Αλέξανδρου
Παπαδιαμάντη, Η μετανάστις
«Η μετανάστις» είναι
το πρώτο έργο του Παπαδιαμάντη, μυθιστόρημα. Στις 133 σελίδες του διεκτραγωδεί
τη μοίρα της Μαρίνας. Ήδη από αυτό το έργο αρχίζει η μακρά σειρά άτυχων ερώτων,
που θα δούμε σε πολλά μεταγενέστερα έργα του.
Δεν έχω χρόνο να
διαβάσω πάρα πολύ Παπαδιαμάντη, και κάνω επιλογή. Το κίνητρο υπήρξε η συζήτηση
για την «Φόνισσα»
στη Λέσχη Ανάγνωσης του victoriasquareproject.
Διάβασα και διηγήματά του που μεταφέρθηκαν στη μεγάλη οθόνη (μου μένουν δυο
ακόμη) και κάποια επίσης που δεν είχα διαβάσει και στα οποία έγινε αναφορά στο
«Καλή σου νύχτα, κυρ’ Αλέξανδρε», το ντοκιμαντέρ του Γιάννη Σμαραγδή.
Για τη «Μετανάστιδα»
και το «Βαρδιάνο στα σπόρκα» που θα διαβάσω αμέσως μετά υπήρξε άλλο κίνητρο: Η
πανδημία.
Μια επιδημία πανώλης
ερημώνει την Μασσαλία. Ο πατέρας της Μαρίνας έχει πεθάνει ενώ η μητέρα είναι
ετοιμοθάνατη. Εκείνη την ώρα έρχεται ο καπετάνιος με τον επίσκοπο (θα
παραθέσουμε παρακάτω σχετικό απόσπασμα για αυτόν) να την πάρει, να την σώσει.
Πεθαίνει και η
μητέρα, δεν έχουν χρόνο για χάσιμο, όμως η Μαρίνα θέλει να τη νεκροστολίσει.
Πρέπει να φύγουμε το συντομότερο, της λέει ο πλοίαρχος.
Έρχεται «συνεργείο» που μαζεύει τους νεκρούς
και τους πηγαίνει για θάψιμο. Θέλει να τους ακολουθήσει, να συνοδέψει τους
γονείς της στην τελευταία τους κατοικία. Ο καπετάνιος, αφού αδυνατεί να την
μεταπείσει, θα την ακολουθήσει.
Και ποια είναι η
τελευταία κατοικία;
Ένας τεράστιος
λάκκος, όπου τους θάβουν ανά είκοσι.
Η επιστροφή θα είναι
επεισοδιακή, θα πέσουν πάνω σε κακούς, αλλά θα ξεφύγουν.
Το μυθιστόρημα
φαίνεται να αντλεί από τα ρομαντικά μυθιστορήματα, που βρίθουν από συναρπαστικά
επεισόδια. Εξάλλου είναι μια ιστορία αγάπης.
Το ειδύλλιο πλέκεται
ανάμεσα στη Μαρίνα και το γιο του καπετάνιου. Όμως θα συναντήσουν δυσκολίες.
Μια μητέρα και μια κακόψυχη γυναίκα θα διαβάλλουν την Μαρίνα, με αποτέλεσμα ο
γιος να την εγκαταλείψει. Η μητέρα αυτή θέλει τον γιο του καπετάνιου για γαμπρό
της. Όμως ο κακόψυχος χαρακτήρας τους είχε φανεί ήδη από την αρχή, όταν
συνταξίδευαν στο πλοίο που τους μετέφερε στη Σμύρνη.
Ο γιος του
καπετάνιου, όταν ανακαλύψει ότι όλα αυτά που του είπαν είναι συκοφαντίες, θα
τρέξει κοντά της αλλά είναι αργά: η κοπέλα έχει πεθάνει, έχει ήδη ταφεί.
Αυτός ο μανιχαϊσμός,
οι καλοί και οι κακοί, μπορεί να φαίνεται αφελής στον σημερινό αναγνώστη, αλλά
ίσως όχι στον αναγνώστη της εποχής εκείνης. Μπορώ όμως να σας διαβεβαιώσω από
προσωπική πείρα ότι υπάρχουν άτομα άπειρης κακίας τα οποία δεν μπορείτε να φαντασθείτε.
Κάποιοι θα τα έχετε συναντήσει.
Δεν θα πω όμως το
ίδιο και για το «δροσιστικόν», το μαγικό φίλτρο με το οποίο πότισε η κακή αυτή
γυναίκα τον γιο του καπετάνιου με αποτέλεσμα να ξεχάσει αμέσως τη Μαρίνα και να
ερωτευθεί την Κάκια. Δεν κατάφεραν όμως να τον πείσουν να την αρραβωνιαστεί
αμέσως, ήθελε να πάει πρώτα στη Μασσαλία για να διαπιστώσει αν όσα
καταμαρτυρούν στη Μαρίνα είναι αλήθεια. Την πάθανε, το «δροσιστικό» έχει ισχύ
για λίγες μόνο μέρες όπως λέει αυτή που του το έδωσε.
Υπάρχει και μια
εγκιβωτισμένη αφήγηση, για μια άλλη επιδημία.
Η μητέρα με τα δυο
μικρά παιδιά της φεύγει από την πόλη να γλιτώσει. Πηγαίνουν σε ένα ορεινό
χωριό, όπου είχε κάποιες συντέκνισσες να τη φιλοξενήσουν.
Φτάνουν βραδιασμένα.
Την ίδια νύχτα πεθαίνει κάποιος από το χωριό. Εσείς φέρατε την επιδημία, να
φύγετε. Όμως αυτός που τους φιλοξενούσε ήταν προεστός, πάτησε πόδι.
Τι έγινε μετά;
Τη νύχτα οι χωρικοί
πήγαν και έβαλαν φωτιά στο σπίτι, να τους κάψουν (θυμήθηκα τον «Ζητιάνο», όπου
πάλι φανατισμένοι χωρικοί έβαλαν φωτιά στο σπίτι για να κάψουν τον βρικόλακα).
Μόλις που κατάφεραν
να ξεφύγουν.
Μου το είπε μια φίλη
μου:
Λίγο μετά την
καραντίνα κάποιοι το σκάνε και πάνε στο χωριό. Πηγαίνουν στο μπακάλικο να
ψωνίσουν. -Εδώ μας ήλθατε για να μας κουβαλήσετε τον κορονοϊό; Να σηκωθείτε
γρήγορα και να φύγετε.
Ο Παπαδιαμάντης στο
έργο του αυτό είναι ολότελα θεατρικός. Ο διάλογος σχεδόν φτάνει σε έκταση το
αφηγηματικό μέρος, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στα μεταγενέστερα έργα του. Αν
και πρώτο του έργο, πρωτόλειο θα μπορούσε να το χαρακτηρίσει κανείς,
διακρίνεται αμέσως ο ταλαντούχος συγγραφέας.
Και τώρα κάποια
αποσπάσματα.
«…Διότι προ της
ενσκήψεως του δεινού ο κληρικός ούτος έζη σχεδόν αφανής εν τη πόλει, και δεν
ωμοίαζε προς τους σεβασμίους εκείνους ποιμενάρχας, οίτινες, αφού η φήμη των
αρετών αυτών πληρώση τας αιθούσας και τους θαλάμους εν καιρώ γαλήνης και
ησυχίας, αποσύρονται κατά τας δυσχερείς περιστάσεις εις ευάερόν τι εξοχικόν
μοναστήριον, ίνα προσευχηθώσιν εν σιγή υπέρ του ποιμνίου αυτών» (σελ.
5).
Ο σατιρικός
Παπαδιαμάντης κάνει ήδη από το πρώτο του έργο την εμφάνισή του.
Ο κληρικός αυτός
έτρεχε από εδώ και από εκεί για να συμπαρασταθεί στο ποίμνιό του. Είναι αυτός
που συνόδευε τον καπετάνιο.
Διαβάζουμε:
«-Ω, τι είδες συ,
είπε ο γέρων. Πού να ήσο εις την Κωνσταντινούπολιν, είναι τριάντα έτη! Εδώ
βλέπεις τας οδούς γεμάτας πτώματα, εκεί δεν τα εχώρει η γη, αλλ’ εγέμισαν την
θάλασσαν του Μαρμαρά πλέοντα εις τον αφρόν».
Ο Ζέννος [ο γιος]
εφρικίασεν.
-Ή να ήσο εις την
Αλεξάνδρειαν, όπου το καύσιμον έκαιε δεκαοκτώ ημέρας.
-Ποίον καύσιμον;
-Το καύσιμο των
νεκρών·
διότι βαρυθέντες να χώνωσιν εσκέφθησαν ότι ήτο καλύτερον να τους καίουν» (σελ.
7).
Υπήρξαν και
χειρότερα, για να παρηγοριόμαστε.
Και ένα δίστιχο:
«Ο ναύτης της
μελαχροινής ένα φιλί γυρεύει,
Και η ξανθούλα ζήλεψε και πάντα θα ζηλεύη» (σελ. 56).
Κοίτα να δεις, από
τότε τα είχαν με τις ξανθιές.
«Έκρυψε το πρόσωπον
εντός των χειρών δια να μη φαίνεται, ή μάλλον δια να φαίνεται ότι κλαίει» (σελ. 64).
Μετά τον σατιρικό,
έχουμε τον χιουμορίστα Παπαδιαμάντη.
Αναρωτιέμαι πώς δεν
βρέθηκε κανείς να μεταφέρει στη μικρή οθόνη την ιστορία αυτή που είναι καθ’ όλα
συναρπαστική, γεμάτη ίντριγκες και ανατροπές. Ακόμη και σήριαλ θα μπορούσε να
γίνει.
No comments:
Post a Comment