Book review, movie criticism

Friday, March 31, 2017

Maurice Fitzgerald Scott, Το ταξίδι του Πήτερ



Maurice Fitzgerald Scott, Το ταξίδι του Πήτερ (μετ. Μαρία Παππά), Λιβάνης 1999, σελ. 300

  Το «Ταξίδι του Πήτερ» είναι ένα οδοιπορικό για την αναζήτηση του σκοπού της ζωής.
  Ποιος θα τον βοηθήσει στην αναζήτηση αυτού του σκοπού; Μα η Αλήθεια.
  Το βιβλίο έχει το στοιχείο του φανταστικού, με την εμφάνιση της Αλήθειας προσωποποιημένης που προθυμοποιείται να βοηθήσει τον Πήτερ στην αναζήτησή του, ταξιδεύοντάς τον μέσα στο χρόνο και στο χώρο, όπου θα συναντήσει διάφορες προσωπικότητες της επιστήμης και των γραμμάτων και θα συνομιλήσει μαζί τους. Ανάμεσα σ’ αυτές είναι ο Richard Dawkins («Το εγωιστικό γονίδιο»), ο Δαρβίνος, ο Τολστόι, ένας γκουρού, μια οικονομολόγος (ο Σκοτ είναι οικονομολόγος) κ.ά. Σαν μορφή θυμίζει πλατωνικούς διαλόγους, και σαν περιεχόμενο φέρνει στο νου τον «Κόσμο της Σοφίας» του Jostein Gaarder, μια μυθιστορηματικά εκλαϊκευμένη ιστορία της φιλοσοφίας. Και τώρα να προχωρήσουμε με την παράθεση κάποιων αποσπασμάτων.
  «Όπως είπε ο Τσόρτσιλ, (η δημοκρατία) είναι το χειρότερο σύστημα-εκτός από όλα τα άλλα» (σελ. 114). Ωραίο σαν ευφυολόγημα, αλλά λογικά δεν στέκει. Εγώ πάλι παράφρασα μια παράφραση του Bradley σε μια ρήση του Σπινόζα: «Η δημοκρατία είναι το καλύτερο των δυνατών πολιτευμάτων, και κάθε κακό σ’ αυτήν είναι αναγκαίο κακό» (Αντικατέστησα με τη λέξη «δημοκρατία» τον «κόσμο» στη ρήση του Σπινόζα).
  «-Δεν έχεις διαβάσει Το εγωιστικό γονίδιο του Ρίτσαρντ Ντάκινς;
  -Δυστυχώς όχι.
  -Ε, καλά, δεν είσαι ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος εδώ μέσα. Πολλοί ευφυείς άνθρωποι πρέπει να το έχουν διαβάσει μέχρι σήμερα» (151-152).
  Φαντάζομαι και μη ευφυείς, αν και εγώ θέλω να πιστεύω ότι είμαι από τους ευφυείς που το έχουν διαβάσει.
  «Οι Φουεγιανοί ήταν κανίβαλοι που μερικές φορές, αν πιέζοντας πολύ από την πείνα, μπορούσαν να σκοτώσουν και να φάνε τις γυναίκες τους» (σελ. 210-211).
  Η σύμπτωση: χθες ακόμη έκανα μια ανάρτηση για το ντοκιμαντέρ του Φώτου Λαμπρινού που έχει τίτλο «The great utopia» (από χθες στους κινηματογράφους), όπου αναφερόταν στην ανθρωποφαγία στη Ρωσία στις εποχές των λιμών.
  «Εν τούτοις τα μυθιστορήματα αποτελούσαν για μένα θαυμάσια ανακούφιση και ευχαρίστηση επί χρόνια, με την προϋπόθεση πως είναι τουλάχιστον αρκετά καλά και δεν έχουν άσχημο τέλος-πράγμα εναντίον του οποίου θα έπρεπε να έχει θεσπιστεί νόμος» (σελ. 226).
  Ποιος τα λέει αυτά; Ο Δαρβίνος.
  Και πάλι η σύμπτωση: σε χθεσινή πάλι ανάρτησή μου για τον «Διακεκριμένο πολίτη» (παίζεται επίσης από χθες στους κινηματογράφους) μιλούσα για το πραγματικό και το φανταστικό σε μια αφήγηση. Το είπε πραγματικά αυτό ο Δαρβίνος ή του το αποδίδει, ποιητική αδεία, ο Σκοτ; Κύριος οίδε.
  «Πολλοί είπαν πως το Πόλεμος και Ειρήνη είναι το σπουδαιότερο μυθιστόρημα που γράφηκε ποτέ, αν και ορισμένοι το αμφισβητούν αυτό και ισχυρίζονται πως είναι η Άννα Καρένινα» (σελ. 243).
  Συντάχθηκα με τους πρώτους, πολύ πριν διαβάσω ότι και ο Arnold Hauser (1892-1978) είχε την ίδια άποψη. Την «Κοινωνική ιστορία της τέχνης» την έγραψε το 1951, και δεν πιστεύω να άλλαξε γνώμη μέχρι το θάνατό του. Εγώ δεν ξέρω αν θα αλλάξω μέχρι το θάνατό μου, αλλά προς το παρόν, κατά τη γνώμη μου (πάντα κατά τη γνώμη μου) είναι το καλύτερο μυθιστόρημα που γράφηκε ποτέ.
  Και ένα τελευταίο, αποφθεγματικό: «Είναι καλύτερα να αγαπήσεις και να χάσεις παρά να μην αγαπήσεις καθόλου» (σελ. 289).
  When the truth is found to be lie/ and all the joy within you die/, don't you want somebody to love / Don't you need somebody to love / Wouldn't you love somebody to love / You better find somebody to love, love
  Περίπου την ίδια άποψη έχουν και οι Jefferson Airplane, στο τραγούδι τους «Somebody to love», από τα αγαπημένα μου.
    Έμαθα κάποια πράγματα που δεν ήξερα, κυρίως βιογραφικά. Βέβαια αυτή η «αναζήτηση του σκοπού της ζωής» σηκώνει μεγάλη κουβέντα. Σίγουρα όμως αξίζει να διαβάσει κανείς αυτό το βιβλίο.

Thursday, March 30, 2017

Φώτος Λαμπρινός, The great utopia (2017)



   
  Από σήμερα στους κινηματογράφους.
  Στη «Μεγάλη ουτοπία», ένα εξαιρετικό ντοκιμαντέρ, ο Φώτος Λαμπρινός μας δείχνει την πορεία της οκτωβριανής επανάστασης μέχρι το 1934. Βλέποντάς το θυμήθηκα πράγματα που είχα διαβάσει πριν χρόνια και τα είχα ξεχάσει, και έμαθα και πολλά πράγματα που δεν ήξερα. Έχοντας συλλέξει σπάνιο αρχειακό υλικό, μας δίνει την επώδυνη πορεία των μπολσεβίκων για την υλοποίηση της μεγάλης ουτοπίας.
  Βέβαια, να το ξεκαθαρίσουμε, μεγάλη ουτοπία είναι για τον Λαμπρινό, για μένα και για πολλούς άλλους, όχι όμως για ένα τμήμα της αριστεράς στην οποία ανήκει και το ΚΚΕ. Ας μην ξεχνάμε ότι υπάρχουν χώρες όπου το κομμουνιστικό κόμμα βρίσκεται στην εξουσία, όπως π.χ. το κινέζικο. Αλλά ας μην εμπλακούμε σε συζήτηση πάνω σ’ αυτό, είναι μεγάλη κουβέντα.
  Ο Λαμπρινός παρουσιάζει τον Λένιν σαν μια μεγάλη προσωπικότητα. Πολυσχιδής, αγαπούσε την λογοτεχνία και τη μουσική. Επέβαλε, «αναθεωρητικά», παρά τις αντιδράσεις που αντιμετώπισε στο κόμμα, την Νέα Οικονομική Πολιτική, για να μπορέσει να αυξήσει την αγροτική παραγωγή και να ταΐσει τους κατοίκους των πόλεων· και αυτό μετά τη νικηφόρα επανάσταση, που η πίστη στην ουτοπία βρισκόταν στο κορύφωμά της.
  Δεν συνέβη όμως το ίδιο και επί Στάλιν (έγινε γραμματέας του κόμματος το 1922, όταν ο Λένιν ήταν βαριά άρρωστος), όπου με την υποχρεωτική κολεκτιβοποίηση ξεσπιτώθηκαν χιλιάδες οικογένειες που αρνήθηκαν να ενταχθούν στα κολχόζ, ενώ με την κατάσχεση του σιταριού για εξαγωγή για τη χρηματοδότηση της βιομηχανίας πέθαναν χιλιάδες από ένα πρωτοφανή λιμό. Η ανθρωποφαγία δεν ήταν κάτι άγνωστο σε αυτή την περίοδο της φοβερής πείνας.
  Υπερβολή; Η μαρτυρία μιας γριούλας το 1983 ήταν συγκλονιστική. Οι γείτονες της έφαγαν το παιδί.
  Μήπως λέει ψέματα; Δεν το πιστεύω, γιατί το ίδιο μαρτυρεί και ο Καζαντζάκης που ταξίδεψε στη Ρωσία το 1927 στο βιβλίο του «Τόντα Ράμπα». Τον βλέπουμε μάλιστα και στην ταινία.
  Διάβασα κάπου ότι ένα είναι το μεγάλο δίδαγμα της ιστορίας: κανείς δεν διδάσκεται από αυτή. Το λάθος του Στάλιν το επανέλαβε ο Μάο τρεις δεκαετίες αργότερα.
  Πρόκειται, όπως είπα, για ένα εξαιρετικό ντοκιμαντέρ. Το είδα στη δημοσιογραφική προβολή. Πιο πριν είχε προβληθεί η ταινία «Το φάντασμα στο κέλυφος». Πάρα πολύ καλή ταινία, μια ταινία που θα αρέσει σίγουρα στον πολύ κόσμο. Όμως με έκπληξη διαπίστωσα ότι οι κριτικοί κινηματογράφου αντανακλούν και τις διαθέσεις του κοινού της έβδομης τέχνης, της πιο λαϊκής τέχνης. Στην προβολή της είδα την αίθουσα με περισσότερο κόσμο παρά ποτέ. Αντίθετα, στην προβολή του ντοκιμαντέρ ήσαν λιγότεροι παρά ποτέ.  
  Ελπίζω να είσθε από τους happy few, όπως έλεγε ο Σταντάλ, που θα δείτε την ταινία.

Rupert Sanders, Ghost in the Shell, (Το φάντασμα στο κέλυφος, 2017)



Rupert Sanders, Ghost in the Shell, (Το φάντασμα στο κέλυφος, 2017)

   Από σήμερα στους κινηματογράφους.
  Πρόκειται για μια εντυπωσιακή ταινία επιστημονικής φαντασίας που την κάνει ακόμη πιο εντυπωσιακή το 3D. Οι σκηνές δράσης είναι συναρπαστικές, κρατώντας συνεχώς τον θεατή με κομμένη την ανάσα. Και βέβαια θίγει ηθικά προβλήματα, προβλήματα που αντιμετωπίζονται τώρα σε σχέση με την γενετική και που πιθανότατα θα αντιμετωπισθούν, ίσως σε όχι πολύ μακρινό μέλλον, σε σχέση με τη ρομποτική και την τεχνητή νοημοσύνη. Και το ζήτημα που τώρα τίθεται μεταφορικά, ο άνθρωπος σκλάβος της τεχνολογίας, μπορεί να τεθεί κυριολεκτικά: τα ρομπότ θα ελέγξουν το δημιουργό τους, ενώ στην καλύτερη περίπτωση, όπως στην ταινία, απλά θα ξεφύγουν από τον έλεγχό του.
  Είδαμε και αγαπημένους ηθοποιούς: Σκάρλετ Γιόχανσον («Χαμένοι στη μετάφραση»), Ζιλιέτ Μπινός («Μπλε ταινία») και Τακέσι Κιτάνο («Οι κούκλες»). Η Σκάρλετ Γιόχανσον είναι ένα ρομποτικό υβρίδιο στο οποίο έχει εμφυτευθεί ανθρώπινος εγκέφαλος, σε ένα τέλειο συνδυασμό: η στρατηγική σκέψη με τη σωματική δύναμη και ευκινησία. Την επέμβαση την έχει κάνει η Ζιλιέτ Μπινός. Έχοντας τον βαθμό του ταγματάρχη, θα είναι ένας ικανότατος πράκτορας στην υπηρεσία του κράτους για την καταστολή του εγκλήματος. Όμως, όπως θα αποδειχθεί στην πορεία, η διαδικασία με την οποία «κατασκευάστηκε» ήταν ολότελα εγκληματική. Και μπαίνει για μια φορά ακόμη το ηθικό πρόβλημα: κατά πόσο ο σκοπός αγιάζει τα μέσα;
  Τα απροσδόκητα, οι ανατροπές και η μαγεία του 3D θα συναρπάσουν κάθε θεατή.  

Lisa Azuelos, Dalida (2016)



Lisa Azuelos, Dalida (2016)


 Από σήμερα στους κινηματογράφους.
  Στην προηγούμενη ανάρτησή μου για το «Ένας διακεκριμένος πολίτης» μίλαγα για το πραγματικό και το επινοημένο σε μια ιστορία. Ίσως δεν τόνισα όσο έπρεπε ότι εγώ είμαι λάτρης του πραγματικού. Μου αρέσουν οι ταινίες που βασίζονται σε μια πραγματική ιστορία. Μου αρέσουν επίσης οι βιογραφίες όπως αυτή εδώ η ταινία, που αναφέρεται στη ζωή της γαλλίδας τραγουδίστριας Δαλιδά.
  Έχω γράψει επίσης ότι υπάρχουν διάφοροι παράγοντες που καθορίζουν την επιλογή μας και επηρεάζουν την κρίση μας, όπως είναι ο ειδολογικός (μου αρέσουν οι κωμωδίες) η μεταφορά αριστουργημάτων της κλασικής λογοτεχνίας στη μεγάλη οθόνη, ταινίες που έχουν να κάνουν με συγκεκριμένες χώρες όπως το Ιράν και η Κίνα, με συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο όπως η Αφρική και μάλιστα η μαύρη, κ.λπ. κ.λπ.
   Ο λόγος που θα πήγαινα οπωσδήποτε να δω την ταινία βρίσκεται ανάμεσα στο κ.λπ.: μου φέρνει στο νου αναμνήσεις από την εφηβεία μου. Ήμουν δεκαεπτάχρονος όταν αυτοκτόνησε ο Λουίτζι Τένκο (17-1-1967), το αμόρε της Δαλιδάς, γιατί το τραγούδι του ciao amore, ciao δεν πήρε το βραβείο στο φεστιβάλ τραγουδιού του Σαν Ρέμο. Δεν ξέχασα ποτέ τη μελωδία αυτού του τραγουδιού και θυμόμουν δυο στίχους του: andare via lontano, cercare un altro mondo.
  Πέρα από τη βιογραφία, η ταινία βλέπεται και ως δράμα. Δυστυχισμένα παιδικά χρόνια προδιαθέτουν για κατάθλιψη. Είναι και η περίπτωση της «Ξανθιάς» που παρουσιάσαμε πρόσφατα (μυθιστορηματική βιογραφία της Μέριλιν Μονρόε από την Joyce Carol Oates). Οι απόπειρες αυτοκτονίας είναι σχεδόν αναπόφευκτη συνέπεια. Η δόξα δεν προφυλάσσει. Ο Χέμινγουεϊ, παρά το Νόμπελ του, αυτοκτόνησε. Το ίδιο και ο Γιασουνάρι Καουαμπάτα. Και πόσοι άλλοι δεν αυτοκτόνησαν έμμεσα, αλκοολικοί, όπως ο Francis Scott Fitzgerald.
  Η ταινία μου άρεσε ακόμη περισσότερο γιατί ήταν καλή. Πολύ καλές ερμηνείες, πολύ καλή σκηνοθεσία και φυσικά γεμάτη με τραγούδια της Δαλιδά. Και στο IMDb βλέπω έχει μια καλή βαθμολογία, 6,8.

Arnaud des Pallières, Orphan (Σε τέσσερις χρόνους, 2016)



Arnaud des Pallières, Orphan (Σε τέσσερις χρόνους, 2016)
 


  Από σήμερα στους κινηματογράφους.
  Για δεύτερη συνεχόμενη φορά, μετά την ταινία του ιρανού Babak Payavi «One more day», νοιώθω αμηχανία μπροστά στην πλοκή και αισθάνομαι την ανάγκη να ψάξω στο διαδίκτυο. Εκεί διάβασα ότι οι τέσσερις γυναίκες των οποίων παρακολουθούμε την ιστορία στην πραγματικότητα είναι μία.
  Τέσσερις γυναίκες σε τρεις ιστορίες και ένα κοριτσάκι σε μια τέταρτη. Η μια γυναίκα είναι μπαλαντέρ γιατί εμφανίζεται στις δύο. Κατάλαβα ότι το κοριτσάκι ήταν η Adel Haenel από το πιστόλι που βρέθηκε στο πορτ μπαγκάζ του αυτοκινήτου τους, και που της το είχε δώσει ο πατέρας της όταν ήταν κοριτσάκι. Καθώς είναι υπόδικη, ο άνδρας της την αναγκάζει να φύγουν για την πατρίδα του τη Γεωργία. Όμως περνώντας από τη Ρουμανία, καθώς είναι ετοιμόγεννη, γεννάει. Παρατάει το μωρό στον άντρα της και το σκάει κρυφά.
  Μια πρώτη σύγχυση: το μωρό αυτό είναι μήπως η δεκατριάχρονη που δηλώνει δεκαοχτάχρονη και μετά δεκαεξάχρονη, και που το σκάει συνέχεια από το σπίτι, όπου μένει μόνο με τον πατέρα της; Το σκέφτηκα, αλλά ο άντρας της Adel με τον πατέρα του κοριτσιού δεν θυμόμουνα να μοιάζουν. Εξάλλου δεν κολλάει καθόλου με τη μια γυναίκα σε τέσσερις φάσεις της ζωής της. Έτσι τη δεκατριάχρονη αυτή πρέπει να τη θεωρήσουμε ως την Adel στη δεύτερη ηλικιακή της φάση. Στην τρίτη ηλικιακή της φάση, σαν Adel Exarhopoulos, είναι ένα μικρό πουτανάκι, που δεν μοιάζει καθόλου με την Adel όπως τη βλέπουμε όχι και πολλά χρόνια αργότερα, να έχει σπουδάσει δασκάλα με τα λεφτά που έκλεψε με τη γυναίκα-μπαλαντέρ και να έχει έναν καλό σύντροφο με τον οποίο προσπαθεί να κάνει παιδί.
  Μπερδευτήκατε, αλλά δεν έχει σημασία. Η ταινία είναι πολύ καλή, δείτε τη σαν τέσσερις ξεχωριστές ιστορίες για να την απολαύσετε καλύτερα.