Από προχθές στους κινηματογράφους.
Ένας
μεγάλος ελέφαντας κάθεται στο έδαφος, είναι ο κινεζικός τίτλος της ταινίας του Χου Μπο που αυτοκτόνησε αμέσως μόλις ολοκληρώθηκαν
τα γυρίσματά της, η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, σε ηλικία μόλις 29 χρόνων. Είχε γυρίσει πιο πριν και δυο ταινίες μικρού
μήκους, ενώ είχε γράψει και δυο μυθιστορήματα.
3.50΄΄ η ταινία, δεν με κούρασε καθόλου. Ο λόγος; Ο Χου Μπο δεν βιάζεται
να ξεπετάξει την ιστορία του, πράγμα που δίνει μια ένταση και μια δραματικότητα
στις σκηνές του.
Δυστυχισμένες ζωές παρουσιάζει στην ταινία, ζωές που συμπλέκονται σε
κάποιο βαθμό. Ο Γουέι Μπου σκοτώνει ένα συμμαθητή του κατά λάθος, προσπαθώντας να
υπερασπιστεί το φίλο του. Η Χουάνγκ Λινγκ τα έχει με τον καθηγητή της, ενώ
υποτίθεται ότι είναι φίλη του Γουέι Μπου. Ο συμμαθητής αυτός τους είχε
φωτογραφίσει με το κινητό του. Φωτογράφισε και τον φίλο του Γουέι Μπου ενώ
κατούραγε. Θα τις ανέβαζε πιθανόν στο διαδίκτυο, μια σύγχρονη μορφή bullying. Μια μαθήτρια, διάβασα, αυτοκτόνησε όταν υπέστη ένα τέτοιο bullying. Η δυστυχισμένη μαμά της Χουάνγκ Λινγκ, εγκαταλειμμένη από το σύζυγό της,
δεν μπορεί να της προσφέρει καλές συνθήκες διαβίωσης. Και τέλος έναν ηλικιωμένο
– δηλαδή τι ηλικιωμένο, στην ηλικία μου πάνω κάτω –η κόρη του και ο γαμπρός του
θέλουν να τον ξεφορτωθούν και να τον στείλουν σε γηροκομείο. Ο λόγος; Είναι
μικρό το διαμέρισμά τους, δεν χωράνε οι ίδιοι καλά καλά (θυμήθηκα τον «Ανθρώπινο
ζωολογικό κήπο» του Desmond Morris. Σκεφτείτε πάνω στην ετυμολόγηση της
λέξης “στενοχώρια”).
Πέρα
από τα μεγάλα μονόπλανα, ο Χου Μπο αποφεύγει όσο μπορεί τον ρεαλισμό στις
σκηνές σύγκρουσης, δείχνοντας τη σκηνή με μισό πλάνο, το πιο ανώδυνο τμήμα της
που μας κάνει να μαντεύσουμε το υπόλοιπο. Χαρακτηριστική είναι η σκηνή της αυτοκτονίας
(μια δεύτερη που υπάρχει στην ταινία, απλά ακούμε γι’ αυτήν).
Και
ο λόγος του περιορισμένος. Όχι βέβαια η μούγκα του Αγγελόπουλου, τον οποίο μου θύμισε πολύ η ταινία. Στήνει
τους ήρωές του σαν σε φωτογραφία, με ελάχιστη κίνηση, πολλές φορές αμίλητους
και συλλογισμένους. Συχνά η κάμερα τους παρακολουθεί από πίσω.
Ακούμε στην ταινία και το ποίημα του Καβάφη «Η πόλις».
«Είπες·
«Θα πάγω σ’ άλλη γη, θα πάγω σ’ άλλη θάλασσα.
Μια πόλις άλλη θα βρεθεί καλλίτερη απ’ αυτή…
Μια πόλις άλλη θα βρεθεί καλλίτερη απ’ αυτή…
Καινούργιους τόπους
δεν θα βρεις, δεν θάβρεις άλλες θάλασσες.
Η πόλις θα σε ακολουθεί. Στους δρόμους θα γυρνάς
τους ίδιους. Και στες γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς·
και μες στα ίδια σπίτια αυτά θ’ ασπρίζεις».
Η πόλις θα σε ακολουθεί. Στους δρόμους θα γυρνάς
τους ίδιους. Και στες γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς·
και μες στα ίδια σπίτια αυτά θ’ ασπρίζεις».
Πλάκα κάνω, απλά το
νόημα των καβαφικών στίχων εκφράζει ο παππούς κοιτάζοντας να νουθετήσει τον Γουέι
Μπου που θέλει να φύγει, να πάει στο Μαντζοουλί που βρίσκεται ο ζωολογικός κήπος με
τον καθιστό ελέφαντα.
Αγαπημένος μου ο
Καβάφης, τον θεωρώ κορυφαίο, αυτόν ξέρουν περισσότερο οι ξένοι και όχι τους νομπελίστες
μας. Μου αρέσει η διαύγεια τον ποιημάτων του και η βαθιά φιλοσοφική του σκέψη. Όμως
είμαι εδώ και χρόνια εικονοκλάστης, και το υψηλό προφίλ δεν με παρασύρει στο να
προσυπογράφω τα πάντα κάποιου τον οποίο θαυμάζω. Φαντάζομαι, αν κάποιος διάβαζε
το ποίημα αυτό του Καβάφη στους λαθρομετανάστες, θα χαμογελούσαν ειρωνικά.
Και, ναι, παρά την
αυτοκτονία στην οποία αναφερθήκαμε, υπάρχει το happy end. Η Χουάνγκ Λινγκ, ο Γουέι
Μπου και ο παππούς με την εγγονούλα του τον οποίο έπεισαν τελικά, φεύγουν για
την άλλη πόλη με τον καθιστό ελέφαντα. Είχε επισκεφτεί το γηροκομείο και τον είχε
πιάσει κατάθλιψη με τις σκηνές που είδε. Όχι, δεν έχει καμιά διάθεση να πεθάνει
εκεί μέσα (θυμήθηκα την κατάθλιψη που ένιωσα κι εγώ απογράφοντας το 1971 ένα
γηροκομείο στην Καλλιθέα). Και η εγγονούλα του ένιωθε καλύτερα μαζί του παρά με
τους γονείς της, γι’ αυτό τον ακολούθησε (οι μόνες τρυφερές σκηνές στην ταινία
είναι αυτές όπου παρουσιάζεται ο παππούς με την εγγονούλα του).
Κορυφαίο επεισόδιο του
έργου είναι εκείνο κοντά στο τέλος όπου βλέπουμε και την αυτοκτονία, και που θα
μπορούσαμε να το τιτλοφορήσουμε «Το δράμα των παρεξηγήσεων».
Όταν ακούς για
κάποιον που αυτοκτόνησε δεν μπορείς παρά να νιώσεις μια μελαγχολία. Όταν είδα
την εξαιρετική αυτή ταινία, μελαγχόλησα ακόμη περισσότερο. Και ο Φασμπίντερ
αυτοκτόνησε, όμως στα 37 του, έχοντας δώσει αρκετές καλές ταινίες. Όμως ο Χου Μπο
θα μείνει κορυφαίος, έστω και με τη μοναδική του ταινία μεγάλου μήκους, όπως ο
Ταχτσής με το «Τρίτο στεφάνι», ο Χουάν Ρούλφο με τον «Πέδρο Πάραμο», ο Κορνάρος με τον «Ερωτόκριτο»,
ο Κάλβος με δυο μόλις ποιητικές συλλογές. Ξέρω και άλλους αλλά δεν έχει νόημα
να τους απαριθμήσω τώρα.
Συλλογιζόμενος την
αυτοκτονία του Χου Μπο σκέφτηκα ότι δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα για έναν
άνθρωπο από το να θέλει να τερματίσει τη ζωή του (εξαιρώ τις περιπτώσεις που
είναι οιονεί ευθανασία, όπως του Φρόιντ, του Αλέξανδρου Βέλλιου – δεν μπόρεσα
να δω το ντοκιμαντέρ που προβλήθηκε χθες με τις τελευταίες δυο μέρες της ζωής
του- και του ισπανού συγγραφέα Ραμόν
Σαμπέδρο που η ζωή του γυρίστηκε σε ταινία με τον τίτλο «Η θάλασσα μέσα μου», ο οποίος φιλμογράφησε
τη σκηνή της αυτοκτονίας του την οποία είχα δει στην τηλεόραση και μου είχε μείνει
στη μνήμη. Η σκηνή αυτή είχε αναπαραχθεί με απόλυτη ακρίβεια και στην ταινία).
Η αμέσως επόμενη –
σε κατιούσα κλίμακα – είναι η αγωνία για έναν επικείμενο θάνατο λόγω μιας
ανίατης αρρώστιας για την οποία υπάρχει τελεσίδικη διάγνωση ότι δεν επιδέχεται
θεραπεία.
Φοβερά ειρωνικό: ο ένας
να θέλει να πεθάνει και ο άλλος να έχει την αγωνία του μελλοθάνατου, για τον
επικείμενο θάνατό του.
Στη συνέχεια είναι ο
φόβος του θανάτου για μια αρρώστια που μπορεί να σε στείλει, μπορεί όμως και
όχι.
Έπειτα είναι η
αγωνία των γηρατειών (διάβασα ότι αρχίζουν στην ηλικία των 65), καθώς οι
πιθανότητες να σε βρει κάτι ξαφνικό αυξάνουν σημαντικά. Η περίπτωσή μου.
Έπειτα…
Αλλά ας σταματήσουμε
εδώ. Από την ταινία, η οποία με συγκίνησε βαθύτατα, περάσαμε στην αυτοκτονία,
με αφορμή την αυτοκτονία του σκηνοθέτη. Ας κλείσουμε όμως με την ταινία, και συγκεκριμένα
ένα τμήμα από το σκεπτικό της επιτροπής του Forum του φεστιβάλ Βερολίνου η οποία του έδωσε το ένα από τα δυο
βραβεία που πήρε.
«Εντυπωσιακά πολύ
πλούσια εικονογράφηση και εξονυχιστική από κάθε άποψη απεικόνιση μιας
ιδιοτελούς κοινωνίας». Η κόρη και ο γαμπρός είναι η πιο χαρακτηριστική
περίπτωση. Όμως ο Γουέι Μπου είναι εξαίρεση.
No comments:
Post a Comment