Friday, November 18, 2016

James Schamus, Indignation



James Schamus, Indignation (2016)

  Κι αυτή την ταινία μου τη σύστησε με θέρμη ο φίλος μου ο Γιώργος Πολ. Παπαδάκης. Και φυσικά την είδα. Και μου άρεσε πάρα πολύ.
  Μου άρεσαν κυρίως οι διάλογοι, ιδιαίτερα εκείνος ανάμεσα στον νεαρό Μάρκους και στον κοσμήτορα του κολλεγίου. Η Κωνσταντίνα Γαβαλά (ο σύνδεσμος που παραθέτω) γράφει χαρακτηριστικά: «Η συζήτηση μεταξύ του Markus και του Κοσμήτορα Caudwell διαρκεί περίπου ένα τέταρτο της ώρας και είναι πραγματικά κορυφαία και απογειώνει όλη την ταινία».
  Η τόση διάρκεια όχι μόνο δεν είναι κινηματογραφική, αλλά ούτε καν θεατρική. Πώς είναι δυνατόν να απογειώνει;
  Πρόκειται για λογοτεχνία. Ψάχνω στην βικιπαίδεια και βλέπω ότι το σενάριο είναι παρμένο από το ομώνυμο μυθιστόρημα του Φίλιπ Ροθ.
  Ο Ροθ, διάβασα κάπου, θεωρείται σήμερα ο κορυφαίος εν ζωή αμερικανός μυθιστοριογράφος. Όμως το «Βυζί» του, σουρεαλιστικό, δεν μου άρεσε ιδιαίτερα. Μου άρεσε όμως «Η νόσος του Πορτνόι». Μια και είδα την ταινία, και μια και είμαι ιδιοσυγκρασιακά συγκριτολόγος όπως με χαρακτήρισε ένας καναδός καθηγητής, είπα να διαβάσω και το βιβλίο.
  Όμως να δώσουμε μια σύντομη περίληψη της υπόθεσης.
  Ο Μάρκους είναι εβραίος. Σπουδάζει σε ένα κολλέγιο. Ερωτεύεται την Ολίβια. Στην πρώτη τους συνάντηση του τον παίρνει τσιμπούκι. Αυτός σοκάρεται, αποφεύγει να την ξαναδεί. Μάλλον θα το έχει κάνει και με άλλους. 
  Θα την ξαναδεί. Θα του εξηγήσει ότι το έκανε επειδή της άρεσε πάρα πολύ και ήθελε να τον ευχαριστήσει.
  Στο νοσοκομείο όπου νοσηλεύεται μετά από εγχείρηση σκωληκοειδίτιδας θα τον τελειώσει με το χέρι, κάτω από τα σκεπάσματα. Μια νοσοκόμα θα τους δει.
  Ο Μάρκους μαθαίνει ότι έχει κάνει απόπειρα αυτοκτονίας, κόβοντας τον καρπό της. Το μαθαίνει όμως και η μητέρα του η οποία τον εξορκίζει να διακόψει. Τον βάζει να της υποσχεθεί. Υπόσχεται. Όμως σχεδόν αμέσως η Ολίβια εξαφανίζεται. Αναρωτιέται τι έγινε. Φοβάται μήπως αυτοκτόνησε. Ρωτάει, ξαναρωτάει, στο τέλος αναγκάζεται να καταφύγει στον κοσμήτορα για να μάθει τι της συνέβη. Αυτός του λέει ότι νοσηλεύεται μετά από νευρική κρίση σε νοσοκομείο, και ότι είναι έγκυος. Μήπως είναι αυτός ο υπεύθυνος;
  Ούτε κατά διάνοια. Δεν έκαναν ολοκληρωμένο σεξ.
  Ο Μάρκους, ακολουθώντας τη συμβουλή ενός συμφοιτητή του, θα βάλει κάποιον αντικαταστάτη, πληρώνοντάς τον εννοείται, στον υποχρεωτικό εκκλησιασμό. Το αποτέλεσμα είναι να ανακαλυφθεί και να αποβληθεί, και αυτό που προσπαθούσε να αποφύγει δεν θα το καταφέρει: θα τον στρατολογήσουν, θα τον στείλουν στην Κορέα και θα σκοτωθεί.
  Στην τραγωδία νοιώθουμε έλεος για τον τραγικό ήρωα γιατί ήδη από τη μυθολογία ξέρουμε το τέλος του. Στις τραγωδίες της Κρητικής Αναγέννησης που η υπόθεση δεν είναι γνωστή στο κοινό, το τέλος προσημαίνεται. Και σε πολλές μυθιστορηματικές και κινηματογραφικές αφηγήσεις θα δούμε αυτή την προσήμανση του τραγικού τέλους του ήρωα.
  Το ίδιο και εδώ. Ξέρουμε ότι ο Μάρκους θα σκοτωθεί στην Κορέα. Και μαζί με τα τραγικά αισθήματα δημιουργείται και το «σασπένς του πώς» κατέληξε να σκοτωθεί.
  Η αφήγηση είναι πρωτοπρόσωπη. Πώς γίνεται σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση να μαθαίνουμε ότι ο ήρωας σκοτώθηκε;
  Η κλασική λύση είναι ο εγκιβωτισμός. Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση συνήθως είναι ένα ημερολόγιο το οποίο ανακαλύπτει κάποιος και το δημοσιεύει. Χωρίς να προσημαίνει τον θάνατό του, ο Έριχ Μαρία Ρέμαρκ εγκιβωτίζει την αφήγηση του ήρωά του προκειμένου να μας πει ότι στο τέλος σκοτώθηκε, στο γνωστό και πρώτο μυθιστόρημα για μεγάλους που διάβασα ποτέ, μαθητής πρώτης γυμνασίου, το «Ουδέν νεότερο από το δυτικό μέτωπο».
  Εδώ ο Ροθ κάνει κάτι άλλο: βάζει τον ήρωά του να μας αφηγείται, ενώ ήδη είναι νεκρός και το ξέρει.
  Πώς γίνεται αυτό;
  Ο λατινοαμερικάνικος μαγικός ρεαλισμός διαχέεται σιγά σιγά στην παγκόσμια λογοτεχνία.
  Τα μεγάλα πνεύματα συναντώνται;
  Την επινόηση αυτή την συνάντησα στο μυθιστόρημα της Γιασμίνα Χαντρά «Τρομοκρατικό κτύπημα». Εκδόθηκε το 2005, ενώ το βιβλίο του Ροθ το 2008. Σ’ αυτό ο Μωχάμεντ Μουλεσεχούλ (το Γιασμίνα Χαντρά είναι ψευδώνυμο) βάζει τον ήρωά του να αφηγείται τον θάνατό του, in fine res.  
  Το είχε υπόψη του ο Ροθ;
   Η αγγλική μετάφραση εκδόθηκε το 2006. Ίσως όμως και να το διάβασε στα γαλλικά.
  Ο Scharmus είναι κατά βάση σεναριογράφος. Η «Αγανάκτηση» είναι η πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα, και φυσικά υπογράφει και εδώ το σενάριο. Ακολουθεί κατά γράμμα τους περισσότερους διαλόγους του Ροθ, και φυσικά αυτό τον εκτενή στον οποίο αναφερθήκαμε πιο πριν. Καθώς όμως σε μια ταινία δεν είναι δυνατόν να χωρέσουν όλα όσα υπάρχουν στο μυθιστόρημα, κάνει έξυπνες επινοήσεις, συμπυκνώνοντας την πλοκή. Στο μυθιστόρημα ο Μάρκους έχει αρχικά τρεις συγκάτοικους. Αφού τσακώνεται με τον ένα, αλλάζει δωμάτιο στο οποίο έχει μόνο ένα συγκάτοικο. Μετά τσακώνεται και μ’ αυτόν όταν του βρίζει την Ολίβια, παρόλο που είχε δανειστεί το αμάξι του για το ραντεβού τους, και μετακομίζει σε άλλο δωμάτιο, μόνος. Ο Scharmus αφαιρεί τους δυο συγκάτοικους που είναι περιττοί στην πλοκή και προσθέτει τον επόμενο με το αμάξι, περιορίζοντας έτσι τη μετακόμιση σε μία.  
  Στη «Νόσο του Πορτνόι» υπέθεσα ότι ο Ροθ λίγο πολύ αυτοβιογραφείται. Στη βικιπαίδεια διαβάζω τώρα ότι αυτό συμβαίνει πράγματι σε πολλά του μυθιστορήματα. Στον περίφημο διάλογο με τον κοσμήτορα ο Μάρκους δηλώνει ότι είναι άθεος, όπως είναι και ο Ροθ. Του εξακοντίζει επιχειρήματα από το βιβλίο του Μπέρτραντ Ράσελ «Γιατί δεν είμαι χριστιανός».
  Στην ταινία, ο Μάρκους πέφτει λιπόθυμος βγαίνοντας από το γραφείο του κοσμήτορα. Ήταν η οξεία σκωληκοειδίτιδα που τον οδήγησε στο νοσοκομείο. Στο βιβλίο αυτό συμβαίνει λίγο αργότερα.
  Και κάποιες διαφορές.
  Στην ταινία, μετά την επίσκεψη της μητέρας του, ο Μάρκους από το παράθυρο του νοσοκομείου τη βλέπει να συνομιλεί με την Ολίβια στην αυλή. Η σκηνή αυτή δεν υπάρχει στο βιβλίο, αλλά είναι έξυπνη. Μπορούμε να υποθέσουμε τι διαμείφθηκε σ’ αυτό το διάλογο ανάμεσά τους.
  Ο έρωτας του Μάρκους για την Ολίβια δηλώνεται πιο απερίφραστα στην ταινία. Πληγωμένος από την ξιφολόγχη του κινέζου στρατιώτη, τον οποίο όμως πρόλαβε να πυροβολήσει και να σκοτώσει, τον ακούμε σε μια αποστροφή στην Ολίβια:
  «Με ακούς Ολίβια; Με ακούς που σου λέω ότι όλα είναι Ο.Κ; Ό,τι και να είναι, είναι Ο.Κ. Γιατί κάποιος σε αγάπησε πραγματικά. Τουλάχιστον αυτό πιστεύω ότι ήταν».
  Και συνεχίζει, ενώ στην οθόνη βλέπουμε την Ολίβια καθισμένη σε μια καρέκλα, γερασμένη, σε κάποια ψυχιατρική κλινική: «Πρέπει να το ξέρεις αυτό. Πρέπει να το ξέρεις, Ολίβια. Πρέπει να το ξέρεις».
  Την πολεμική σκηνή του τέλους που σκοτώνεται ο Μάρκους την έχουμε δει και στην αρχή. Δεν υπάρχει στο βιβλίο, αλλά ο Scharmus δεν θα έχανε την ευκαιρία.
  Και η μεγάλη διαφορά του μυθιστορήματος από την ταινία:
  Στην ταινία δεν μαθαίνουμε τις σκέψεις του Μάρκους κατά τη συζήτησή του με τον κοσμήτορα. Αυτό βέβαια ισχύει για κάθε κινηματογραφική μεταφορά μυθιστορήματος. Επίσης στη μεγάλη οθόνη δεν μπορούν να μεταφερθούν δοκιμιακά αποσπάσματα, παρά μόνο όσα είναι σε δεύτερο επίπεδο αφήγησης, δηλαδή στο στόμα των ηρώων, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση ο ρητορικός χείμαρρος του Μάρκους εναντίον κάθε θρησκείας.
  Στο τέλος υπάρχει και ένα επεισόδιο το οποίο ο Scharmus δεν μπάζει στο μυθιστόρημά του. Οι φοιτητές, ξαναμμένοι από ένα χιονοπόλεμο, ορμούν στους κοιτώνες των κοριτσιών και αυνανίζονται πάνω στις κιλότες τους. Το χιόνι εμποδίζει την αστυνομία να καταφθάσει έγκαιρα. 18 άτομα θα αποβληθούν. Την ίδια ώρα ο συμφοιτητής με το αμάξι σκοτώνεται σε τροχαίο.
  Είναι πραγματικό το γεγονός ή επινοημένο;
  Πραγματικό.
  Αυτό το μαθαίνουμε επιλογικά, όπου ο Ροθ αναφέρεται και σε μια άλλη εξέγερση, 20 χρόνια αργότερα, με τους φοιτητές όχι να ασχημονούν, αλλά να καταφέρονται ενάντια στην καταπίεση που τους ασκείται στο κολλέγιο. Κανείς δεν θα αποβληθεί. Και θα καταργηθεί ο υποχρεωτικός εκκλησιασμός.
  Και η σύμπτωση.
  Το «Σχολείο του σινεμά» του Γιάννη Καραμπίτσου έχει την Κυριακή την προβολή της ταινίας «Εάν», που αναφέρεται σε μια εξέγερση σε ένα αγγλικό κολέγιο. Ο Γιάννης θυμήθηκε κατόπιν και μια άλλη ταινία που αναφέρεται στην εξέγερση των φοιτητών ενός κολεγίου, το «Διαγωγή μηδέν» του Jean Vigo, και προγραμμάτισε την προβολή της για το Σάββατο, μαζί με το «Σχετικά με τη Νίκαια», βουβή ταινία του ίδιου σκηνοθέτη.
  Έχω ένα ακόμη βιβλίο του Ροθ, λέω να το διαβάσω και αυτό. Και να διαβάζω και κάθε άλλο που θα πέφτει στα χέρια μου.
 

No comments:

Post a Comment