Friday, April 22, 2016

Κώστας Θ. Ριζάκης (επιμ.), Γιολάντα Πέγκλη, κριτικές και μελετήματα στα πενηντάχρονα της ποιητικής της παρουσίας



Κώστας Θ. Ριζάκης (επιμ.), Γιολάντα Πέγκλη, κριτικές και μελετήματα στα πενηντάχρονα της ποιητικής της παρουσίας, Οι εκδόσεις των φίλων, Αθήνα 2015, σελ. 253

Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα

Μελετήματα για την ποιήτρια

22 Μελετήματα περιέχει ο παρών τόμος, από αξιολογότατους εκπροσώπους του πνεύματος, πάνω στο έργο της Γιολάντας Πέγκλη, για τα πενήντα χρόνια της παρουσίας της στα γράμματα. Ως επίμετρο υπάρχουν αδημοσίευτα ποιήματα που εν είδει συλλογής φέρουν τον τίτλο «Τρύπες».
Στην εισαγωγή διαβάζουμε:
«Η Γιολάντα Πέγκλη γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα, το μικρότερο από τα τέσσερα παιδιά μιας καλοστεκούμενης αστικής οικογένειας. Εργάστηκε σποραδικά σαν επιμελήτρια βιβλίων και μεταφράστρια, κυρίως όμως ασχολήθηκε με την ποίηση και τη λογοτεχνία, όπου δραστηριοποιήθηκε ζωηρά συμμετέχοντας ενεργά στα καλλιτεχνικά δρώμενα… Σύμφωνα με τις τρέχουσες κατηγοριοποιήσεις η ποιήτρια Γιολάντα Πέγκλη ανήκει στη δεύτερη μεταπολεμική γενιά ή γενιά του ’60. Την απαρτίζουν ποιητές που γεννήθηκαν από το 1929 μέχρι το 1940» (σελ. 10).
Για την Γιολάντα Πέγκλη γράφει η Βάσω Οικονομοπούλου.
  «Ο ποιητικός της λόγος είναι πληθωρικός και συχνά ακατέργαστος, καθώς φαίνεται να αποτυπώνει στιγμιαίες σκέψεις και αισθήσεις, ενώ διέπεται ταυτόχρονα από συνεχείς και ανεξέλεγκτες αντιπαραθέσεις μεταξύ σημαίνοντος και σημαινομένου που καταγράφουν μια κατακερματισμένη εικόνα της σύγχρονης, μεταπολεμικής πραγματικότητας. Η ποιήτρια εκφράζεται λεκτικά μέσω στίχων που μοιάζουν συχνά ως ημιτελείς ή που εμπεριέχουν ένα χρησμικό περιεχόμενο…» (σελ. 142).
Από το ποίημα «Το άλλοθι» το οποίο παραθέτει αντιγράφουμε τις τελευταίες στροφές.

θλίψη, θλίψη πολλή
ακόμη και για έναν άνθρωπο

προσοχή! Βεβαιωθείτε το ταχύτερο
αν υπάρχουν μάλλινα στο φαρμακείο του σπιτιού
μιλείστε παντού για τα άρρωστα νεύρα μας
εξασφαλίστε ένα γερό άλλοθι
με μια δήλωση περί απλής συνωνυμίας
η άσφαλτος αναλιγώνει
ξαναγίνεται άμμος

όταν αποσυρθούν τα νερά της νύχτας
θα μας βρουν πνιγμένους.

Και συνεχίζει η Βάσω:
«Οι εικόνες της ποίησης της Πέγκλη κατακερματίζονται σε ένα αχαλίνωτο λεκτικό παιχνίδι που συχνά εγγίζει το μη απεικονίσιμο, το οποίο μπορεί να γίνει κατανοητό μόνο μέσω της διαίσθησης. Η υπερρεαλιστική αυτονομία της λέξης παραχωρεί τη θέση της στην ελεύθερη, ανεξάρτητη δράση της εικόνας. Κατά συνέπεια ο έλλογος νους θρυμματίζεται σε ένα ποιητικό σύμπαν όπου όλα παραμένουν δυσνόητα και ανοίκεια» (σελ. 145).
Ο Μάρκος Αυγέρης γράφει το 1964 για την πρώτη της ποιητική συλλογή «Λάζαροι εν αποσυνθέσει», ότι «Η ποίηση της Γιολάντας Πέγκλη εντάσσεται στη σημερινή ποίηση της ήττας, κι η έννοια αυτής της ήττας καλύπτει ολόκληρη την ύπαρξη, είναι μια αποτυχία κοσμική, ένα μεταφυσικό λάθος, το τραγικό ανεπανόρθωτο από μια αρχέγονη ατέλεια που βρίσκεται στα θεμέλια της ζωής» (σελ. 19).
Η Ρίτα Μπούμη-Παπά, παρουσιάζοντας το 1970 την τέταρτη ποιητική της συλλογή που έχει τίτλο «Ακούστε» γράφει για τις τρεις προηγούμενες ποιητικές συλλογές της ότι είναι «βιβλία κατάθλιψης, μελαγχολίας και πληγωμένης ανθρωπιάς μιας νεανικής ψυχής», για να συνεχίσει με το τέταρτο: «Είναι μια αγχώδης φωνή, που διακόπτουν απ’ την αρχή ως το τέλος οι σιωπές, ο σπασμένος και ασυγκόλλητος καθρέφτης της ανικανοποίητης περιοχής του ποιητή, που μονολογώντας με λιτότητα λακωνική, με παράπονο, συστολή και πολλά αποσιωπητικά, εξομολογείται, καθώς ζει σ’ ένα κλειστό μισοσκότεινο χώρο (ένα δωμάτιο) δίχως ασφάλεια, δίχως την προοπτική μιας ανατολής, δίχως ελπίδα» (σελ. 163).
Η μαρξίστρια όμως Ρίτα Μπούμη-Παπά στέκεται κριτικά σ’ αυτή την ποίηση, «την ποίηση του άγχους» όπως την αποκαλεί. Αξίζει να παραθέσουμε ένα εκτενές απόσπασμα.
«Η δύναμη του ποιητικού νου με τις διορατικές ιδιότητες, που μπορεί να βλέπει με μάτια κλειστά, ακόμα και να προφητεύει, αρνείται τώρα να σκύψει στη ζωή και στην ιστορική πραγματικότητα του καιρού μας. Αντιιστορικά, αδιαφορώντας για το χρέος που του επώμισαν υποθήκες ποιητών γιγάντων, ο σημερινός λυρικός ποιητής απομονώνεται όλο και περισσότερο, ενδοσκοπείται βασανιστικά και ως την εξάντληση, αναπνέει κλειστό και νοσηρό αέρα, συστρέφεται, αγωνιά, σφαδάζει, ανήμπορος να προσαρμοστεί, μονολογεί, ασθμαίνει. Σ’ αυτό το αδιέξοδο της καταδίκης, ο ποιητής δεν έφτασε βέβαια από προτίμηση, αλλά από φυσική και ηθική εξασθένιση, από τον εξαναγκασμό των αντικειμενικών συνθηκών, την καταπίεση και το φόβο, που τον οδήγησαν στην αμυντική απεγνωσμένη περιχαράκωσή του. Είναι μια μάχη που πολλοί, και μάλιστα συγκροτημένοι πνευματικά ποιητές της εποχής μας, διαλέγουν να δώσουν σε ανοιχτό πεδίο, όχι από κατακόμβες και σπήλαια. Σ’ αυτό το ασφαλές σχετικά καταφύγιο του “εποχικού άγχους”, του κλίματος της πολιορκίας, της ήττας, της θανατοφιλίας και του μηδενισμού, που αποξένωσε την ποίηση από τους πολυπληθείς πιστούς της και την ξεστράτισε από το σωστό της προορισμό… οδήγησαν τους ποιητές πάλι οι αντικειμενικοί όροι και όχι η φιλοσοφία του θανάτου» (σελ. 161-162).
Ναι, παρά το ότι αδιαφόρησαν για το χρέος τους, παρά την φυσική και ηθική τους εξασθένιση, παρά το ξεστράτισμά τους από το σωστό τους προορισμό, δεν φταίνε τελικά αυτοί, φταίνε οι αντικειμενικοί όροι.
Ούτε και η Γιολάντα φταίει για τη μελαγχολική ποίησή της.

Μπάμπης Δερμιτζάκης

No comments:

Post a Comment