom y otras chicas del montón, 1980)

 

Pedro Almodovar, Πέπι, Λούσι, Μπομ και τα άλλα κορίτσια (Pepi, Luci, Bom y otras chicas del montón, 1980)

 


  Από σήμερα στο Ατενέ.

  Η πρώτη ταινία του Αλμοδόβαρ, απολαυστική κωμωδία, έδειξε αμέσως τον μεγάλο σκηνοθέτη στον οποίο θα εξελισσόταν.

  Συχνά θυμάμαι ότι ξαναείδα μια ταινία μόνο από κάποιο επεισόδιο που μου έμεινε στη μνήμη.

  Ήξερα ότι ήταν από τον Αλμοδόβαρ, αλλά δεν θυμόμουν από ποια ταινία.

  -Ε, σεις, μην κάνετε θόρυβο.

  -Εσύ δεν κάνεις θόρυβο, συνέχισε.

  Η Πέπη βιάζεται από έναν αστυνομικό, παρθένα ούσα, και ζητάει εκδίκηση. Αρνήθηκε να την πάρει από πίσω, την παρθενιά της ήθελε να την μοσχοπουλήσει (Θυμήθηκα την «Ιστορία μιας Γκέισας», να μην ψάχνω τώρα τίνος συγγραφέα είναι, γιαπωνέζου, που γυρίστηκε σε ταινία).

  Γούστα που έχουν κάποιοι άνθρωποι!!!

  Ο νεαρός στην «Τελευταία παράσταση» (εξακολουθεί να προβάλλεται, για δεύτερη βδομάδα) δεν ήθελε να την πηδήξει επειδή ήταν παρθένα!!!

  Να μη συνεχίσω με την πλοκή.

  Θα δούμε να παρελαύνουν σ’ αυτήν ομοφυλόφιλοι, μια μαζοχίστρια, μια λεσβία…

   Και βέβαια θα ακούσουμε και για ναρκωτικά. Και τις γλάστρες με τη μαριχουάνα θα της δούμε.

  6,1 η βαθμολογία της. Ίσως οι χαρακτήρες ξενίζουν, όπως και εμένα άλλωστε, όμως η ταινία μου άρεσε. Μου αρέσουν οι κωμωδίες, και, πώς να το κάνουμε, Αλμοδόβαρ είναι αυτός.

Wednesday, August 27, 2025

Peter Bogdnovich, H τελευταία παράσταση (The last picture show, 1971)

 

Peter Bogdnovich, H τελευταία παράσταση (The last picture show, 1971)

 


  Από την Πέμπτη που μας πέρασε στους κινηματογράφους.

  Ας ξεκινήσουμε από αυτό.

  Η ταινία έχει βαθμολογία 8.

  Γιατί να ξεκινήσουμε από αυτό;

  Για να μη σας προκαταλάβω.

  Την ταινία την είδα ευχάριστα αλλά δεν θα της έβαζα ούτε 7.

  Κάτι μεταξύ 6 και 7.

  Είπαμε, περί ορέξεως κολοκυθόπιτα.

  Να μη σας το παίξω κουλτουριάρης και γράψω de gustibus non est disputandum.

  Μια γυναίκα δύο άντρες.

  Καλύτερα, δυο νεαροί, μια κοπέλα.

  Όλοι στην τελευταία τάξη του λυκείου.

  Νεανικοί έρωτες, προβλήματα και δισταγμοί στο σεξ, από τον ένα στον άλλο, κανείς από τους δυο δεν θα την πηδήξει, θα την πηδήξει κάποιος άλλος.

  Μια μοναξιασμένη ηλικιωμένη, όχι βέβαια γριά, θα τα φτιάξει με τον ένα νεαρό.

  Βλέπουμε και κάποιες άλλες σχέσεις, και ακούμε για το παρελθόν κάποιων άλλων σχέσεων.

  Η πλοκή διαδραματίζεται το 1951 περίπου, τότε που ήταν ο πόλεμος στην Κορέα.

  Ο ένας από τους δυο θα καταταγεί.

  Η τελευταία προβολή (προβολή, όχι παράσταση όπως θέλει ο τίτλος), είναι κινηματογραφική. Κανείς δεν πατάει πια στον κινηματογράφο, όλοι κάθονται στις τηλεοράσεις.

  Εμάς η τηλεόραση ήλθε τη δεκαετία του ’70.

  Οι δυο δεκαετίες που πέρασαν, ιδιαίτερα αυτή του ’60, ήταν η χρυσή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου.

  Η τελευταία προβολή του Σινε Αστέρια, του κινηματογράφου του χωριού μου, ήταν το 1970, ή ίσως το 1871, δεν είμαι σίγουρος.

  Θα τελειώσω λέγοντάς το κουλτουριάρικα: De gustibus non est disputandum.

  Εσάς μπορεί να σας αρέσει, όπως άρεσε και στους 56.000 που ψήφισαν, για να βγει μέσος όρος το 8.

  Εγώ δεν ψήφισα, γιατί να το χαλάσω;

  Αν και έτσι κι αλλιώς δεν θα το χάλαγα, η ψήφος μου θα ήταν σταγόνα στον ωκεανό.