Sunday, December 21, 2014

Jutta Ditfurth, Ulrike Meinhof - Η βιογραφία



Jutta Ditfurth, Ulrike Meinhof - Η βιογραφία (μετ. Ηλιάνα Αγγελή), Νάρκισος 2007, σελ. 670

Να το δηλώσουμε ακόμη μια φορά ότι μας αρέσουν οι (αυτο)βιογραφίες. Η βιβλιοκριτική μας όμως για αυτό το βιβλίο δεν μπορεί να είναι διαφορετική από αυτή που ήταν για το «Ο αγών μου» του Χίτλερ, «Γεννήθηκα 17 Νοέμβρη» του Δημήτρη Κουφοντίνα και «Τη μέρα εκείνη» του Σάββα Ξηρού.
  Εδώ βρήκαμε μόνο ένα δεκαπεντασύλλαβο: (Δεν μπορείς πια να διακρίνεις)
Τη σημασία των λέξεων, μόνο να τη μαντέψεις (σελ. 508).
  Να παραθέσουμε και κάποια αποσπάσματα, κυρίως με πληροφοριακό υλικό.
«…όσοι εκπαιδευτικοί είχαν προσχωρήσει στο NSDAP (Εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα) πριν από την 1η Μαΐου 1933 απολύθηκαν» (σελ. 80).
  Πολλές αβαρίες κάνει ο άνθρωπος για τον άρτο τον επιούσιο, που πρέπει να τις αντιμετωπίζουμε με κατανόηση.
  «Εκείνη την εποχή δεν είχε γίνει ακόμη λόγος για τη ρατσιστική πλευρά του Σβάιτσερ» (σελ. 144).
  Ναι, είναι ο ίδιος Άλμπερτ που θαύμαζε ο Καζαντζάκης. Δεν έχω σκοπό να το ψάξω πέρα από τη λήμμα της βικιπαίδειας, αλλά δεν με εκπλήσσει, όπως δεν με εκπλήσσει ο ρατσισμός πολλών αριστερών που εκδηλώνεται αυθόρμητα πολλές φορές όταν γίνεται λόγος, όχι θεωρητικός, για τους μετανάστες.
  Η Ουλρίκε Μάινχοφ «Προσπαθούσε να πείσει τον γιο της σπιτονοικοκυράς της να πίνει λιγότερο και να πάψει να χτυπά τη γυναίκα του. Από την πλευρά του, ο εν λόγω οικοδόμος ήταν τόσο ενθουσιασμένος με τη συμμετοχή της σε εκείνο το επεισοδιακό συνέδριο ώστε μάζευε για λογαριασμό της ακόμη και υπογραφές κατά των πυρηνικών όπλων στο εργοτάξιο που εργαζόταν» (σελ. 191).
  Και θυμήθηκα μια φίλη μου, μετανάστρια, που κάποια εποχή καθάριζε σπίτια, που μας έλεγε ότι την χειρότερη συμπεριφορά που αντιμετώπισε ποτέ ήταν σε ένα πλουσιόσπιτο που οι ιδιοκτήτες του ήταν, μέλη; ή απλοί ψηφοφόροι; του ΚΚΕ. Δεν μας διευκρίνισε και δεν μπήκαμε στον κόπο να τη ρωτήσουμε. Έτσι κι αλλιώς δεν είχε και τόση σημασία.  
  «Ο Ιταλός μαικήνας (Τζαντζάκομο Φελτρινέλλι, μεγαλοεκδότης) είχε χρηματοδοτήσει γενναιόδωρα το συνέδριο για το Βιετνάμ… Ας είναι νικηφόρος ο αγώνας για το σοσιαλισμό είπε ο Φελτρινέλλι τελειώνοντας την ομιλία του και αποσπώντας ζωηρό χειροκρότημα» (σελ. 308).
  Τέτοιοι άνθρωποι δεν είναι πολλοί, και πρέπει να τους αναφέρουμε και να τους τιμούμε.
  «Μέχρι τη νύχτα της 2ας Φεβρουαρίου του 1968, ο τότε 44χρονος μουσουργός Χανς Βέρνερ Χέντσε δεν είχε πετάξει ποτέ πέτρες. Όταν, όμως, ένιωσε ότι ο πόλεμος εις βάρος της ΑΡΟ (Εξωκοινοβουλευτική αντιπολίτευση) είχε φτάσει στο απροχώρητο, αποφάσισε πως ήταν επιτέλους καιρός να συμμετάσχει ενεργά στις κινητοποιήσεις κατά του Springer. Δεν ήταν εξασκημένος. Όπως αναφέρει ο Ντούτσκε στην αυτοβιογραφία του, «χρειάστηκε να προσπαθήσει ξανά και ξανά μέχρι οι πέτρες να βρουν όντως τον στόχο τους και να σπάσουν τα τζάμια των παραθύρων. Το συμβάν αυτό καταγράφηκε από τις κάμερες που ήταν εγκατεστημένες στο μέγαρο του Springer. Ωστόσο, ο οίκος Springer δεν αποκαλύπτει τον δράστη». Είναι προφανές ότι η διαπόμπευση ενός παγκοσμίως διάσημου καλλιτέχνη θα διέλυε μεμιάς το τόσο προσεκτικά κατασκευασμένο κλισέ του εξαγριωμένου “κόκκινου αλήτη”» (σελ. 319-320).
  Όταν ήμουν φοιτητής δανειζόμουν δίσκους από το Ινστιτούτο Γκαίτε, που τότε στεγαζόταν σε ένα κτήριο στη Φειδίου. Ανάμεσα στους δίσκους που είχα δανειστεί ήταν και δίσκοι με έργα του Hans Werner Henze.
  Λίγο πιο κάτω διαβάζω τα ονόματα μερικών από εκείνους που είχαν υπογράψει μια έκκληση για μποϊκοτάζ «κατά του μονοπωλίου του Springer» (σελ. 320). Εκτός από τον Henze είχε υπογράψει και ο Martin Walser, του οποίου πριν δυο χρόνια παρουσιάσαμε το βιβλίο Ein liebender Mann.
  Διαβάζουμε.
  «Το γυναικείο ζήτημα, που την απασχολούσε χρόνια τώρα, αφορούσε πλέον και την ίδια σε πολύ μεγάλο βαθμό. Ακόμη και αν έτρεφε συμπάθεια για κινήματα όπως οι Μαύροι Πάνθηρες, τα έκρινε ανάλογα με τη στάση τους απέναντι στη γυναικεία χειραφέτηση. Από τότε που διάβασε την αυτοβιογραφία του Μάλκολμ Χ, θεωρούσε αντιδραστικές τις θέσεις του για το γυναικείο ζήτημα. Ένα κίνημα που έκανε διακρίσεις σε βάρος της γυναίκας εξισωνόταν με τον πολιτικό αντίπαλο και συνεπώς δεν αποτελούσε σε καμιά περίπτωση πρότυπο για το γυναικείο κίνημα» (σελ. 326).
  Ήμουν σίγουρος, αλλά ήθελα να το επιβεβαιώσω. Έψαξα στην βικιπαίδεια, ο Malcolm X ήταν μουσουλμάνος. Έτσι εξηγούνται και οι «αντιδραστικές θέσεις του για το γυναικείο ζήτημα».
  Διαβάζουμε:
  «Για τη συμμετοχή του στον αποκλεισμό του Springer, ο ασκούμενος δικηγόρος Ρολφ Πόλε είχε καταδικαστεί σε δεκαπέντε μήνες φυλάκιση» (σελ. 371). Και πιο κάτω:
  «Οι απαγωγείς του Λόρεντς στο Δυτικό Βερολίνο, που ήταν μέλη του Κινήματος 2 Ιούνη, ήθελαν να επιτύχουν την απελευθέρωση των συντρόφων τους (…και Ρολφ Πόλε) και ούτε είχαν καν αναφέρει τα ονόματα των τροφίμων του Στανχάιμ» (σελ. 576).
  Ψάχνοντας στη Βικιπαίδεια για τον Πόλε βρήκα ότι απελευθερώθηκε και πήρε πολιτικό άσυλο στην Υεμένη. Στη συνέχεια ήλθε στην Ελλάδα όπου συνελήφθη. Οι γερμανικές αρχές απαίτησαν την έκδοσή του. Ένα κίνημα συμπαράστασης αναπτύχθηκε για τη μη έκδοσή του. Στο κίνημα αυτό συμμετείχε και η μικρή αριστερή οργάνωση στην οποία ανήκα τότε, και εκτελούσα χρέη διερμηνέα ανάμεσα στα στελέχη της και στον Πόλε. Συνήγορος υπεράσπισης ο Ευάγγελος Γιαννόπουλος. Κερδήθηκε η πρώτη δίκη στο Εφετείο Αθηνών αλλά χάθηκε στον Άρειο Πάγο, δυο μέρες πριν τις γερμανικές εκλογές, και ο Πόλε εκδόθηκε τελικά. Όπως διαβάζω στο σχετικό σύνδεσμο, «Η παράδοση του Πόλε θεωρήθηκε τότε πολιτικό δώρο του Κωνσταντίνου Καραμανλή προς τον Χέλμουτ Σμιτ. Οι τρεις δικαστές του Εφετείου που τόλμησαν να υποστηρίξουν ότι ο Πόλε διώκεται για πολιτικά εγκλήματα (Αλεξόπουλος, Βάλλας, Σαρτζετάκης) υπέστησαν πειθαρχική δίωξη».
  Δεν με απατά νομίζω η μνήμη μου, στην επόμενη δίκη που αποφασίστηκε η έκδοσή του εισαγγελέας ήταν ο Ανδρουλιδάκης, εκείνος τον οποίο αργότερα εκτέλεσε η 17 Νοέμβρη. Ο πατέρας του ήταν αυτός που έδωσε εντολή για πυρ στην αστυνομική δύναμη που είχε συγκεντρωθεί στην είσοδο της Ιεράπετρας για να εμποδίσει μια διαδήλωση διαμαρτυρίας για τη σύλληψη κάποιων αριστερών που κατέβαινε από τα πανωκατωχωρίτικα. Οι διαδηλωτές είχαν τοποθετήσει στην πρώτη γραμμή τους ηλικιωμένους, με την ελπίδα ότι θα τους σεβόντουσαν οι αστυνομικοί και δεν θα πυροβολούσαν. Κάμποσοι σκοτώθηκαν, ενώ ο παππούς του ξαδέλφου μου του Γιώργη του Τζανετάκη πήρε μια σφαίρα στο χέρι. «Ω που να τους πάρει, με κτυπήσανε», κάτι τέτοιο μαρτυρείται ότι είπε έκπληκτος, όταν ένοιωσε τη σφαίρα να του διαπερνά το χέρι.
  Θυμάμαι που ο Πόλε είχε το κεφάλι του σκεπασμένο με μια πετσέτα. Ο λόγος; Μας τον εξήγησε: δεν ήθελε φωτογραφίες και ηρωοποιήσεις. Όλοι οι επαναστάτες είναι άξιοι, όλοι ισότιμοι, δεν επιτρέπεται να ξεχωρίζει κανείς και να προβάλλεται, σημασία έχει ο αγώνας, όχι τα πρόσωπα.
 Αυταπατόταν.
 Στο Βυζάντιο οι εικονολάτρες κέρδισαν τη μάχη, όχι οι εικονοκλάστες. Και η φήμη του Τσε Γκεβάρα δεν θα ήταν η ίδια χωρίς εκείνη την περίφημη φωτογραφία.
  Όπως διαβάζουμε στον σύνδεσμο, «Από το 1976 ως το 1978 ο Πόλε ξανακλείνεται στο Στράουμπινγκ. Τον Μάρτιο του 1978 ακολουθεί νέα δίκη, με την κατηγορία της «ληστρικής εκβίασης», επειδή δέχτηκε να απελευθερωθεί το 1975. Καταδικάζεται σε τρία χρόνια και τρεις μήνες. Φυλακίζεται στο Κάισχαϊμ, απ’ όπου αποφυλακίζεται οριστικά τον Σεπτέμβριο του 1982.
  Η ανάμνηση του κινήματος συμπαράστασης οδηγεί τον Πόλε και πάλι στην Ελλάδα. Το 1984 παντρεύεται τη δικηγόρο Κατερίνα Ιατροπούλου και εγκαθίσταται οριστικά στην Αθήνα. Εργάζεται ως καθηγητής γερμανικών, μεταφραστής και συγγραφέας. Αρθρογραφεί τακτικά στο περιοδικό «Σχολιαστής» και συμμετέχει στη συντακτική του ομάδα. Από το 1990 παρέχει την πολύτιμη φιλική του συνεργασία στον Ιό».
  Πέθανε το 2004, σε ηλικία 62 χρονών.
  Ξεστράτισα πάλι με αναμνήσεις όπως μου συμβαίνει συχνά στις βιβλιοκριτικές μου, ο λόγος είπαμε είναι για την Μάινχοφ.
  Το παρακάτω απόσπασμα έχει πολύ πλάκα.
  «Μια φορά (η Ουλρίκε Μάινχοφ, στο στρατόπεδο των Παλαιστινίων όπου εκπαιδεύονταν) απασφάλισε μια χειροβομβίδα και, αντί να την πετάξει μακριά, φώναξε: -Και τώρα τι κάνω; -Πέτα τη μακριά, φώναξαν οι άλλοι και έτρεξαν να καλυφθούν. Αλλά οι Ουλρίκε Μάινχοφ μάθαινε γρήγορα» (σελ. 393).
  Βλέποντας επί τη ευκαιρία και την ταινία Der Baader-Meinhof Komplex (2008), έκανα τη σκέψη ότι στο αντάρτικο πόλεων και οι στρατηγοί των ανταρτών βρίσκονται στην πρώτη γραμμή και παλεύουν με τους στρατιώτες του εχθρού, ενώ οι στρατηγοί του εχθρού βρίσκονται στα μετόπισθεν. Στην πρώτη γραμμή βρίσκονται συνήθως παιδιά φτωχών οικογενειών που δεν βρήκαν – ή δεν επέλεξαν – καλύτερο τρόπο να βγάζουν το ψωμί τους.
  Ένα ακόμη απόσπασμα:
  «Ο Χάινριχ Μπαιλ θα έλεγε αργότερα ότι οι ναζί δεν χρειάστηκε «να ληστέψουν τράπεζες για να πετύχουν τους πολιτικούς στόχους τους… Ο τραπεζίτης Κουρτ φον Σραίντερ και η γερμανική βιομηχανία διέθεσαν τα χρήματα με τη θέλησή τους» (σελ. 407).
  Ακόμα ένα:
  «Την ίδια μέρα, η Βουλή της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας αποφάσισε, κατόπιν επερώτησης της CDU, την αφαίρεση ενός κειμένου της Ουλρίκε Μάινχοφ από κάποιο σχολικό βιβλίο» (σελ. 539).
  Θα με ενδιέφερε αυτό το κείμενο.
  Μαζί με την ταινία που αναφέραμε πιο πριν είδαμε και το Bambule (εξέγερση), μια τηλεταινία σε σενάριο της Ουρλίκε Μάινχοφ που αναφερόταν στις ανεπίτρεπτες συνθήκες που επικρατούσαν στα αναμορφωτήρια θηλέων. Παρότι, όπως διάβασα στο βιβλίο, περίπου την αποκήρυξε γιατί δεν τηρήθηκαν κάποιοι όροι που είχε θέσει, η ταινία είχε τεράστια επιτυχία.
  Τελικά γράψαμε περισσότερα από ό,τι υπολογίζαμε. Ήταν όμως μεγάλο και το βιβλίο, εξακόσιες τόσες σελίδες.    
  Πω πω, ένα ένα τα θυμάμαι.
  Στο βιβλίο μου «Οικολογία και Δημοκρατία» (Θυμάρι 1989) είχα χώσει μέσα ένα ποίημα της Μάινχοφ. Ήλπιζα ότι θα περνούσε απαρατήρητο από το Θάνο.
  Όντως πέρασε απαρατήρητο, όπως είδα στα δοκίμια που διόρθωσα.
  Το εκμυστηρεύτηκα χαρούμενος στον Μπογιόπουλο (ένα νεαρό, το μικρό του δεν το θυμάμαι), που έκανε μια τελική διόρθωση και είχα μια συνάντηση μαζί του. Μάλλον του το κάρφωσε, γιατί όταν εκδόθηκε το βιβλίο είδα με έκπληξη ότι το ποίημα είχε αφαιρεθεί.


No comments:

Post a Comment