Sunday, February 4, 2024

Shohei Imamura, The ballad of Narayama (1983)

Shohei Imamura, The ballad of Narayama (1983)

 


  Την ταινία αποφάσισα να τη δω, για τρίτη φορά, για να γράψω γι’ αυτήν, επειδή έχει κάποιες ομοιότητες με την γιαπωνέζικη «Πλάνο 75» (2022) που προβάλλεται από την Πέμπτη που μας πέρασε.

  Κέρδισε το Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες.

  Στο «Πλάνο 75», οι ηλικιωμένοι, άνω των 75 χρονών, ενθαρρύνονται σε μια εθελοντική ευθανασία, γιατί ο πληθυσμός της Ιαπωνίας είναι γερασμένος. Όσοι συμμετέχουν στο πρόγραμμα απολαμβάνουν κάποια προνόμια. Βέβαια έχουν το δικαίωμα ανά πάσα στιγμή να μετανιώσουν και να εγκαταλείψουν το πρόγραμμα.

  Στη «Μπαλάντα του Ναραγιάμα» οι δυσκολίες της επιβίωσες μέσα σε ένα εντελώς αντίξοο περιβάλλον επέβαλαν αυτή την πρακτική.

  Δυο σκηνές είναι χαρακτηριστικές. Στη μια, θάβουν ζωντανούς σε ένα λάκκο μια οικογένεια που κάποια μέλη της έκλεβαν.

  Συλλογική ευθύνη, δεν θα γλιτώσει ούτε μια κόρη τους που είναι νύφη σε μια άλλη οικογένεια.

  Υπερβολικό;

  Στη δεύτερη σκηνή βλέπουμε τέσσερα άτομα με τέσσερις μερίδες πατάτες. Δεν είναι αρκετές για να φτάσουν να περάσουν όλοι τους το χειμώνα, κάποιος δεν πρέπει να πάρει μερίδιο και το μερίδιό του να μοιραστεί στους άλλους τρεις, ώστε τουλάχιστον αυτοί να επιβιώσουν.

  Ρίχνουν κλήρο. Ένας είναι άτυχος.

  Ένα μεγάλο μέρος της ταινίας, στο τέλος, είναι η αναρρίχηση του γιου στο βουνό Ναραγιάμα, κουβαλώντας στην πλάτη του τη μητέρα του. Αυτή επέμενε να πάει στο Ναραγιάμα. Όμως ένας πατέρα που δεν ήθελε, ο γιος του τον κουβαλάει τσουβαλιασμένο σε ένα δίχτυ, και παρά τα παρακάλια του τον ρίχνει στον γκρεμό.

  Εντυπωσιακές οι σκηνές.

  Σχόλια.

  Η πλοκή τοποθετείται τον 19ο αιώνα, που αποκλείεται να συνέβαινε τότε κάτι τέτοιο. Όμως σε ένα απώτατο παρελθόν;

  Ο πατέρας μου στα γεράματά του μου έλεγε πολλές φορές «Παλιά ήτανε πιο καλά, που τους γέρους τους γκρεμίζανε».

  Μου είπε και αυτό:

  Ο γιος ακολουθεί τον πατέρα του που πάει να ρίξει τον παππού του στον γκρεμό. -Γιατί με ακολουθείς παιδί μου; -Θέλω να δω από πού θα ρίξεις τον πατέρα σου, για να ρίξω κι εγώ εσένα όταν γεράσεις.

  Ο πατέρας μετάνιωσε και γύρισε πίσω με τον παππού.

  Το είδα σε μια ταινία, που αναφερόταν στους Λάπωνες.

  Δεν υπάρχει κανένα βουνό στη Λαπωνία, η γιαγιά πηγαίνει σε ένα παγωμένο τοπίο. Δεν πρέπει να πεθάνει στο σπίτι και να τη θάψουν, πρέπει να πάει να τη φάνε οι αρκούδες. Οι αρκούδες, για να ζήσουν κι αυτές, ώστε να μπορέσει να τις κυνηγήσει ο γιος της.

  Αυτό είναι ένα δυστοπικό απώτατο παρελθόν.

  Υπάρχει και ένα δυστοπικό παρελθόν αρκετά πρόσφατο.

  Με τον κολεκτιβοποίηση στην Ουκρανία, αρχές της δεκαετίας του 1930, έπεσε λοιμός, οι άνθρωποι δεν είχαν να φάνε. Το είδα σε ένα ντοκιμαντέρ, η γιαγιά έλεγε ότι οι γείτονες της έφαγαν τον εγγονό.

  Το παρακάτω είναι πιο εντυπωσιακό. Απόσπασμα από το «Τόντα Ράμπα» του Καζαντζάκη.

«Έπρεπε να περνάς μεσοστρατίς. Γιατί άντρες πεινασμένοι και γυναίκες πεινασμένες παραφύλαγαν πίσω από τις πόρτες κι έριχναν σκοινοθηλιές. Τράβαγαν από το λαιμό τους απρόσεκτους περαστικούς, τους τράβαγαν γρήγορα μέσα στην αυλή και τους έτρωγαν» (σελ. 256).

  Θα υπάρξει ένα ανάλογο δυστοπικό μέλλον;

  Γράφω σχετικά στην ανάρτησή μου για το «Πλάνο 75».

 

No comments:

Post a Comment