Friday, November 30, 2018

Kei Kumai, Sandaka No. 8 (1974)


Kei Kumai, Sandaka No. 8 (1974)


  Αφού είδαμε την Kinuyo Tanaka σαν ηθοποιό και σαν σκηνοθέτιδα, την ξαναείδαμε σαν ηθοποιό σε μεγάλη ηλικία.
  Το θέμα της ταινίας είναι οι πτωχές κοπέλες που πουλιόντουσαν σαν πόρνες στο εξωτερικό, με την ανοχή της κυβέρνησης, αν όχι με τις ευλογίες. Όταν η Ιαπωνία έγινε μεγάλη δύναμη απαγόρευσε αυτές τις πωλήσεις γιατί αμαύρωναν την εικόνα της στο εξωτερικό.
  Η νεαρή δημοσιογράφος που κάνει έρευνα για το θέμα βρίσκει τη γριά Osaki (πραγματική ιστορία, διαβάζω στο IMDb). Αυτή της εξιστορεί τη ζωή της, πως μετά τη χρεοκοπία των γονιών της πουλήθηκε για τρακόσια yen, δήθεν υπηρέτρια. Όντως δούλεψε στο πορνείο Νο. 8 στο Βόρνεο σαν υπηρέτρια, όμως μετά από ένα χρόνο υποχρεώθηκε να γίνει πόρνη. Ένας έρωτας δεν κράτησε, έκλεισε το πορνείο, βρέθηκε στη Μαντζουρία όπου παντρεύτηκε και έκανε ένα γιο. Όταν πέθανε ο άντρας της ξαναγύρισε στην Ιαπωνία. Ζει φτωχική ζωή στο χωριό. Ο γιος της της στέλνει κάθε μήνα λίγα χρήματα. Η νύφη της ούτε που καταδέχτηκε να έλθει να τη δει, οκτώ τόσα χρόνια. Η άφιξη της δημοσιογράφου που μένει σπίτι της, η οποία της έχει κρύψει την ταυτότητά της, της δίνει μεγάλη χαρά. Ακούγοντας τη δυστυχισμένη ιστορία της νοιώθει τύψεις. Όταν είναι να φύγει ξεσπάει σε κλάματα ζητώντας της συγνώμη. Αυτή δεν βρίσκει τίποτα να της συγχωρέσει, η παρουσία της κοντά της όλο αυτό τον καιρό τη γέμισε χαρά.
  Κάπου έχω και μια ταινία, ντοκιμαντέρ ή μυθοπλασίας δεν θυμάμαι, για τις κινέζες που οι γιαπωνέζοι κατακτητές υποχρέωσαν να δουλέψουν ως πόρνες για τα στρατεύματά τους. Θα πρέπει να ψάξω να τη βρω και να τη δω κι αυτήν. Οι γυναίκες πάντα θύματα, είτε με τους νικητές είτε με τους νικημένους.  

Kinuyo Tanaka, The moon has risen (Tsuki wa noborinu (月は上りぬ 1955)




  Καθώς η Κινούγιο Τανάκα ήταν πρωταγωνίστρια του Όζου και του Μιτζογκούτσι σε πάρα πολλά έργα, αποφάσισα να δω και μια σκηνοθετική της δουλειά, και μάλιστα καθώς το σενάριο είναι του Όζου, τον οποίο παρουσιάζω σιγά σιγά πακέτο.
  Η ταινία θα μπορούσε να λέγεται «Οι τρεις αδελφές». Η μεγάλη είναι χήρα. Στο τέλος του έργου ο πατέρας της την ενθαρρύνει να ξαναπαντρευτεί. Όμως το κύριο μέρος της πλοκής έχει να κάνει με τις προσπάθειες της μικρής αδελφής με ένα φίλο της, τον Shoji, να παντρέψει τη μεσαία. Απολαυστικά τα επεισόδια, όπως εκείνο που βάζουν την υπηρέτρια να πάρει τηλέφωνο τον νεαρό, δήθεν ότι είναι η αδελφή της, και να του κλείνει ραντεβού. Το ίδιο κάνουν και με την αδελφή της. Όταν οι δυο νέοι βρίσκονται τελικά, -Μα εσύ δεν με πήρες τηλέφωνο; -Εγώ; Όχι, εσύ με πήρες. Κατάλαβαν τι σκάρωσαν πίσω από την πλάτη τους αλλά δεν ενοχλήθηκαν. Ατένισαν μαζί το φεγγάρι.
  Το επεισόδιο με τα τηλέφωνα μου θύμισε μια φάρσα που κάναμε πριν δεκαετίες. Στο σπίτι του φίλου μου του Μιχάλη στην Παχιά Άμμο υπήρχαν δυο τηλέφωνα, δίπλα δίπλα. Πήραμε ταυτόχρονα δυο φίλες και μετά ενώσαμε τα ακουστικά. -Μα εσύ με πήρες. -Πώς σε πήρα εγώ; Αφού εσύ με πήρες. Εμείς ακούγαμε και προσπαθούσαμε να πνίξουμε τα γέλια μας. Στο τέλος βέβαια δεν κρατηθήκαμε, πήραμε τα ακουστικά και τους είπαμε για τη φάρσα που τους σκαρώσαμε.
  Αφού κλείστηκε το ειδύλλιο με τη μεσαία αδελφή έρχεται η σειρά της μικρής (εξαιρετική στο ρόλο της τσαχπίνας κοπελιάς η Mie Kitahara που κυριολεκτικά κλέβει την παράσταση), που τώρα συνειδητοποιεί τα αισθήματα που τρέφει για τον Shoji με τη βοήθεια του οποίου σκάρωσε το προξενιό για την αδελφή της.
  Ο Όζου δείχνει πάντα τους ήρωές του με μεγάλη καλοσύνη και ανθρωπιά. Αναρωτιέμαι αν είδα έναν «κακό» στις ταινίες του, που τις είδα όλες. Ο Shoji βοηθάει όπως μπορεί ένα φίλο του που έχει οικονομικές δυσχέρειες και πρέπει να φροντίζει και τη μισότυφλη μητέρα του. Του δίνει να κάνει μεταφράσεις, και στο τέλος κάνει την πιο γενναιόδωρη κίνηση που θα μπορούσε να γίνει, να του προσφέρει τη δουλειά που βρήκε στο Τόκιο. Όμως γρήγορα θα βρει κι αυτός δουλειά στο Τόκιο σαν καθηγητής αγγλικών.
  Οι δυο νέοι θα αναγνωρίσουν τα αισθήματά τους και θα πάνε μαζί στο Τόκιο, ενώ ο πατέρας αναρωτιέται τι βρίσκουν οι νέοι στη βρώμικη πρωτεύουσα. Περίπου ό,τι βρίσκουμε κι εμείς στην Αθήνα, θα έλεγα.
  Η ταινία ανοίγει και κλείνει με τραγούδια Νο, στα οποία κάνουν προπόνηση στο ναό κοντά στον οποίο μένουν. Δεν προσφέρουν στην πλοκή, και υποθέτω ότι αυτό έχει να κάνει με την αγάπη της Τανάκα για το Νο. Να ευχαριστήσω και από εδώ τον γιαπωνέζο pen friend μου Οτάνι Τοσινόρι, ελληνομαθή, που οι κασέτες με έργα Νο και Καμπούκι που μου έστειλε με βοήθησαν πολύ στη συγγραφή του βιβλίου μου «Εισαγωγή στο θέατρο της Ιαπωνίας και της Κίνας» (ΑΛΔΕ 2010). Τις μετέγραψα σε dvd και στη συνέχεια τις ριπάρισα σε mpeg 4 και τις ανέβασα στο κανάλι μου στο youtube.  
  Δεν μπορούσα να φανταστώ πόσο θα μου άρεσε αυτή η ταινία.   

Ανδρέας Μήτσου, Ο Ορφέας και ο Ανδρέας


Ανδρέας Μήτσου, Ο Ορφέας και ο Ανδρέας, Καστανιώτης 2018, σελ. 167


Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα

  Ένα ακόμη βιβλίο με εξαιρετικά διηγήματα του Ανδρέα Μήτσου

  Διαβάζοντας την τελευταία συλλογή διηγημάτων του Ανδρέα Μήτσου που έχει τίτλο «Ο Ορφέας και ο Ανδρέας» (συμμετρία με εφέ ομοιοτέλευτου), συνειδητοποίησα γιατί ο Ανδρέας προτιμά τη μικρή φόρμα του διηγήματος, αν και τα περισσότερα βραβεία τα κέρδισε από τα λίγα μυθιστορήματα που έγραψε, σε σχέση με τις συλλογές διηγημάτων. Ο Ανδρέας αρέσκεται να προσωπογραφεί· να προσωπογραφεί αποκλίνοντες ήρωες. Σε ένα μυθιστόρημα ο αποκλίνων ήρωας θα είναι ένας, όπως ο «Σκύλος της Μαρί» για παράδειγμα, ενώ σε κάθε διήγημα υπάρχει και από ένας, πράγμα που του δίνει την δυνατότητα σε μια συλλογή διηγημάτων να παρουσιάζει μια ολόκληρη πινακοθήκη με τέτοιους ήρωες. Και βέβαια κάθε διήγημα έχει να προσφέρει και ένα κορυφαίο γεγονός, πράγμα που σε ένα μυθιστόρημα θα ήταν πληθωριστικό, με αποτέλεσμα την πτώση του κατωφλιού ερεθισμού του αναγνώστη. Τέτοιοι ήρωες είναι ο μοχθηρός δάσκαλος, οι κουφοί στο «Χωριό των κουφών», ο νεαρός που φοράει το κουστούμι του εκτελεσμένου γιατρού, τρύπιο από τις σφαίρες, και παρουσιάζεται σαν να είναι αυτός, ο τέως φαντάρος που κουβαλώντας μια τραυματική εμπειρία από την εισβολή στην Κύπρο θανατώνει τα σκυλιά, ο ήρωας της «Άγνωστης γυναίκας» που αναζητάει ψυχαναγκαστικά μια παλιά του αγάπη σε κάθε γυναίκα που της μοιάζει έστω και ελάχιστα, τον ήρωα της «Τελευταίας συνάντησης» που υιοθετεί ασυνείδητα το χαμόγελο και το ψεύδισμα μιας αγαπημένης που σε λίγο θα ανήκει στο παρελθόν, η θεία Ευφροσύνη που μια γάτα την κατατρομάζει και νομίζει πως εισβάλουν στο σπίτι της «Κλέφτες, δολοφόνοι, φονιάδες», ο δίκαιος που στον ύπνο του τα επτά νεογέννητα γατάκια κόβουν βόλτες πάνω στο κορμί του, κ.λπ.
  Οι τέτοιοι ήρωες του δίνουν την ευκαιρία να δίνει στην πλοκή του μια γεύση γκροτέσκου, μια διάσταση ελληνικού μαγικού ρεαλισμού. Διαβάζουμε:
  «Πέρασε πολλή ώρα ώσπου να φτάσει κάτω και να τσακιστεί. Γιατί σαν πουλί έμενε ακίνητος στον αέρα, μέχρι να σκάσει με γδούπο πάνω στα χοντρά κάτασπρα βότσαλα» (σελ. 33).
   Συχνά το γκροτέσκο αυτό έχει το ντύμα της παραίσθησης ή του εφιάλτη:
  «Έβλεπα τις γαρίδες που δεν ήθελαν να ξεψυχήσουν και να παραδοθούν προτού μ’ αρπάξουν, προτού τυλιχτούν στο λαιμό μου, προτού με πνίξουν και μ’ εκδικηθούν. Τις έβλεπα να πλησιάζουν όλες μαζί» (σελ. 66).
  Κορυφαίο από αυτή την άποψη είναι το τελευταίο και πιο μεγάλο διήγημα που δίνει και τον τίτλο της συλλογής, με τον πιο διαταραγμένο από τους ήρωές του.
  Και πάλι ο Ανδρέας αρέσκεται στην πρωτοπρόσωπη αφήγηση, καθώς έχει έναν αυτοβιογραφικό και εξομολογητικό χαρακτήρα. Κάποιες φορές που χρησιμοποιεί την τριτοπρόσωπη αφήγηση χαρακτηρίζει, συχνά με σκληρότητα, τον ήρωά του («Αντίθετα, καταλήγει να πιστέψει, ο ανίδεος, πως…» σελ. 99). Και εστέτ της γραφής καθώς είναι, κόβοντας αδυσώπητα, δίνει μια απίστευτα λιτή γραφή, με πολύ μικρές παραγράφους. Η redundancy (περισσότητα έχει μεταφράσει τον όρο ο συγχωρεμένος ο Σωτήρης Δημητρίου, ο καθοδηγητής μας στην Ομάδα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας για τριάντα τόσα χρόνια) είναι περιορισμένη στο ελάχιστο. Να δώσουμε ως δείγμα ένα απόσπασμα που μας άρεσε ιδιαίτερα.
    «Τα καλά μας χρόνια βρίσκονται πίσω μας. Εκεί στέκονται και μας περιμένουν. Για έναν ζεστό καφέ, μες στην απόλυτη ασφάλεια του κήπου.
  Ευωδιάζει ο παλιός χρόνος. Απλώνεται το άρωμά του και φτάνει ως εμάς, μας τυλίγει.
  Έτσι γεμίζει το σήμερα, από το χθες. Έτσι «γίνεται».
  Ωριμάζει σαν τον καρπό.
  Γιατί υπάρχει μόνο το παρελθόν. Το μέλλον αφορά πάντα τους άλλους» (σελ. 132-133). 
  Στον «Μοχθηρό δάσκαλο», το πρώτο διήγημα της συλλογής, διαβάζουμε ότι ο πατέρας του αφηγητή, κατά συμβουλή του δασκάλου, μάζεψε και έβαλε φωτιά στα βιβλία του γιατί τον απέτρεπαν από το να διαβάζει τα μαθήματά του. Όμως «χύμηξε την τελευταία στιγμή, μετανιωμένος, πάνω στη φωτιά και την ποδοπατούσε σαν αναστενάρης και την απόσβησε. Και μου ’φερε πίσω, μισοκαμμένα, μέσα από τις στάχτες, δυο μόνο βιβλία που μπόρεσε να σώσει, την Πείνα του Κνουτ Χάμσουν και τα Ταξίδια του Γκιούλιβερ του Τζόναθαν Σουίφτ (σελ. 16).
  Εμένα η μητέρα μου δεν χρειαζόταν να ακούσει τις συμβουλές κανενός δασκάλου, ήξερε η ίδια. Μάζεψε τα βιβλία μου του Νίτσε και ετοιμαζόταν να τα βάλει προσάναμμα στο φούρνο, γιατί λέει με είχανε κάνει άθεο. Όχι, αυτή δεν μετάνιωσε την τελευταία στιγμή, εγώ την πρόλαβα την τελευταία στιγμή όταν γυρνώντας σπίτι και βλέποντας τι πήγαινε να κάνει της όρμηξα και της τα πήρα από τα χέρια. Η Πείνα φυσικά, από τα πρώτα βιβλία που είχα αγοράσει, δεν ήταν ανάμεσά τους.
  Διαβάζουμε:
  «Θα τον φάω το γέρο…Θα το πάρω το χάκι μου» (σελ. 48).
  Είναι η δεύτερη φορά που συναντάω τη λέξη. Η πρώτη ήταν από τη συγχωρεμένη τη γιαγιά μου που καταριότανε κάποιον συχνά: «Κι ως μου φαε το χάκι μου…». Της είχε φάει μια κληρονομιά.
  Εξαιρετικά και αυτά τα διηγήματα του Ανδρέα Μήτσου, του ευχόμαστε να είναι καλοτάξιδα.

Μπάμπης Δερμιτζάκης

Thursday, November 29, 2018

Mouly Surya, Marlina the murderer in four acts (Μαρλίνα, η δολοφόνος σε τέσσερις πράξεις, 2017)




  Από σήμερα στους κινηματογράφους.
  Από την Ινδονησία μας έρχεται αυτή η ταινία, η πρώτη που βλέπω. Έχω δει και δυο ντοκιμαντέρ για την Ινδονησία, για τη σφαγή των κομμουνιστών, όμως ο σκηνοθέτης δεν είναι ινδονήσιος.
  Φεμινιστικό γουέστερν χαρακτηρίστηκε η ταινία, με το φεμινισμό να βρίσκεται σε πρώτο πλάνο πάντα.
  Χηρεμένη, την έβαλε στο μάτι μια ομάδα κακοποιών, για να τη ληστέψουν και να τη βιάσουν. Αφελής η πρότασή τους να τους μαγειρέψει, έχοντας ανακοινώσει ήδη τις προθέσεις τους. Ο αρχηγός που ήλθε πιο πρώτα και τη βίασε θα ξεφύγει το θάνατο από τη δηλητηρίαση, όμως στην επόμενη απόπειρά του να τη βιάσει θα χάσει το κεφάλι του, κυριολεκτικά. Στην Ινδονησία (οι τριτοκοσμικές ταινίες με ενδιέφεραν πάντα και για τα ανθρωπολογικά τους στοιχεία) κυκλοφορούν κάτι τεράστια μαχαίρια, μεταξύ χατζάρας και σπαθί σαμουράι. Με ένα τέτοιο θα τον αποκεφαλίσει. Όμως δυο από την ομάδα απουσίαζαν, και όταν δουν τι συνέβη θα την καταδιώξουν. Αυτή πηγαίνει να αναφέρει τα καθέκαστα στην αστυνομία. Μαζί της είναι και μια έγκυος γυναίκα, στον δέκατο μήνα.
  Σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης η γυναίκα είναι λίγο πολύ καταπιεσμένη. Αν η σκηνοθέτις βάζει στη μυθοπλασία της πραγματικά περιστατικά, φαίνεται ότι εδώ η γυναίκα βρίσκεται ακόμη σε χειρότερη μοίρα. Δεν μπορεί να εξηγηθεί με απλό θράσος ο βιασμός και η ληστεία, με ακάλυπτα τα κεφάλια των ληστών, λες και μετά δεν θα συνέβαινε τίποτα.
  Δείχνει και άλλες πλευρές της καταπίεσης της γυναίκας, όπως π.χ. το ότι αν μια γυναίκα αργεί να γεννήσει αυτό είναι ένδειξη ότι έχει σεξουαλικές σχέσεις, και αν ο άνδρας της απουσιάζει, αυτές θα είναι σίγουρα με ξένους. Ο αστυνομικός που παίρνει κατάθεση είναι επιφυλακτικός απέναντι στην καταγγελία για βιασμό.
  Εξαιρετική ταινία, επελέγη για το βραβείο καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας στα Ακαδημαϊκά Βραβεία. Αξίζει να τη δείτε. 

Lars Kraume, The silent revolution (Das schweigende Klassenzimmer, Η σιωπηλή επανάσταση 2018)


Lars Kraume, The silent revolution (Das schweigende Klassenzimmer, Η σιωπηλή επανάσταση 2018)


  Από σήμερα στους κινηματογράφους.
  Για την εξέγερση στην Ουγγαρία το 1956 είχα διαβάσει, αλλά δεν ήξερα λεπτομέρειες. Δεν ήξερα ότι υπήρξε μια παρόμοια (ή ίσως το είχα ξεχάσει) το 1953, στην Ανατολική Γερμανία. Η ταινία που βασίζεται σε πραγματικό γεγονός αναφέρεται σ’ αυτές τις εξεγέρσεις, κυρίως βέβαια της Ουγγαρίας.
  Κάποιοι τελειόφοιτοι ακούν στο σπίτι ενός γέρου ομοφυλόφιλου που βρίσκεται έξω από την πόλη ένα παράνομο ραδιοφωνικό σταθμό. Έτσι μαθαίνουν για την εξέγερση της Ουγγαρίας, για τους δεκάδες νεκρούς, ανάμεσα στους οποίους είναι και ο Φέρεντς Πούσκας.
  Δεν μπορεί, σκέφτομαι, είναι δυνατόν; Αφού ο Πούσκας ήταν ένα από τα πρόσωπα ενός αγαπημένου παιδικού μου αναγνώσματος, του «Γκρέκο, ο ήρως των γηπέδων» που το διάβαζα όταν πήγαινα στο δημοτικό (1956-1962). Κατά το ήμισυ ήταν περιγραφή ποδοσφαιρικών αγώνων και κατά το άλλο ήμισυ αστυνομική περιπέτεια. Θυμάμαι και άλλα πρόσωπα, τον ντι Στέφανο της Ρεάλ Μαδρίτης (νομίζω ο Πούσκας ήταν ο προπονητής της), τον ντετέκτιβ Νίνο Ζανίνο και τον ερυθρόδερμο Ίντσου να τιάρα λαμάτα που θα πει Γενναίος αετός με τρυφερή καρδιά.
  Αργότερα μου λύθηκε η απορία: ήταν λάθος (ή ψεύτικη;) είδηση.
  Η τάξη αποφασίζει να κάνει δύο λεπτών σιγή για τα θύματα της εξέγερσης. (H σιωπούσα αίθουσα διδασκαλίας είναι ο γερμανικός τίτλος). Φυσικά θα γίνουν ανακρίσεις. Θα αποφασίσουν πλειοψηφικά να το καλύψουν λέγοντας ότι τάχα η δυο λεπτών σιγή ήταν για τον Πούσκας. Φυσικά δεν έπεισαν. Στην πορεία των ανακρίσεων θα αποκαλυφθούν καλά κρυμμένα μυστικά και θα δοκιμασθεί η εχεμύθεια των νεαρών. Στο τέλος όμως θα προβούν σε μια ηρωική και συγκινητική πράξη αλληλεγγύης. Να μην την αποκαλύψουμε όμως.  
  Πολύ καλή ταινία, αξίζει να τη δείτε.

Rupert Everett, The happy prince (Ο ευτυχισμένος Όσκαρ, 2018)

Rupert Everett, The happy prince (Ο ευτυχισμένος Όσκαρ, 2018)

  Από σήμερα στους κινηματογράφους.
  Τον Rupert Everett τον θυμάμαι σαν ένα εξαιρετικό Όμπερον στο «Όνειρο θερινής νύχτας». Τώρα τον βλέπω και σαν σκηνοθέτη στον «Ευτυχισμένο Όσκαρ», που αναφέρεται στις τελευταίες μέρες της ζωής του Όσκαρ Ουάιλντ, που τις πέρασε στην εξορία μετά την αποφυλάκισή του.
  Οι βιογραφίες, το έχω ξαναγράψει, είναι αγαπημένο μου είδος. Θυμήθηκα βιογραφικά του Όσκαρ Ουάιλντ ενώ έμαθα και πράγματα που αγνοούσα, όπως ότι η γυναίκα του πέθανε πριν από αυτόν. Το «De profundis» είναι από τα καλύτερα έργα που έχω διαβάσει, μια συγκινητική ερωτική εξομολόγηση, ομοφυλοφιλική έστω. Και το «Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέι» το διάβασα δυο φορές, την πρώτη μαθητής. Θυμάμαι πόσο μου άρεσαν οι αφορισμοί που υπήρχαν σε μια σελίδα πριν το μυθιστόρημα, ιδιαίτερα οι «Όταν οι κριτικοί διαφωνούν ο καλλιτέχνης είναι σίγουρος για τον εαυτό του» και «Η αντιπάθεια του κόσμου για τον ρεαλισμό είναι η λύσσα του Κάλιμπαν που βλέπει το πρόσωπό του στον καθρέφτη». Και τελευταία μα όχι έσχατα, τα θεατρικά του έργα. Το «The importance of being Earnest» που το κάναμε και στο πανεπιστήμιο μου άρεσε ιδιαίτερα. Τα έργα του για παιδιά, ένα από τα οποία δίνει και τον τίτλο στην ταινία, δεν τα έχω υπόψη μου. Στο Κάτω Χωριό που έζησα τα παιδικά μου χρόνια δεν μου ήταν προσβάσιμα.
  Έχουν κάνει πολλά οι εγγλέζοι, ανάμεσα στα οποία και το ότι εξόντωσαν τον Όσκαρ Ουάιλντ και τον Alan Turing, αυτόν που έσπασε τον κώδικα των Γερμανών κατά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και χάρισε τη νίκη στον «πατέρα της νίκης», τον Ουίνστον Τσώρτσιλ. Δεν ήξερα για τη μεταμέλειά τους, το διάβασα στα γράμματα τέλους: «Μαζί με 75000 άλλους άνδρες που καταδικάστηκαν για ομοφυλοφιλία ο Όσκαρ Ουάιλντ πήρε χάρη τ

Wednesday, November 28, 2018

Matteo Garrone, Dogman (2018)


Matteo Garrone, Dogman (2018)


  Από την Πέμπτη που μας πέρασε στους κινηματογράφους.
  Στην ταινία αυτή υπάρχει ο κακός και ο άσχημος, και κανένας καλός. Όταν δεν υπάρχει καλός στην ταινία έχω πρόβλημα.
  Ο κακός είναι ναρκομανής, διαρρήκτης και ο τραμπούκος της γειτονιάς. Μάλιστα οι γείτονες συσκέπτονται να τον βγάλουν από τη μέση πληρώνοντας κάποιον εκτελεστή. Ο άσχημος ασχολείται με σκυλιά, μάλιστα κερδίζει σε ένα διαγωνισμό για κανίς. Όμως παράλληλα διακινεί και ναρκωτικά. Συμμετέχει και στις διαρρήξεις του κακού, αρκετά απρόθυμα είναι αλήθεια, αλλά καλοδέχεται το μικρό μερίδιό του από τα κλοπιμαία. Η αγαπησιάρικη σχέση με την μικρή κόρη του (είναι χωρισμένος) ρετουσάρει την εικόνα που έχω γι’ αυτόν.
  Πολύ καλή ταινία, εξαιρετικό το τέλος, βραβείο πρώτου ανδρικού ρόλου για τον Marcello Fonte στις Κάννες, κανείς δεν νομίζω να έχει ένσταση γι’ αυτό, αλλά οι δυο αφελείς κινήσεις των δυο ηρώων δεν με έπεισαν σεναριακά.
  Μου άρεσε η ταινία, αλλά τον φίλο μου τον Νίκο τον Παναγιώτου τον ενθουσίασε. Χάρη σ’ αυτόν πήρα χαμπάρι ότι η ταινία ήδη παίζεται, καθώς είχα σημειώσει κατά λάθος ότι η προβολή στους κινηματογράφους είναι για την ερχόμενη Πέμπτη.  



Tuesday, November 27, 2018

Bradley Cooper, A star is born (Ένα αστέρι γεννιέται, 2018)


Bradley Cooper, A star is born (Ένα αστέρι γεννιέται, 2018)


  Εξακολουθεί να παίζεται στους κινηματογράφους.
  Θα πηγαίνατε ποτέ να βλέπατε μια ταινία με τίτλο «Ένα αστέρι σβήνει»;
  Μάλλον όχι. Οι τίτλοι που αποπνέουν μια απαισιοδοξία ενστικτωδώς μας απωθούν. Όμως εγώ αυτό προσέλαβα σ’ αυτή την ταινία, το σβήσιμο ενός αστεριού που μεσουρανούσε στον κόσμο της μουσικής, ενός εξαιρετικού κιθαρίστα και τραγουδιστή.
  Δηλαδή είναι άσχετος ο τίτλος;
  Καθόλου. Ο Bradley Cooper, φτασμένος τραγουδιστής αλλά αλκοολικός, ναρκομανής και με αυτοκτονικές τάσεις, αναδεικνύει την ντροπαλή αλλά ταλαντούχα Lady Gaga σε αστέρι πρώτου μεγέθους. Θα γίνουν ζευγάρι, μάλιστα θα παντρευτούνε κιόλας. Όμως όσο ανεβαίνει η Lady Gaga, τόσο πέφτει ο Bradley Cooper.
  Εξαιρετικό στόρι, το τέταρτο remake μιας ταινίας του 1937. Εξαιρετικές ερμηνείες, μου άρεσε η ταινία παρόλο που τα musical δεν είναι είδος που μου αρέσει.

Μανόλης Πρατικάκης, ο ποιητής, ο στοχαστής

Μανόλης Πρατικάκης, ο ποιητής, ο στοχαστής, Ιεράπετρα 21ος αιώνας, 2018
Το βιβλίο σε pdf

Monday, November 26, 2018

Yasujiro Ozu, 13.Dragnet girl (Το σαγηνευτικό κορίτσι, Hijôsen no onna, 1933)


Yasujiro Ozu, 13.Dragnet girl (Το σαγηνευτικό κορίτσι, Hijôsen no onna, 1933)


  Έχουμε και εδώ το θέμα της αδελφικής αγάπης, αλλά κυρίως το «γυρίζω στον καλό δρόμο», όπως στο «Walk cheerfully».
  Ο ήρωάς μας είναι πυγμάχος, αλλά ασχολείται και με όχι και τόσο τίμιες δουλειές. Η κοπέλα του τον ακολουθεί. Του είναι πιστή, παρά το φλερτ που της κάνει ο γιος του αφεντικού της. Κάποια στιγμή έρχεται ο αδελφός, ο άλλος ήρωας, και ζητάει να δουλέψει κοντά του. Τον θαυμάζει. Αυτός δεν έχει αντίρρηση. Όμως έρχεται η αδελφή του και τον βρίσκει, και τον παρακαλεί να μην τον δεχθεί. Δεν θέλει ο αδελφός της να πάρει αυτό τον δρόμο.
  Εντυπωσιάζεται. Περίπου την ερωτεύεται. Θα της κάνει το χατίρι. Το κορίτσι του όμως ζηλεύει. Θα πάει να τη βρει. Θα εντυπωσιαστεί από τη συμπεριφορά της. Η κοπέλα αυτή λειτουργεί ως καταλύτης.
  Τη βλέπει στο κατάστημα που δουλεύει (πουλάει δίσκους κλασικής μουσικής) να πλέκει. Πηγαίνει και αυτή και αγοράζει μαλλί, να του πλέξει ένα πουλόβερ. Θέλει να μοιάσει στην κοπέλα που τόσο μάγεψε τον αγαπημένο της. Και ακολουθεί η πιο κωμική από τις λίγες κωμικές σκηνές του έργου (ο Όζου έχει το χιούμορ στις φλέβες του, όπου μπορεί δίνει κωμικές πινελιές), ο φίλος της με απλωμένα τα χέρια να κρατάει την κουλούρα το μαλλί και αυτή να το τυλίγει σε κουβάρι.
  Θέλει να ζήσουν τίμια. Να παρατήσουν τις βρωμοδουλειές και να φύγουν. Δεν έχει αντίρρηση. Του προτείνει μια τελευταία βρωμοδουλειά. Θα κλέψουν το γιο του αφεντικού της και με τα λεφτά του θα το σκάσουν.
  Δεν του παίρνει όλα τα λεφτά. Φεύγουν. Πηγαίνει στο σπίτι της να ετοιμαστεί. Αυτός θα επιστρέψει να την πάρει. Πηγαίνει στο σπίτι των δυο αδελφών. Τους λέει να είναι αγαπημένοι γιατί ο ένας αγαπάει τον άλλο. Τους αφήνει χρήματα. Πηγαίνει να πάρει τη φίλη του. Όμως το σπίτι το έχουν κυκλώσει οι αστυνομικοί. Του λέει να παραδοθούνε. Λίγα χρόνια φυλακή και μετά θα είναι μαζί, αντί να είναι μια ζωή κυνηγημένοι. Αυτός αρνείται. Την παρασύρει να το σκάσουν από τις στέγες. Φαίνεται να τα έχουν καταφέρει. Αυτή επιμένει. Αυτός την παρατάει για να το σκάσει μόνος του. Αυτή τον πυροβολεί στο πόδι. Του αναπτύσσει πάλι τη ρητορική της τιμιότητας. Αυτός πείθεται. Λίγα χρόνια χωριστά και μετά πάλι μαζί, του λέει, ενώ οι αστυνομικοί τους περνούν τις χειροπέδες.
  Δεν ξέρω πώς προσέλαβαν την ταινία οι γιαπωνέζοι θεατές, αλλά ένας δυτικός θεατής θα έβρισκε το σενάριο πολύ παρατραβηγμένο. Το «κατά το εικός», θυσία στο διδακτισμό.
  Μπορείτε να δείτε την ταινία στο youtube με αγγλικούς υπότιτλους.
  Η προηγούμενη ανάρτησή μας ήταν για την ταινία «Woman of Tokyo».


Sunday, November 25, 2018

Kenji Mizoguchi (溝口 健二, 1998-1956) 7. 1935 The Downfall of Osen (折鶴お千 Orizuru Osen)


Kenji Mizoguchi (溝口 健二, 1998-1956) 7. 1935 The Downfall of Osen (折鶴お千 Orizuru Osen)


  Έχω αναφερθεί κάμποσες φορές στο μοτίβο της αυτοθυσίας της γυναίκας για τον άνδρα, αναφέροντας ως κλασικά παραδείγματα την «Άλκηστη» και το «Αντίο παλλακίδα μου», διαβάζοντας όμως για την ταινία στη βικιπαίδεια βλέπω ότι είναι ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο στα έργα του Μιτζογκούτσι. Ήδη το είδαμε στην ταινία «The water magician». Και, βλέπω τώρα, και οι δυο ταινίες βασίζονται σε μυθιστορήματα του Kyoka Izumi, που σημαίνει ότι και αυτός είχε εμμονή με το θέμα της αυτοθυσίας της γυναίκας για τον άνδρα. Επίσης ήταν συνηθισμένο μοτίβο στα έργα Shimpa, το πρώτο μοντέρνο είδος θεάτρου που αναπτύχθηκε στην Ιαπωνία μετά την παλινόρθωση του αυτοκράτορα.
  Ο νεαρός έχει έλθει στο Τόκιο να σπουδάσει, όμως η ζωή του ήλθε ανάποδα. Ετοιμάζεται να αυτοκτονήσει, αλλά τον σώζει η κοπέλα που τον παίρνει υπό την προστασία της. Όμως ποια προστασία, η ίδια έχει πουληθεί σε έναν γκάγκστερ και ο νεαρός δουλεύει σ’ αυτόν σαν υπηρέτης. Ο γκάγκστερ αυτός ετοιμάζεται να σκαρώσει το μεγάλο κόλπο, κλέβοντας αγάλματα από μια βουδιστική εκκλησία. Θέλει τη βοήθειά της για να ξελογιάσει τον μοναχό. Την παρουσιάζει ως αδελφή του προξενεύοντάς του την. Ξέρει ότι του αρέσει. Αυτή τον καταδίδει στην αστυνομία, η οποία συλλαμβάνει όλη τη σπείρα.
  Στη συνέχεια τους βλέπουμε μαζί. Ο νεαρός διαβάζει, η κοπέλα τον στηρίζει. Όμως δύσκολα τα βγάζουν πέρα, και όταν τα πράγματα σφίγγουν ιδιαίτερα, πείθεται από τη γυναίκα που τη δανείζει καθώς δεν θέλει να τη δανείσει άλλο να δουλέψει ως πόρνη.
  Το πράγμα θα στραβώσει όταν κατηγορηθεί για κλοπή, για κάποια πράγματα που ξέχασε ένας πελάτης της. Θα καταλήξει στη φυλακή. Ο νεαρός, θεωρώντας την κλέφτρα, δεν θα ενδιαφερθεί για την τύχη της. Θα τελειώσει τις ιατρικές του σπουδές και θα εργαστεί στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο.
  Κάποια στιγμή θα ζητήσουν τη βοήθειά του για μια κοπέλα που έχει πέσει αναίσθητη στο τραίνο. Με έκπληξη θα δει ότι πρόκειται για την προστάτισσά του. Θα τη μεταφέρει στο νοσοκομείο. Όμως δεν θα τον αναγνωρίσει, έχει καταντήσει τρελή από τα τόσα βάσανα. Οι τύψεις κατατρώνε τον νεαρό.
  Γιατί τρελή;
  Θα παραθέσω ένα απόσπασμα από το βιβλίο μου «Εισαγωγή στο θέατρο της Ιαπωνίας και της Κίνας». Το θέμα της τρέλας είναι το θέμα μιας υποομάδας της τέταρτης ομάδας των έργων Nô.
  «Η κύρια υποομάδα όμως είναι εκείνη που περιλαμβάνει έργα τρέλας, και ονομάζονται  monogurui-mono, ή kyojo-mono, έργα με τρελή γυναίκα, μια και αυτή είναι συνήθως το τρελό πρόσωπο. Το διαταραγμένο ψυχικά άτομο θεωρείται ότι βρίσκεται σε μια κατάσταση καταληψίας. Στο Nô δεν απεικονίζεται η τελική συντριβή, αλλά περισσότερο η πορεία που οδηγεί το άτομο στην τρέλα. Η τρέλα θεωρείται ως μια υψηλή πνευματική κατάσταση που συνοδεύεται με το χωρισμό από τον εαυτό. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι τρελοί ποτέ δεν χρησιμοποιούνται ως κωμικά πρόσωπα, αντίθετα από ό,τι συμβαίνει στη Δύση. Η τρέλα δεν έχει θέσει στη γιαπωνέζικο χιούμορ.
  Οι ήρωες των έργων τρέλας προκαλούν μεγάλη συμπάθεια στο κοινό. Ο τρόπος παιξίματος των ηθοποιών σε πολλά από τα έργα της κατηγορίας αυτής είναι σε μεγάλο βαθμό ρεαλιστικός ή μιμητικός, με μια μελοδραματική χροιά, και μοιάζουν περισσότερο με το kabuki παρά με το Nô».
  Στο έργο βέβαια του Μιτζογκούτσι δεν βλέπουμε την πορεία που οδήγησε την κοπέλα στην ψυχολογική συντριβή της αλλά την τελική της κατάληξη.
  Το θέμα της αυτοθυσίας της γυναίκας τον απασχολεί, γιατί η αδελφή του που πουλήθηκε ως γκέισα τον πήρε αργότερα υπό την προστασία της και τον στήριξε, όπως και την αδελφή τους. Στις ταινίες του λοιπόν ο Μιτζογκούτσι εκδραματίζει μια δική του κατάσταση. Δεν είναι τυχαίο ότι και στις δυο ταινίες που είδα η γυναίκα εμφανίζεται σαν μητρική και αδελφική φιγούρα ταυτόχρονα, ενώ το ερωτικό βρίσκεται σε δεύτερη μοίρα, και μάλιστα σ’ αυτήν εδώ την ταινία σχεδόν δεν γίνεται αναφορά σ’ αυτό.  
  Πέρα από το θέμα της αυτοθυσίας της γυναίκας βλέπουμε ότι ο Μιτζογκούτσι αντιμετωπίζει την πόρνη με μεγάλη συμπάθεια. Δεν είναι μόνο το ότι ο πατέρας του πούλησε την μεγάλη του αδελφή του σαν γκέισα, η οποία ίσως έγινε πόρνη όπως πολλές γκέισες. Είναι και το ότι ο ίδιος έζησε στη γειτονιά με τα μπουρδέλα, και μάλιστα συνέζησε με μια πόρνη (call girl γράφει η βικιπαίδεια), παρόλο που η σχέση αυτή είχε μια τραγική κατάληξη, γιατί τον τραυμάτισε στην πλάτη με ένα ξυράφι. Το σκάνδαλο στάθηκε αιτία να χάσει προσωρινά τη δουλειά του σαν σκηνοθέτης στα στούντιο Nikkatsu.
  Στιλιστικά, διαβάζω στην βικιπαίδεια, ο Μιτζογκούτσι χρησιμοποιεί εδώ την κινούμενη κάμερα και τις αναδρομές. Δυο μεγάλες αναδρομές βλέπουμε στην ταινία, η μια με την ιστορία από τότε που η κοπέλα αποτρέπει την τελευταία στιγμή τον νεαρό από την αυτοκτονία, και η άλλη η προσωπική ιστορία του νεαρού μέχρι τότε.
  Το έργο μπορείτε να το δείτε στο youtube με αγγλικούς μεσότιτλους.
  Η προηγούμενη ανάρτησή μας ήταν για την ταινία "Oyuki the virgin". 
 

Saturday, November 24, 2018

Kenji Mizoguchi (溝口 健二, 1998-1956) 6. 1935 Oyuki the Virgin (Maria no Oyuki)


Kenji Mizoguchi (溝口 健二, 1998-1956) 6. 1935 Oyuki the Virgin (Maria no Oyuki)


  Ο εμφύλιος μαίνεται στην Ιαπωνία. Μπορώ να υποθέσω ότι πρόκειται για την εξέγερση των οπαδών του σογκούν, όταν ο αυτοκράτορας ξαναπήρε τα ινία της χώρας μετά το τελεσίγραφο του προέδρου Γκραντ να ανοίξει τα σύνορα αλλιώς θα βομβάρδιζε τα λιμάνια της. Ξέρουμε ότι τελικά κέρδισε ο αυτοκράτορας αλλά στην ιστορία του Μιτζογκούτσι οι αντάρτες κερδίζουν στο συγκεκριμένο νησί, μετά από μια προσωρινή ήττα. Οι κυβερνητικοί φεύγουν, μένει όμως ο επικεφαλής αξιωματικός.
  Οι δυο πόρνες, η Oyuki και η φίλη της, πρέπει να εγκαταλείψουν το σπίτι που δουλεύουν, καθώς οι εκρήξεις μαίνονται γύρω τους. Το ίδιο και μια οικογένεια ευκατάστατων αστών. Τελικά ταξιδεύουν με την ίδια άμαξα. Τις βλέπουν με περιφρόνηση. Όμως από τα τρόφιμα που τους προσφέρει η Oyuki τρώνε, καθώς δεν είχαν τίποτα μαζί τους. Και δεν καταδέχονται να φάνε τα καρότα που τρώει ο αμαξάς, πράγμα για το οποίο τους ειρωνεύεται. (Εδώ θυμήθηκα την αρχοντομαθημένη Claudette Colbert που παρά την πείνα της δεν ήθελε να αγγίξει τα καρότα που της πρόσφερε ο Clark Gable στην ταινία του Frank Capra «It happened one night»).
  Πέφτουν στα χέρια των αυτοκρατορικών. Ο επικεφαλής αξιωματικός μόλις έχει διατάξει την εκτέλεση ενός αρχηγού των ανταρτών. Επαινεί το θάρρος του, όμως οι κανονισμοί του επιβάλλουν να τον εκτελέσει.
  Ζητάει από την οικογένεια των αστών την κόρη τους. Αυτοί προσπαθούν να την πείσουν να δεχθεί, για να σωθούν. Η φίλη της Oyuki προθυμοποιείται να πάει στη θέση της. Όμως αυτός δεν την θέλει, θέλει την κόρη της οικογένειας.
  Δεν είναι διεφθαρμένος, απλά τους δοκίμαζε. Τους αντιμετωπίζει με περιφρόνηση που προσπάθησαν να πείσουν την κοπέλα να πάει μαζί του.
  Η Oyuki, που της αρέσει, θα τον φλερτάρει, με αξιοπρέπεια. Αυτός θα ενδώσει. Η φίλη της είναι εξοργισμένη που την περιφρόνησε, και ζηλεύει την Oyuki. Όταν οι κυβερνητικοί αποχωρούν και αυτός μένει, θέλει να τον παραδώσει στους αντάρτες. Η Oyuki την μεταπείθει. Μάλιστα την πείθει να τον αφήσουν να το σκάσει. Είναι και οι δυο ερωτευμένες μαζί του, όμως να μην τρέφουν αυταπάτες, δεν έχουν καμιά ελπίδα, αυτές είναι πόρνες και αυτός γιος σαμουράι. Φεύγει με μια βάρκα.
  Την αδελφή του Mizoguchi την έδωσαν να γίνει γκέισα οι γονείς του, όταν στριμώχτηκαν οικονομικά. Οι γκέισες δεν είναι πόρνες, είναι entertainers, όμως είναι εύκολο να κυλίσουν στην πορνεία. Δεν διάβασα αν η αδελφή του Μιτζογκούτσι κατάντησε πόρνη. Ο ίδιος δεν συγχώρησε ποτέ τον πατέρα του γι’ αυτό, καθώς και για την σκληρή συμπεριφορά του απέναντι στη μητέρα του. Τα βάσανα των γυναικών στην ανδροκρατούμενη κοινωνία, διαβάζω στη βικιπαίδεια, είναι μόνιμο θέμα στις ταινίες του. Τους αστούς τους βλέπει με περιφρόνηση.
  Στη βικιπαίδεια επίσης διαβάζω ότι εδώ βλέπουμε για πρώτη φορά την επιμελημένη σκηνογραφία και τα μεγάλα πλάνα. Κάποια από αυτά ξεκινούν φωτογραφικά, πριν υπάρξει κίνηση μέσα τους.
  Καθώς είπαμε είμαι ιδιοσυγκρασιακά συγκριτολόγος δεν άντεξα να μη διαβάσω το διήγημα του Μωπασάν «Boule de Suif» (Στην αγγλική μετάφραση, που έχει τον τίτλο «Ball of fat» και να δω την «Άμαξα» του Τζον Φορντ, την οποία, όπως διαβάζω στον σύνδεσμο που παραθέτω στον τίτλο, την εμπνεύστηκε και αυτός από το διήγημα του Μωπασάν.
  Τι καλά που έκανα και διάβασα τον Μωπασάν! Θυμάμαι πόσο μου άρεσε ο «Φιλαράκος».
  Η σάτιρα, η χιουμοριστική σάτιρα του Μωπασάν είναι και εδώ αδυσώπητη. Και, σε αντίθεση με τον «Φιλαράκο», εδώ υπάρχει η πόρνη με την οποία μπορούμε να ταυτιστούμε, μια και είναι ο καλός χαρακτήρας στην πλοκή.
  Στην άμαξα είναι τρία ζευγάρια, εκπρόσωποι του εμπορικού και βιομηχανικού επιμελητηρίου και της αριστοκρατίας. Υπάρχουν και οι δυο καλόγριες, εκπρόσωποι του κλήρου. Αφού έφαγαν από το καλάθι της πόρνης, πρέπει τώρα να την πείσουν να δοθεί στον πρώσο αξιωματικό (η υπόθεση τοποθετείται προφανώς το 1870, όταν νικήθηκαν οι γάλλοι από τους πρώσους, και λίγο πριν την Κομούνα). Αν δεν δεχτεί να πάει μαζί του δεν έχει σκοπό να τους αφήσει να συνεχίσουν το ταξίδι τους. Μεταχειρίζονται όλα τα τερτίπια, όλες τις μαλαγανιές για να την πείσουν, θυμίζοντάς της την Ιουδήθ και τον Ολοφέρνη και δεν θυμάμαι ποιους άλλους. Όμως μόνο όταν αναλαμβάνουν οι καλόγριες που τα επιχειρήματά τους καταλήγουν στο γενικό «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» πείθεται.
  Ο Cornudet, ένας ακόμη επιβάτης της άμαξας, πιο πριν της είχε ζητήσει να πάει μαζί του. Του αρνήθηκε, γιατί δεν ήθελε να το κάνει καθώς ο πρώσος αξιωματικός ήταν σε κοντινό δωμάτιο.
  Δημοκράτης, όταν βλέπει με τι περιφρόνηση της φέρονται στην άμαξα όταν συνέχισε το ταξίδι της, χωρίς να της δώσουν καν από τα τρόφιμα που είχαν μαζί τους «ξεχνώντας» ότι από τα δικά της τρόφιμα έφαγαν στην αρχή τους ταξιδιού τους (η «χοντρούλα», όπως θα μεταφράζαμε τον τίτλο στα ελληνικά, είχε ξεχάσει να προμηθευτεί), και ενώ τα δάκρυα τρέχουν από τα μάτια της και λυγμοί ταράζουν το στήθος της παρά τις προσπάθειές της να τους συγκρατήσει, τραγουδάει σε όλη τη διαδρομή τη Μασσαλιώτιδα, ξέροντας πόσο τους είναι ενοχλητικό αυτό το άσμα της γαλλικής επανάστασης που αργότερα έγινε ο εθνικός ύμνος της Γαλλίας.
  Και τώρα η «Άμαξα».
  Φυσικά την είχα ξαναδεί την ταινία, αλλά πού να το θυμάμαι.
  Αν εξαιρέσεις την άμαξα και την πόρνη, δεν έχει καμιά σχέση με τον Μωπασάν, και φυσικά με τον Μιτζογκούτσι. Εξάλλου όπως διάβασα στον σύνδεσμο που παραθέτω, είναι μεταφορά ενός άλλου διηγήματος, ενός αμερικάνου συγγραφέα. Την πόρνη εδώ την αντιμετωπίζουν αρχικά με περιφρόνηση, όμως όταν βλέπουν πόσο φρόντισε τη λεχώνα γυναίκα και το μωρό αλλάζουν στάση απέναντί της. Και ο έρωτας εδώ ευοδώνεται, με την Τζων Γουέιν να τη ζητάει σε γάμο. Όμως πιο πρώτα θα σκοτώσει τους τρεις που σκότωσαν τον πατέρα του. Ένα μεγάλο μέρος της ταινίας δείχνει την καταδίωξη της άμαξας από τους απάτσι, μέχρι που καταφτάνει το ιππικό.
  Ο Μωπασάν επικεντρώνεται περισσότερο στη σάτιρα των ανώτερων κοινωνικών τάξεων ενώ ο Μιτζογκούτσι στη ματαίωση του έρωτα των δύο πορνών. Είναι γνωστή εξάλλου η συμβουλή που δίνεται στις πόρνες, να μην ερωτευθούν γιατί θα πληγωθούν. Όχι ότι αυτό θα συμβεί οπωσδήποτε, αλλά στο «Pretty woman» ακούμε στο τέλος ότι εδώ είναι Hollywood, δηλαδή πρόκειται για παραμύθι, μην παίρνουν τα μυαλά σας αέρα.   
  Μπορείτε να δείτε την ταινία στο youtube με αγγλικούς υπότιτλους.  



Yasujiro Ozu, 12.Woman of Tokyo (Tokyo no onna, 1933)


Yasujiro Ozu, 12.Woman of Tokyo (Tokyo no onna, 1933)


    Ο Όζου παύει να είναι ο γνωστός μας Όζου, που η κωμωδία (τουλάχιστον στις πρώτες ταινίες του που έχουμε δει μέχρι τώρα) είναι το στοιχείο του. «Η γυναίκα από το Τόκιο» είναι δράμα, και όπως διαβάζουμε στα γράμματα της αρχής βασίζεται σε ένα μυθιστόρημα του Ernst Schwarz. Προφανώς είναι γερμανόφωνος, δεν βρήκαμε όμως καμιά πληροφορία γι’ αυτόν στο διαδίκτυο.
  Η αδελφή ζει με τον αδελφό της, φοιτητή. Για να τον ενισχύσει στις σπουδές του κάνει δυο δουλειές. Τη μέρα είναι μια πολύ καλή υπάλληλος. Το βράδυ, του λέει, βοηθάει κάποιον καθηγητή στις μεταφράσεις του. Όμως η φίλη του αδελφού της πληροφορείται από τον δικό της αδελφό ότι στην πραγματικότητα δουλεύει σε ένα καμπαρέ. Πηγαίνει στο σπίτι της για να της μιλήσει, όμως δεν την βρίσκει, εκεί είναι ο φίλος της. Αρνείται στην αρχή να του πει το σκοπό της επίσκεψής της, όμως στο τέλος του λέει για την αδελφή του. Αυτός τη διώχνει σκαιότατα. Όταν η αδελφή του επιστρέφει, πολύ αργά, αναγκάζεται να επιβεβαιώσει αυτά που του είπε η φίλη του. Θα την χαστουκίσει επανειλημμένα και θα φύγει από το σπίτι.
  Τον ψάχνει, δεν τον βρίσκει. Πηγαίνει στο σπίτι της φίλης του, μήπως είναι εκεί. Δεν είναι. Όμως στο μεταξύ παίρνει τηλέφωνο ο αδελφός της για να την πληροφορήσει ότι αυτοκτόνησε. Οι δυο γυναίκες πεθαίνουν στο κλάμα.
  Έχω γράψει για τις μυθοπλασίες, πλασμένες από άνδρες, όπου παρουσιάζεται η γυναίκα να αυτοθυσιάζεται για τον άντρα, από τον Ευριπίδη με την «Άλκηστη» μέχρι την «Παλλακίδα» στην όπερα του Πεκίνου «Αντίο Παλλακίδα» μου και τη Μαργαρίτα Γκωτιέ στην «Κυρία με τας καμελίας» (έχει μείνει γνωστή με αυτή την καθαρευουσιάνικη μετάφραση) του Αλέξανδρου Δουμά, όμως πρώτη φορά βλέπω την αδελφή να θυσιάζεται για τον αδελφό. Στην προηγούμενη ταινία είχαμε δει τον φίλο να θυσιάζει τον έρωτά του για τον φίλο. Και συμπληρώνω, τώρα που συνεχίζω με τον Κέντζι Μιτζογκούτσι, βλέπω συχνά το μοτίβο της γυναίκας να θυσιάζεται για τον άνδρα.  
  Συγκινητική ταινία. Και διαπιστώσαμε ότι η Τζούλια είναι η μετενσάρκωση της Kinuyo Tanaka, της φίλης του ήρωα.
  Την ταινία μπορείτε να τη δείτε στο youtube με αγγλικούς υπότιτλους.
  Η προηγούμενη ανάρτησή μας ήταν για την ταινία «Where are the dreams of our youth

Friday, November 23, 2018

Jeff Tomsic, Tag (2018)


Jeff Tomsic, Tag (2018)


  Το tag είναι ένα παιχνίδι. Το παίζουν μια παρέα φίλων. Ο καθένας προσπαθεί να αγγίξει τον άλλο και καθένας προσπαθεί να αποφύγει αυτό το άγγιγμα. Κάποιος μένει στο τέλος νικητής, που δεν έχει καταφέρει να τον αγγίξει κανείς.
  Το αστείο της υπόθεσης είναι ότι αυτό το παιδικό παιχνίδι το παίζουν μεγάλοι· δηλαδή το συνεχίζουν εδώ και χρόνια, κάθε Μάη, από τότε που ήσαν εννιάχρονα παιδιά. Ο τελευταίος που πιάνεται το οργανώνει για την επόμενη χρονιά.
  Στόχος αυτή τη φορά είναι ο Τζέρι, που δεν τον έχουν αγγίξει καμιά φορά μέχρι τώρα, πάντα καταφέρνει και ξεφεύγει. Όμως τώρα θα είναι δύσκολο να ξεφύγει γιατί το Μάη είναι ο γάμος του.
  Τι, θα αναστατώσουν το γάμο του;
  Μα υπάρχει και η πρόβα γάμου, εκεί θα προσπαθήσουν να τον αγγίξουν.
  Θα παρακολουθήσουμε πολλά κωμικά επεισόδια, με μια δημοσιογράφο που τους ακολουθεί, τη γυναίκα του ενός που επίσης τους ακολουθεί επεμβαίνοντας δυναμικά πολλές φορές, ενώ μια πρώην των δύο απ’ αυτούς που θα εμφανιστεί κάποια στιγμή θα τους αναστατώσει.
  Μα καλά, είναι σοβαροί;
  «Δεν σταματάμε να παίζουμε επειδή γερνάμε, γερνάμε επειδή σταματάνε να παίζουμε». Αυτό έχει πει ένας ανθρωπολόγος που δεν συγκράτησα το όνομά του και το ακούμε δυο φορές στην ταινία.
  Όμως θυμάμαι την έννοια της νεοτενίας, για την οποία διάβασα στην «Πίσω όψη του καθρέφτη» του Κόνραντ Λόρεντς, βιβλίο με το οποίο άρχισα τη μεταφραστική συνεργασία μου με τον Θάνο Γραμμένο (εκδόσεις Θυμάρι), που έγινε και ο πρώτος εκδότης μου. Η νεοτενία είναι η διατήρηση της παιδικότητας κατά την ώριμη ηλικία. Ένα παράδειγμα που δίνει το θυμάμαι ακόμη: ένας πανεπιστημιακός, σε μια τελετή όπου φοράνε όλοι την τήβεννό τους, κλωτσάει τον μπροστινό του. Η παιδική σκανδαλιά λοιπόν σε ώριμη ηλικία είναι μια από τις εκφράσεις της νεοτενίας.
  Να μην το ξεχάσω, η ταινία βασίζεται σε πραγματική ιστορία. Αυτοί οι φίλοι που τους βλέπουμε στο τέλος σε φωτογραφία εξακολουθούν να παίζουν το παιχνίδι.
 

Thursday, November 22, 2018

Haifaa Al-Mansour, Nappily ever after (2018)


Haifaa Al-Mansour, Nappily ever after (2018)


  Η «Mary Shelley» παίζεται για δεύτερη βδομάδα στους κινηματογράφους.
  Η Χάιφαα Αλ-Μανσούρ βρίσκεται τώρα στις ΗΠΑ. Η θεσμική καταπίεση της «Wajda» που δεν της επιτρέπεται να αποκτήσει ποδήλατο δεν υπάρχει εδώ, ενώ ο φαλλοκρατισμός του προπερασμένου αιώνα στην Αγγλία («Μαίρη Σέλλεϊ») είναι πια παρελθόν. Όμως οι γυναίκες εξακολουθούν να έχουν προβλήματα, και ιδιαίτερα οι μαύρες.
  Εδώ την πίεση δεν την ασκούν ούτε οι θεσμοί ούτε οι άνδρες, την ασκούν τα ΜΜΕ με τα πρότυπα ομορφιάς που επιβάλλουν και που οι γυναίκες πιέζονται να τα ακολουθήσουν-και σαν παιδιά από τις μανάδες τους.
  Η όμορφη γυναίκα έχει μακριά ίσα ξανθά μαλλιά. Τα μαλλιά μιας μαύρης είναι γενετικά καθορισμένο να είναι κατσαρά. Πρέπει να τα ισιώνει. Το 13% του πληθυσμού που είναι οι μαύροι αγοράζει το 70% των περουκών που πωλούνται. Πρέπει να ακολουθούν τα πρότυπα ομορφιάς.
  Η Βιολέτα πιέστηκε πολύ από τη μητέρα της να είναι comme il faut, καθώς πρέπει. Αυτό θα της δημιουργήσει προβλήματα στη σχέση της, που βασίστηκε πάνω σ’ αυτόν τον καθωσπρεπισμό. Αυτός είναι ο λόγος που ο Κλιντ δεν τη ζητάει σε γάμο, αλλά και ούτε σκοπεύει, παρά το ότι συζούν εδώ και δυο χρόνια. Απογοητευμένη θα τον χωρίσει. Θα παραιτηθεί από τη δουλειά της όταν βλέπει ότι πάνε να την παραμερίσουν. Και θα αποδεχθεί επί τέλους τη φυσική της ομορφιά, αρνούμενη πια να συμβιβάζεται με τα πρότυπα και τον καθωσπρεπισμό που της επιβάλλονται απ’ έξω. Και, το πιο σημαντικό, όταν ο Κλιντ επιστρέφει και της προτείνει γάμο, την τελευταία στιγμή, όταν αντιλαμβάνεται ότι κι αυτός προσπαθεί να την πιέσει σε ένα καθωσπρεπισμό, θα αρνηθεί κάνοντας την πιο αντισυμβατική χειρονομία που θα μπορούσε να υπάρξει σε μια βραδιά περίπου αρραβώνων, πέφτοντας μέσα στην πισίνα.
  Ένα φλερτ πολλά υποσχόμενο που θα κλονιστεί κάποια στιγμή φαίνεται ότι είναι η προοπτική της για το μέλλον, σε μια ρομαντική κομεντί που πατάει με το ένα πόδι στον φεμινισμό και με το άλλο στο Χόλυγουντ. 
 


Wednesday, November 21, 2018

Yasujiro Ozu, 11.Where are the dreams of our youth (Seishun no yume ima izuko 1932)


Yasujiro Ozu, 11.Where are the dreams of our youth  (Seishun no yume ima izuko 1932)


  Δεν είναι ακριβώς tragicomedie, όπου το κωμικό και το τραγικό εναλλάσσονται, και επί πλέον το τραγικό βρίσκεται μόνο στη δική μου πρόσληψη του τέλους, χωρίς να είναι καθόλου η προτιθέμενη σκηνοθετική πρόσληψη.
  Η ταινία στο μεγαλύτερο μέρος της είναι μια σπαρταριστή νεανική κωμωδία, που θα τη ζήλευε και ο Τσάρλι Τσάπλιν. Τέσσερις φίλοι, φοιτητές, αντιγράφουν, και βλέπουμε πολλά χιουμοριστικά επεισόδια κατά τη διάρκεια του διαγωνισμού. Ο ήρωας της ταινίας, ένας από τους τέσσερις φίλους, ξεφορτώνεται με σπαρταριστό τρόπο μια υποψήφια νύφη. Ο πατέρας του βοηθάει στο κατά δύναμη σ’ αυτό. Εκείνου του αρέσει η σερβιτόρα μιας μπυραρίας δίπλα στο πανεπιστήμιο, και η συμπάθεια είναι αμοιβαία.
  Και η ανατροπή: πεθαίνει ο πατέρας και μαθαίνουμε ότι είναι ο διευθυντής, προφανώς και ο ιδιοκτήτης, μιας μεγάλης εταιρείας. Αναλαμβάνει ο γιος.
  Το 1932 που γυρίζεται η ταινία η Ιαπωνία μαστίζεται από την ανεργία. Οι τρεις φίλοι δεν μπορούν να βρουν δουλειά. Θα απευθυνθούν στο φίλο τους. Όμως η εταιρεία έχει κανόνες, οι υποψήφιοι προσλαμβάνονται κατόπιν εξετάσεων. Θα τους δώσει τα σκονάκια και θα αντιγράψουν, ξεφεύγοντας την προσοχή του επιτηρητή.
  Κάπου προς το τέλος της ταινίας, όντας μέσα στο αμάξι του, βλέπει τη σερβιτόρα, δίπλα σε ένα κάρο γεμάτο πράγματα. Τι συμβαίνει; Η κρίση τους κτύπησε κι αυτούς, η μπυραρία έκλεισε, πάει στο χωριό της.
  Την προσλαμβάνει στην εταιρεία του και τη βοηθάει να τακτοποιηθεί στο σπίτι της. Ανακοινώνει στους φίλους του ότι σκοπεύει να την παντρευτεί. Αυτοί κατσουφιάζουν. Γιατί; Το είχαμε υποψιαστεί. Αποκαλύπτεται ότι είναι λογοδοσμένη σε έναν από αυτούς. Αυτός βέβαια δεν θα το αποκαλύψει, αλλά ο ήρωάς μας θα το υποπτευθεί. Θα την ρωτήσει γιατί. Νόμιζε ότι ο δικός της έρωτας δεν είχε ανταπόκριση, και έτσι όταν ο φίλος του της έκανε πρόταση γάμου δέχτηκε. Τον λυπήθηκε που προσπαθούσε σε όλα να τον μιμηθεί.
  Περίμενα τον «θρίαμβο του έρωτα», αλλά δυστυχώς. Ο ήρωάς μας βέβαια ούτε που διανοήθηκε να κάνει χαλάστρα στο φίλο του. Περιμέναμε όμως ένα ξεκαθάρισμα από τους δυο τους. Θα την ρωτούσε: -πραγματικά τον αγαπάς; Αυτή θα απαντούσε καταφατικά. Και αυτός θα αποχωρούσε, μη θέλοντας να καταστρέψει έναν έρωτα.
  Δεν συνέβη τίποτα τέτοιο. Στην τελευταία σκηνή βλέπουμε τους τρεις φίλους να γνέφουν στους νιόπαντρους μέσα στο τραίνο που πηγαίνουν ταξίδι του μέλιτος. Βλέπουν ότι και αυτοί τους γνέφουν πίσω.
  Ο «Θρίαμβος της φιλίας»;
  Χλωμό.
  Αναρωτιέμαι πόσο ικανοποίησε ένα τέτοιο τέλος τους γιαπωνέζους θεατές.
  Μπορείτε να δείτε την ταινία στο youtube με αγγλικούς υπότιτλους.
  Η προηγούμενη ανάρτησή μας ήταν για την ταινία «I was born, but».