Ο εμφύλιος μαίνεται στην Ιαπωνία.
Μπορώ να υποθέσω ότι πρόκειται για την εξέγερση των οπαδών του σογκούν, όταν ο
αυτοκράτορας ξαναπήρε τα ινία της χώρας μετά το τελεσίγραφο του προέδρου Γκραντ
να ανοίξει τα σύνορα αλλιώς θα βομβάρδιζε τα λιμάνια της. Ξέρουμε ότι τελικά
κέρδισε ο αυτοκράτορας αλλά στην ιστορία του Μιτζογκούτσι οι αντάρτες κερδίζουν
στο συγκεκριμένο νησί, μετά από μια προσωρινή ήττα. Οι κυβερνητικοί φεύγουν,
μένει όμως ο επικεφαλής αξιωματικός.
Οι δυο πόρνες, η
Oyuki και
η φίλη της, πρέπει να εγκαταλείψουν το σπίτι που δουλεύουν, καθώς οι εκρήξεις
μαίνονται γύρω τους. Το ίδιο και μια οικογένεια ευκατάστατων αστών. Τελικά
ταξιδεύουν με την ίδια άμαξα. Τις βλέπουν με περιφρόνηση. Όμως από τα τρόφιμα που
τους προσφέρει η
Oyuki
τρώνε, καθώς δεν είχαν τίποτα μαζί τους. Και δεν καταδέχονται να φάνε τα καρότα
που τρώει ο αμαξάς, πράγμα για το οποίο τους ειρωνεύεται. (Εδώ θυμήθηκα την
αρχοντομαθημένη
Claudette Colbert
που παρά την πείνα της δεν ήθελε να αγγίξει τα καρότα που της πρόσφερε ο
Clark Gable στην
ταινία του
Frank Capra
«
It happened one night»).
Πέφτουν στα χέρια
των αυτοκρατορικών. Ο επικεφαλής αξιωματικός μόλις έχει διατάξει την εκτέλεση
ενός αρχηγού των ανταρτών. Επαινεί το θάρρος του, όμως οι κανονισμοί του
επιβάλλουν να τον εκτελέσει.
Ζητάει από την
οικογένεια των αστών την κόρη τους. Αυτοί προσπαθούν να την πείσουν να δεχθεί,
για να σωθούν. Η φίλη της Oyuki προθυμοποιείται να πάει στη θέση της. Όμως αυτός δεν την
θέλει, θέλει την κόρη της οικογένειας.
Δεν είναι
διεφθαρμένος, απλά τους δοκίμαζε. Τους αντιμετωπίζει με περιφρόνηση που προσπάθησαν
να πείσουν την κοπέλα να πάει μαζί του.
Η Oyuki, που της αρέσει, θα τον φλερτάρει,
με αξιοπρέπεια. Αυτός θα ενδώσει. Η φίλη της είναι εξοργισμένη που την
περιφρόνησε, και ζηλεύει την Oyuki.
Όταν οι κυβερνητικοί αποχωρούν και αυτός μένει, θέλει να τον παραδώσει στους αντάρτες.
Η Oyuki την μεταπείθει. Μάλιστα την πείθει να τον αφήσουν να το
σκάσει. Είναι και οι δυο ερωτευμένες μαζί του, όμως να μην τρέφουν αυταπάτες,
δεν έχουν καμιά ελπίδα, αυτές είναι πόρνες και αυτός γιος σαμουράι. Φεύγει με
μια βάρκα.
Την αδελφή του Mizoguchi την
έδωσαν να γίνει γκέισα οι γονείς του, όταν στριμώχτηκαν οικονομικά. Οι γκέισες
δεν είναι πόρνες, είναι entertainers,
όμως είναι εύκολο να κυλίσουν στην πορνεία. Δεν διάβασα αν η αδελφή του
Μιτζογκούτσι κατάντησε πόρνη. Ο ίδιος δεν συγχώρησε ποτέ τον πατέρα του γι’
αυτό, καθώς και για την σκληρή συμπεριφορά του απέναντι στη μητέρα του. Τα
βάσανα των γυναικών στην ανδροκρατούμενη κοινωνία, διαβάζω στη βικιπαίδεια, είναι
μόνιμο θέμα στις ταινίες του. Τους αστούς τους βλέπει με περιφρόνηση.
Στη βικιπαίδεια
επίσης διαβάζω ότι εδώ βλέπουμε για πρώτη φορά την επιμελημένη σκηνογραφία και
τα μεγάλα πλάνα. Κάποια από αυτά ξεκινούν φωτογραφικά, πριν υπάρξει κίνηση μέσα
τους.
Καθώς είπαμε είμαι
ιδιοσυγκρασιακά συγκριτολόγος δεν άντεξα να μη διαβάσω το διήγημα του Μωπασάν «Boule de Suif» (Στην αγγλική
μετάφραση, που έχει τον τίτλο «Ball of fat»
και να δω την «Άμαξα» του Τζον Φορντ, την οποία, όπως διαβάζω στον σύνδεσμο που
παραθέτω στον τίτλο, την εμπνεύστηκε και αυτός από το διήγημα του Μωπασάν.
Τι καλά που έκανα
και διάβασα τον Μωπασάν! Θυμάμαι πόσο μου άρεσε ο «
Φιλαράκος».
Η σάτιρα, η χιουμοριστική
σάτιρα του Μωπασάν είναι και εδώ αδυσώπητη. Και, σε αντίθεση με τον «Φιλαράκο»,
εδώ υπάρχει η πόρνη με την οποία μπορούμε να ταυτιστούμε, μια και είναι ο καλός
χαρακτήρας στην πλοκή.
Στην άμαξα είναι
τρία ζευγάρια, εκπρόσωποι του εμπορικού και βιομηχανικού επιμελητηρίου και της
αριστοκρατίας. Υπάρχουν και οι δυο καλόγριες, εκπρόσωποι του κλήρου. Αφού
έφαγαν από το καλάθι της πόρνης, πρέπει τώρα να την πείσουν να δοθεί στον πρώσο
αξιωματικό (η υπόθεση τοποθετείται προφανώς το 1870, όταν νικήθηκαν οι γάλλοι
από τους πρώσους, και λίγο πριν την Κομούνα). Αν δεν δεχτεί να πάει μαζί του
δεν έχει σκοπό να τους αφήσει να συνεχίσουν το ταξίδι τους. Μεταχειρίζονται όλα
τα τερτίπια, όλες τις μαλαγανιές για να την πείσουν, θυμίζοντάς της την Ιουδήθ
και τον Ολοφέρνη και δεν θυμάμαι ποιους άλλους. Όμως μόνο όταν αναλαμβάνουν οι
καλόγριες που τα επιχειρήματά τους καταλήγουν στο γενικό «ο σκοπός αγιάζει τα
μέσα» πείθεται.
Ο Cornudet, ένας ακόμη επιβάτης της άμαξας,
πιο πριν της είχε ζητήσει να πάει μαζί του. Του αρνήθηκε, γιατί δεν ήθελε να το
κάνει καθώς ο πρώσος αξιωματικός ήταν σε κοντινό δωμάτιο.
Δημοκράτης, όταν
βλέπει με τι περιφρόνηση της φέρονται στην άμαξα όταν συνέχισε το ταξίδι της,
χωρίς να της δώσουν καν από τα τρόφιμα που είχαν μαζί τους «ξεχνώντας» ότι από
τα δικά της τρόφιμα έφαγαν στην αρχή τους ταξιδιού τους (η «χοντρούλα», όπως θα
μεταφράζαμε τον τίτλο στα ελληνικά, είχε ξεχάσει να προμηθευτεί), και ενώ τα
δάκρυα τρέχουν από τα μάτια της και λυγμοί ταράζουν το στήθος της παρά τις
προσπάθειές της να τους συγκρατήσει, τραγουδάει σε όλη τη διαδρομή τη Μασσαλιώτιδα,
ξέροντας πόσο τους είναι ενοχλητικό αυτό το άσμα της γαλλικής επανάστασης που
αργότερα έγινε ο εθνικός ύμνος της Γαλλίας.
Φυσικά την είχα
ξαναδεί την ταινία, αλλά πού να το θυμάμαι.
Αν εξαιρέσεις την
άμαξα και την πόρνη, δεν έχει καμιά σχέση με τον Μωπασάν, και φυσικά με τον
Μιτζογκούτσι. Εξάλλου όπως διάβασα στον σύνδεσμο που παραθέτω, είναι μεταφορά
ενός άλλου διηγήματος, ενός αμερικάνου συγγραφέα. Την πόρνη εδώ την
αντιμετωπίζουν αρχικά με περιφρόνηση, όμως όταν βλέπουν πόσο φρόντισε τη λεχώνα
γυναίκα και το μωρό αλλάζουν στάση απέναντί της. Και ο έρωτας εδώ ευοδώνεται,
με την Τζων Γουέιν να τη ζητάει σε γάμο. Όμως πιο πρώτα θα σκοτώσει τους τρεις
που σκότωσαν τον πατέρα του. Ένα μεγάλο μέρος της ταινίας δείχνει την καταδίωξη
της άμαξας από τους απάτσι, μέχρι που καταφτάνει το ιππικό.
Ο Μωπασάν
επικεντρώνεται περισσότερο στη σάτιρα των ανώτερων κοινωνικών τάξεων ενώ ο
Μιτζογκούτσι στη ματαίωση του έρωτα των δύο πορνών. Είναι γνωστή εξάλλου η
συμβουλή που δίνεται στις πόρνες, να μην ερωτευθούν γιατί θα πληγωθούν. Όχι ότι
αυτό θα συμβεί οπωσδήποτε, αλλά στο «
Pretty woman» ακούμε στο τέλος ότι εδώ είναι
Hollywood, δηλαδή πρόκειται για
παραμύθι, μην παίρνουν τα μυαλά σας αέρα.
Μπορείτε να δείτε την ταινία στο youtube με
αγγλικούς υπότιτλους.