Sunday, December 20, 2015

Ροζέ-Πωλ Ντρουά, Ζαν-Φιλίπ Ντε Τονάκ, Είναι τρελοί αυτοί οι σοφοί



Ροζέ-Πωλ Ντρουά, Ζαν-Φιλίπ Ντε Τονάκ, Είναι τρελοί αυτοί οι σοφοί (μετ. Ειρήνη Μαρκίδη) Ψυχογιός 2007, σελ. 237

Εφέ υπερβολής: σίγουρα δεν είναι τρελοί αυτοί οι σοφοί – οι περισσότεροι τουλάχιστον – αλλά σίγουρα είναι ιδιόρρυθμοι – οι περισσότεροι τουλάχιστον.
Το έχω ξαναγράψει, παλιός λάτρης της φιλοσοφίας, με πτυχίο μάλιστα, τώρα ελάχιστα τη συμπαθώ. Προκειμένου να διαβάζω για τις ιδέες των φιλοσόφων, ιδέες που δεν θα συμμεριστώ, προτιμώ να διαβάζω για τη ζωή τους, που είναι γεμάτη με ενδιαφέροντα ανέκδοτα. Αυτά τα ανέκδοτα από τη ζωή φιλοσόφων, της αρχαίας Ελλάδας κυρίως αλλά και της Ρώμης, αναπλάθουν λογοτεχνικά οι Ροζέ-Πωλ Ντρουά και Ζαν Φιλίπ Ντε Τονάκ· ανέκδοτα απολαυστικά, όπως αυτά με τον Διογένη τον κυνικό, αλλά και συγκινητικά, όπως ο θάνατος του Περίανδρου και του Επίκουρου. Κάποια τα ήξερα, κάποια τα αγνοούσα, όλα όμως τα διάβασα με ενδιαφέρον, έτσι αναπλασμένα όπως ήταν με τη λογοτεχνική πένα των δυο γάλλων συγγραφέων.
Παραθέτω κάποια αποσπάσματα.
Στο κεφάλαιο για τον Πλάτωνα διαβάζουμε:
«Ο Πλάτων, λοιπόν, άρχισε να τον βλέπει με κακό μάτι. Βάλθηκε να τον επιπλήττει. Μην μπορώντας να επικρίνει τον Αριστοτέλη για την επιθυμία του να μορφώνεται, μη θέλοντας να καταδεχτεί να απαντήσει στις ενστάσεις του, ο Πλάτων, μέσα στον εκνευρισμό του, έγινε μικροπρεπής. Τη μια μέρα χαρακτήριζε το κόψιμο των μαλλιών του Αριστοτέλη άχαρο. Την άλλη, του φαίνονταν άκομψα τα ρούχα του. Ή προκλητικά. Ανάρμοστα, κακοσχεδιασμένα. Ο τρόπος που περπατούσε, που καθόταν, που πηγαινοερχόταν… τίποτα δεν ήταν πια καλό για τον Πλάτωνα. Οι παρατηρήσεις αυξάνονταν. Βλέμματα αυστηρά ή ειρωνικά, οδηγίες σχολαστικές. Αδιάκοπες επιπλήξεις.
Οι φιλόσοφοι είναι και αυτοί ανθρώπινα όντα» (σελ. 114).
Και όχι μόνο οι φιλόσοφοι, θα πρόσθετα εγώ.
Όταν ρώτησαν τον Αριστοτέλη τι είναι ελπίδα, αυτός απάντησε: «Είναι το να ονειρεύεται κανείς όντας ξύπνιος» (σελ. 118).
Πολύ απαισιόδοξο αυτό.
Πιο πάνω έγραψα για τον θάνατο του Επίκουρου. Ένας τρομερός πόνος στο υπογάστριο τον έριξε νωρίς το βράδυ στο κρεβάτι. Ο πόνος μεγάλωνε συνεχώς. Πώς τον καταπολέμησε; Αναθιβάνοντας τις ωραίες στιγμές που πέρασε στην αγκαλιά της εταίρας Λεοντίας, που ήλθε πληρωμένη για μια βραδιά και έμεινε για πάντα κοντά στον φιλόσοφο.
«Θυμάται επίσης εκείνες τις τελευταίες βραδιές, που έβαζε το κεφάλι της πάνω στην κοιλιά του και κατέληγε να τον σκεπάζει με τις πτυχές της εσθήτας της.
Την αυγή, οι φίλοι του Επίκουρου τον βρήκαν νεκρό. Δεν έσφιγγε πια το σκέπασμά του. Τα μαλλιά του ήταν στεγνά. Ένα ελαφρύ χαμόγελο έμοιαζε να διαπερνά τα χείλη του. Τα μάτια του ήταν κλειστά. Φαινόταν γαλήνιος» (σελ. 142).
Όταν ο στωικός φιλόσοφος Διονύσιος από την Ηράκλεια (γύρω στο 200 π.Χ.) παραπονιόταν στα γεράματά του για μια ασθένεια των ματιών του, επικρίθηκε από τους φίλους του για αυτή του την ασυνέπεια με τη διδασκαλία του, θυμίζοντάς του τα επιχειρήματα με τα οποία υποστήριζε ότι η αρρώστια είναι κάτι αδιάφορο. Και η απάντησή του:
«Φαίνεται καθαρά ότι δεν είστε εσείς που υποφέρετε» (σελ. 153).
Η στωική φιλοσοφία τελικά είναι ένα μέτριο παυσίπονο για τη δυστυχία.
Από τα κομμάτια που με συγκλόνισαν ήταν η αυτοκτονία του Σενέκα, κατά διαταγή του μαθητή του του Νέρωνα. Ήξερα ότι αυτοκτόνησε, αλλά δεν ήξερα πόσο ταλαιπωρήθηκε μέχρι να το καταφέρει. Πρόσφατα ανακάλυψα μια ρήση του που μου άρεσε: Satis sunt mihi pauci, satis est unus, satis est nullus. Μου φτάνουν λίγοι, μου φτάνει ένας, μου φτάνει κανένας.
Υπάρχει μια τάση για υπερερμηνεία, κυρίως με τη μορφή της ανακάλυψης συμβόλων ή μεταφορών, η οποία κάποιες φορές εκτρέπεται σε παρερμηνεία. Έχω πέσει κι εγώ θύμα.
Στην «Ιστορία της δυτικής φιλοσοφίας» του Μπέρτραντ Ράσελ διάβασα ότι ο Πυθαγόρας απαγόρευε στους μαθητές του να τρώνε κουκιά. Αργότερα διάβασα και την αρχαία ρήση, «απέχεσθε κυάμων», με την παρατήρηση ότι ήταν μεταφορική: ο Πυθαγόρας εννοούσε να μην ασχολούνται με την πολιτική, καθώς στις ψηφοφορίες χρησιμοποιούσαν συχνά τα κουκιά. Εδώ όμως διαβάζω ότι ο Πυθαγόρας εννοούσε κυριολεκτικά το «απέχεσθε κυάμων». Είναι γνωστό βέβαια ότι στα άτομα στα οποία λείπει κάποιο ένζυμο, αν φάνε κουκιά μαζί με γάλα κινδυνεύουν να πεθάνουν.
Και μια τελευταία πληροφορία, που αγνοούσα: όταν ο Ιουστινιανός έκλεισε την Ακαδημία στην Αθήνα το 529 μ.Χ., οι φιλόσοφοι βρήκαν καταφύγιο στην Περσία, στον βασιλιά Χοσρόη. Σε μια συνθήκη ειρήνης ο Ιουστινιανός υποχρεωνόταν να αφήνει ανενόχλητους τους φιλοσόφους. Με βάση αυτή τη συνθήκη ο Δαμάσκιος αποφάσισε να επιστρέψει στην Αθήνα.
«Επιστρέφοντας στην Αθήνα, έχει άραγε πιθανότητες να ξαναρχίσει το έργο του, να ξανανοίξει την Ακαδημία; Ή αντιθέτως θα τον αιφνιδιάσουν και θα το σκοτώσουν και θα κάψουν τα βιβλία του; Ο κόσμος είναι τώρα τόσο αβέβαιος, τόσο συγκεχυμένος, ώστε όλες οι υποθέσεις του φαίνονται εξίσου πιθανές.
Μετά την αναχώρηση του Δαμάσκιου από την Περσία, κανείς δεν ξέρει τι απέγινε. Δεν γνωρίζουμε πού και πώς έζησε, πού πέθανε, τι του συνέβη» (σελ. 191).
Χρειάζεται να υπενθυμίσω ότι αυτό το «ελληνοχριστιανικός πολιτισμός» είναι ένα σχήμα οξύμωρο;


No comments:

Post a Comment