Επιστρέφει δριμύτερος στους
δυστυχισμένους ήρωές του ο Βέντερς. Και δεν είναι οι περιθωριακοί που κατοικούν
στη «Γειτονιά των καταφρονεμένων» («Dodesukaden») του Κουροσάβα ή οι άστεγοι στο «Κάτω
από το φεγγαρόφωτο» του Sayyed Reza Mir Karimi,
αλλά αστοί, λίγο πολύ επιτυχημένοι.
Ο Τόμας είναι ένας
πολλά υποσχόμενος συγγραφέας (για την ακρίβεια μυθιστοριογράφος, γιατί κι εγώ
συγγραφέας είμαι αλλά δεν γράφω μυθιστορήματα). Δεν νοιώθει ικανοποιημένος από
τη σχέση του. Αιτία η διαφωνία τους: Δεν θέλει παιδιά, σε αντίθεση με τη
γυναίκα του.
Μήπως δεν τον
τραβάει πια ερωτικά, και το «δεν θέλω παιδιά» είναι ένα πρόσχημα; Και το λέω
αυτό γιατί αργότερα θα τον δούμε να έχει μια πολύ τρυφερή σχέση με την κόρη μιας
υπαλλήλου του εκδοτικού του οίκου με την οποία συζεί. Βέβαια μπορεί να άλλαξε αντιλήψεις
στο μεταξύ.
Ενώ η βασική
αφηγηματική δομή είναι «κατάσταση ηρεμίας-διαταραχή της ηρεμίας-αποκατάσταση
της ηρεμίας», εδώ η κατάσταση της ηρεμίας, που στο «Σχετικά με την Έλλη» του
Ασγάρ Φαρχάντι κρατούσε σχεδόν στη μισή ταινία, δεν υπάρχει. Η διαταραχή
έρχεται στην αρχή της ταινίας, σαν ένα πυρηνικό γεγονός που πυροδοτεί άλλα γεγονότα,
χωρίς να είναι in media res.
Διαβολόκαιρος,
χιονιάς, η αστυνομία έχει μπλοκάρει τον κεντρικό δρόμο και τον κατευθύνει σε
έναν παράδρομο. Εκεί θα συμβεί το ατύχημα: θα πέσει πάνω σε δυο παιδιά με
αποτέλεσμα να σκοτώσει το ένα. Όχι, η μάνα τους δεν του κρατάει κακία, ήταν
ατύχημα, δεν μπορεί να τον κατηγορήσει. Σε μια συνάντησή τους μετά από δυο
χρόνια, θα του εξομολογηθεί τις δικές της ενοχές. Αφοσιωμένη στο βιβλίο που
διάβαζε που ήταν συναρπαστικό δεν φρόντισε να μαζέψει τα παιδιά της από το
δρόμο, πράγμα που θα έπρεπε να είχε κάνει από ώρα.
Μετά το ατύχημα είναι
απαρηγόρητος. Τόσο απαρηγόρητος που θα κάνει απόπειρα αυτοκτονίας. Μόλις που
γλίτωσε.
Το χωρισμό του δεν
το βλέπουμε, υπάρχει αφηγηματικό κενό που γεμίζει βλέποντάς τον με την κόρη της
καινούριας του σχέσης. Σε λίγο καταφτάνει και αυτή. Όλα πηγαίνουν καλά.
Όχι όμως και με τον
αδελφό του σκοτωμένου. Είναι πια δεκαέξι χρονών και κουβαλάει ψυχολογικά
προβλήματα. Ο άνθρωπος που σκότωσε τον αδελφό του, και που δεν είχε αντιληφθεί
ότι υπήρχε ένας νεκρός αδελφός όταν τον μετέφερε στους ώμους του πηγαίνοντάς
τον στο σπίτι, του έχει γίνει εμμονή. Θέλει να τον συναντήσει. Τον συναντάει. Ο
Τόμας του φέρεται άψογα. Ο νεαρός δεν είναι ικανοποιημένος από ό,τι θα φανεί αργότερα.
Κάποτε που λείπει το ζευγάρι θα μπει μέσα στο σπίτι και θα κατουρήσει πάνω στο
κρεβάτι τους.
Κάνουν καταγγελία
στην αστυνομία, αν και ο Τόμας, χωρίς να μας λέγεται στην ταινία, υποψιάζεται
ποιος είναι ο ένοχος. Γιατί πιστεύω ότι το υποψιάζεται; Μα γιατί το υποψιάζεται
και ο θεατής.
Ο Τόμας είναι μόνος
στο σπίτι. Βλέπει από το παράθυρό του μια σκιά. Είναι ο νεαρός. Ανοίγει την
πόρτα, πηγαίνει στο ψυγείο και βγάζει δυο μπύρες. Τις τοποθετεί πάνω στο
τραπέζι και κάθεται στην καρέκλα. Ο νεαρός μπαίνει μέσα και κάθεται απέναντί
του. Θα συζητήσουν. Η μητέρα του έχει φύγει επαγγελματικό ταξίδι, είναι μόνος.
Τους βλέπουμε να
βγαίνουν έξω από το σπίτι κουβαλώντας στο στρώμα. Το ακουμπάνε στον κορμό ενός
δένδρου. Ο νεαρός παίρνει το ποδήλατό του. Ο Τόμας τον συνοδεύει μέχρι το
δρόμο.
-Θα φτάσεις έγκαιρα
στο σχολείο;
-Ναι, χαλαρά.
Ετοιμάζεται να ανέβη
στο ποδήλατο. Ο Τόμας τον πλησιάζει και τον αγκαλιάζει. Ο νεαρός, διστάζοντας
στην αρχή, τον αγκαλιάζει και αυτός.
Βλέπουμε τον νεαρό καβάλα
στο ποδήλατό του να κατευθύνεται προς το σχολείο του με μια υποψία χαμόγελου,
με μια έκφραση ανακούφισης στο πρόσωπό του.
Ο «ανθρωπιστής»
Βέντερς που είδαμε στα ντοκιμαντέρ του δεν είναι διαφορετικός στις μυθοπλασίες
του. Βέβαια, το σενάριο το υπογράφει άλλος, αλλά όμως ο Βέντερς το διάλεξε.
Μας άρεσε πολύ το happy end του
τέλους, όπως και στο «Palermo shooting»,
που μοιάζει με κάθαρση αρχαίας τραγωδίας.
Εξαιρετικός
σκηνοθέτης Βέντερς, μου άρεσε πολύ αυτό το μελαγχολικό κουαρτέτο με έναν άντρα
και τρεις γυναίκες. Δεν χρησιμοποιεί εντυπωσιακές αφηγηματικές τεχνικές, όμως
είναι εξαιρετικός ο τρόπος που αφηγείται. Πολύ μου άρεσε ο τρόπος που
παρουσίασε το ατύχημα. Την ύπαρξη του αδελφού και το τι του συνέβη το
μαντεύουμε από το πανικόβλητο τρέξιμο της μάνας στον τόπο του δυστυχήματος. Το
πτώμα του δεν θα το δούμε.
Όντως τα αφηγηματικά
κενά τα χρησιμοποιεί με πολύ επιδέξιο τρόπο ενώ σε άλλους σκηνοθέτες, όπως στο
Μάλικ που είδα πρόσφατα, πολλές φορές δημιουργούν ασάφεια.
Και τι εξαιρετικός
ηθοποιός ο James Franco!
Αλλά και οι γυναίκες του γυναικείου team.
Ας το γράψω για μια
ακόμη φορά, η βαθμολογία στο IMDb
δεν με επηρεάζει καθόλου στην πρόσληψή μου, είτε αυτή είναι υψηλή είτε είναι
χαμηλή. Το «Όλα θα πάνε καλά» έχει μόλις 5,4.
Η προηγούμενη
ανάρτησή μας ήταν για την ταινία «Το
αλάτι της γης».
No comments:
Post a Comment