Saturday, July 11, 2020

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Τα ρόδινα ακρογιάλια


Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Τα ρόδινα ακρογιάλια
  

  Τα «Ρόδινα ακρογιάλια» είναι ένα εκτενές διήγημα με εγκιβωτισμένες διηγήσεις. Στην πραγματικότητα βλέπουμε τέσσερα πορτραίτα, το ένα του αφηγητή και τα άλλα τρία των κεντρικών ηρώων των εγκιβωτισμένων ιστοριών.
  Ο αφηγητής μας αφηγείται έναν άτυχο έρωτα. Στη συνέχεια τον βλέπουμε να παίρνει μια βάρκα. Μπάζει νερά.
  «Τὸ φλασκί, τὸ ὁποῖον μοῦ εἶχε δώσει ὁ ἴδιος, εἶχε μεταβληθῆ εἰς πρόχειρον ἄντλημα, ραγισμένον καὶ τρύπιον, διὰ νὰ βγάζω τὰ νερά, ὅταν μοῦ εἶχε κολλήσει ἡ ἰδέα ὅτι δῆθεν ἐζήτουν ν᾿ αὐτοκτονήσω».
  Πιο πριν μας είχε πει:
  « Ἤμην τότε, ὡς ἔγγιστα, τριακοντούτης, καὶ πρὸ πολλοῦ ἤδη εἶχον ἀρχίσει ν᾿ ἀπογοητεύωμαι ἀπὸ τὴν ζωήν!».
  Και η συνέχεια;
  «Ἐγυμνώθην κ᾿ ἐπήδησα εἰς τὰ κύματα. Ἀφοῦ ἐπ᾿ ὀλίγον ἐκολύμβησα, ᾐσθάνθην τόσην νάρκην ὥστε δὲν εἶχα πλέον δύναμιν νὰ ἀνέλθω εἰς τὴν βάρκαν, νὰ ἐνδυθῶ, καὶ νὰ σωφρονήσω. Εἶπα: «Ἂς κάμω τ᾿ ἀνάσκελα!» κ᾿ ἔκαμα ὅπως ὅταν ἤμεθα παιδιά, ὁπότε, δραπετεύοντες ἀπὸ τὸ σχολεῖον, ἐκολυμβούσαμεν διαρκῶς ὀκτὼ ἢ δέκα φορὰς τὴν ἡμέραν… Καθὼς ἤμην πλαγιασμένος, ἐλαφρὸς εἰς τὸ κῦμα, τί ἔπαθα; Ἀπεκοιμήθην τάχα;».
  Συνήλθε στην ακτή. Από πάνω του στεκόταν ο Αταίριαστος.
  Ποιος ήταν αυτός;
 «ὁ Στάμος ὁ Ἀταίριαστος, εἷς φίλος μου, ἰδιόρρυθμος».
  Τελικά είχε αποκοιμηθεί, και σώθηκε χάρη στην έγκαιρη άφιξή του.
  Ο Στάμος ο Αταίριαστος ζούσε σαν ερημίτης σε μια καλύβα, κοντά στην παραλία. Κουβαλούσε κι αυτός τις απογοητεύσεις του.
  «―Ἔ, φίλε μου!… πῶς δύναται ναυαγὸς νὰ σώσῃ ἄλλον ναυαγόν;.. Καὶ ὅμως ἐγὼ σ᾿ ἔσωσα!
― Καὶ πῶς εἶσαι σὺ ναυαγὸς Στάμο;
― Φίλε, εἶμαι καὶ εἶμαι ναυαγός. Ναυαγὸς εἰς τὴν ξηράν, χειρότερα παρὰ ἂν ἤμην ναυαγὸς εἰς τὴν θάλασσαν».
  Και συνεχίζει:
  «―Ἔτσι, ἐπανέλαβεν ὁ Σταμάτης, ἐγὼ εἶμαι ποὺ εἶμαι, ναυαγὸς εἰς τὴν ξηράν… Ἀλλὰ σὺ ὅμως, μὴν ἐμπιστεύσῃς εἰς τὴν θάλασσαν, μὲ τὰ φελούκια ποὺ κάνουν νερά, μήτε εἰς τὰς γυναῖκας… Ἀγάπες, ἐπέφερεν ἀποτόμως ἔξαφνα, ἀγάπες, θλιβερέ μου φίλε… Ὤ, μὴν ἔχῃς πίστιν εἰς τὶς ἀγάπες!».
  Κι άλλος πληγωμένος από έρωτα. Ο ματαιωμένος έρωτας, είπαμε, είναι μόνιμο θέμα στον Παπαδιαμάντη.
  Αρχίζει να αφηγείται τη ζωή του στον Παναμά, με μια καλόγρια που ήθελε να τον κάνει καθολικό…
  Σε λίγο καταφτάνει ο Αγάλλος.
  Ο Αγάλλος είχε ξενιτευτεί. Η αρραβωνιαστικιά του τον περίμενε. Μάταια.
  Όταν μετά από τριάντα χρόνια επέστρεψε στον τόπο του, έμαθε ότι ήταν ήδη δέκα χρόνια πεθαμένη. Λέει κι αυτός τις ιστορίες του.
  Η τρίτη εγκιβωτισμένη ιστορία είναι η μεγαλύτερη. Ο Στάθης που καταφτάνει με την εγγονή του, αφηγείται πώς παντρεύτηκε.
  Του είχαν κάνει μάγια.
  Όμως από πιο πριν είχε εμμονή με τα μάγια. Αποτέλεσμα; Κάποιες ξεμαγιάστρες τον μαδούσαν κανονικά ενώ κάποιες άλλες του έκαναν πλάκα.
  «― Αὐτὴ ἡ μαστόρισσα τὸν εἶχε κάμει νὰ πιστεύσῃ ὅτι δὲν θά ᾽πιαναν οἱ ἐξορκισμοί της, ἂν αὐτὸς δὲν ἐγδύνετο τσιτσί, τὸν ἔβγαλε ἔξω στὸ λιακωτὸ ὁλόγυμνον, τὴν νύκτα στὸ φεγγάρι, ὕστερα τὸν ἔκλεισε ἔξω καὶ τὸν ἄφησε νὰ γυρίζῃ στὰ σοκάκια γυμνός».
  Και πάλι ο σατιρικός Παπαδιαμάντης:
  «Ἔτσι μοῦ ᾽λεγαν. Μὰ ὅποιος πέσῃ σὲ μάγισσας χέρια, ἢ σὲ γιατροῦ ἢ σὲ δικηγόρου… αὐτὰ παθαίνει».
  Είδαμε και την ομώνυμη ταινία του Ευθύμη Χατζή, γυρισμένη το 1998.
  Αποτελεί μια πιστότατη μεταφορά του διηγήματος, από τις πιο πιστές κινηματογραφικές μεταφορές λογοτεχνικού έργου που έχω συναντήσει. Πολύ ωραία ταινία, με τη μουσική του Δημήτρη Κατακουζηνού και το τραγούδι της Σαββίνας Γιαννάτου (μπορείτε να το ακούσετε στο youtube), να υπογραμμίζουν με τον καλύτερο τρόπο το λυρισμό της.

No comments:

Post a Comment