Γιώργης Γιατρομανωλάκης, Ιστορία
Δημοσιεύτηκε στα Κρητικά Επίκαιρα, Δεκέμβρης 1991
Η λέξη «ιστορία» έχει μια πολυσημία, την οποία διατηρεί και ο ομώνυμος τίτλος του μυθιστορήματος του Γιώργη Γιατρομανωλάκη. Ιστορία σημαίνει ένα ιστορικό γεγονός, σημαίνει ένα φανταστικό γεγονός, που θα μπορούσε να είναι πραγματικό (ρεαλισμός) και τέλος ένα ολότελα φανταστικό γεγονός, που θα μπορούσε να υπάρξει μόνο στον κόσμο του παραμυθιού.
Η «ιστορία» του Γιώργη Γιατρομανωλάκη κινείται σε τρεις σφαίρες, όπου αναπτύσσονται οι ισάριθμες σημασίες της λέξης. Κατ' αρχήν, στη σφαίρα της ιστορίας. Η υπόθεση αναπτύσσεται μέσα σε ένα πραγματικό χρόνο, ανάμεσα στα 1928-1931, με κάποιες αναφορές στα προηγούμενα χρόνια και ελάχιστες στα μετά. Βέβαια, κάθε μυθιστόρημα κινείται συνήθως σε ένα συγκεκριμένο χρόνο, όμως ο χρόνος αυτός συχνά είναι απλά μια προϋπόθεση εκ των ων ουκ άνευ, χωρίς να επεμβαίνει στη ροή των γεγονότων, που ρέουν μέσα σ' αυτόν σαν μέσα σε αυλάκι. Ο ιστορικός, όμως, χρόνος του 1928-1931 στο μυθιστόρημα αυτό επηρεάζει αιτιακά τα γεγονότα, την ζωή, την ψυχολογία και τις αποφάσεις των ηρώων. Έτσι γίνεται μια συνεχής αναφορά στα ιστορικά γεγονότα που συνέβησαν αυτή την περίοδο.
Η άλλη σφαίρα είναι η σφαίρα των γεγονότων και της κοινωνικής ζωής, η καθαυτό σφαίρα του μυθιστορήματος. Από τη μια η πραγματική κοινωνική ζωή, από την άλλη επινοημένα γεγονότα, που θα μπορούσαν, όμως, να είναι πραγματικά. Στην πραγματική κοινωνική ζωή εντάσσονται περιγραφές από τη ζωή και τις παραγωγικές δραστηριότητες του χωριού, στις οποίες συμμετέχουν και οι ήρωες, αξίες, δοξασίες και έθιμα, όπως η βεντέτα. Η πραγματικότητά τους τονίζεται περισσότερο από το ότι, αντίθετα με το χρόνο, ο χώρος εδώ δεν είναι συγκεκριμένος.
Η ιστορία που αφηγείται ο συγγραφέας θα μπορούσε να λάβει χώρα σε οποιοδήποτε από τα ηρακλειώτικα χωριά. Έτσι τα γεγονότα της αφήγησης, ταυτοποιημένα επακριβώς χρονικά, αίρονται στη σφαίρα του γενικού, του καθολικού, με το να μείνει ασαφής ο χωρικός προσδιορισμός τους, πράγμα που διευρύνει τη σημασία τους, και βρίσκεται σίγουρα μέσα στους στόχους του συγγραφέα.
Ο στόχος αυτός εξυπηρετείται με δύο ακόμη τρόπους. Ο πρώτος είναι το υποτυπώδες του μύθου, που τον κάνει περισσότερο τυπικό. Ένας φτωχός αγρότης σκοτώνει τον τοκογλύφο του, και πεθαίνει στη φυλακή. Η οικογένειά του ξεκληρίζεται και η περιουσία περιέρχεται στα χέρια των κληρονόμων του σκοτωμένου, σαν αποζημίωση που εξαιτίας του πλούτου τους και των νέων πολιτι¬κών τους συμμαχιών (εγκαταλείπουν πριν τις εκλογές του '32 τους φιλελεύθερους όπως τα ποντίκια το πλοίο που πρόκειται να βουλιάξει) πετυχαίνουν αμνησία για το γιο, που μετά τρία χρόνια εκδικήθηκε το φόνο του πατέρα του σκοτώνοντας το γιο του φονιά του.
Ο δεύτερος τρόπος είναι η μη γραμμική αφήγηση. Ο συγγραφέας δεν ενδιαφέρεται να επικεντρώσει το ενδιαφέρον στην έκβαση της ιστορίας. Απεναντίας, μια και ο μύθος είναι τέτοιος, που ενυπάρχει σ' αυτόν το σασπένς, με μια τεχνική ανάλογη με την μπρεχτική αποστασιοποίηση καταφέρνει να αποσπάσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη από την έκβαση του μύθου, με το να μην προσφέρει τα γεγονότα στη χρονολογική τους εξέλιξη. Από την αρχή περίπου μαθαίνουμε πως τέλειωσε η ιστορία. Οι λεπτομέρειες κάθε ξεχωριστού γεγονότος δίνονται διαδοχικά και κατά στάδια με τη μορφή των αναμνήσεων.
Έτσι τονισμένα τα γεγονότα, έρχονται και φωτίζουν όχι το μύθο, αλλά την πραγματική ιστορία. Το έργο θα μπορούσε να τιτλοφορηθεί και «μέρες του 32» κατά το «μέρες του 36» του Αγγελόπουλου. Οι στόχοι του συγγραφέα και του σκηνοθέτη είναι κατά τη γνώμη μου περίπου ταυτόσημοι.
Η τρίτη σφαίρα είναι η σφαίρα του παραμυθιού, του σουρεαλιστικού, του φανταστικού, που, όπως έχουμε επισημάνει από τη στήλη αυτή, αρχίζει να ξανακατακτά τη σύγχρονη πεζογραφία. Ο ρεαλισμός στην «επική» κατά Λούκατς, ή αλλιώς αφηγηματική τέχνη, ιδωμένος στην υπερτρισχιλιετή παγκόσμια ιστορία της λογοτεχνίας, φαίνεται ότι ήταν μια μικρή παρένθεση (και επειδή είμαστε και κακές γλώσσες, ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός ακόμη πιο μικρή).
Το φανταστικό κινείται σε δύο επίπεδα. Κατ' αρχήν αποτελεί ένα μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα δοξασιών και αντιλήψεων. Το πάνω και το κάτω χωριό (το χωριό του κάτω κόσμου πιστή απομίμηση του πάνω), ο δίκαια σκοτωμένος που μετεωρίζεται για κανένα πεντάλεπτο πριν τσακιστεί κάτω, ο νεκρός που όταν είναι μεγαλόσωμος κάνει να ραγίσουν οι ταφόπλακες και ανεβαίνει στην επιφάνεια, τα τρία στάδια του κρυψίματος που πρέπει να περάσει ο καταζητούμενος, το τριήμερο του ασβού, το τριήμερο της πέρδικας και το τριήμερο της πέτρας, της ξηρασίας και του αταβισμού (το φανταστικό τονίζεται εδώ με την προσθήκη της λέξης αταβισμός δίπλα σε όρους χωριάτικου λεξιλογίου) κ.λπ. Έπειτα, είναι το φανταστικό των γεγονότων, όπως η υλοποίηση της δοξασίας για τον μετεωρισμό, η τήρηση των τριών σταδίων από το φονιά, που δίνει την ευκαιρία στο συγγραφέα να παραθέσει πλούσιες σουρεαλιστικές εικόνες γεμάτες μαγεία, το «πέταγμα με το μυαλό» των ετοιμοθάνατων, ρεαλιστικό καθαυτό, που αίρεται στη σφαίρα του φανταστικού από την υπερβολική χρήση που του γίνεται, ο γιος που μιλάει με τον πατέρα παρουσία των χωροφυλάκων χωρίς να μιλάνε, ο φονιάς που ουρλιάζει τρομοκρατώντας τους χωροφύλακες οι οποίοι πηγαίνουν και τον βρίσκουν κοιμισμένο, και που δεν σταματάει αφού ξυπνάει, κ.ά.
Πολύ χαρακτηριστικό στο μυθιστόρημα είναι το ψυχρό ντοκιμαντερίστικο ύφος του συγγραφέα, που συχνά μοιάζει με αστυνομικό ρεπορτάζ, και που παίρνει μια ιδιαίτερη ποιότητα από την παρουσία του φανταστικού. Και πέρα από τις προθέσεις και τα «μηνύματα» του συγγραφέα, αυτό που εντυπώνεται, κατά τη γνώμη μου, περισσότερο στον αναγνώστη είναι αυτό το ιδιάζον ύφος.
No comments:
Post a Comment