Sunday, May 31, 2020

Ντίνος Δημόπουλος, Αστέρω (1959)


Ντίνος Δημόπουλος, Αστέρω (1959)

  Αφού είδα την «Αστέρω» του Δημήτρη Γαζιάδη είπα να δω και την «Αστέρω» του Ντίνου Δημόπουλου. Το συγκριτολογικό μου «δαιμόνιο» δεν με αφήνει ήσυχο.
  Το σενάριο το υπογράφει ο Αλέκος Σακελάριος, βασιζόμενος, όπως και ο Γαζιάδης, σε μια «ιστορία» του Παύλου Νιρβάνα η οποία, όπως γράψαμε και στην ανάρτησή μας για την ταινία του Γαζιάδη, αποτελεί μεταφορά από το μυθιστόρημα «Ραμόνα» της αμερικανίδας Έλεν Χαντ Τζάκσον.
  Με έπιασε μια περιέργεια, πόσο αποκλίνουν από το μυθιστόρημα της Τζάκσον, ο Νιρβάνας κατ’ αρχήν, και έπειτα ο Γαζιάδης και ο Δημόπουλος. Υπάρχει το μυθιστόρημα στο Gutenbergproject, όμως για να το διαβάσω, ουκέτι καιρός, γι’ αυτό διάβασα την περίληψη.
  Για να είμαι ειλικρινής, πρώτα βρήκα στο youtube την ομώνυμη ταινία μικρού μήκους, γυρισμένη το 1910, από τον Griffith (τη σκηνοθεσία συνυπογράφει η Mary Pickford), και ήθελα να δω πόσο αποκλίνει από το μυθιστόρημα.
  Δεν αποκλίνει καθόλου.
  Τη Ραμόνα, η οποία είναι κατά το ήμισυ μιγάς, την έχει πάρει υπό την προστασία της η κυρία Μορένο, που έχει ένα μεγάλο ράντσο με πρόβατα. Της το ζήτησε η θετή μητέρα της Ραμόνα καθώς θα πέθαινε. Της προσφέρει κάθε άνεση, όμως την αντιμετωπίζει με κάποια περιφρόνηση καθώς είναι μιγάς.
  Η Ραμόνα ερωτεύεται τον Αλεσάντρο, έναν ινδιάνο που δουλεύει στο ράντσο. Το σκάνε και πάνε να ζήσουν στο χωριό του Αλεσάντρο. Όμως το βρίσκουν ερειπωμένο, καθώς οι λευκοί εισέβαλαν και το κατέστρεψαν. Διεκδικούν τη γη των χωρικών. Περιφέρονται από εδώ και από εκεί αλλά από παντού τους διώχνουν, η γη λέει τους ανήκει. Βρισκόμαστε στην Καλιφόρνια, και αυτή είναι η πολιτική της αμερικανικής κυβέρνησης, ενθαρρύνει τους άποικους να διώχνουν τους ινδιάνους από τα εδάφη τους.
 Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, πεθαίνει το μωρό τους. Ο Αλεσάντρο τρελαίνεται. Διαπληκτίζεται με ένα λευκό ο οποίος βγάζει το πιστόλι του και τον σκοτώνει. Η Ραμόνα είναι απελπισμένη, όμως έρχεται και τη σώζει ο Φελίπε, ο γιος της κυρίας Μορένο, του οποίου είχε αποκρούσει τον έρωτα για χάρη του Αλεσάντρο. Παντρεύονται.
  Ο Griffith ακολουθεί επακριβώς το μυθιστόρημα στη δεκαεξάλεπτη ταινία του την οποία μπορείτε να δείτε στο youtube. Και μας προκαλεί έκπληξη πώς γύρισε, έξι χρόνια μετά, τη ρατσιστικότατη «Γέννηση ενός έθνους».
  Στην ταινία του Δημόπουλου η Αστέρω δεν είναι κόρη ενός φυλακισμένου αλλά καρπός ενός παράνομου έρωτα. Το ότι δεν ευοδώνεται αρχικά ο έρωτάς τους οφείλεται στις μηχανορραφίες της Γεωργίας Βασιλειάδου. Φαίνεται να τα καταφέρνει. Ενθουσιασμένη δηλώνει: εγώ και δεσπότη μπορώ να παντρέψω.
 Ο Θύμιος, ζηλεύοντας, είναι έτοιμος να παντρευτεί μια που τον θέλει και του την προξενεύουν. Αυτή, απελπισμένη, δέχεται να παντρευτεί τον άντρα που την αγαπά, και ο οποίος, λείποντας χρόνια από τα μέρη, δεν ξέρει για τον έρωτα της Αστέρως και του Θύμιου. Όταν αποκαλύπτεται η μηχανορραφία η νύφη το σκάει. Ο άντρας που τον έστησε στην εκκλησία φέρεται μεγαλόψυχα όταν μαθαίνει τον έρωτα των δυο νέων. Όμως πού είναι η Αστέρω;
  Έχει τρελαθεί, και τη βρίσκουν σε μια σπηλιά. Τη φέρνουν σπίτι. Επανέρχεται στα λογικά της όταν ακούει το τραγούδι και τη φλογέρα του Θύμιου, ακριβώς όπως και στην ταινία του Γαζιάδη.
  Αρκετές οι διαφορές από το μυθιστόρημα που απετέλεσε την πηγή έμπνευσης, αλλά και οι διαφορές ανάμεσα στις δυο ταινίες. Ο Αλέκος Σακελλάριος που υπογράφει το σενάριο πιστεύω ότι έγραψε και τους έμμετρους διαλόγους, στον ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο του δημοτικού τραγουδιού, πράγμα που δίνει μια ποιητικότητα στην ταινία.
  Εξαιρετική υποκριτικά η Αλίκη, την οποία η Ελένη Βλάχου χαρακτήρισε, όταν είδε την ταινία, ως την εθνική μας σταρ. Βέβαια μετά, όταν τυποποιήθηκε στο ρόλο της γατούλας με τη ροζ μυτούλα, έχασε υποκριτικά.

Δημήτρη Γαζιάδη, Αστέρω (1929)


Δημήτρη Γαζιάδη, Αστέρω (1929)

  Η «Αστέρω» είναι ίσως η πιο παλιά από τις ελληνικές ταινίες που έχουν σωθεί. Μάλιστα εθεωρείτο χαμένη μέχρι το 2003, οπότε βρέθηκε μια κόπια στη Γαλλική Ταινιοθήκη, με γαλλικούς μεσότιτλους.
  Βασίζεται σε κείμενο του Παύλου Νιρβάνα το οποίο με τη σειρά του αποτελεί διασκευή του μυθιστορήματος «Ραμόνα» της αμερικανίδας Έλεν Χαντ Τζάκσον. Το σενάριο υπογράφει ο σκηνοθέτης μαζί με τον Ορέστη Λάσκο. Είναι η πρώτη ταινία φουστανέλας που άνοιξε το δρόμο σε πάρα πολλές άλλες ταινίες του είδους.
  Η Αστέρω είναι ψυχοκόρη του γερο-Ασώπιου. Την πήρε από μικρή και τη μεγάλωσε μαζί με το γιο του τον Θύμιο. Οι δυο νέοι, φτάνοντας στην εφηβεία, ερωτεύθηκαν ο ένας τον άλλο. Όμως ο πατέρας ούτε να ακούσει για αυτή τη σχέση, να παντρευτεί ο γιος του μια παρακατιανή; Έτσι και τολμήσει θα τον αποκληρώσει.
  Και βλέπουμε για άλλη μια φορά το μοτίβο «η αυτοθυσία της γυναίκας για τον άντρα». Έχω ξεχωριστό αρχείο όπου καταγράφω έργα με αυτό το θέμα. Το παραθέτω: «Άλκηστις», «Αντίο παλλακίδα μου», «Νόρμα», «Η κυρία με τις καμέλιες», Jacob Cheung Αναπαύσου στον ώμο σου (肩上蝶) 2011, Kim Hyeon-seong, Mr. Butterfly, Κώστα Ανδρίτσου, Καταιγίδα  και Kenji Mizoguchi, οι περισσότερες ταινίες του. Σίγουρα υπάρχουν κι άλλες που ή δεν τις έχω δει ή μου διαφεύγουν.
  Η Αστέρω, για να μην αποκληρωθεί ο αγαπημένος της, του λέει ψέματα ότι έχει ερωτευθεί άλλον. Ένας τσέλιγκας στην υπηρεσία του θετού πατέρα της τη φλερτάρει. Θα ανταποκριθεί και θα τον παντρευτεί.
  Όταν αυτός σκοτώνεται σε ατύχημα, πέφτοντας από ένα βράχο, η θλίψη της είναι γνήσια. Από την απελπισία της τρελαίνεται. Ο πατέρας που έχει μετανιώσει μαζί με το γιο θα ψάξουν να τη βρουν.
  Τη βρίσκουν, αλλά δεν τους αναγνωρίζει. Τη φέρνουν σπίτι. Αυτή, ακούγοντας τη φλογέρα του Θύμιου και το τραγούδι του, ξαναβρίσκει τα λογικά της, και έχουμε το κλασικό happy end.
  Το θέμα της τρελής έλκει ιδιαίτερα τους γιαπωνέζους, και αποτελεί μάλιστα μια ειδική κατηγορία στο θέατρο Νο. Αλλά και στη Δύση βλέπουμε το θέμα της τρελής. Στο μυαλό μου έρχεται η Οφηλία στον «Άμλετ» και η Μπλανς Ντυμπουά στο «Λεωφορείον ο πόθος». Δίπλα τους η καθυστερημένη Γκελσομίνα στο «Λα στράντα» του Φελίνι.  
  Το θέμα της μετάνοιας δεν είναι και τόσο συνηθισμένο. Στο μυαλό μου έρχεται ο Κρέοντας στην «Αντιγόνη».
  Γιατί μετανιώνει ο πατέρας του Θύμιου;
  Γιατί οικειοποιήθηκε την περιουσία της Αστέρως. Πάμπλουτος ο πατέρας της, καταδικάστηκε άδικα σε πολύχρονη φυλάκιση και εμπιστεύτηκε τη μικρή Αστέρω στο φίλο του για να την αναθρέψει, δίνοντάς του άφθονα χρήματα. Με αυτά αγόρασε την περιουσία που απέκτησε και από φτωχός βοσκός έγινε μέγας και τρανός.
  Και εδώ βρίσκουμε πάλι έναν άλλο «τόπο», τον οποίο συναντήσαμε στο έργο του Λόγγου «Δάφνης και Χλόη» καθώς και σε έργα της Κρητικής Αναγέννησης. Ο φτωχός νέος και η φτωχή νέα διαπιστώνεται τελικά ότι είναι αρχοντόπουλα. Μάλλον το μοτίβο της σταχτοπούτας δεν ήταν ακόμη ανεκτό.
  Βλέπουμε και εδώ την «υπερβολική» ερμηνεία που παρατηρούμε στις βουβές ταινίες μέσω των εκφράσεων του προσώπου και των κινήσεων του σώματος, αναγκαίες για να αποδοθούν αισθήματα τα οποία δεν είναι δυνατόν να εκφραστούν πλήρως με τους μεσότιτλους.
  Η ταινία ήταν από τις πιο επιτυχημένες της εποχής, πράγμα που ίσως οδήγησε τον Ντίνο Δημόπουλο να γυρίσει τη δική του «Αστέρω», ακριβώς τριάντα χρόνια μετά.  

Ερρίκος Ανδρέου, Τα δυο πόδια σε ένα παπούτσι (1967).


Ερρίκος Ανδρέου, Τα δυο πόδια σε ένα παπούτσι (1967).

  Σπάνια βλέπω τηλεόραση, την έχω απλά σαν δεύτερο μόνιτορ στον υπολογιστή μου για να βλέπω ταινίες. Κάποιες φορές όμως που, κάνοντας ζάπινγκ, πέφτω πάνω σε ταινία της δεκαετίας του ’60, δεν αντέχω στον πειρασμό, κάθομαι και τη βλέπω. Έτσι έγινε και με τα «Δυο πόδια σε ένα παπούτσι» που τα είδα προχθές βράδυ στο opentv.
  Είναι η αναμνήσεις; Τις περισσότερες απ’ αυτές τις ταινίες τις είδα στο σινε-Αστέρια, τον θερινό κινηματογράφο του χωριού μου που άνοιξε το 1958 και έκλεισε περίπου το 1970. Είναι μήπως μια ελληνικότητα που χάθηκε με την έλευση της τηλεόρασης και της παγκοσμιοποίησης;  Ή μήπως οφείλεται στο γεγονός ότι ελάχιστες ταινίες ξέρω από την μετέπειτα παραγωγή;
  Να ξεκαθαρίζουμε, μιλάω πάντα για κωμωδίες. Τα δακρύβρεχτα δράματα ούτε τότε ούτε και τώρα τα βλέπω, με κάποιες εξαιρέσεις βέβαια.
  Η Νόρα Βαλσάμη (τι ωραία που ήταν) έρχεται από το χωριό στην Αθήνα και πιάνει δουλειά ως δακτυλογράφος. Στο γιο του αφεντικού, το Λάκη Κομνηνό, του φαίνεται κακάσχημη με το επαρχιώτικο ντύσιμό της. Το λέει στον πατέρα του, αυτή το ακούει, και γυρίζει απελπισμένη στο σπίτι. Μια φίλη της που μένει στο διπλανό διαμέρισμα τη συμβουλεύει, το απόγευμα που θα ξαναπάει στη δουλειά να είναι ντυμένη διαφορετικά. -Πώς δηλαδή; -Έλα και θα σου δείξω εγώ.
  Και της έδειξε.
  Την έκανε κούκλα.
  Ο Κομνηνός έτριβε τα μάτια του.
  Αυτή, κατά συμβουλή της φίλης της, κάνει την περπατημένη χωρίς να είναι, και αυτός ζηλεύει. Ως γνωστό, η ζήλεια είναι το μεγάλο διεγερτικό του έρωτα. Μάλιστα σκηνοθετεί και μια συνάντηση σε κέντρο με υποτιθέμενους γκόμενους.
  Αυτές οι σκηνοθεσίες έχουν και τα προβλήματά τους. Ο ψεύτης και ο κλέφτης… Το ίδιο θα αποκαλυφθεί και αυτός κάποια στιγμή για τα ψέματα που λέει στη φιλενάδα του. Δεν είναι ενθουσιασμένος μαζί της, όλο απαιτήσεις για δώρα είναι.
  Τα ψέματα λοιπόν θα αποκαλυφθούν και μαζί τους και ο έρωτας.
  Στο τέλος βλέπουμε πάλι το γνωστό μοτίβο του «στο παρά πέντε», αλλά σε μια πολύ πρωτότυπη, εξαιρετική εκδοχή.
  Αυτή, παρεξηγημένη μαζί του, θέλει να γυρίσει στο χωριό. Τρέχει να την προλάβει. Την προλαβαίνει όταν είναι έτοιμη να ανέβη στο τραίνο. Της λέει ότι ανακάλυψε πως είναι το πιο καλό κορίτσι του κόσμου και ότι την αγαπά. -Πολύ αργά, του λέει και ανεβαίνει στο τραίνο.
  Το τραίνο ξεκινάει σιγά σιγά. Τρέχει και ανεβαίνει μέσα. Την ψάχνει. Ξαφνικά τη βλέπει από το παράθυρο. Είχε κατέβη.
  Δίπλα στο ρομάντζο έχουμε και τα κωμικά επεισόδια, με τον Παναγή, τον ερωτευμένο χωριανό της, και με τον εργένη του αποκάτω πατώματος, που η φίλη της Νόρας (σχεδόν πάντα βάζω τα ονόματα των ηθοποιών και όχι των προσώπων που υποδύονται) δεν τον αφήνει κάθε βράδυ να κοιμηθεί. Πότε έχει πάρτι, πότε έχει στη διαπασών το πικάπ.
  Πολύ μου άρεσε αυτή η ταινία, με χαλάρωσε, ένιωθα να χαμογελάω σε όλη τη διάρκεια της προβολής της. Τι κρίμα να μην έχω χρόνο να δω περισσότερες τέτοιες ταινίες. Όμως πρέπει να το κάνω πότε πότε.