Werner Herzog, Woyzeck (1979), Janos Szasz, Wojcek (1994)
Πρώτα είδα την ταινία του Janos Szasz, και έπειτα την ταινία του Werner Herzog. Την ταινία του Szasz την πρόβαλε το cine+ πρόσφατα, την ταινία του Herzog την είχα στην ταινιοθήκη μου. Όμως θα γράψω πρώτα για την ταινία του Szasz, γιατί αυτή ακολουθεί σχεδόν κατά πόδας το έργο του Georg Büchner (Το επιβεβαίωσα κατεβάζοντάς το από το www.gutenberg.org). Και όχι μόνο στα επεισόδια, αλλά και στο κείμενο. Ο νεαρός Georg Büchner, που πέθανε το 1837 από τύφο σε ηλικία μόλις 23 χρονών, δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει το έργο, το οποίο το έγραφε σε σκόρπια επεισόδια. Μονταρίστηκαν αργότερα με βάση τη λογική και χρονολογική σειρά τους. Όπως διαβάζουμε και στο κείμενο του Gutenberg project (το κείμενο είναι στα γερμανικά), «Η σειρά που υπάρχει εδώ συμπίπτει με την κινηματογραφική ταινία με τον Klaus Kinski στον κύριο ρόλο».
Στην Βικιπαίδια διαβάζουμε ότι είναι το πρώτο έργο στη λογοτεχνία της Γερμανίας όπου οι κύριοι χαρακτήρες είναι μέλη της εργατικής τάξης (ο Μπύχνερ ήταν επαναστάτης, επηρεασμένος από τις ιδέες του Μπαμπέφ και του Σαιν Σιμόν. Κάποτε, μόλις που κατάφερε να αποφύγει τη σύλληψη περνώντας στα σύνορα, ενώ ο σύντροφός του Φρίντριχ Λούντβιχ Βάιντιχ συνελήφθηκε, βασανίστηκε και πέθανε στη φυλακή). Επίσης, προφανώς για τον ίδιο λόγο, θεωρείται ως πρόδρομος του νατουραλισμού. Γιατί οι ήρωές του, για να το διατυπώσουμε σε υψηλό υφολογικό επίπεδο, είναι τραγικές υπάρξεις, και σε χαμηλό, πυροβολημένοι. Ο Woyzeck, σαραντάρης, μόνιμος στρατιώτης, έχει ηχητικές παραισθήσεις. Η γυναίκα του είναι μια πόρνη (κυριολεκτικά; μεταφορικά; Αν και πολλοί θα πουν ότι υπάρχει σύγχυση ανάμεσα στην κυριολεκτική και στη μεταφορική σημασία της λέξης) με ένα εξώγαμο παιδί. Κάποια στιγμή τον κερατώνει με έναν υπαξιωματικό (μόνο; Στο έργο μάλλον για λόγους οικονομίας δεν αναφέρονται άλλοι εραστές). Ο Woyzeck, αφού έχει υποστεί έναν εξευτελισμό από αυτόν τον υπαξιωματικό, θα την μαχαιρώσει. Ψάχνοντας να βρει το μαχαίρι που πέταξε στο διπλανό ποτάμι, φοβούμενος μη το ανακαλύψουν και να το πετάξει πιο βαθιά, πνίγεται.
Οι άλλοι δυο ήρωες είναι ένας γιατρός που κάνει κάποια τρελά πειράματα με τον Woyzeck, πληρώνοντάς τον γι αυτά, και ένας αξιωματικός, προϊστάμενος του Βόιτσεκ, που κι αυτός είναι αρκετά σαλταρισμένος.
Το έργο του Szasz είναι μια ελεύθερη μεταφορά. Ενώ ο Χέρτζογκ ακολουθεί το κείμενο, ο Szasz με βάση την ιστορία φτιάχνει ένα εξαίσιο ατμοσφαιρικό έργο, με ασπρόμαυρη εικόνα. Το διασκευάζει κάπως, ενώ χρησιμοποιεί το λόγο ελάχιστα. Είναι έτσι πιο κινηματογραφικό από το έργο του Χέρτζογκ, όπου ακολουθείται το κείμενο πιστά.
Στο έργο του Μπύχνερ ο Βόιτσεκ ξυρίζει μια φορά τον προϊστάμενό του. Στο έργο του Szasz τον ξυρίζει αρκετές φορές, υπομένοντας τις προσβολές του, και έχουμε την αίσθηση ότι από στιγμή σε στιγμή θα του κόψει το λαιμό. Ακόμη εδώ ο Βόιτσεκ είναι σιδηροδρομικός υπάλληλος και ο προϊστάμενός του σταθμάρχης. Η χειμερινή, μουντή ατμόσφαιρα, οι χιονισμένες ράγες, προσημαίνουν την επικείμενη τραγωδία. (Αργότερα είδαμε και τον "Ταχυδρόμο" του Dariush Mehrjui, του οποίου πολλοί θα είδατε τη "Γελάδα", εμπνευσμένο επίσης από το έργο του Μπύχνερ)
Πριν κάνουμε την ανάρτηση είπαμε να ξαναδούμε την ομώνυμη όπερα του Άλμπαν Μπεργκ, αλλά πριν τη δούμε είπαμε να ξαναδούμε και την «Λούλου», τη μισοτελειωμένη του όπερα (να κάτι κοινό με το έργο του Μπύχνερ).
Η όπερα του Μπεργκ ακολουθεί το κείμενο του Μπύχνερ, όμως το λιμπρέτο διαφοροποιείται σε κάμποσα σημεία, πράγμα αναπόφευκτο μια και πρόκειται για όπερα. Για τη μουσική δεν μπορώ να γράψω, μπορώ να γράφω για το σινεμά, γιατί για να γράψεις για μουσική πρέπει να έχεις κάνει οπωσδήποτε μουσικές σπουδές. Θα συγκρίνω όμως τον «Βόιτσεκ» σαν πλοκή με τη «Λούλου». Και βλέπω εντυπωσιακές ομοιότητες. Και οι δυο ηρωίδες πεθαίνουν μαχαιρωμένες, η Μαρία από τον Βόιτσεκ και η Λούλου από τον Τζακ τον αντεροβγάλτη. Και οι δυο έχουν παρασύρει τους άντρες τους στην καταστροφή (η Λούλου κάμποσους), και οι δυο υπήρξαν πόρνες. Ο θάνατός τους μοιάζει με εξιλέωση.
Και μια τελευταία, «συνειρμική» παρατήρηση. Όπως έγραψα και σε μια προηγούμενη ανάρτησή μου, γράφω συνειρμικά.
Στο ρόλο της Margret στην όπερα ήταν μια Anna Gonda. Μου θύμισε το «Ανακόντα», την πρώτη ταινία που είδα σε dvd, πριν από δέκα χρόνια τουλάχιστον. Ήταν το πρώτο dvd player που αγόρασα, 225 χιλιάρικα, κοντά 700 ευρώ, αλλά με τι αξία χρήσης! Το πήρα για να δω δυο όπερες του Πεκίνου που μου είχε δωρίσει η δασκάλα μου, η κυρία Yu, καθηγήτρια γλωσσολογίας στην πατρίδα της. Η μια ήταν η «Αντίο παλλακίδα μου», της άλλης δεν θυμάμαι τον τίτλο. Από κομπιούτερ δεν ήξερα και τόσο καλά εκείνη την εποχή, και έτσι με έκπληξη ανακάλυψα αργότερα ότι θα μπορούσα να τις δω στο κομπιούτερ μου (ήταν σε video cd. Τα κομπιούτερ ήταν τότε εφοδιασμένα με cd player. Τα dvd player έκαναν αργότερα την εμφάνισή τους).
Το έδωσα πέρυσι σε ένα παλιατζή. Δεν ήταν χαλασμένο, απλά είχα χάσει το τηλεκοντρόλ. Εξάλλου ήταν τεράστιο, έπιανε πολύ χώρο. Τρεις φίλοι μου, λάτρεις του παλιού, πιθανόν να το είδαν στο Μοναστηράκι, στο παζάρι της Κυριακής. Μάλλον θα το προσπέρασαν, χωρίς καν να το περιεργαστούν. Εγώ μόνο μια φορά πήγα στο Μοναστηράκι από περιέργεια, με έναν από αυτούς. Περιεργάστηκα άλλα πράγματα. Δεν ξαναπήγα. Το παλιό μου φέρνει μελαγχολία.
Τώρα που γράφω αυτές τις γραμμές, νομίζω ότι για τα δύο αυτά video cd και για την κα Yu έχω ξαναγράψει.
Πρώτα είδα την ταινία του Janos Szasz, και έπειτα την ταινία του Werner Herzog. Την ταινία του Szasz την πρόβαλε το cine+ πρόσφατα, την ταινία του Herzog την είχα στην ταινιοθήκη μου. Όμως θα γράψω πρώτα για την ταινία του Szasz, γιατί αυτή ακολουθεί σχεδόν κατά πόδας το έργο του Georg Büchner (Το επιβεβαίωσα κατεβάζοντάς το από το www.gutenberg.org). Και όχι μόνο στα επεισόδια, αλλά και στο κείμενο. Ο νεαρός Georg Büchner, που πέθανε το 1837 από τύφο σε ηλικία μόλις 23 χρονών, δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει το έργο, το οποίο το έγραφε σε σκόρπια επεισόδια. Μονταρίστηκαν αργότερα με βάση τη λογική και χρονολογική σειρά τους. Όπως διαβάζουμε και στο κείμενο του Gutenberg project (το κείμενο είναι στα γερμανικά), «Η σειρά που υπάρχει εδώ συμπίπτει με την κινηματογραφική ταινία με τον Klaus Kinski στον κύριο ρόλο».
Στην Βικιπαίδια διαβάζουμε ότι είναι το πρώτο έργο στη λογοτεχνία της Γερμανίας όπου οι κύριοι χαρακτήρες είναι μέλη της εργατικής τάξης (ο Μπύχνερ ήταν επαναστάτης, επηρεασμένος από τις ιδέες του Μπαμπέφ και του Σαιν Σιμόν. Κάποτε, μόλις που κατάφερε να αποφύγει τη σύλληψη περνώντας στα σύνορα, ενώ ο σύντροφός του Φρίντριχ Λούντβιχ Βάιντιχ συνελήφθηκε, βασανίστηκε και πέθανε στη φυλακή). Επίσης, προφανώς για τον ίδιο λόγο, θεωρείται ως πρόδρομος του νατουραλισμού. Γιατί οι ήρωές του, για να το διατυπώσουμε σε υψηλό υφολογικό επίπεδο, είναι τραγικές υπάρξεις, και σε χαμηλό, πυροβολημένοι. Ο Woyzeck, σαραντάρης, μόνιμος στρατιώτης, έχει ηχητικές παραισθήσεις. Η γυναίκα του είναι μια πόρνη (κυριολεκτικά; μεταφορικά; Αν και πολλοί θα πουν ότι υπάρχει σύγχυση ανάμεσα στην κυριολεκτική και στη μεταφορική σημασία της λέξης) με ένα εξώγαμο παιδί. Κάποια στιγμή τον κερατώνει με έναν υπαξιωματικό (μόνο; Στο έργο μάλλον για λόγους οικονομίας δεν αναφέρονται άλλοι εραστές). Ο Woyzeck, αφού έχει υποστεί έναν εξευτελισμό από αυτόν τον υπαξιωματικό, θα την μαχαιρώσει. Ψάχνοντας να βρει το μαχαίρι που πέταξε στο διπλανό ποτάμι, φοβούμενος μη το ανακαλύψουν και να το πετάξει πιο βαθιά, πνίγεται.
Οι άλλοι δυο ήρωες είναι ένας γιατρός που κάνει κάποια τρελά πειράματα με τον Woyzeck, πληρώνοντάς τον γι αυτά, και ένας αξιωματικός, προϊστάμενος του Βόιτσεκ, που κι αυτός είναι αρκετά σαλταρισμένος.
Το έργο του Szasz είναι μια ελεύθερη μεταφορά. Ενώ ο Χέρτζογκ ακολουθεί το κείμενο, ο Szasz με βάση την ιστορία φτιάχνει ένα εξαίσιο ατμοσφαιρικό έργο, με ασπρόμαυρη εικόνα. Το διασκευάζει κάπως, ενώ χρησιμοποιεί το λόγο ελάχιστα. Είναι έτσι πιο κινηματογραφικό από το έργο του Χέρτζογκ, όπου ακολουθείται το κείμενο πιστά.
Στο έργο του Μπύχνερ ο Βόιτσεκ ξυρίζει μια φορά τον προϊστάμενό του. Στο έργο του Szasz τον ξυρίζει αρκετές φορές, υπομένοντας τις προσβολές του, και έχουμε την αίσθηση ότι από στιγμή σε στιγμή θα του κόψει το λαιμό. Ακόμη εδώ ο Βόιτσεκ είναι σιδηροδρομικός υπάλληλος και ο προϊστάμενός του σταθμάρχης. Η χειμερινή, μουντή ατμόσφαιρα, οι χιονισμένες ράγες, προσημαίνουν την επικείμενη τραγωδία. (Αργότερα είδαμε και τον "Ταχυδρόμο" του Dariush Mehrjui, του οποίου πολλοί θα είδατε τη "Γελάδα", εμπνευσμένο επίσης από το έργο του Μπύχνερ)
Πριν κάνουμε την ανάρτηση είπαμε να ξαναδούμε την ομώνυμη όπερα του Άλμπαν Μπεργκ, αλλά πριν τη δούμε είπαμε να ξαναδούμε και την «Λούλου», τη μισοτελειωμένη του όπερα (να κάτι κοινό με το έργο του Μπύχνερ).
Η όπερα του Μπεργκ ακολουθεί το κείμενο του Μπύχνερ, όμως το λιμπρέτο διαφοροποιείται σε κάμποσα σημεία, πράγμα αναπόφευκτο μια και πρόκειται για όπερα. Για τη μουσική δεν μπορώ να γράψω, μπορώ να γράφω για το σινεμά, γιατί για να γράψεις για μουσική πρέπει να έχεις κάνει οπωσδήποτε μουσικές σπουδές. Θα συγκρίνω όμως τον «Βόιτσεκ» σαν πλοκή με τη «Λούλου». Και βλέπω εντυπωσιακές ομοιότητες. Και οι δυο ηρωίδες πεθαίνουν μαχαιρωμένες, η Μαρία από τον Βόιτσεκ και η Λούλου από τον Τζακ τον αντεροβγάλτη. Και οι δυο έχουν παρασύρει τους άντρες τους στην καταστροφή (η Λούλου κάμποσους), και οι δυο υπήρξαν πόρνες. Ο θάνατός τους μοιάζει με εξιλέωση.
Και μια τελευταία, «συνειρμική» παρατήρηση. Όπως έγραψα και σε μια προηγούμενη ανάρτησή μου, γράφω συνειρμικά.
Στο ρόλο της Margret στην όπερα ήταν μια Anna Gonda. Μου θύμισε το «Ανακόντα», την πρώτη ταινία που είδα σε dvd, πριν από δέκα χρόνια τουλάχιστον. Ήταν το πρώτο dvd player που αγόρασα, 225 χιλιάρικα, κοντά 700 ευρώ, αλλά με τι αξία χρήσης! Το πήρα για να δω δυο όπερες του Πεκίνου που μου είχε δωρίσει η δασκάλα μου, η κυρία Yu, καθηγήτρια γλωσσολογίας στην πατρίδα της. Η μια ήταν η «Αντίο παλλακίδα μου», της άλλης δεν θυμάμαι τον τίτλο. Από κομπιούτερ δεν ήξερα και τόσο καλά εκείνη την εποχή, και έτσι με έκπληξη ανακάλυψα αργότερα ότι θα μπορούσα να τις δω στο κομπιούτερ μου (ήταν σε video cd. Τα κομπιούτερ ήταν τότε εφοδιασμένα με cd player. Τα dvd player έκαναν αργότερα την εμφάνισή τους).
Το έδωσα πέρυσι σε ένα παλιατζή. Δεν ήταν χαλασμένο, απλά είχα χάσει το τηλεκοντρόλ. Εξάλλου ήταν τεράστιο, έπιανε πολύ χώρο. Τρεις φίλοι μου, λάτρεις του παλιού, πιθανόν να το είδαν στο Μοναστηράκι, στο παζάρι της Κυριακής. Μάλλον θα το προσπέρασαν, χωρίς καν να το περιεργαστούν. Εγώ μόνο μια φορά πήγα στο Μοναστηράκι από περιέργεια, με έναν από αυτούς. Περιεργάστηκα άλλα πράγματα. Δεν ξαναπήγα. Το παλιό μου φέρνει μελαγχολία.
Τώρα που γράφω αυτές τις γραμμές, νομίζω ότι για τα δύο αυτά video cd και για την κα Yu έχω ξαναγράψει.
No comments:
Post a Comment